Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, καταρχάς να ευχηθώ, κ. Παφίλη, περαστικά στον Γενικό Γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος.
Προσέρχομαι στη σημερινή συζήτηση -πριν ακόμα κλείσει αυτό το δύσκολο καλοκαίρι και δυστυχώς με τη φωτιά στον Έβρο να είναι ακόμα ενεργή- με πρώτο στόχο να αναζητήσουμε εξηγήσεις και να συγκλίνουμε σε λύσεις για τις φετινές πυρκαγιές.
Ελπίζω και εύχομαι να κάνουμε μία ουσιαστική και τεκμηριωμένη συζήτηση, εμφανίζοντας πραγματικά στοιχεία, περιγράφοντας τις πρωτοβουλίες που έχουμε αναλάβει, εντοπίζοντας με θάρρος πιθανές αδυναμίες της πολιτείας και ακούγοντας όχι μόνο τις αυτονόητες ενστάσεις που αναμένει κανείς πάντα σε μία κοινοβουλευτική διαδικασία, αλλά κυρίως προτάσεις. Συγκεκριμένες και τεκμηριωμένες προτάσεις για την επόμενη μέρα.
Γιατί, δυστυχώς, η κλιματική κρίση είναι εδώ και είναι εδώ ολοένα πιο απειλητική για όλους μας. Σε έναν κίνδυνο που αφορά τους πάντες, η απάντηση προφανώς πρέπει να δοθεί από όλους.
Και πιστεύω ότι το τελευταίο το οποίο αναζητούν σήμερα οι πολίτες είναι ακόμα μια συνηθισμένη κοινοβουλευτική «κοκορομαχία». Αυτό το οποίο περιμένουν είναι λογοδοσία, σοβαρότητα, ωριμότητα, υπευθυνότητα απέναντι σε ένα φαινόμενο το οποίο προφανώς ταλανίζει και δοκιμάζει την πατρίδα μας, αλλά ταυτόχρονα ταλανίζει και δοκιμάζει ολόκληρο τον πλανήτη.
Είναι αυτονόητο ότι οι φωτιές δεν έχουν κομματικό χρώμα. Έτσι, συνεπώς, πρέπει να είναι και οι τοποθετήσεις μας: ψύχραιμες, ρεαλιστικές, αυστηρές όπου χρειάζεται. Κυρίως, όμως, δοκιμασμένες. Δοκιμασμένες στη «ζυγαριά» του αληθινού, του συγκεκριμένου, του δοκιμασμένου, του εφαρμόσιμου, του κοστολογημένου.
Διαφορετικά το συμπέρασμα θα είναι κάτι χειρότερο από άστοχο. Θα είναι απλά αναποτελεσματικό. Θα είναι ακόμα μια συζήτηση που θα καταγραφεί στο συλλογικό υποσυνείδητο ως κοινοβουλευτικά αδιάφορη.
Θέλω κατ’ αρχάς να εκφράσω από το βήμα της Βουλής τη συμπαράστασή μου σε όλες και σε όλους που δοκιμάστηκαν και δοκιμάζονται ακόμα από την πύρινη λαίλαπα που πολιόρκησε φέτος το καλοκαίρι την πατρίδα μας.
Και να διαβεβαιώσω -θα έχω την ευκαιρία στη συνέχεια να είμαι και πιο αναλυτικός- ότι το κράτος θα ολοκληρώσει με μεγάλη ταχύτητα όλες τις διαδικασίες αποζημιώσεων, ξεκινώντας άμεσα, όπως οφείλουμε να κάνουμε, και την αποκατάσταση των περιοχών που χτυπήθηκαν.
Από την άλλη πλευρά, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι όλοι είμαστε πληγωμένοι από όσα προηγήθηκαν. Έχουμε επίγνωση των απωλειών και οφείλουμε να διδαχτούμε από τα λάθη μας.
Θα πρέπει, όμως, να συμφωνήσουμε και σε μια παραδοχή, κοινή παραδοχή η οποία προκύπτει από την παγκόσμια εμπειρία. Να συνειδητοποιήσουμε, δηλαδή, κάτι το οποίο δεν βιώνουμε μόνο στην Ελλάδα αλλά σε πολλές περιοχές του κόσμου: ότι οι κλιματικές απειλές -δεν αναφέρομαι μόνο στις πυρκαγιές, αλλά και στις πλημμύρες, σε ακραία καιρικά φαινόμενα- βρίσκονται συχνά, όχι πάντα αλλά συχνά, ένα βήμα μπροστά από την άμυνα του ανθρώπου.
Αυτό, όμως, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να σημαίνει ότι η δική μας κινητοποίηση δεν πρέπει να προχωρήσει και δεν πρέπει να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα.
Αυτά που κάνουμε σήμερα μπορεί να είναι αρκετά γι’ αυτά τα οποία συνέβαιναν πριν από κάποια χρόνια. Κάθε χρόνο όμως πρέπει να κάνουμε περισσότερα, γιατί το ίδιο το φαινόμενο αλλάζει και αποκτά τη δική του δυναμική.
Σε μία πρωτόγνωρη εποχή, στην Αμερική κάηκε μία ολόκληρη πόλη, στη Χαβάη, χωρίς δυστυχώς οι αρχές να προφτάσουν να την εκκενώσουν, με εκατοντάδες νεκρούς. Δεν γνωρίζουμε ακόμη πόσοι είναι οι νεκροί. Το πιο πιθανό είναι ότι δεν θα το μάθουμε ποτέ, καθώς είναι πρακτικά αδύνατη πια η ταυτοποίηση του DNA όσων έχουν δηλωθεί ως αγνοούμενοι.
Όλος ο μεσογειακός νότος δοκιμάστηκε από πυρκαγιές. Στην Τενερίφη είχαμε μία φωτιά η οποία έκαψε το μισό νησί. Στον Καναδά έχουμε πυρκαγιές πρωτοφανείς, οι οποίες πρακτικά δεν σβήνουν, διαρκούν ολόκληρους μήνες.
Αυτή είναι η πραγματικότητα της νέας κλιματικής κρίσης η οποία είναι ήδη εδώ. Και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο στον τόπο μας, αν και προετοιμαστήκαμε -θα επιμείνω σε αυτό και είμαι έτοιμος να απαντήσω και σε όποια καλόπιστη κριτική- προετοιμαστήκαμε, ναι, καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη χρονιά, βρεθήκαμε αντιμέτωποι με έναν συνδυασμό γεγονότων χωρίς προηγούμενο.
Πάμε λοιπόν να τα διατρέξουμε. Αυτό το καλοκαίρι ήταν το πιο θερμό καλοκαίρι από τότε που γίνονται καταγραφές. Είχαμε έναν από τους πιο έντονους και διαρκείς καύσωνες, τον οποίον ακολούθησαν συστηματικά ισχυροί άνεμοι. Υπήρξε, δηλαδή, αυτός ο εξαιρετικά επικίνδυνος συνδυασμός του ζεστού, του ξηρού, μαζί με ανέμους, αυτό που αποκαλείται στη διεθνή βιβλιογραφία «Hot-Dry-Windy», σε πολλές περιοχές της χώρας.
Στον Έβρο είχαμε ανέμους εξαιρετικά ασυνήθιστους -παρότι ο Έβρος επηρεάζεται από τα μελτέμια- ως προς την επιμονή τους και τη διάρκειά τους.
Υπήρξαν εβδομάδες που είχαμε παραπάνω από 500 πυρκαγιές. Υπήρχαν 48ωρα που είχαμε 220 φωτιές που έπρεπε να διαχειριστεί η Πυροσβεστική. Θα το ξαναπώ και στη συνέχεια: φωτιές οι οποίες βλέπουμε στην τηλεόραση είναι οι ελάχιστες φωτιές οι οποίες ξεφεύγουν, γίνονται μεγάλες και ενίοτε μετατρέπονται σε μέγα-πυρκαγιές, όπως αυτή στον Έβρο. Για όλες τις υπόλοιπες πυρκαγιές δεν θα μάθουμε ποτέ τίποτα. Γιατί είναι αυτές οι οποίες έσβησαν το πρώτο δεκάλεπτο, την πρώτη ώρα, με ελάχιστες επιπτώσεις στο φυσικό περιβάλλον, επειδή ακριβώς υπήρξε γρήγορη προσβολή από τις πυροσβεστικές δυνάμεις και από τους εθελοντές μας.
Τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, όπως ξέρετε, έχουμε μια κλίμακα επικινδυνότητας στην Πολιτική Προστασία από το 1 έως το 5. Επίπεδο 5 σημαίνει ακραίος συναγερμός.
Επίπεδα ακραίου συναγερμού 5, όχι μόνο σε μια περιοχή της χώρας αλλά σε πολλές περιοχές της χώρας, είχαμε επτά φορές φέτος το καλοκαίρι. Το 2021 οι ανάλογες περιπτώσεις ήταν μόνο τέσσερις, πέρυσι δεν ήταν καμία.
