Υπάρχει μια τρομερή αρχειακή παρακαταθήκη, που ίσως έχει έρθει η ώρα να δει, επιτέλους, το φως: τα αρχεία της παλιάς ΚΥΠ, τα οποία μπορεί να φωτίσουν άγνωστες λεπτομέρειες του 20ού αιώνα και να μας βοηθήσουν να καταλάβουμε περισσότερα για το παρασκήνιο μιας δύσκολης και κακοτράχαλης εποχής. Ποιος εμποδίζει την αποδέσμευσή τους;
Αχιλλέας Χεκίμογλου
Στις 28 Αυγούστου του 1989, η κυβέρνηση συνεργασίας του Τζαννή Τζαννετάκη έκαψε στην υψικάμινο της Χαλυβουργικής πάνω από 17,5 εκατομμύρια φακέλους της Κρατικής Ασφάλειας που αφορούσαν τα κοινωνικά φρονήματα χιλιάδων πολιτών από τον Μεσοπόλεμο έως και τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης.
Ηταν μια συμβολική πράξη εθνικής συμφιλίωσης –στο πλαίσιο της κατάργησης των τελευταίων μέτρων του εμφυλίου πολέμου, αλλά και της πολιτικής συγκυρίας της εποχής, που έφερε και την πρώτη συγκυβέρνηση Αριστεράς – Δεξιάς– και, δυστυχώς, μια ταφόπλακα για την ιστορική έρευνα στην Ελλάδα.
Οι εκκρεμότητές μας με το παρελθόν δεν έχουν κλείσει. Από την εποχή εκείνη, της καχεκτικής δημοκρατίας, του αντικομμουνιστικού κράτους και των στρατιωτικών συνωμοσιών, υπάρχει μία ακόμη τρομερή αρχειακή παρακαταθήκη, που ίσως έχει έρθει η ώρα να δει, επιτέλους, το φως: τα αρχεία της παλιάς ΚΥΠ, τα οποία μπορεί να φωτίσουν άγνωστες λεπτομέρειες του 20ού αιώνα και να μας βοηθήσουν να καταλάβουμε περισσότερα για το παρασκήνιο μιας δύσκολης και κακοτράχαλης εποχής.
Νόμος υπάρχει, αλλά…
Με τον Ν. 3649 της κυβέρνησης του Κώστα Καραμανλή θεσπίστηκε στην ΕΥΠ Υπηρεσία Ιστορικού Αρχείου, υπαγόμενη «απευθείας στον Διοικητή της ΕΥΠ, με κύριο έργο την ταξινόμηση και αξιοποίηση των εγγράφων και του οπτικοακουστικού υλικού». «Τα έγγραφα και το υλικό αυτό αποχαρακτηρίζονται μετά την πάροδο 50ετίας, με απόφαση του Διοικητή της ΕΥΠ, ύστερα από γνώμη Τριμελούς Επιτροπής Αποχαρακτηρισμού, που συγκροτείται από υπαλλήλους της ΕΥΠ, με απόφαση του ιδίου» αναφέρει ο νόμος.
Μάλιστα, ο τότε διοικητής της ΕΥΠ και διπλωμάτης Ιωάννης Κοραντής είχε ανακοινώσει ότι επέκειτο ο αποχαρακτηρισμός και η δημοσιοποίηση των αρχείων της ΚΥΠ της περιόδου 1953-1958. Από τότε πέρασαν 15 ολόκληρα χρόνια – και (συγ)κυβέρνησαν διαδοχικά όλες οι παρατάξεις του τόπου. Και όμως, δεν έγινε απολύτως τίποτε.
Ποιος εμποδίζει την αποδέσμευση και τον αρχείων αυτών; Γιατί δεν έχει προχωρήσει; Στις ΗΠΑ, μια χώρα αμείλικτη σε θέματα εθνικής ασφάλειας, ήδη από την εποχή του Λίντον Τζόνσον και του Ρίτσαρντ Νίξον εφαρμόζεται ο νόμος για την ελευθερία στην πληροφόρηση (Freedom of Information Act-FOIA). Βάσει αυτού, κάθε χρόνο –μεταξύ πολλών άλλων– η CIA αποδεσμεύει χιλιάδες έγγραφα που έχουν πλέον μόνο ιστορική αξία.
Ο υπογράφων, αναζητώντας εκεί στοιχεία ελληνικού ενδιαφέροντος, εντόπισε τρομερά τεκμήρια που φωτίζουν ακόμη περισσότερο σκοτεινές συγκυρίες της ιστορίας της χώρας, όπως π.χ. οι ενδοχουντικές συγκρούσεις, η βραχύβια συνύπαρξη των Ανακτόρων και του καθεστώτος της 21ης Απριλίου, οι συνωμοσίες κατά των κυβερνήσεων της ΕΡΕ και του Κέντρου, και όχι μόνο.
Επιπλέον, βάσει του FOIA, οι πολίτες μπορούν να αιτηθούν και να λάβουν οποιοδήποτε έγγραφο της ομοσπονδιακής διοίκησης των ΗΠΑ, εκτός αν αυτό εμπίπτει στο πεδίο της εθνικής ασφάλειας, της ιδιωτικότητας κ.τ.λ. Πρόκειται για ρύθμιση που θα μπορούσε να έχει πεδίο εφαρμογής και στην ελληνική πραγματικότητα, που έχει άλλωστε εκπαιδευθεί από το πρόγραμμα «Δι@ύγεια».
