Όλα θα εξαρτηθούν από το τι θέλεις να αφήσεις πίσω σου. Πώς θες να σε θυμάται η Ιστορία, με λίγα λόγια. Ως έναν ηγέτη που υπέκυψε στις επιταγές της δεξιάς του πτέρυγας ώστε να κρατήσει με κάθε κόστος ενωμένη τη ΝΔ, ή έναν κεντροδεξιό πολιτικό που επεδίωξε να κερδίσει τον τεράστιο κορβανά του –ταλαιπωρημένου– Κέντρου;
Μαρία Δεδούση
Εχω μια εντελώς προσωπική αίσθηση για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, η οποία ενισχύθηκε μετά τα όσα συνέβησαν στην συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Νέας Δημοκρατίας για τον εκλογικό απολογισμό. Θεωρώ, λοιπόν, ότι ο τρόπος που θα επιλέξει να κυβερνήσει την Ελλάδα τα επόμενα τρία χρόνια θα εξαρτηθεί κυρίως από το είδος της πολιτικής υστεροφημίας που επιθυμεί για τον εαυτό του.
Το σκηνικό που στήθηκε στην ΚΟ της ΝΔ, την Τετάρτη 26 Ιουνίου, ήταν αναμενόμενο· θα ήταν τρελό να είναι ευχαριστημένοι όλοι αυτοί, όταν το κόμμα τους έχασε 13 ποσοστιαίες μονάδες και ένα εκατομμύριο ψηφοφόρους μέσα σε 12 μήνες. Βασικά, δεν είναι ευχαριστημένοι διότι εάν συνεχιστούν έτσι τα πράγματα, οι μισοί θα μείνουν χωρίς έδρες. Υπ’ αυτό το πρίσμα, λοιπόν, έβαλαν κάτω τον Πρωθυπουργό κι άρχισαν να τον βαράνε και να του «εξηγούν» το μήνυμα που του έστειλε ο κόσμος, λες και ο Μητσοτάκης είναι 5χρονο και δεν το έχει πιάσει το μήνυμα. Ασε που και να μην το είχε πιάσει, του το έχουν ήδη πει οι έρευνες της κοινής γνώμης που έγιναν μετά τις εκλογές.
Παρόλα αυτά, πλειάδα βουλευτών του επιμένουν σχεδόν εμμονικά ότι το πρόβλημα της κυβέρνησης είναι ότι «η ΝΔ έχει χάσει τον ιδεολογικό της προσανατολισμό» και «απομακρύνει τη συντηρητική βάση της», όπως του είπαν. Αυτού του είδους η, σφοδρή κατά περιπτώσεις, κριτική είχε ως επίκεντρο το ζήτημα του νομοσχεδίου για το γάμο των ατόμων ιδίου φύλου και τη «διεύρυνση» (προς Kέντρο μεριά) που τον κατηγορούν ότι επιδιώκει. Κάποιοι το λένε «πασοκοποίηση». Σιγά τη μομφή. Και τι κακό έχει το ΠΑΣΟΚ δηλαδή; Μ’ αυτά και με εκείνα, την κυβέρνησε κοντά 20 χρόνια την Ελλάδα, με πολιτικές που κατά περίπτωση δεν απείχαν και τόσο από αυτές τη ΝΔ.
Κανα-δύο μόνο είπαν κάτι για την ακρίβεια και την καθημερινότητα, που όλοι ξέρουμε ότι είναι ο βασικός λόγος για τον οποίον οι ψηφοφόροι τιμώρησαν την κυβέρνηση.
Στην αρχή, τους ακούς και λες, μα στ’ αλήθεια τώρα; Αυτό το κόμμα έχει τόσους βουλευτές που είναι τυφλωμένοι μπροστά στην πραγματικότητα και λένε τα δικά τους; Που θέλουν μια ΝΔ περιχαρακωμένη σε πολύ κλειστά όρια και πολύ στενές ιδεολογικές αρχές; Πιστεύουν πράγματι όλοι αυτοί ότι αν ο Μητσοτάκης στρίψει προς τα δεξιά και αγνοήσει το (τεράστιο και πολύ δυσαρεστημένο και εν πολλοίς «ορφανό») Kέντρο, θα πάρει το κόμμα το πάνω του; Oτι για όλα φταίει που θα παντρεύονται οι γκέι;
Η απάντηση είναι ότι δεν έχει καμία σημασία αν το πιστεύουν, σημασία έχει ότι έχουν συστρατευτεί με εκείνους που το υποστηρίζουν. Ξέρουμε όλοι ποιοι είναι αυτοί, είναι οι πρωτεργάτες της διαμάχης για το νομοσχέδιο, είναι η «φράξια» Σαμαρά, για παράδειγμα, και όχι μόνο. Είναι η τέρμα δεξιά πτέρυγα της ΝΔ, η οποία προσδοκά να φέρει πίσω όσους πήγαν στον Βελόπουλο και τη Λατινοπούλου, αλλά κωφεύει σε όλους εκείνους που πήγαν στις παραλίες. Που θέλει ένα «παστρικό» και συμμαζεμένο πολύ συντηρητικό κόμμα, διότι οτιδήποτε άλλο δεν ξέρει να το διαχειριστεί.
