Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
Σε κάθε περίπτωση χαίρομαι γιατί μου δίνεται η δυνατότητα να βρεθώ σήμερα και να μοιραστώ μαζί σας λίγες σκέψεις, εδώ από το βήμα της Βουλής, για ένα νομοσχέδιο το οποίο θεωρώ εξαιρετικά σημαντικό. Όχι μόνο για τις επιπτώσεις που θα έχει στην αγορά εργασίας, αλλά και γιατί πιστεύω ότι αποτυπώνει με ξεκάθαρο τρόπο την αντίληψη της Νέας Δημοκρατίας για μία προοδευτική, ενεργητική πολιτική στα ζητήματα της εργασίας.
«Καμία χώρα στον κόσμο, όσο πλούσια και αν είναι, δεν μπορεί να αντέξει τη σπατάλη του ανθρώπινου δυναμικού της», είχε πει κάποτε ο Αμερικανός Πρόεδρος Φραγκλίνος Ρούσβελτ. Γιατί η ανεργία είναι πάντα η μεγαλύτερη απειλή για κάθε κοινωνία. Και αυτήν ακριβώς την απειλή -που στη Νέα Δημοκρατία τη θεωρούμε τη μεγαλύτερη μορφή κοινωνικής αδικίας- αντιπαλεύουμε εδώ και 33 μήνες, από τότε που ο ελληνικός λαός μάς εμπιστεύθηκε την ευθύνη της διακυβέρνησης του τόπου, τον Ιούλιο του 2019.
Και παρά τις μεγάλες δυσκολίες, παρά τις αντιξοότητες, τα στοιχεία δείχνουν ότι αυτή η προσπάθειά μας πιάνει τόπο. Από το καλοκαίρι του 2019 μέχρι και τον Φεβρουάριο του 2022 -τον τελευταίο μήνα που έχουμε διαθέσιμα στοιχεία- η ανεργία έπεσε από το 17,2% στο 12,8%. Είναι η μεγαλύτερη, είναι η ταχύτερη, αποκλιμάκωση σε όλη την Ευρώπη. Κάτι που σημαίνει ότι σε αυτό το διάστημα δημιουργήθηκαν παραπάνω από 200.000 νέες θέσεις εργασίας και για πρώτη φορά εδώ και πολλά-πολλά χρόνια ξεπεράσαμε το ορόσημο των 4 εκατομμυρίων απασχολούμενων.
Είναι μια επίδοση με πρόσθετη σημασία αν σκεφτεί κανείς το εξαιρετικά δυσμενές περιβάλλον μέσα στο οποίο επιτεύχθηκε: μεταναστευτικό, εθνικές προκλήσεις στον Έβρο, στο Αιγαίο, μετά τα δυο χρόνια της πανδημίας, ύστερα η διεθνής ενεργειακή κρίση με τις εισαγόμενες ανατιμήσεις, ο πόλεμος στην Ουκρανία. Ένα εξαιρετικά δυσχερές διεθνές περιβάλλον.
Θυμάμαι ακόμα, σαν χθες, τις πολύ απαισιόδοξες προβλέψεις της αντιπολίτευσης ότι η πανδημία θα οδηγούσε σε μια «έκρηξη» απολύσεων και σε μια ταχύτατη αύξηση της ανεργίας, σε μια αντιστροφή δηλαδή αυτής της τάσης που η αλήθεια είναι ότι είχε ήδη ξεκινήσει τα τελευταία χρόνια της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ.
Οι προβλέψεις αυτές διαψεύστηκαν. Και διαψεύστηκαν προς όφελος των εργαζόμενων, διότι η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έσπευσε να στηρίξει πρώτα και πάνω από όλα τον κόσμο της εργασίας. Να προστατεύσει τις θέσεις απασχόλησης, να στηρίξει τις επιχειρήσεις κι έτσι ουσιαστικά να μην διακόψει αυτή την πορεία αποκλιμάκωσης της ανεργίας, η οποία συνεχίζεται μάλιστα τους τελευταίους μήνες με ακόμη μεγαλύτερη ένταση.