Δεν κάναμε καθόλου συζήτηση για την περσινή χρονιά. Η περσινή χρονιά ήταν μια χρονιά εξαιρετικά καλή, κάηκαν γύρω στα 250.000 στρέμματα, το μισό δηλαδή από το μέσο όρο. Και πρέπει να μας προβληματίσει τι είναι αυτό το οποίο κάνει μια χρονιά καλή και τι είναι το άλλο το οποίο κάνει μια χρονιά κακή, όταν είχαμε περισσότερα μέσα στη διάθεσή μας φέτος από ό,τι είχαμε πέρυσι.
Το 2021 είχαμε τέσσερις περιπτώσεις συναγερμού 5, το 2019 δύο, το 2012 μόλις μία και όλες τις υπόλοιπες χρονιές καμία. Απλά για να αντιληφθούμε το ακραίο των συνθηκών που έπρεπε να διαχειριστούμε.
Και αυτό είναι κάτι που επιβεβαιώνει τη ραγδαία αύξηση και τη διαφοροποίηση του είδους του κινδύνου. Μικρές εστίες οι οποίες παίρνουν με πάρα πολύ μεγάλη ταχύτητα εφιαλτικές διαστάσεις. Ακόμα και όταν υπάρχει έγκαιρη κινητοποίηση, όχι απλά έγκαιρη, άμεση κινητοποίηση των πυροσβεστικών δυνάμεων και των εναέριων μέσων.
Να αναφερθώ για παράδειγμα στη φωτιά της Πάρνηθας. Η φωτιά της Πάρνηθας εντοπίστηκε σχεδόν αμέσως από μία αστυνομική δύναμη η οποία βρισκόταν κοντά στο μοναστήρι της Ζωοδόχου Πηγής. Και το ελικόπτερο το οποίο προσέβαλε τη φωτιά έφτασε στη φωτιά πέντε με έξι λεπτά αφότου η φωτιά εντοπίστηκε. Υπήρχε δηλαδή προσβολή από αέρα από ένα ελικόπτερο το οποίο κουβαλάει 8 τόνους νερό.
Αυτό δεν ήταν αρκετό για να σταματήσει τη φωτιά. Και όταν η φωτιά «καβάλησε» τη ράχη και έφτασε στο νότιο τμήμα της Πάρνηθας, είχαμε αυτό το φαινόμενο το οποίο θέλω να σας το δείξω για να αντιληφθούμε ακριβώς τι πρέπει να διαχειριστούν οι πυροσβέστες μας: η φωτιά βρίσκεται από τη μια μεριά της χαράδρας και μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα περνάει πάνω από μία χαράδρα 300 μέτρων για να βρεθεί στην άλλη πλευρά της χαράδρας. Αυτή, κ. Φάμελλε, κ. Ανδρουλάκη, κ. Παφίλη, ήταν η πραγματικότητα την οποία έπρεπε να αντιμετωπίσουν οι πυροσβέστες μας στο πεδίο.
Το λέω αυτό επειδή συχνά ακούμε αναλύσεις για την προετοιμασία την οποία μπορούμε να κάνουμε -τεκμηριωμένη εν πολλοίς- τη σημασία που αποδίδουμε στις αντιπυρικές ζώνες.
Κοιτάξτε να δείτε, υπάρχουν όρια στο πόσο μπορεί να διαχειριστεί κανείς μια φωτιά στο πεδίο και υπάρχουν φωτιές που, δυστυχώς, καμία αντιπυρική ζώνη δεν μπορεί να τις σταματήσει, όπως έχει πιστοποιηθεί πολλές φορές στο παρελθόν.
Το ίδιο είδαμε, και ακόμα χειρότερα, στη φωτιά του Έβρου. Στην Αλεξανδρούπολη παρατηρήθηκε για πρώτη φορά -αυτό τουλάχιστον μας λένε οι ειδικοί- το φαινόμενο του πυρονέφους της νύχτας. Ένα φαινόμενο το οποίο είχε να παρατηρηθεί σε πυρκαγιά από τις καταστροφικές πυρκαγιές της Καλιφόρνιας του 2018, όταν έχασαν την ζωή τους 18 άνθρωποι. Αυτή η πυρκαγιά, της Αλεξανδρούπολης, του Έβρου, θα μελετάται για πολλά χρόνια ακόμα από τους επιστήμονες.
Αυτή είναι η έκταση της πρώτης πυρκαγιάς, η μικρή εδώ, σχετικά μικρή, η οποία ελεγχόταν από τις πυροσβεστικές δυνάμεις ωσότου άναψε για λόγους τους οποίους δεν γνωρίζουμε ακόμα -θα αναφερθώ σε αυτό στη συνέχεια- μια μεγάλη πυρκαγιά στο βόρειο κομμάτι, η οποία κατέκαψε όλο αυτό το πορτοκαλί το οποίο βλέπετε, μέσα σε ελάχιστες ώρες.
Η φωτιά στον Έβρο, στην αρχή της, έκαψε σε πέντε ώρες όσο έκαψε σε πέντε μέρες μια άλλη φωτιά, το 2021, στην πυρκαγιά της Δαδιάς. Σε πέντε ώρες κάηκε η ίδια έκταση που έκαψε μια πυρκαγιά αντίστοιχη στον Έβρο σε πέντε ημέρες.
Δεν επικαλούμαι τα παραπάνω για να δικαιολογήσω χειρισμούς που έγιναν. Εκ του αποτελέσματος, όταν έχουμε αυτό το μέγεθος της καταστροφής, αυτοί δεν αποδείχτηκαν αντίστοιχοι των συνθηκών.
Θα επιμείνω, ωστόσο, ότι διαμορφώνονται συνθήκες που κάνουν αυτή τη μάχη ολοένα και πιο άνιση, αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να θεωρούμε τη μάχη αυτή χαμένη.
Παλιά αναρωτιόμασταν: πού είναι το κράτος, πότε θα πετάξουν τα αεροπλάνα. Σήμερα το κράτος είναι παρόν, αμέσως και παντού, αλλά η φωτιά επιμένει.
Τα εναέρια μέσα επιχειρούν, συχνά όμως η γεωμορφολογία και ο καπνός τα εμποδίζουν, το νερό το οποίο ρίχνουν συχνά εξατμίζεται πριν φτάσει στο στόχο του.
Για να το πω διαφορετικά, τίποτα πια δεν είναι όπως το ξέραμε σε σχέση με τις φυσικές απειλές. Αυτό, όμως, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να μας επιτρέψει να μηδενίσουμε τα μεγάλα βήματα τα οποία έκανε η Ελλάδα, με πρώτα απ’ όλα τη θεμελίωση και την οργάνωση της Πολιτικής Προστασίας.
Ούτε, πολύ περισσότερο, μπορεί να ισοπεδώνεται ο αγώνας των μαχητών της πρώτης γραμμής. Είναι άγρυπνοι για 24ωρα. Πιλότοι, πυροσβέστες, αστυνομικοί, λιμενικοί, ο στρατός, οι εθελοντές. Σώζουν ζωές και περιουσίες. Τους αξίζει ευγνωμοσύνη και τιμή και όχι εύκολη κριτική.
Και θέλω, τιμώντας αυτούς τους ανθρώπους, να καταθέσω και να διαβάσω στο Σώμα μία ανάρτηση η οποία έγινε από κάποιον κάτοικο, ο οποίος έδωσε και δίνει τη μάχη ως εθελοντής μαζί με τις δυνάμεις μας, αλλά και ξένες δυνάμεις, στην περιοχή του Σουφλίου.
Διαβάζω: «Πέρασε άλλη μία πολύ δύσκολη μέρα για τους οικισμούς του Δήμου Σουφλίου και τα δάση μας. Δυστυχώς χάθηκαν τεράστιες εκτάσεις δάσους για άλλη μια μέρα, περνώντας η φωτιά δρόμους και αντιπυρικές τη μία μετά την άλλη, δείχνοντας την ασταμάτητη μανία της να κάψει τα πάντα. Στα θετικά νέα της ημέρας, δεν χάθηκε κανένα σπίτι των οικισμών Κοτρωνιάς και Γιαννούλης. Ένα μεγάλο ευχαριστώ από όλους μας προς τους Έλληνες και Τσέχους πυροσβέστες που παρέμειναν χθες στη Γιαννούλη και, ενώ εγκλωβίστηκαν μέσα στο χωριό και η φωτιά πήγαινε κατά πάνω τους, δεν έκαναν ούτε ένα βήμα πίσω από τη θέση τους, προστατεύοντας κάθε σπίτι και ανθρώπινη ζωή. Καλή δύναμη και καλό κουράγιο σε όλους για σήμερα».
Επειδή θα ακουστούν πολλά σε αυτήν την αίθουσα, να έχετε πάντα υπόψη σας ότι τις φωτιές τις σβήνουν αυτοί οι άνθρωποι που είναι στο πεδίο. Και όταν θα αναρωτιέστε γιατί η φωτιά καίει για δωδέκατη μέρα, θα πρέπει να μας πείτε ευθέως αν επιρρίπτετε ευθύνες σε αυτούς τους ανθρώπους οι οποίοι δίνουν τη μάχη στην πρώτη γραμμή για να σβήσουν τη φωτιά.
