Δέκα μήνες πριν, λίγοι ήταν αυτοί που θα μπορούσαν να φανταστούν τον κόσμο όπως είναι σήμερα. Με έναν πόλεμο να έχει ξεσπάσει στο κέντρο της Ευρώπης και τις γεωπολιτικές σταθερές να κλονίζονται εκ θεμελίων, η ελληνική διπλωματία καλείται εν μέσω ενός ανατρεπτικού πεδίου να αντιμετωπίσει σειρά προκλήσεων, με κορυφαία την αναβαθμισμένη τουρκική απειλή.
Ο αναθεωρητισμός της Αγκυρας δεν είναι επιφανειακός, ούτε χρησιμοποιείται απλώς και μόνο για εσωτερική κατανάλωση. Είναι στρατηγική επιλογή. Εκφράζεται τόσο στο Αιγαίο, όσο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Οσον αφορά το Αιγαίο, η Τουρκία κινείται συντεταγμένα και με σειρά επιστολών προς τον ΟΗΕ συνδέει ευθέως την κυριαρχία των νησιών με την αποστρατιωτικοποίησή τους. Καθώς η Ελλάδα δεν τηρεί ένα συγκεκριμένο άρθρο της Συνθήκης της Λωζάνης –λένε οι Τούρκοι–, τότε αυτή τίθεται εν αμφιβόλω στο σύνολό της.
Στην Αγκυρα είναι βέβαιοι ότι η επιχειρηματολογία τους, αργά ή γρήγορα, θα βρει ευήκοα ώτα. Οι πλέον ανήσυχοι αναλυτές θεωρούν ότι η Τουρκία θα μπορούσε να αμφισβητήσει την κυριαρχία του Αιγαίου και στην πράξη, προκαλώντας για παράδειγμα κάποιο επεισόδιο κατά τη διάρκεια αλλαγής φρουράς σε ένα από τα ακριτικά νησιά μας. «Απέναντι στην κλιμάκωση της τουρκικής επιθετικής ρητορικής, καθώς και των παράνομων ενεργειών, έχουμε επιδοθεί σε μια έντονη προσπάθεια. Στόχος μας είναι η στήριξη των θέσεων μας, που βασίζονται στον σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου, και η αποδόμηση του τουρκικού αναθεωρητισμού», λέει ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας, αναδεικνύοντας τις αδρές γραμμές για την αντιμετώπιση των τουρκικών προκλήσεων. Και προσθέτει ότι οι προσπάθειες της Αθήνας έχουν χειροπιαστά αποτελέσματα. «Ολο και περισσότεροι εταίροι τονίζουν δημόσια το αυτονόητο, δηλαδή ότι οι τουρκικές αιτιάσεις, ιδιαίτερα όσον αφορά την ελληνική κυριαρχία των νησιών του Αιγαίου, αλλά όχι μόνο, είναι εντελώς ανυπόστατες. Θα συνεχίσουμε να υπερασπιζόμαστε το δίκαιο των θέσεών μας, καθώς και την εθνική κυριαρχία και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα, με όλα τα νόμιμα μέσα. Τόσο ατομικά, όσο και σε συντονισμό με τους στρατηγικούς συμμάχους μας», αναφέρει χαρακτηριστικά ο υπουργός.