Βέβαια τα αποτελέσματα αυτά, κύριε Υπουργέ και κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν μπορούν να μας ικανοποιούν. Διότι εξακολουθούμε να έχουμε τη δεύτερη υψηλότερη ανεργία στην Ευρώπη -η Ισπανία μάς έχει αυτή τη στιγμή ξεπεράσει- και βέβαια μαζί με την ανεργία έχουμε ακόμα ένα διαχρονικό πρόβλημα χαμηλών αμοιβών. Και αυτά τα προβλήματα γίνονται προφανώς πιο έντονα σε μια εποχή που και η χώρα μας δοκιμάζεται από την παγκόσμια ακρίβεια.
Κάναμε μια μεγάλη προσπάθεια να στηρίξουμε τα εισοδήματα των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων στη διάρκεια της πανδημίας. Το κάναμε μειώνοντας φόρους, μειώνοντας εισφορές και παρέχοντας απευθείας οικονομικές ενισχύσεις. Όμως, είναι δεδομένο ότι όλα όσα κέρδισαν επιχειρήσεις και νοικοκυριά σήμερα ροκανίζονται από την ακρίβεια.
Και η άποψή μας για το ζήτημα αυτό είναι ότι δεν μπορεί σε καμία περίπτωση το πρόβλημα της ακρίβειας, ειδικά της ακρίβειας που είναι προϊόν της αύξησης των τιμών ενέργειας, να αντιμετωπιστεί μόνο στο πλαίσιο των εθνικών προϋπολογισμών. Χρειάζεται μια οργανωμένη, πανευρωπαϊκή αντίδραση και για αυτήν θα εξακολουθούμε να αγωνιζόμαστε και στις επόμενες Συνόδους Κορυφής. Στην έκτακτη Σύνοδος Κορυφής στα τέλη Μαΐου, θα συζητηθούν αναλυτικά τα θέματα αυτά.
Γνωρίζω καλά, λοιπόν, πώς ο προϋπολογισμός του ελληνικού νοικοκυριού έχει επιβαρυνθεί το τελευταίο εξάμηνο για εξωγενείς λόγους.
Αλλά και εκείνοι νομίζω -και τα νοικοκυριά και οι πολίτες- αναγνωρίζουν ότι παρά τις μεγάλες δυσκολίες η κυβέρνηση προσπαθεί, στο μέτρο των δυνατοτήτων, να θωρακίσει την ελληνική οικονομία απέναντι στον εισαγόμενο πληθωρισμό: με επιδοτήσεις στο ρεύμα, με εκπτώσεις στα καύσιμα, με έκτακτα μέτρα όπως το επίδομα των 200 ευρώ, το οποίο θα εκταμιευθεί την επόμενη εβδομάδα, για τους πιο αδύναμους συμπολίτες μας.
Ενώ μέχρι το τέλος του μήνα -όπως έχουμε δεσμευτεί και λαμβάνοντας υπόψη τις εισηγήσεις των ειδικών- η κυβέρνηση θα ανακοινώσει και θα υλοποιήσει μία νέα σημαντική αύξηση του κατώτατου μισθού, που θα τεθεί σε εφαρμογή την 1η Μαΐου 2022.
Αυτή, λοιπόν, είναι η κατάσταση που επικρατεί σήμερα στη χώρα και το νομοσχέδιο το οποίο θα ψηφίσουμε σε λίγες ώρες από τώρα έρχεται να ξαναβάλει στον πυρήνα της πολιτικής μας, τη διασύνδεση μεταξύ των αναγκών των επιχειρήσεων και της προσφοράς εργασίας από την ελληνική αγορά.
Και, σήμερα, με την ανεργία να είναι ακόμα στο 12,8%, 7 στους 10 εργοδότες μάς δηλώνουν ότι δυσκολεύονται να κάνουν προσλήψεις, επειδή δεν βρίσκουν εργαζόμενους με ειδικά προσόντα. Σε κλάδους ανταγωνιστικούς, όπως ο τουρισμός, οι εργοδότες μάς λένε ότι έχουν πρόβλημα κάλυψης των αναγκών σε εργατικό δυναμικό, την ίδια στιγμή που η χώρα έχει ανεργία 12,8%.
Σε αυτή, λοιπόν, την αντίφαση πρέπει να απαντήσουμε. Και νομίζω ότι αυτή η πρόκληση -θα συμφωνήσετε μαζί μου- είναι μία πρόκληση εθνική και θα πρέπει να απαντήσουμε τώρα, όχι επιδοτώντας τη διατήρηση της ανεργίας, αλλά επιδοτώντας την επιμόρφωση των ανέργων έτσι ώστε να έχουν πραγματική προοπτική επιστροφής στην αγορά εργασίας.