Λίγο προσοχή, λοιπόν, στο λόγο σας, διότι ξέρετε ότι αυτά τα οποία λέτε εδώ και θα ειπωθούν εδώ, θα τα ακούσουν και κάποιοι άνθρωποι οι οποίοι είναι ξάγρυπνοι και οι οποίοι παλεύουν. Και το ελάχιστο το οποίο απαιτούν από όλους μας είναι -αν μη τι άλλο- σοβαρότητα και αναγνώριση της δυσκολίας της πραγματικής κατάστασης.
Λοιπόν, παρά τις νέες αντιξοότητες και την έξαρση της κλιματικής κρίσης, αναγνωρίζω ότι υπάρχουν πολλά ερωτήματα εύλογα, καλοπροαίρετα, τα οποία πρέπει να απαντηθούν.
Αν και απαντήσεις σε πολλά από αυτά νομίζω ότι σε ένα βαθμό έχουν δοθεί, θα επιχειρήσω σήμερα, με αφορμή αυτή την πιο αναλυτική συζήτηση, να προσεγγίσω αναλυτικότερα κάποια από αυτά και προφανώς επιφυλάσσομαι στην δευτερολογία μου να απαντήσω και στην κριτική την οποία θα ακούσω από τα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Επαναλαμβάνω: χωρίς διάθεση να δικαιολογήσω ενέργειες, αλλά χωρίς να επιτρέψω και ταυτόχρονα μια άγονη αντιπολιτευτική καταστροφολογία.
Γιατί, λοιπόν, κάηκαν τόσα πολλά στρέμματα φέτος στην Ελλάδα. Οι ζημιές στον δασικό πλούτο πράγματι είναι σημαντικές. Θα ξεπεράσουν λογικά το 1,5 εκατομμύριο στρέμματα σε πρώτη εκτίμηση. Θα έρθω στη συνέχεια στον τρόπο με τον οποίο υπολογίζουμε τα καμένα στρέμματα, γιατί και αυτό νομίζω ότι έχει μια ξεχωριστή σημασία. Με κυρίαρχη φυσικά εκείνη της Δαδιάς, του Έβρου, που χαρακτηρίστηκε ως η μεγαλύτερη πυρκαγιά της Ευρώπης. Αν έλειπε αυτή η φωτιά, θα ήμασταν λίγο πάνω από τον μέσο όρο των καμένων εκτάσεων για την τελευταία δεκαετία.
Δεν θα ξαναπώ ότι οι φετινές συνθήκες ήταν πρωτόγνωρες. Αν λάβει το λόγο στη συνέχεια και ο Υπουργός, μπορεί να δώσει τα λεπτομερή στοιχεία για το πόσες φωτιές άναψαν ταυτόχρονα και έπρεπε να διαχειριστούμε στον Έβρο εκείνη τη δύσκολη μέρα. Και να το γνωρίζουμε, ότι οι δυνάμεις που έχουμε δεν είναι ατελείωτες και κάθε νέα φωτιά η οποία ανάβει για να περιοριστεί στην αρχή και να μην γίνει μεγάλη απαιτεί την εκτροπή μέσων.
Είχαμε, παραδείγματος χάρη, χθες μια φωτιά στα Φάρσαλα, αρκετά επικίνδυνη. Για να σβήσει αυτή η φωτιά έπρεπε να πάρουμε κάποια αεροπλάνα τα οποία υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσαν να επιχειρούν ενδεχομένως στη Δαδιά και να τα κατευθύνουμε προς τα εκεί.
Άρα, εκ των πραγμάτων, αυτός ο καταμερισμός των δυνάμεων -αναγκαστικός βέβαια, για να περιορίσουμε τις πολλές φωτιές- δημιουργεί προβλήματα στο να μπορέσουμε να ρίξουμε όλες μας τις δυνάμεις στη μία μεγάλη φωτιά η οποία μας προβληματίζει ακόμα.
Είχαμε και μια απρόβλεπτη συγκυρία. Όσο και αν ακούγεται παράδοξο, οι πολλές βροχές του Μαΐου και του Ιουνίου δεν ήταν, δυστυχώς, τελικά ευχή. Μάλλον κατάρα ήταν, διότι συνέτειναν -όπως μας λένε οι ειδικοί, δεν τα λέμε εμείς αυτά- στη γρήγορη ανάπτυξη πολλών εύφλεκτων χόρτων, έκαναν ακόμα μεγαλύτερο το πρόβλημα των καθαρισμών και της αντιπυρικής προστασίας.
Ας είμαστε λίγο προσεκτικοί στις εκτιμήσεις των απωλειών. Αυτό το οποίο μετράμε αυτή τη στιγμή και εμφανίζεται από τους επιστήμονες ως καμένη έκταση, αφορά τη συνολική περίμετρο της φωτιάς, η οποία πράγματι σήμερα στη Δαδιά υπολογίζεται ότι έχει ξεπεράσει τα 800.000 στρέμματα και δυστυχώς, καθώς φαίνεται, ο αριθμός αυτός ακόμα θα αυξηθεί.
Όμως, όταν θα κάνουμε την πλήρη αποτύπωση, ευχόμαστε και ελπίζουμε, όπως έγινε και πέρσι, ότι θα υπάρχουν αρκετά άκαυτα κομμάτια μέσα σε αυτή την περίμετρο.
Αυτό, προφανώς, δεν μετριάζει την έκταση του προβλήματος. Κάνει, όμως, πιο εύκολη στη συνέχεια τη διαδικασία της φυσικής αναγέννησης.
Άρα, τα πράγματα ενδεχομένως θα είναι οριακά καλύτερα από αυτό το οποίο μπορεί να παρουσιάζεται από κάποιους επιστήμονες σήμερα στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης.
Και κάτι ακόμα, όμως. Όλες οι φωτιές δεν έχουν την ίδια οικολογική σημασία. Ούτε όλες οι φωτιές έχουν την ίδια επίπτωση τελικά στο περιβάλλον.
Θυμάστε τη μεγάλη συζήτηση η οποία έγινε για την πυρκαγιά της Ρόδου, την οποία μάλιστα θα επισκεφθώ αύριο, για να μπορέσουμε να δρομολογήσουμε επί τόπου τις διαδικασίες ανάταξης και αποκατάστασης.
Θυμάστε, έβγαινε και η αντιπολίτευση και λέγατε, «160.000 καμένα στρέμματα». Έτσι δεν είναι; «160.000 καμένα στρέμματα στη Ρόδο». Πράγματι, αυτή ήταν η περίμετρος της φωτιάς. Αυτό μας έδινε το Copernicus στην αρχή. Σωστό ήταν το νούμερο αυτό.
Ήρθε, όμως, το Copernicus μετά και έκανε την εκτίμηση της πραγματικής οικολογικής επίπτωσης στη ζημιά στη Ρόδο. Και αυτός είναι ο τελικός χάρτης του Copernicus. Για να τον εξηγήσω με απλά λόγια, το κίτρινο είναι αμελητέα ζημιά. Το πορτοκαλί είναι μικρή ως μεσαία ζημιά. Και μόνο το κόκκινο είναι πραγματικά σοβαρή οικολογική ζημιά.
Το κόκκινο εδώ αντιστοιχεί σε λίγο παραπάνω από το 10% της συνολικής καμένης έκτασης. Αυτό για να μπορούμε πραγματικά να τεκμηριώνουμε επιστημονικά και να αντιλαμβανόμαστε ότι όλα τα καμένα στρέμματα τα οποία μπορεί να παρουσιάζονται σε έναν συνολικό απολογισμό δεν έχουν την ίδια αξία.
Όταν στον κάμπο, παραδείγματος χάρη, της Θεσσαλίας, καίγεται ένα χωράφι το οποίο είναι θερισμένο, αυτό δεν έχει πρακτικά καμία οικολογική επίπτωση. Θα προσμετράται, όμως, στα καμένα στρέμματα. Όταν όμως χάνεται, για να πούμε και την άλλη όψη του νομίσματος, όταν χάνουμε ένα δάσος με μεγάλη οικολογική σημασία, όπως είναι η Δαδιά, αυτό είναι πράγματι μια μεγάλη ζημιά η οποία θα πάρει χρόνια, δεκαετίες να αποκατασταθεί. Σε ορισμένες δε περιπτώσεις, όπως στην καταστροφική φωτιά της Πάρνηθας του 2007, η ζημιά μπορεί να είναι πραγματικά μη αναστρέψιμη. Όταν καίγονται δάση τα οποία μπορεί να αναπτύχθηκαν πριν από χιλιάδες χρόνια, σε άλλες κλιματολογικές συνθήκες, και πολύ απλά αυτά δεν μπορούν πια να αναπληρωθούν.
Και γι’ αυτό και είχε πολύ μεγάλη σημασία στη φωτιά της Πάρνηθας, παρά το γεγονός ότι έγινε μία σημαντική ζημιά, ότι τουλάχιστον προστατεύθηκε ο βασικός πυρήνας του Εθνικού Δρυμού και δεν έφτασε η φωτιά στα έλατα, όπως δυστυχώς είχε φτάσει το 2007. Και αυτό δεν έγινε από μόνο του, έγινε επειδή κάποιοι άνθρωποι κατέβαλαν υπεράνθρωπες προσπάθειες, πολλές φορές -και θα το πω αυτό δημόσια- ξεπερνώντας τα όρια και τους κανόνες ασφαλείας που η ίδια η φύση του επαγγέλματός τους επιβάλλει να τους σέβονται.