"Να μην έχουμε ψευδαισθήσεις"
Το ανυπόστατο τουρκολιβυκό μνημόνιο είναι το πρώτο έμπρακτο βήμα της Αγκυρας για την υλοποίηση της λεγόμενης «Γαλάζιας Πατρίδας». Παρά τις προφανείς νομικές αδυναμίες των τουρκικών αιτιάσεων στην Ανατολική Μεσόγειο, η Αθήνα έχει επιλέξει να κινηθεί δραστικότερα. Πρώτη «σφήνα» ήταν η υπογραφή της οριοθέτησης Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης με την Αίγυπτο. Ακολούθησε η συμφωνία με το Κάιρο για τα ζητήματα Ερευνας και Διάσωσης, με σαφείς αντιθετικές προβολές στα τετελεσμένα που επιχειρούν διαχρονικά να επιβάλουν οι Τούρκοι σε τέτοιες περιπτώσεις. Η Αίγυπτος αναγνωρίζει το FIR στο σύνολό του, απορρίπτοντας εμμέσως πλην σαφώς τόσο τη «διχοτόμηση» του Αιγαίου στον 25ο μεσημβρινό, που έχουν υιοθετήσει οι Τούρκοι, όσο και τη συμπερίληψη της περιοχής που ξεκινά από νοτιοανατολικά της Ρόδου και της Καρπάθου και φτάνει έως τα δυτικά της Κύπρου. Αρκούν όμως αυτά για να αντισταθμίσουν τον τουρκικό επεκτατισμό στην Ανατολική Μεσόγειο;
«Δυστυχώς, η τουρκική πολιτική, η οποία αγνοεί, στην καλύτερη περίπτωση, θεμελιώδεις κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, δεν αναμένεται να αλλάξει βραχυπρόθεσμα. Ας μην έχουμε ψευδαισθήσεις ως προς αυτό», τονίζει ο επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας, προσθέτοντας ότι η Ελλάδα κινείται πάντα στην οδό της νομιμότητας. «Η απάντησή μας είναι, πάντα σεβόμενοι τους διεθνείς κανόνες, να συνομολογούμε διεθνείς συμφωνίες με όμορες χώρες, όπως η Αίγυπτος, η Ιταλία και, σε πολιτικό επίπεδο, με την Αλβανία για την παραπομπή στη Χάγη, δίνοντας έτσι το παράδειγμα του πλαισίου στο οποίο θα πρέπει να αντιμετωπίζονται τα ζητήματα αυτά. Το πρόσφατο παράδειγμα της συμφωνίας Ισραήλ και Λιβάνου θα πρέπει να αποτελεί ακόμα μια σαφή ένδειξη προς τα πού κινείται η διεθνής πρακτική».
Στο ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών, πάντως, θεωρούν ότι η Τουρκία θα συνεχίσει να κινείται με τη λογική ενός κράτους-«πειρατή». «Βεβαίως, καθώς δεν αναμένουμε αλλαγή της τουρκικής στάσης και σύντομης “επιστροφής” στη διεθνή νομιμότητα, είναι υποχρέωσή μας να καταγγέλλουμε τις παράνομες πρακτικές και να επιτυγχάνουμε την καταδίκη τους από τη Διεθνή Κοινότητα», λέει χαρακτηριστικά ο κ. Δένδιας. Για να προσθέσει ότι «τα ζητήματα αυτά βρέθηκαν στο επίκεντρο των επαφών που είχα τις προηγούμενες ημέρες, διαδοχικά στη Ρώμη, τη Βεγγάζη, την Τζέρμπα της Τυνησίας και τη Μανάμα του Μπαχρέιν».
Είναι φανερό ότι επί κυβέρνησης Μητσοτάκη και υπουργίας Δένδια η Αθήνα ακολουθεί κάτι παραπάνω από ενεργητική εξωτερική πολιτική. Πολλές δεκάδες τα ταξίδια, εκατοντάδες οι επαφές, διαρκής η κινητικότητα, κόντρα σε παλαιότερα δόγματα. Ο υπουργός Εξωτερικών δείχνει ότι δεν φοβάται να ρισκάρει, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως στο πρόσφατο ταξίδι στη Λιβύη, καταγράφηκε κριτική – και όχι μόνο από την αντιπολίτευση.
Το επεισόδιο της Τρίπολης
Γιατί, όμως, έγινε αυτό το ταξίδι, και κυρίως, ήταν τώρα η στιγμή να διαρρήξει η Αθήνα τις όποιες σχέσεις της με το φιλοτουρκικό καθεστώς της Τρίπολης; «Η επίσκεψη στην Ανατολική Λιβύη ήταν μονόδρομος», τονίζει ο κ. Δένδιας, καθώς «τη στιγμή κατά την οποία η Τουρκία προσπαθεί να προσεγγίσει τους βασικούς παράγοντες στην Ανατολική Λιβύη, οι οποίοι διάκεινται φιλικά προς τις θέσεις μας, δεν υπήρχε περιθώριο αναστολών και αναβολών. Οι επαφές που είχα στη Βεγγάζη ήταν απαραίτητες προκειμένου να εμπεδωθεί η παρουσία της χώρας μας σε μια περιοχή η οποία είναι ιδιαίτερα ασταθής και η οποία απέχει μόλις 20 λεπτά με το αεροπλάνο από την Κρήτη».