Γιατί, δυστυχώς, η Ελλάδα βρίσκεται σε μία από τις τελευταίες Ευρωπαϊκές θέσεις στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων. Δημιουργεί η οικονομία μας νέες θέσεις εργασίας όχι όμως κατάλληλα καταρτισμένους συμπολίτες μας ώστε να μπορούν αυτές να τις καταλάβουν.
Και το νομοσχέδιο προβλέπει ότι, σε συνεργασία με ειδικούς συμβούλους, κάθε μακροχρόνια άνεργος θα καταρτίσει το δικό του Ψηφιακό Ατομικό Σχέδιο Δράσης- διότι κάθε άνεργος είναι και μία ξεχωριστή περίπτωση- και σε αυτό θα περιλαμβάνονται οι γνώσεις του, αλλά και οι ανάγκες κατάρτισης ώστε να μπορεί να ενταχθεί στο ανάλογο επιμορφωτικό πρόγραμμα.
Και σε αυτό το μεσοδιάστημα θα πριμοδοτείται με 300 ευρώ και η ενίσχυση αυτή θα συνεχίζεται και αφού βρει δουλειά. Θεωρώ πολύ καινοτόμο και πολύ τολμηρό το γεγονός ότι το Υπουργείο εισηγείται -και εγκρίναμε στο Υπουργικό Συμβούλιο και θα ψηφιστεί από τη Βουλή- πρόβλεψη που ορίζει ότι ο εργαζόμενος θα λαμβάνει το 50% του επιδόματος ανεργίας για όσους μήνες θα το δικαιούται ως άνεργος, εφόσον βρει δουλειά.
Το ποσό αυτό ουσιαστικά θα προστίθεται στον μισθό του και πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό κίνητρο, κατά την άποψή μου, το οποίο ωθεί τον εργαζόμενο τελικά προς την κατεύθυνση της επανεκπαίδευσης, ενώ ταυτόχρονα ενεργοποιεί τον άνεργο να ενδιαφερθεί ο ίδιος για το μέλλον του, ξεφεύγοντας από αυτή την αδράνεια, την παραλυτική κατάσταση μιας τακτικής επιδότησης και στήριξης από το κράτος.
Το δεύτερο πρόβλημα το οποίο αντιμετωπίζει αυτό το νομοσχέδιο είναι η ίδια η ποιότητα της κατάρτισης. Και γι΄ αυτό και είναι πολύ σημαντικό τα προγράμματα να αναμορφώνονται με βάση τα πραγματικά ζητούμενα της αγοράς εργασίας.
Η αλήθεια είναι, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αυτό δυστυχώς είναι ένα διαχρονικό πρόβλημα το οποίο ταλαιπώρησε όλους όσοι κυβέρνησαν αυτόν τον τόπο -κανείς δεν εξαιρείται- ότι τα προβλήματα κατάρτισης του παρελθόντος δεν είχαν τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Και, ίσως, είμαι πολύ επιεικής στις εκφράσεις τις οποίες χρησιμοποιώ.
Και, βέβαια, η αναντιστοιχία αυτή δεν δηλώνει τίποτε άλλο παρά την εκτεταμένη μαύρη εργασία, τη φοροδιαφυγή, την εισφοροδιαφυγή.
Επίσης, προνόμια όπως οι δωρεάν μετακινήσεις, η συμμετοχή σε δωρεάν προγράμματα κοινωνικού τουρισμού, η μοριοδότηση για το δημόσιο και αρκετά ακόμα -πρέπει να είμαστε ειλικρινείς- αυτά τα προνόμια αυτή τη στιγμή τα απολαμβάνουν πολλοί συμπολίτες μας που απλά δεν τα δικαιούνται.
Και όλα αυτά βέβαια εις βάρος των πραγματικά ανέργων. 55.000 φυσικά πρόσωπα με ετήσιο εισόδημα άνω των 20.000 ευρώ είναι εγγεγραμμένα στον ΟΑΕΔ για ένα έως και πέντε χρόνια. Υπάρχουν και κάποιες μεμονωμένες, εξωφρενικές περιπτώσεις δήθεν δικαιούχων που αν και είχαν έσοδα 100.000, 200.000, 250.000, διαμένουν σε ακριβές περιοχές, παρά ταύτα διατηρούσαν την ιδιότητα του ανέργου επί δέκα και είκοσι χρόνια.