Θα επαναλάβω για μία ακόμα φορά, ότι οι φωτιές είναι ένα ζήτημα, σε μεγάλο βαθμό, που σχετίζεται με την ίδια την αριθμητική. Το 95% των πυρκαγιών σβήνονται πρακτικά εν τη γενέσει τους και είναι αυτές για τις οποίες δεν θα μάθουμε ποτέ απολύτως τίποτα. Αλλά δεν έσβησαν από μόνες τους, έσβησαν επειδή κάποιοι έτρεξαν και τις αντιμετώπισαν νωρίς, πριν γίνουν μεγάλες. Και μία τέτοια φωτιά, δεν ήταν μία, μάλιστα, ήταν πολλές, που μας απασχόλησαν ιδιαίτερα, ήταν οι φωτιές οι οποίες μπήκαν από συνειδητό εμπρηστή, καθώς φαίνεται, στον Αυλώνα, την ώρα που έπρεπε να αντιμετωπίσουμε την πυρκαγιά στο νότιο μέτωπο της Πάρνηθας. Και οι οποίες έσβησαν μέσα σε μία ώρα, και αν δεν είχαν ελεγχθεί μέσα σε μία ώρα, με τον βόρειο άνεμο ο οποίος φυσούσε, η ζημιά, ενδεχομένως, θα μπορούσε να είναι πάρα πολύ μεγάλη.
Δεύτερη απορία: μόνο η Ελλάδα άραγε έχει προβλήματα στη διαχείριση των πυρκαγιών; Το είπα και πριν, δυστυχώς αυτό το οποίο αποκαλούμε «megafires», μεγάλες, μέγα-πυρκαγιές, αποτελούν φαινόμενα που κράτη που έχουν ακόμα μεγαλύτερη οικονομική δυνατότητα από εμάς, δεν μπορούν να διαχειριστούν, Καναδάς, Ισπανία και στην Ιταλία.
Είναι μία πραγματικότητα δηλαδή και αυτό το οποίο πρέπει να μας απασχολήσει και επιστημονικά, είναι γιατί εκδηλώνονται στατιστικά περισσότερες τέτοιες φωτιές και τι μπορούμε να κάνουμε, για να είμαστε πιο έτοιμοι για ένα φαινόμενο το οποίο, όπως σας περιέγραψα, όταν πάρει τέτοιες διαστάσεις είναι πάρα πολύ δύσκολο πια να μπορέσει να ελεγχθεί.
Και επειδή πολλά θα ακούσουμε για στατιστικά, για συγκρίσεις, για το τι γίνεται σε άλλες μεσογειακές χώρες, θα πω μόνο ότι το ίδιο πρόβλημα το αντιμετωπίζουν πολλές χώρες. Στην Πορτογαλία, στην οποία αναφερόμαστε συχνά και η οποία πράγματι έχει κάνει μια πολύ σοβαρή προσπάθεια, αξιόλογη προσπάθεια να αλλάξει την πολιτική της για την αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών. Την ξεκίνησε αυτήν την προσπάθεια μετά από ένα καταστροφικό καλοκαίρι του 2017 όταν έχασαν τη ζωή τους 130 άνθρωποι και κάηκαν, προσέξτε, στην Πορτογαλία 5,5 εκατομμύρια στρέμματα.
Αυτή ήταν η πραγματικότητα της Πορτογαλίας. Η Ισπανία έχασε πέρυσι 3 εκατομμύρια στρέμματα. Η αλήθεια για όποιον μελετάει τα στατιστικά των πυρκαγιών είναι ότι υπάρχουν καλές χρονιές και μετά υπάρχουν κάποιες πολύ κακές χρονιές.
Το πρόβλημα είναι ότι οι κακές χρονιές αρχίζουν να εμφανίζονται με μεγαλύτερη συχνότητα. Και αυτό είναι αυτό το οποίο πρέπει να μας προβληματίσει και γι’ αυτό πρέπει να κάνουμε κάτι ουσιαστικό και διαφορετικό από αυτά που έχουμε κάνει μέχρι σήμερα.
Είναι, δηλαδή, θα μου πείτε και θα το ακούσω σίγουρα σήμερα, η κλιματική κρίση το άλλοθι για όλα; Όχι, δεν είναι άλλοθι, θα το ξαναπώ, είναι όμως μέρος της ερμηνείας. Γιατί η κλιματική κρίση έρχεται να ευνοήσει και να πολλαπλασιάσει την εξάπλωση της πυρκαγιάς την οποία, για να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, την προκαλεί συνήθως ανθρώπινο χέρι, είτε από πρόθεση είτε από αμέλεια.
Ο εμπρησμός είναι μια από τις πιο αντικοινωνικές πράξεις που απειλούν την ευημερία όσο και την ασφάλεια της πατρίδας, ειδικά σε ευαίσθητες περιοχές, όπως στον Έβρο. Ερευνάται το αίτιο της πυρκαγιάς. Είναι περίπου βέβαιο ότι η αιτία ήταν ανθρωπογενής. Και είναι επίσης περίπου βέβαιο ότι η φωτιά αυτή άναψε πάνω σε διαδρομές που συχνά χρησιμοποιούν παράνομοι μετανάστες οι οποίοι έχουν μπει στην πατρίδα μας.
Αυτό δεν αποτελεί άλλοθι, αλλά αποτελεί την αλήθεια για τη γενεσιουργό αιτία της πυρκαγιάς. Δεν ξέρουμε αν είναι από αμέλεια ή από πρόθεση, η υπόθεση ερευνάται. Δεν θα πω κάτι περισσότερο αυτή τη στιγμή. Εφόσον υπάρχουν ένοχοι, θα φροντίσουμε να τους εντοπίσουμε. Αλλά το ξαναλέω: αυτή είναι η δουλειά των αρχών και μόνο των αρχών. Φαινόμενα αυτοδικίας και αυτόκλητοι «σερίφηδες» δεν πρόκειται να γίνουν ανεκτά από αυτή την κυβέρνηση.
Το μαρτυρά, εξάλλου, ο αριθμός των συλλήψεων που ήδη έχουν γίνει για εμπρησμό από αμέλεια, αλλά δυστυχώς και για εμπρησμό από πρόθεση. Η αλήθεια είναι ότι ο κίνδυνος καραδοκεί παντού: από τον αγρότη που καίει χόρτα στο κτήμα του μέχρι τον μελισσοκόμο που καπνίζει τις κυψέλες του, από τον παράνομο σκουπιδότοπο μέχρι ένα τσιγάρο ή ένα άσκοπο πικ-νικ στο δάσος.
Άλλη ερώτηση: θα αυστηροποιήσετε τις ποινές για τους εμπρηστές; Οι ποινές είναι ήδη πολύ αυστηρές. Σύμφωνα με το νέο Ποινικό Κώδικα, η πρόκληση πυρκαγιάς από δόλο σε δάσος συνιστά κακούργημα. Και συμπληρωματικά μάλιστα, σε συνεννόηση με το Υπουργείο Δικαιοσύνης και το Υπουργείο Πολιτικής Προστασίας, θα κατατεθούν και κάποιες επιπρόσθετες διατάξεις για αύξηση των προστίμων και άμεση φυλάκιση ακόμα και για τις περιπτώσεις απλής αμέλειας.
Άλλο ερώτημα: μας λείπουν, κ. Φάμελλε, κ. Ανδρουλάκη, πυροσβέστες και τα μέσα, όπως συχνά ισχυρίζεστε; Διαθέτουμε περισσότερες δυνάμεις από ποτέ. Εξήντα-ένα αεροσκάφη είχαμε το 2019, 89 είχαμε φέτος, μαζί με τα αεροσκάφη τα οποία προστίθενται από τον μηχανισμό του rescEU. 3.410 οχήματα είχαμε, 3.654 έχουμε σήμερα. 15.158 μόνιμοι και εποχικοί πυροσβέστες το 2019, 16.080 σήμερα. Και αριθμός υπερδιπλάσιος της Ευρώπης, με βάση τον πληθυσμό.
Αυτό λένε τα απόλυτα και αντικειμενικά στοιχεία. Δίπλα σε αυτό να προσθέσουμε και κοντά στους 5.500 εκπαιδευμένους εθελοντές. Υπερδιπλάσιοι σε σχέση με αυτούς που βρήκαμε το 2019.
Και να προσθέσω, όπως είπα, τις δυνάμεις τις ευρωπαϊκές, οι οποίες προστίθενται. Κάποιες είναι μόνιμα σταθμευμένες στην Ελλάδα στα πλαίσια του μόνιμου μηχανισμού αλληλεγγύης του rescEU. Ή αυτές οι οποίες κινητοποιήθηκαν κατόπιν αιτήματος της Ελληνικής Κυβέρνησης. Και θέλω να πω εδώ, από το βήμα της Βουλής, ένα μεγάλο ευχαριστώ στους φίλους μας από το εξωτερικό, από πολλές χώρες, που ήρθαν και πολέμησαν δίπλα στους Έλληνες πυροσβέστες, δίνοντας αυτή τη συχνά άνιση μάχη.