Οταν ρωτάμε για τη διπλωματική «παγίδα» που επιχείρησε να στήσει η μεταβατική κυβέρνηση Ντιμπέιμπα, ο κ. Δένδιας απαντά ότι, πριν απ’ όλα, η Ελλάδα τήρησε στάση αρχής, επισημαίνοντας ότι η ελληνική διπλωματία θα συνεχίσει να επιδιώκει διεύρυνση των σχέσεων με τη Λιβύη. «Οσον αφορά την επίσκεψη στην Τρίπολη, είχαμε υπολογίσει και ήμασταν προετοιμασμένοι για όλα τα ενδεχόμενα. Δεν αιφνιδιαστήκαμε. Από τη στιγμή, όμως, που η κατανόηση που είχαμε αθετήθηκε, έπρεπε να τηρηθεί στάση αρχής. Φυσικά και παραμένει στόχος μας η ανάπτυξη των σχέσεων με τη Λιβύη. Με μια δημοκρατικά εκλεγμένη αντιπροσωπευτική κυβέρνηση όμως, όχι με μια κυβέρνηση της οποίας η θητεία έχει λήξει εδώ και καιρό και υπογράφει παντελώς ανυπόστατα “μνημόνια”. “Μνημόνια” τα οποία κινούνται όχι απλώς εκτός του πλαισίου του Διεθνούς Δικαίου και του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας, αλλά και εκτός του πλαισίου της γεωγραφίας και της κοινής λογικής».
Η Ελλάδα είναι μια μικρή χώρα στο παγκόσμιο στερέωμα. Εκ των πραγμάτων, το Διεθνές Δίκαιο και το Δίκαιο της Θάλασσας, καθώς και οι συμμαχίες της, όπως και η συμμετοχή της στους ισχυρούς οργανισμούς της Δύσης, είναι τα αμυντικά της «όπλα». Παρ’ όλα αυτά, είναι πάρα πολλοί οι Ελληνες που πιστεύουν ότι οι σύμμαχοι –κυρίως ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, Γερμανία– τηρούν στα Ελληνοτουρκικά ίσες αποστάσεις. Θέση που δεν απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Και ο ίδιος ο έλληνας ΥΠΕΞ έχει ζητήσει πολλές φορές δημοσίως ενεργότερες και πιο ξεκάθαρες τοποθετήσεις στήριξης της Ελλάδας.
«Να διευκρινίσω κατ’ αρχάς ότι το όραμά μας δεν είναι μια φοβική Ελλάδα, η οποία έχει αποδεχθεί ότι λόγω πληθυσμού πρέπει να έχει αμυντική στάση απέναντι σε όλους και σε όλα, “για να μη βρει μπελά”. Δεν είναι στόχος μας μια περίκλειστη Ελλάδα, αλλά μια εξωστρεφής χώρα, που επιδιώκει να έχει καλές σχέσεις με τις γειτονικές της, αλλά που έχει ταυτόχρονα ρόλο και λόγο στις εξελίξεις στην περιοχή της. Και μια χώρα που πιστεύει στη δυναμική που έχει το “brand name” Ελλάδα σε όλη την υφήλιο, όχι μόνο λόγω πολιτισμού και ιστορίας, αλλά και λόγω ενεργούς παρουσίας στις διεθνείς εξελίξεις», αναφέρει εν πρώτοις ο υπουργός, υπογραμμίζοντας ότι η ρωσική εισβολή έχει αλλάξει τα γεωπολιτικά δεδομένα στην περιοχή, γεγονός το οποίο προσπαθεί να εκμεταλλευθεί η Αγκυρα.
«Η Τουρκία προσπαθεί να πείσει τους Δυτικούς Συμμάχους μας ότι έχει αυξηθεί η στρατηγική της σημασία. Και τούτο παρά την επαμφοτερίζουσα στάση που τηρεί αναφορικά με τη Ρωσία. Οπως για παράδειγμα με τη μη εφαρμογή των κυρώσεων. Ομως, σε αντίθεση με ό,τι θα μπορούσε να αναμένεται, οι θέσεις των συμμάχων και εταίρων μας έναντι της τουρκικής προκλητικότητας δεν έχουν αμβλυνθεί», λέει με νόημα ο υπουργός Εξωτερικών, ο οποίος όμως διακρίνει μεγαλύτερη κατανόηση και αρκετές περιπτώσεις μεγαλύτερη στήριξη των ελληνικών θέσεων.