Γιατί -θα το ξαναπώ- αν οι χαμηλοί μισθοί συνεπάγονται αδικία, ο αποκλεισμός από την εργασία είναι διπλή αδικία. Γιατί ουσιαστικά είναι ένας αποκλεισμός από την ίδια την κοινωνία, από το δικαίωμα να δημιουργεί κανείς οικογένεια, να εκπληρώνει τα όνειρά του, ενώ συχνά οδηγεί είτε στη μετανάστευση είτε, ακόμα χειρότερα, στην περιθωριοποίηση.
Η ανεργία, λοιπόν, αναδεικνύεται ως ο πρώτος εχθρός της συλλογικής συνοχής της κοινωνικής αλληλεγγύης. Κι γι’ αυτό ακριβώς θεωρούμε την απασχόληση ως τον τρίτο πυλώνα της ανάπτυξης, μαζί με τις νέες επενδύσεις και την ενίσχυση του εισοδήματος που προκύπτει από τη μείωση των φόρων και των εισφορών.
Στην τρέχουσα συγκυρία, ωστόσο, δίδυμος στόχος με τη συρρίκνωση της ανεργίας είναι και η αύξηση των μισθών που -όπως είπα- παραμένουν δυστυχώς στη χώρα μας ακόμα σε χαμηλά επίπεδα, δυσανάλογα χαμηλά συχνά με βάση την προσφορά των εργαζόμενων.
Εδώ δεν αρκεί μόνο η πολιτική απόφαση. Το χρέος μας ως προς τον κατώτατο μισθό θα το κάνουμε ως Κυβέρνηση, αλλά χρειάζεται και η συμπόρευση των εργοδοτών σε ατομικό ή συχνά και σε κλαδικό επίπεδο.
Και πολύ συχνά η απάντησή μου σε εργοδότες οι οποίο μας λένε ότι δεν βρίσκουμε εργαζόμενους να προσλάβουμε, είναι ότι η αύξηση του μισθού είναι ο καλύτερος τρόπος για να προσελκύσετε περισσότερους εργαζόμενους στις επιχειρήσεις σας.
Άρα, χρειαζόμαστε ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο το οποίο θα επιμερίσει δίκαια τον πλούτο τον οποίον δημιουργούμε ως κοινωνία, με πρώτους ωφελημένους τους εργαζόμενους, τους μισθωτούς οι οποίοι δεν μπορούν να βλέπουν την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας απλά ως μία στατιστική απεικόνιση που τελικά δεν αφορά τις ίδιες τους τις ζωές.
Αγαπητοί συνάδελφοι, κλείνω με μία διαπίστωση που αφορά την αντιπολίτευση, ειδικά την Αξιωματική Αντιπολίτευση. Μου έκανε εντύπωση, όσο παρακολούθησα τη συζήτηση, ότι απέφυγε επιμελώς να μπει στην ουσία της συζήτησης, να αντιπροτείνει πραγματικές εναλλακτικές.
Καταφεύγει ξανά σε ανακριβή στοιχεία, σε ψεύτικες καταγγελίες. Θα αρκούσε βεβαίως να επικαλεστώ που ήταν η ανεργία πριν από 3 χρόνια, που βρίσκεται τώρα.
Αναγνωρίζουμε ότι σε αυτήν τη νέα και δυναμική παγκόσμια οικονομία η απόκτηση νέων δεξιοτήτων είναι περίπου υποχρεωτική. Και δίνουμε τη δυνατότητα στους άνεργους συμπολίτες μας να αποκτήσουν αυτές τις νέες δεξιότητες και αυτή είναι η δική μας φιλοσοφία η οποία μας διαφοροποιεί από τη στάση της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Και που δικαιολογεί, κ. Υπουργέ, τον τίτλο του νομοσχεδίου τον οποίον θα τον διεύρυνα λέγοντας: «Πολλές, Καλές και Καλοπληρωμένες Δουλειές ξανά και σήμερα και στο μέλλον».
«Η σκληρότερη δουλειά είναι να μην έχεις δουλειά», είχε πει πριν από κάποια χρόνια ο ακτιβιστής συγγραφέας Whitney Young. Σήμερα δικό μας χρέος είναι να ψηφίσουμε το νομοσχέδιο αυτό και να δουλέψουμε σκληρά για να έχουν καλή δουλειά όλες οι Ελληνίδες και όλοι οι Έλληνες.
Σας ευχαριστώ.