Και, βέβαια, εκτός από την ειδική μονάδα ελλήνων δασοκομάντος, την ΕΜΟΔΕ, για την οποία θα μιλήσουμε και στη συνέχεια, η δυνατότητά μας να φιλοξενούμε σε μόνιμη βάση ευρωπαϊκές δυνάμεις κατά τη διάρκεια των δύσκολων μηνών του Ιουλίου και του Αυγούστου είναι κάτι το οποίο σίγουρα θέλουμε από δω και στο εξής να ενισχύσουμε.
Είναι καιρός, λοιπόν, να σταματήσει αυτό το απλοϊκό επιχείρημα -παραμύθι, μερικές φορές θα το έλεγα- των προσλήψεων, που δημιουργούν όσοι τους αρέσουν οι αριθμητικές αλχημείες.
Έχουμε σήμερα περισσότερα μέσα και περισσότερες πυροσβεστικές δυνάμεις από ό,τι είχαμε. Το πώς πρέπει να τις εκπαιδεύσουμε για το πώς πρέπει να επιχειρούν είναι ένα ζήτημα το οποίο είμαι έτοιμος να συζητήσω.
Το θέμα, όμως, δεν είναι τόσο αριθμητικό, ενδεχομένως να είναι ένα ζήτημα καλύτερης εκπαίδευσης και μεγαλύτερης παρουσίας της Πυροσβεστικής της ίδιας μέσα στα ίδια τα δάση, όπως έχουμε ήδη αποδείξει ότι μπορούμε να κάνουμε με την ΕΜΟΔΕ. Αυτή είναι σίγουρα μια κατεύθυνση στην οποία πιστεύω ότι πρέπει να κινηθούμε στο μέλλον.
Κύριε Πρόεδρε, αγαπητοί συνάδελφοι, απάντησα με στοιχεία σε πέντε βασικά ερωτήματα που διατρέχουν το δημόσιο διάλογο γύρω από την κλιματική κρίση και την άμυνα της χώρας απέναντι σε αυτή.
Επιτρέψτε μου με την ίδια ευθύτητα να τοποθετηθώ και για τις αιτιάσεις, τα επιχειρήματα που ακούγονται σχετικά με δύο κρίσιμα θέματα.
Πρώτον, για την επιλογή των οργανωμένων εκκενώσεων και της πρόληψης. Και δεύτερον, τη συνέπεια της κυβέρνησης στις επιστημονικές εισηγήσεις και κυρίως στο περιβόητο -φαντάζομαι ότι θα αναφερθείτε και σε αυτό, κ. Φάμελλε- πόρισμα της Επιτροπής Γκολντάμερ, την οποία επιτροπή και το πόρισμά της επικαλούνται ως «ευαγγέλιο» κάποια κόμματα.
Εξηγούμαι, λοιπόν. Σε ό,τι αφορά το επίκεντρο της πολιτικής μας, δεν θα κουραστώ να το τονίζω: δική μας προτεραιότητα ήταν, είναι και θα είναι, πρώτα και πάνω απ’ όλα, η προστασία της ανθρώπινης ζωής.
Είναι η μόνη που δεν αντικαθίσταται και δεν μπορεί να δημιουργηθεί ξανά. Μαζί, φυσικά, και με την προστασία των ζώων, παραγωγικών και μη, που και αυτά βρίσκονται συχνά εγκλωβισμένα στο δρόμο της πύρινης λαίλαπας. Ακολουθεί η προστασία της περιουσίας, των κρίσιμων υποδομών και φυσικά του φυσικού περιβάλλοντος.
Μιλώ, προφανώς, για μια ιεράρχηση απωλειών αλλά και αξιών. Δεν θα μπορούσε, λοιπόν, να είναι διαφορετική, από μια κυβέρνηση που βάζει πρώτα και πάνω απ’ όλα τον άνθρωπο και την κοινωνία.
Όποιος διαφωνεί με αυτήν την ιεράρχηση να το δηλώσει. Να το δηλώσει ευθέως. Εμείς θα συνεχίσουμε να αξιοποιούμε το «112» και να σώζουμε ανθρώπινες ζωές.
Και μην μας πείτε ότι ήταν, ειδικά η αξιωματική αντιπολίτευση, ότι αυτό ήταν αυτονόητο. Ειδικά εσείς να μην το πείτε αυτό. Η χρήση του «112» και οι οργανωμένες εκκενώσεις, κα Γεροβασίλη, δεν ήταν καθόλου αυτονόητο στη χώρα μας, αυτό το οποίο έχουμε καταφέρει να πετύχουμε.
Και δίπλα στη μεγάλη θλίψη για τα στρέμματα που χάσαμε θα είμαστε, ναι, υπερήφανοι για τους πολίτες που προστατεύσαμε. Θα είμαστε υπερήφανοι για το γεγονός ότι στην Αλεξανδρούπολη μετακινήθηκαν 15.000 άνθρωποι, εκκενώθηκε ένα ολόκληρο νοσοκομείο με τους ασθενείς, το προσωπικό, τον εξοπλισμό τους.
Να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στην Ελληνική Αστυνομία, η οποία υποδειγματικά έχει συνεισφέρει σε αυτή τη μεγάλη προσπάθεια, μερικές φορές ξεπερνώντας και τις ενστάσεις, τις επιφυλάξεις των πολιτών που δεν θέλουν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους.
Και βέβαια, να πω και κάτι ακόμα, όταν μας υποδείχθηκε από τους ειδικούς της Πυροσβεστικής -το θυμάται και ο Υπουργός, έτυχε να είμαι και εγώ εκείνες τις ώρες στο Συντονιστικό- ότι έπρεπε να εκκενωθεί το νοσοκομείο της Αλεξανδρούπολης, η φωτιά ήταν ακόμα πολύ μακριά. Και χρειαζόταν πολύ μεγάλη εμπειρία και δυνατότητα γρήγορης παρέμβασης για να προβλέψει κανείς ότι λίγες ώρες μετά η φωτιά θα έφτανε εκεί που τελικά έφτασε.
Το λέω αυτό διότι αυτοί οι οποίοι βρίσκονται στο Συντονιστικό της Πυροσβεστικής κάνουν μια πολύ δύσκολη δουλειά και μια από τις πολύ σημαντικές τους υποχρεώσεις είναι να προβλέπουν προς τα πού θα κινηθεί η φωτιά, έτσι ώστε να μπορούν ακριβώς να κάνουν αυτές τις εκκενώσεις με όσο το δυνατόν πιο εύστοχο τρόπο.
Στη Ρόδο έφυγαν με ασφάλεια 20.000 κάτοικοι και τουρίστες. Είναι μια επιχείρηση η οποία εκθειάστηκε στο εξωτερικό, λοιδορήθηκε από κάποιους εδώ στη χώρα μας. Λυπάμαι πραγματικά γι’ αυτό. Και αναρωτιέμαι, πραγματικά, τι έλεγαν όλοι αυτοί οι κήνσορες του καναπέ βλέποντας τις τραγικές εικόνες στη Χαβάη, όπου κανένα «112» δεν χτύπησε, καμία εκκένωση δεν έγινε, εκατοντάδες άνθρωποι, όπως είπα, έχασαν τη ζωή τους με τραγικό τρόπο. Κατά πάσα πιθανότητα δεν θα ταυτοποιηθούν ποτέ.
Η κριτική η οποία ασκήθηκε στην αμερικανική κυβέρνηση και στην Πολιτεία της Χαβάης δεν ήταν ότι δεν σταμάτησαν τη φωτιά, ήταν ότι κατέρρευσαν οι επικοινωνίες και τα συστήματα έγκαιρης ειδοποίησης, ότι δεν υπήρχε αστυνομία, ότι δεν υπήρχε καθοδήγηση και ότι οι πολίτες βρέθηκαν απροστάτευτοι απέναντι στην πύρινη λαίλαπα.
Σήμερα η Ρόδος ανακάμπτει, ευτυχώς, τουριστικά. Η Αλεξανδρούπολη είναι και θα είναι ζωντανή. Θα γιατρέψει τις πληγές της, όπως τις γιάτρεψε και η Εύβοια, η οποία έχει κάνει πια, με πολύ μεγάλη στήριξη από το κράτος, ένα νέο παραγωγικό ξεκίνημα.
Δεύτερο επιχείρημα -θα το ακούσουμε πολύ σήμερα: δώστε έμφαση στην πρόληψη και όχι τόσο στην καταστολή.
Το «όχι τόσο στην καταστολή» θα ήθελα να εξηγηθεί λίγο περισσότερο. Δηλαδή, να πάρουμε χρήματα από τις ενοικιάσεις των ελικοπτέρων για να τα ρίξουμε στην πρόληψη ή να δώσουμε περισσότερα χρήματα στην πρόληψη; Να μας τα εξηγήσετε όλα αυτά, γιατί θα σας ζητήσω να γίνετε συγκεκριμένοι σε αυτά τα οποία θα προτείνετε.