Στη δε Γερμανία, το αρχείο της άλλοτε πανίσχυρης Stasi είναι ανοιχτό σε κάθε πολίτη και μπορεί ο καθένας να δει ποιος τον παρακολουθούσε, τι ανέφερε για αυτόν κ.τ.λ. (λεπτομέρειες στο βιβλίο «Οι ζωές των άλλων» των Στράτου Δορδανά και Βάιου Καλογρηά, εκδ. Επίκεντρο, 2020).
ΚΥΠ και Ιστορία Το θέμα της ΚΥΠ είναι πραγματικά ενδιαφέρον.
Εχουμε μια αρκετά καλή εικόνα της ιστορίας της από το βιβλίο του άλλοτε διοικητή της ΕΥΠ και διπλωμάτη Παύλου Αποστολίδη «Μυστική Δράση» (εκδ. Παπαζήσης, 2014), ο οποίος, αποκτώντας πρόσβαση στο αρχείο της, έγραψε ένα πολύ σημαντικό βιβλίο που περιγράφει την πορεία της Υπηρεσίας.
Διαθέτουμε, ακόμη, μαρτυρίες και τεκμήρια που αποτυπώθηκαν στο χαρτί, όπως την αποκαλυπτική αρθρογραφία του αείμνηστου Παύλου Μπακογιάννη στο «Βήμα» τη δεκαετία του 1970, την απίστευτη κατάθεση του Κυριάκου Διακογιάννη («Στην κόλαση της ΚΥΠ»), που συγκλόνισε τη διεθνή κοινή γνώμη, και άλλες.
Οι νεότερες γενιές ενδεχομένως να αγνοούν ότι δύο από τους τρεις αρχηγούς της χούντας (Παπαδόπουλος, Μακαρέζος) συνωμοτούσαν υπό την ΚΥΠ για πολλά χρόνια· τον ρόλο του ιδρυτικού διοικητή της, Αλέξανδρου Νάτσινα, ο οποίος κινούσε επικίνδυνα νήματα στο παρασκήνιο· τις τριγωνικές, παρακρατικού χαρακτήρα σχέσεις του με τον τότε αρχηγό ΓΕΣ Βασίλη Καρδαμάκη (μετέπειτα χουντικό διοικητή της ΔΕΗ), τον διευθυντή της ΕΡΕ συνταγματάρχη Διονύσιο Βέρρο, τα Ανάκτορα και τους μετέπειτα χουντικούς. Τις μάθαμε χάρη στις άοκνες προσπάθειες ελλήνων ερευνητών, με τη βοήθεια κυρίως ξένων αρχείων, και πρωτίστως των ΗΠΑ.
Ανάγκη για μια νέα πολιτική
Η αρχειακή πολιτική στην Ελλάδα είναι δυστυχώς ασθενής. Με την εξαίρεση του υπουργείου Εξωτερικών, που είναι de facto υποχρεωμένο να προσφεύγει στα αρχεία του για να υπερασπίζεται τα εθνικά συμφέροντα, το κράτος αδιαφορεί για την ιστορία του. Τα σχετικά παραδείγματα είναι πολλά και γνωστά, έχουν μάλιστα προκαλέσει μεγάλες επιπλοκές σε σημαντικές συναλλαγές στοιχείων της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου. Και δεν δείχνει καμία στοργή για τα Γενικά Αρχεία του Κράτους –τον θεματοφύλακα της συλλογικής μνήμης της χώρας–, τα οποία στέκονται ακόμη όρθια χάρη στο φιλότιμο των δημοσίων λειτουργών τους. Πεδίον δόξης λαμπρόν, λοιπόν, για τον αρμόδιο υπουργό, τον ικανό κ. Πιερρακάκη.
Δεν είναι θέμα για λίγους. Σύμφωνα με το Διεθνές Συμβούλιο Αρχείων, η καλή αρχειακή πολιτική δεν αφορά απλώς στην αποθήκευσή τους για την Ιστορία και την έρευνα. Αντίθετα, θεωρείται θεμελιώδης προϋπόθεση και μέσο για την καλή διακυβέρνηση, καθώς και εργαλείο λογοδοσίας με το οποίο μια κυβέρνηση παρουσιάζει τα δημοκρατικά της διαπιστευτήρια.
Αποτελεί κοινό τόπο στην Ιστορία ότι οι αυτοκρατορίες χτίστηκαν πάνω σε αρχεία, τεκμήρια και καλή πληροφόρηση. Η αφορμή της επερχόμενης συγκυρίας του μισού αιώνα από την πτώση της δικτατορίας μάς δίνει την ευκαιρία να κάνουμε το επόμενο βήμα. Διότι η καλή γνώση και κατανόηση του χθες –ακόμη και αν αυτό αφορά σκοτεινές ιστορίες για αγρίους– μπορεί να μας βοηθήσει να χαράξουμε καλύτερα και με μεγαλύτερη σύνεση το αύριο.
Πηγή: Protagon.gr