«Αυτή η σταδιακή μετατόπιση οφείλεται, κατά βάση, σε τρεις παράγοντες. Πρώτον, αναπτύσσουμε τις θέσεις μας με επιχειρήματα, δείχνοντας χάρτες με την πραγματική εικόνα επί του πεδίου. Δεν περιοριζόμαστε σε θεωρητικές συζητήσεις. Δεύτερον, οι τουρκικές θέσεις, όπως για παράδειγμα όσον αφορά την κυριαρχία μας επί των νησιών του Αιγαίου, ή το τουρκο-λιβυκό “μνημόνιο”, κινούνται εξόφθαλμα εκτός του πλαισίου των θεμελιωδών αρχών του Διεθνούς Δικαίου και της κοινής λογικής. Καμία χώρα, ακόμα και φιλικά διακείμενη προς την Τουρκία, δεν μπορεί να τις υποστηρίξει διεθνώς. Τρίτον, η Ελλάδα έχει αποκτήσει τη δική της στρατηγική σημασία, για τις ΗΠΑ, τους ευρωπαίους εταίρους, καθώς και τα κράτη της περιοχής». Οι διπλωματικές σχέσεις της Ελλάδας δεν ετεροπροσδιορίζονται από τις σχέσεις της με την Τουρκία, υποστηρίζει ο κ. Δένδιας. «Η Ελλάδα έχει αποκτήσει πλέον τη δική της αξία στο γεωπολιτικό χρηματιστήριο. Και οι “μετοχές” της δεν εξαρτώνται από την αξία της Τουρκίας», είναι η χαρακτηριστική αποστροφή του υπουργού Εξωτερικών.
"Η πόρτα του φρενοκομείου"
Κλείνοντας τον κύκλο, και με το σοκ της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία να παραμένει ισχυρό, η συζήτηση περί ενός θερμού επεισοδίου με την Τουρκία, με άγνωστη κατάληξη, μπαίνει αναπόφευκτα και αυτή στο τραπέζι. Αλλοι το θεωρούν αρκετά πιθανό, άλλοι παντελώς απίθανο. Οσο πλησιάζουμε στις (τουρκικές) εκλογές, οι κορώνες των Τούρκων θα πολλαπλασιάζονται, ανεξαρτήτως κομματικής προέλευσης. Εν μέσω ενός κόσμου που αλλάζει ραγδαία, μια πιθανή επιθετική κίνηση της Τουρκίας κατά της Ελλάδας φέρνει στον νου την περίφημη φράση του Γεωργίου Παπανδρέου το 1964: «Αν οι Τούρκοι ανοίξουν την πόρτα του φρενοκομείου, είμαστε υποχρεωμένοι να εισέλθουμε».
“Καταρχάς, θα μου επιτρέψετε να επισημάνω ότι η Τουρκία τη στιγμή αυτή φαίνεται να ανοίγει την “πόρτα του φρενοκομείου” στο Ιράκ και στη Συρία, με άγνωστη κατάληξη. Η εξέλιξη αυτή από μόνη της είναι ιδιαίτερα ανησυχητική, καθώς δείχνει ότι η Τουρκία δεν θα διστάσει να χρησιμοποιήσει βία εναντίον γειτονικών της χωρών», αναφέρει ο κ. Δένδιας, ουσιαστικά κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου. Τονίζει, μάλιστα, ότι οι πρόσφατες εξελίξεις προέκυψαν «παρά τις εκκλήσεις των ΗΠΑ και της Ρωσίας, των οποίων οι θέσεις σε αυτό το σημείο μόνο φαίνεται να συγκλίνουν, αν και ξεκινούν από τελείως διαφορετικές αφετηρίες και έχουν διαφορετικές στοχεύσεις».
Η Ελλάδα, πάντως, οφείλει να είναι πάντοτε σε ετοιμότητα. «Απέναντι στη διαρκή αυτή πρόκληση, πρέπει να είμαστε έτοιμοι να απαντήσουμε μέσω της δύναμης αποτροπής που έχουμε, διπλωματικής και στρατιωτικής. Να εξασφαλίσουμε ότι η “πόρτα του φρενοκομείου” θα παραμείνει ερμητικά κλειστή. Αυτό νομίζουμε ότι ωφελεί την Ελλάδα αλλά και την τουρκική κοινωνία. Γιατί δική μας άποψη παραμένει ότι με την τουρκική κοινωνία μπορούμε να συμβιώσουμε αρμονικά, μέσα σε ένα κοινό πλαίσιο αμοιβαίου σεβασμού και των διεθνώς αποδεκτών κανόνων».
Πηγή: Protagon.gr