Λοιπόν, συμφωνούμε. Η πρόληψη είναι απαραίτητη. Μόνο για δράσεις καθαρισμού από εύφλεκτα υλικά και διανοίξεις αντιπυρικών ζωνών διατέθηκαν φέτος περισσότεροι πόροι από κάθε άλλη χρονιά. Γιατί είχαμε ακριβώς τη δυνατότητα να αξιοποιήσουμε το Ταμείο Ανάκαμψης, 160 εκατομμύρια ευρώ μόνο από το Ταμείο Ανάκαμψης, 67 εκατομμύρια από άλλες πηγές για δασικούς δρόμους, δεξαμενές και πυροφυλάκια.
Στη Δαδιά, επειδή ακριβώς γνωρίζαμε την σημασία του δάσους, διατέθηκαν 6 εκατομμύρια. Έξι εκατομμύρια διαθέσαμε στη Δαδιά. Δεν είναι μικρό ποσό, αν σκεφτείτε πόσα δάση έχουμε στη χώρα. Επιλέξαμε και διαθέσαμε 6 εκατομμύρια στη Δαδιά.
Αν ασκήσετε, λοιπόν, κριτική για τις δράσεις πρόληψης που έγιναν στη Δαδιά, να γίνετε συγκεκριμένοι. Δεν έπρεπε να είναι 6 εκατομμύρια, έπρεπε να είναι 12 εκατομμύρια, 18 εκατομμύρια, 20 εκατομμύρια, 50 εκατομμύρια, 100 εκατομμύρια; Πόσα;
Δεν διατέθηκαν σωστά; Οι δασικοί οι οποίοι έκαναν τις μελέτες δεν τις έκαναν σωστά; Οι αντιπυρικές δεν είχαν χαραχθεί σωστά; Να τα πείτε όλα αυτά, γιατί θα μιλήσετε για πρόληψη, φαντάζομαι.
Στην πράξη, όμως, δυστυχώς, η πραγματικότητα είναι μια: όπως σας είπα, οι αντιπυρικές ζώνες δεν είναι ικανές συχνά να σταματήσουν φωτιές οι οποίες αποκτούν τη δική τους δυναμική.
Και οι Δήμοι, εύλογο ερώτημα, έκαναν την δουλειά τους; Γιατί προφανώς αυτή είναι μια υπόθεση που δεν αφορά μόνο την οργανωμένη πολιτεία, αφορά και την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Δεν θα υπεκφύγω: άλλοι ναι και άλλοι όχι. Υπάρχουν δήμοι υποδειγματικοί, με δικά τους συστήματα πυρόσβεσης, με δεξαμενές οι οποίες είναι γεμάτες, με drones, με δίκτυα εθελοντών.
Παραδείγματος χάρη, Δήμοι οι οποίοι έχουν αναλάβει την οργάνωση των συνδέσμων προστασίας και του Υμηττού και της Πεντέλης, κάνουν μια εξαιρετική δουλειά, με σημαντική συμμετοχή και των εθελοντών.
Υπάρχουν, όμως, και άλλοι Δήμοι -και δυστυχώς δεν είναι λίγοι- οι οποίοι δεν πράττουν το αυτονόητο. Ανέχονται παράνομες χωματερές, «κλείνουν το μάτι» σε επικίνδυνες πρακτικές δημοτών. Το κράτος θα τους ελέγξει αλλά και οι δημότες, καθώς έχουμε σε λίγες εβδομάδες δημοτικές και περιφερειακές εκλογές, έχουν χρέος να συνυπολογίσουν αυτή τη στάση στα κριτήρια της ψήφου τους.
Προσωπικά, πιστέψτε με, δεν το έχω κάνει ποτέ να ξεχωρίσω αιρετούς της Αυτοδιοίκησης με βάση τα παραταξιακά χρώματα. Μόνο τα χρώματα της προόδου της περιοχής τους με ενδιαφέρουν, γι’ αυτό και οι έλεγχοι του κεντρικού κράτους θα ενταθούν και θα συνδεθούν ευθέως με τη διάθεση πόρων, ανάλογα με τις επιδόσεις κάθε Δήμου, και στον τομέα των δράσεων πρόληψης κατά των δασικών πυρκαγιών.
Όλοι οι τοπικοί άρχοντες θα αξιολογούνται βάσει συγκεκριμένων δεικτών που θα υποδεικνύουν πόσο συνεπείς είναι με τις οδηγίες για την προστασία του περιβάλλοντος, αλλά και των δημοτών τους. Τα συμπεράσματα θα δημοσιοποιούνται και ο καθένας πια ας αναλάβει τις ευθύνες του.
Τέλος, λίγα λόγια για την περίφημη έκθεση Γκολντάμερ, η οποία πράγματι μετά την τραγωδία του Ματιού ήταν μια σωστή πρωτοβουλία, να φέρουμε ξένους ειδικούς να μας υποδείξουν τι είναι αυτά τα οποία πρέπει να κάνουμε και πώς πρέπει να αλλάξουμε την πολιτική μας για την προστασία των δασών μας.
Σε πολύ μεγάλο βαθμό τα συμπεράσματα της έκθεσης Γκολντάμερ έχουν εφαρμοστεί ή εφαρμόζονται από αυτή την κυβέρνηση. Θα δώσω λίγα παραδείγματα μόνο. Βασική αιχμή, οργανωτική της πρότασης τότε, ήταν να δημιουργηθεί ένας επιτελικός οργανισμός διαχείρισης των πυρκαγιών. Να διευρυνθεί η αντιπυρική περίοδος, να εξορθολογιστούν οι δαπάνες μεταξύ πρόληψης και καταστολής, να ολοκληρωθούν οι δασικοί χάρτες για όλα τα δάση.
Η έκθεση Γκολντάμερ απαιτούσε μεγαλύτερη συνεργασία μεταξύ όλων των αρμοδίων φορέων. Ζητούσε να υιοθετηθεί το «αντιπύρ» ως αμυντική μέθοδος, να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στις επίγειες δυνάμεις, να μην υπάρχει απόλυτη εξάρτηση μόνο από τα εναέρια μέσα.
Και τι κάναμε, λοιπόν, εμείς αυτά τα τέσσερα χρόνια -προφανώς όχι τους τελευταίους μήνες, γιατί κυβερνούμε από το 2019: δημιουργήσαμε ένα Υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας στη θέση ενός ερειπωμένου γραφείου. Αυτό ήταν η Πολιτική Προστασία επί ημερών της προηγούμενης κυβέρνησης, σε ένα κτήριο μάλιστα ετοιμόρροπο. Σε ένα κτήριο ετοιμόρροπο το οποίο πιθανόν σε έναν μεγάλο σεισμό, ω μη γένοιτο, θα ήταν το πρώτο το οποίο θα είχε υποστεί ζημιές.
Από εκεί και πέρα, σας μίλησα για τους σημαντικούς πόρους οι οποίοι έχουν ήδη διατεθεί για δράσεις πρόληψης: 227 εκατομμύρια. Πόσα ήταν το 2019; 20 εκατομμύρια, το 2019.
Έχουμε αναρτήσει και κυρώσει πάνω από το 90% των δασικών χαρτών. Οι καμένες εκτάσεις πια αυτόματα κηρύσσονται αναδασωτέες, γίνονται συστηματικές ασκήσεις με νέες τεχνολογίες όπως το αντιπύρ, έχουμε πια 500 δασοπυροσβέστες, δασοκομάντος, οι οποίοι μπορούν να μπουν σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες μέσα στα δάση και να επιχειρήσουν να σβήσουν τις πυρκαγιές μέσα στο δάσος, μην περιμένοντας κατ’ ανάγκη αυτή να φτάσει στο δρόμο.
Τι πρότεινε η έκθεση Γκολντάμερ; Να ενισχύσουμε τη Δασική Υπηρεσία και κυρίως να ενισχύσουμε τη συνεργασία μεταξύ της Δασικής Υπηρεσίας, της Πολιτικής Προστασίας, της Πυροσβεστικής, και για τις δράσεις πρόληψης αλλά και στην επιχείρηση της καταστολής.
Πού ήταν οι δασικές υπηρεσίες όταν ήρθαμε εμείς στα πράγματα; Πού ανήκαν οργανωτικά; Το θυμάστε φαντάζομαι, στις αποκεντρωμένες διοικήσεις. Ακέφαλες, ευνουχισμένες, ουσιαστικά, πολιτικά, χωρίς καμία ουσιαστική κατεύθυνση. Τώρα είναι υπό την αρμοδιότητα και υπό τον πολιτικό έλεγχο του Υπουργείου Περιβάλλοντος. Και δεν υπάρχει φωτιά, μεγάλη φωτιά, στην οποία στο επιχειρησιακό κέντρο να μην βρίσκονται οι τοπικοί δασάρχες και οι δασολόγοι και να συνεργάζονται με την Πυροσβεστική για την καλύτερη αντιμετώπιση της φωτιάς.