Ο ίδιος ο Μητσοτάκης υπερασπίστηκε τις επιλογές του και είπε ότι «βαδίζουμε στο δρόμο της Ιδρυτικής μας Διακήρυξης που λέει “όχι” σ’ όσους θέλουν μία μικρή και φοβική ΝΔ». Ηταν προσεκτικός να μην τους τσαντίσει πολύ, όμως, εκείνους που αυτήν ακριβώς θέλουν. Λογικό. Δεν ήθελε να δώσει πάτημα σε όσους του την έχουν στημένη, ώστε να προκληθεί ρήξη. Θα έλεγα και τη λέξη «διάσπαση», αλλά είναι κάπως βαριά. Ακόμη.
Η αλήθεια, όμως, είναι ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης φαίνεται να είναι στα «σχοινιά». Στα δεξιά του υπάρχουν όλοι εκείνοι που ονειρεύονται ότι η Ελλάδα είναι στο 1990 και ως τέτοια θέλουν να την κυβερνήσουν οι ίδιοι, μεταξύ τους. Στα κάπως αριστερά του, του κλείνει το μάτι ο μέσος Ελληνας που θέλει ένα καλύτερο παρόν και μέλλον για τον ίδιον και τα παιδιά του. Από πάνω του κρέμεται απειλητικά το 28%. Το μόνο θετικό, γι’ αυτόν, είναι ότι δεν έχει κανέναν απέναντί του. Ξέρει, όμως, ότι αυτό μάλλον δεν θα διαρκέσει για πάντα.
Δεν είναι απλή η κατάσταση. Οταν από τη μία ο κόσμος ζητάει μεγαλύτερο κοινωνικό φιλελευθερισμό αλλά ο βουλευτής σου σου μιλάει για «επιστροφή στη συντηρητική ιδεολογική ταυτότητα»· όταν από τη μια ξέρεις ότι πρέπει να κάνεις πιο φιλολαϊκή πολιτική αλλά μεγάλο μέρος του κόμματός σου, σου φωνάζει «δεξιά Κουροπάτκιν», πρέπει να κάνεις επιλογές. Αν απογοητεύσεις τους μεν, κινδυνεύεις έως και να χάσεις τις επόμενες εκλογές. Αν απογοητεύσεις τους δε, κινδυνεύεις να πας μισός στις εκλογές αυτές και να βρεθείς ξαφνικά με μια δεύτερη ΝΔ, on steroids, στα δεξιά σου και πολύ πιο κοντά στον Βελόπουλο απ’ όσο υπήρξες ποτέ εσύ. Είναι δυσεπίλυτο δίλημμα.
Και έπαψε να είναι θεωρητικό, μετά τις ευρωεκλογές.
Ολα θα εξαρτηθούν, άρα, από το τι θέλεις να αφήσεις πίσω σου. Η υστεροφημία, που λέγαμε. Πώς θες να σε θυμάται η Ιστορία, με λίγα λόγια. Ως έναν ηγέτη που υπέκυψε στις επιταγές της δεξιάς του πτέρυγας ώστε να κρατήσει με κάθε κόστος ενωμένη τη ΝΔ, ή έναν κεντροδεξιό πολιτικό που επεδίωξε να κερδίσει τον τεράστιο κορβανά του –ταλαιπωρημένου– Κέντρου; Αν επιλέξει το δεύτερο, πάντως, είναι κάπως τελευταία ευκαιρία, μετά από αυτόν πιθανότατα η ΝΔ θα επιστρέψει σε τρομερή εσωστρέφεια, είτε ως ένα κόμμα, είτε ως δύο.
Δεν θα ήθελα να ήμουν στη θέση του, ομολογώ. Αν ήμουν, όμως, πρώτον θα άκουγα τον κόσμο, αυτός ψηφίζει, και δεύτερον θα τους τράβαγα κι ένα διαχωρισμό Κράτους – Εκκλησίας λίγο πριν τις επόμενες εκλογές, να με γράψει η Ιστορία με κεφαλαία γράμματα. Κι άστους μετά να βουρλίζονται. Βουρλίζονται έτσι κι αλλιώς.
Πηγή: Protagon.gr