Λοιπόν, αυτό γίνεται αυτή τη στιγμή, όπως ακριβώς μας υπέδειξε η έκθεση Γκολντάμερ. Πρέπει να ενισχυθεί περισσότερο η Δασική Υπηρεσία; Προφανώς, θα τα πω και στη συνέχεια. Αλλά αυτό είναι κάτι το οποίο γίνεται πια συστηματικά, μεθοδικά και, ναι, φέρνει αποτελέσματα. Διότι η Δασική Υπηρεσία όπως την παραλάβαμε το 2019, όπως σας είπα, δεν είχε κατεύθυνση και ουσιαστικά δεν είχε πολιτικό προϊστάμενο.
Η πλήρης ενεργοποίηση του συστήματος Engage μάς επιτρέπει να μπορούμε να δούμε ανά πάσα στιγμή πού βρίσκονται όλα τα πυροσβεστικά οχήματα, πόσο νερό έχουν και διευκολύνει το συντονισμό σε πραγματικό χρόνο. Και βέβαια, η κινητοποίηση της κοινωνίας, διπλασιάζοντας εκπαιδευμένους εθελοντές, ξεδιπλώνοντας μια μεγάλη καμπάνια ενημέρωσης.
Και βέβαια, θα σταθώ στην πολύ σημαντική κατάκτηση για το κράτος, που δεν είναι άλλη από την τυποποίηση της διαδικασίας της κρατικής αρωγής μετά από κάθε μεγάλη φυσική καταστροφή. Είναι μια σημαντική δουλειά του Υπουργείου Πολιτικής Προστασίας και Κλιματικής Κρίσης, υπό τον Υφυπουργό, τον κ. Τριαντόπουλο. Aυτή η διαδικασία τυποποιήθηκε μετά τις μεγάλες φυσικές καταστροφές του «Ιανού», αλλά και τη φωτιά της Εύβοιας.
Έχει ήδη οδηγήσει σε αποτελέσματα. Δεν χρειάζεται να σας θυμίσω πόσα χρόνια περνούσαν και πόσες υποθέσεις αποζημιώσεων παλιών πυρκαγιών χρειάστηκε αυτή η κυβέρνηση να εκκαθαρίσει.
Και βέβαια, προσθέσαμε και σε αυτή τη συμμετοχή στην εθνική προσπάθεια της αποκατάστασης και την έννοια του αναδόχου, το θεσμό του αναδόχου, για την αποκατάσταση περιοχών όπου μπορεί κάποιος ιδιώτης, υπό την καθοδήγηση της Δασικής Υπηρεσίας, να αναλάβει να εκπονήσει μια μελέτη και μετά να χρηματοδοτήσει και τα έργα αποκατάστασης τα οποία πρέπει να γίνουν και την όποια αναδάσωση χρειάζεται, διότι αναδάσωση απαιτείται σε λίγες περιπτώσεις, προκειμένου να βοηθήσουμε το δάσος για να ξαναγεννηθεί.
Είμαι σίγουρος ότι πολλοί που μας ακούν αγνοούν όλα αυτά τα οποία έγιναν. Ακούμε διάφορα, ότι το Υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας δεν έχει οργανόγραμμα. Επικαιροποιούμε τον Οργανισμό με Προεδρικό Διάταγμα, αλλά το Υπουργείο, κ. Ανδρουλάκη, επειδή θα το πείτε φαντάζομαι αυτό, λειτουργούσε με τον πρώτο Υπουργό, τον κ. Στυλιανίδη.
Έχει δομές, στήθηκε στα πρότυπα γαλλικών υπηρεσιών, με συνεργασία και τεχνογνωσία από το εξωτερικό. Είναι μια σημαντική κατάκτηση το γεγονός ότι έχουμε σήμερα ένα τέτοιο Υπουργείο. Διότι σας θυμίζω και πάλι τι παραλάβαμε και πώς περάσαμε από μια ανενεργή Γενική Γραμματεία σε ένα οργανωμένο Υπουργείο, το οποίο προφανώς πάντα έχει περιθώρια να γίνει καλύτερο.
Και ναι, το Υπουργείο είναι αυτό το οποίο τρέχει και το Πρόγραμμα «ΑΙΓΙΣ», δική μας πρωτοβουλία, αυτής της κυβέρνησης ήταν. Ένα πολύ μεγάλο πρόγραμμα πολιτικής προστασίας, σχεδόν 2 δισεκατομμύρια, με άξονες και την καταστολή και την πρόληψη. Με επίκεντρο το Υπουργείο Κλιματικής Κρίσης, αλλά με συντονισμό με όλους τους φορείς και με δράσεις οι οποίες θα ξεδιπλωθούν σε βάθος χρόνου. Γιατί φαντάζομαι ότι θα ακούσουμε και σήμερα πάλι «γιατί δεν έχετε υλοποιήσει όλο το Πρόγραμμα “ΑΙΓΙΣ” ήδη;».
Θα αναφέρω χαρακτηριστικά μόνο το παράδειγμα των πυροσβεστικών αεροσκαφών, των νέων Canadair, τα οποία η χώρα θα προμηθευτεί πρώτη από όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Φαντάζομαι το γνωρίζετε, θα το επαναλάβω και σήμερα για όσους δεν το γνωρίζουν, ότι η γραμμή παραγωγής νέων Canadair δεν λειτουργεί σήμερα καν.
Πρέπει η γραμμή πρώτα να μπει μπροστά, να υπάρχει ικανός αριθμός παραγγελιών, να υπάρχει εγγύηση από την καναδική κυβέρνηση, να αρχίσουν να παράγονται τα αεροπλάνα και ναι ελπίζουμε ότι το 2026, το αργότερο το 2027, η χώρα θα είναι η πρώτη που θα παραλάβει τα νέα Canadair 515.
Εν τω μεταξύ, όμως, δεν είμαστε ορφανοί από εναέρια μέσα. Και μισθώνουμε εναέρια μέσα και προσπαθούμε με φιλότιμες προσπάθειες να κρατήσουμε στον αέρα ειδικά τα παλαιότερα Canadair, τα οποία πια αισίως υπηρετούν τον πόλεμο κατά των πυρκαγιών σχεδόν 50 χρόνια.
Έγιναν όλα τέλεια; Προφανώς και όχι. Και παρά τις τεράστιες προσπάθειες οι οποίες καταβλήθηκαν είμαστε ακόμα πίσω από τις ανάγκες. Και επειδή δεν μου αρέσει να μασάω τα λόγια μου, ένα πεδίο στο οποίο μπορούμε να γίνουμε καλύτεροι, όπου ακόμα δεν κερδίσαμε αυτή τη μάχη, είναι εκείνο το πεδίο των τεχνολογικών συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης και παρέμβασης σε μια πυρκαγιά ώστε να είναι πιο γρήγορη η προσβολή, η αμεσότητα της πρώτης παρέμβασης.
Και να αναφέρω μόνο ενδεικτικά ορισμένα παραδείγματα από τις τεχνολογικές καινοτομίες που δρομολογούνται από την Πολιτική Προστασία στα πλαίσια του Προγράμματος «ΑΙΓΙΣ».
Παραπάνω από 100 drones που θα μπορούν να παρακολουθούν ευαίσθητα σημεία, πολλές φορές και με χρήση τεχνητής νοημοσύνης, έτσι ώστε να μπορούμε να ενημερωνόμαστε αμέσως για μια εστία φωτιάς όταν εκδηλωθεί. Αισθητήρες μέτρησης θερμοκρασίας, κάμερες σε όλους τους αρχαιολογικούς χώρους και στα δάση υψηλού κινδύνου. Οφείλουμε να έχουμε καλύτερες δορυφορικές εικόνες, θα είμαστε συνδρομητές σε προηγμένα δορυφορικά συστήματα καταγραφής θερμότητας που θα μας δίνουν πιο κοντά σε real time ενημέρωση για την πορεία μιας πυρκαγιάς.
Νέες προσλήψεις. Ναι, χρειαζόμαστε και νέους πυροσβέστες. Πεντακόσιοι δασολόγοι, οι προσλήψεις δρομολογούνται άμεσα, 1.000 πυροσβέστες, νέο εποχικό προσωπικό. Θα χρειαστούμε μια ενίσχυση ειδικά της Δασικής Υπηρεσίας, η οποία είχε να κάνει προσλήψεις… Δεν θυμάμαι να έγιναν προσλήψεις δασικών επί δικών σας ημερών.
Το Πυροσβεστικό Σώμα να μπορεί να αφιερώνει μεγαλύτερο κομμάτι του χρόνου του το χειμώνα, που ασχολείται πρωτίστως με τις αστικές πυρκαγιές, σε προληπτικές δράσεις μέσα στο δάσος.
Όπως είπα, αύξηση του αριθμού των δασοκομάντος οι οποίοι παρεμβαίνουν μέσα στα δάση. Μεγαλύτερος ρόλος των Ενόπλων Δυνάμεων σε επιτήρηση, κυρίως των ακριτικών περιοχών, για την αντιμετώπιση υβριδικών απειλών.
Μια σημαντική αναδιάταξη των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης. Σήμερα είναι 31 του μηνός, η χώρα καταθέτει την αναθεώρηση του Ταμείου Ανάκαμψης και στρέφει περισσότερους πόρους, παραπάνω από 200 εκατομμύρια, σε δράσεις πρόληψης και προστασίας. Τονίζω, βέβαια, ότι αυτοί οι πόροι είναι one-off. Μετά θα πρέπει να βρούμε αντίστοιχους πόρους για να υποστηρίζουμε αυτές τις δράσεις στο μέλλον.
Ψηφιακή πλατφόρμα στο Κτηματολόγιο, που θα εντοπίζει ακαθάριστα οικόπεδα και θα μπορεί να καταλογίζει και αυτόματα πρόστιμα στον ιδιοκτήτη και στο Δήμο που αδιαφορεί.
Ενίσχυση των πολιτικών των αναδασώσεων, αλλά, τονίζω πάλι, στοχευμένα, διότι τα δάση τα οποία καίγονται είναι πρωτίστως δάση τα οποία θα μπορέσουν να ξαναγεννηθούν υπό μια βασική προϋπόθεση: ότι θα φροντίσουμε, όπως το κάναμε στην Εύβοια πολύ πετυχημένα, να τρέξουμε γρήγορα τα αντιδιαβρωτικά και τα αντιπλημμυρικά έργα, έτσι ώστε να μπορέσουμε να σταθεροποιήσουμε τα εδάφη και να διευκολύνουμε τη φυσική αναγέννηση.
Αυτό πρέπει να γίνει και τώρα, και το Υπουργείο έχει μεγάλη δουλειά να συντονίσει όλες αυτές τις δράσεις.
Τέλος, έχω ήδη μιλήσει με την πρόεδρο της Επιτροπής, την κα Ursula von der Leyen. Συμφώνησα ότι η μεγαλύτερη φωτιά της Ευρώπης δικαιούται και μεγαλύτερη αλληλεγγύη από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οι πόροι που μπορούν να διατεθούν στη χώρα, θα διατεθούν αφενός στη στήριξη αγροτών και κτηνοτρόφων και αφετέρου στις προσπάθειες αποκατάστασης και προστασίας του εναπομείναντος δάσους της Δαδιάς.
Για τις αποζημιώσεις όσων επλήγησαν, η διαδικασία ξεκινά ήδη. Όπως έχω πει, είναι πια μια διαδικασία απόλυτα τυποποιημένη. Θα βοηθήσουμε όσους συμπολίτες μας δοκιμάστηκαν από τη φωτιά να ξαναχτίσουν τα σπίτια τους. Θα αποζημιώσουμε τους κτηνοτρόφους οι οποίοι έχασαν τα ζώα τους, θα στηρίξουμε τους καλλιεργητές, όσους είδαν τις ελιές τους να καταστρέφονται.
Και βέβαια, θα δημιουργήσουμε ένα συνολικό πλαίσιο προστασίας, θα υλοποιήσουμε ένα πλαίσιο προστασίας το οποίο είναι ήδη θεσμοθετημένο με αναστολές φόρων, ασφαλιστικών εισφορών, υποχρεώσεων ΕΝΦΙΑ. Και βέβαια, για τον Έβρο, θα ακολουθήσουμε το πολύ επιτυχημένο παράδειγμα της Βόρειας Εύβοιας, δημιουργώντας ένα «Evros Pass», με σκοπό να στρέψουμε περισσότερη τουριστική κίνηση προς την περιοχή αυτή.
Αλλά δεν αρκούν μόνο αυτά. Θα χρειαστεί σίγουρα μια μεσοπρόθεσμη πολιτική ανασυγκρότησης της περιοχής και υπό την ηγεσία του Υφυπουργού Κλιματικής Κρίσης, έως το τέλος του έτους, θα παρουσιάσουμε ένα ειδικό αναπτυξιακό σχέδιο για τον Έβρο, το οποίο θα λάβει υπόψη του και τα σημαντικά συμπεράσματα της αρμόδιας επιτροπής για την Θράκη.
Και βέβαια, θα ζητήσουμε και από ευρωπαίους ειδικούς να μελετήσουν την πυρκαγιά στη Δαδιά, να μας ετοιμάσουν ένα αντικειμενικό πόρισμα για τα αίτιά της, αλλά να ενισχυθούν και ιδέες και προτάσεις για την αναγέννηση αλλά και την προστασία του μοναδικού αυτού δάσους.
Αν υπάρχει μια αχτίδα αισιοδοξίας είναι ότι, όπως έχω ενημερωθεί από τους αρμόδιους, η Δαδιά είχε καεί και πάλι ολοσχερώς, πλήρως, κάποια στιγμή τη δεκαετία του ’50 και τριάντα χρόνια μετά ήταν ήδη ένα ώριμο και παραγωγικό δάσος. Αυτή είναι η υποχρέωσή μας τουλάχιστον για τις επόμενες γενιές, να φροντίσουμε να βοηθήσουμε τη φύση να αναγεννηθεί.
Και τέλος, θα ήθελα να προσθέσουμε στην εθνική μας ατζέντα ένα ζήτημα το οποίο στο παρελθόν μπορεί να είχε αποτελέσει για κάποιους, για ιδεολογικούς και ιδεοληπτικούς λόγους, ταμπού: αναφέρομαι στο ζήτημα της παραγωγικής αξιοποίησης των δασών μας.
Είναι κάτι που θα έφερνε από τη μια πλευρά ανάπτυξη στις τοπικές οικονομίες, με την οργανωμένη εκμετάλλευση της ξυλείας και της βιομάζας. Είναι ενδιαφέρον να τονίσουμε ότι σήμερα οι ανάγκες της χώρας σε ξυλεία καλύπτονται πρωτίστως από εισαγωγές.
Μια χώρα η οποία έχει 70 εκατομμύρια στρέμματα δασοκάλυψης. Και για όσους δεν το γνωρίζουν, τα τελευταία πενήντα χρόνια η δασοκάλυψη έχει αυξηθεί στη χώρα μας, δεν έχει μειωθεί, για τον απλούστατο λόγο ότι πολλές εργασίες στην ύπαιθρο εγκαταλείφθηκαν και πολλοί αγροί δασώθηκαν.
Χρειαζόμαστε, λοιπόν, ένα νέο μοντέλο παραγωγικής εκμετάλλευσης των δασών, με επιδότηση, ενδεχομένως, της βιομάζας, με μεγάλους σύγχρονους δασικούς συνεταιρισμούς που μπορούν να αποτελέσουν παράγοντες ασφάλειας και πρόληψης.
Υπάρχουν σκέψεις ήδη από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και έχω ζητήσει τάχιστα να παρουσιαστεί ένα συγκεκριμένο σχέδιο για το πώς μπορούμε και πάλι να κάνουμε τα δάση μας πιο παραγωγικά και να καλύψουμε και πραγματικές ανάγκες της ελληνικής οικονομίας.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, κλείνω λέγοντας ότι είναι αδιέξοδο να προβάλλουμε μοιρολατρικά τη σκοτεινιά της συγκυρίας στο μέλλον. Αντίθετα, αυτό το οποίο πρέπει να κάνουμε είναι να οπλιστούμε με πείσμα ώστε να απαντήσουμε πιο αποτελεσματικά στις προκλήσεις της κλιματικής κρίσης.
Αυτή την ώρα που μιλάμε, για να κλείσω με μια νότα αισιοδοξίας, στην Εύβοια, η οποία τόσο δοκιμάστηκε από τις πυρκαγιές πριν από δύο χρόνια, εγκαινιάζεται ένα καινούργιο και ακμαίο δασικό χωριό.
Αυτές είναι δύο φωτογραφίες, στη θέση μιας περιοχής η οποία ήταν ολοσχερώς καμένη πριν από δύο χρόνια. Ας γίνει, λοιπόν, αυτό το δασικό χωριό της Εύβοιας ένα σύμβολό μας. Όπως οικοδομήσαμε -και θα χρειαστούμε αρκετή δουλειά ακόμα- την Εύβοια μετά, έτσι θα χτίσουμε και τον Έβρο μετά.
Η επίθεση της φύσης, και να κλείσω με αυτό, για να ακούσω μετά με προσοχή τις τοποθετήσεις των συνάδελφων αρχηγών των κομμάτων, είναι πολύ μεγάλη για να προκαλεί μικρόψυχες κομματικές διαιρέσεις.
Ας μείνουμε όσο μπορούμε ενωμένοι. Ας μιλήσουμε όσο το δυνατόν πιο συγκεκριμένα. Ας καταλήξουμε, μετά την ολοκλήρωση αυτής της συνεδρίασης, τουλάχιστον σε κάποια συμπεράσματα στα οποία να μπορούμε να συμφωνήσουμε.
Αν μπορέσουμε να το πετύχουμε αυτό, νομίζω ότι θα είναι μια επιτυχία, μια καλή στιγμή αυτής της νέας Βουλής. Αλλά πιστεύω ότι θα έχουμε σταθεί τουλάχιστον αντάξιοι των προσδοκιών των πολιτών σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία.
Σας ευχαριστώ.