Στην περίπτωση που δεν το γνωρίζετε, η «Φενέρ» είναι ποδοσφαιρική ομάδα της Πόλης, από τις μεγαλύτερες της Τουρκίας. Το άκουσμά της θα μου θυμίζει πάντα εκείνη την αυγουστιάτικη βραδιά, που ο ΠΑΟΚ προκρίθηκε μέσα στο γήπεδο της τουρκικής ομάδας, το φοβερό Σουκρού Σαράτσογλου. Δεν ξέρω αν ποτέ η Αγία Σοφία δάκρυσε, αλλά αν αυτό συνέβη, για μένα, ήταν εκείνο το βράδυ!
Ο Πέλκας, πάλι, ήταν παίκτης του ΠΑΟΚ. Γιαννιτσιώτης και παοκτσάκι, από μικρό μεγαλωμένο στη Θύρα 4 και το «Πατριαρχείο», για όσους καταλαβαίνουν. Μεταγράφηκε πριν από λίγες εβδομάδες στη Φενέρμπαχτσε. Στον ΠΑΟΚ τον αποχαιρέτησαν όπως άξιζε σ’ ένα «δικό τους παιδί» και οι οπαδοί της Φενέρ τον καλωσόρισαν, όπως του έπρεπε. Ολα καλά!
Η ιστορία του Πέλκα θα ήταν μια λεπτομέρεια του επαγγελματικού ποδοσφαίρου, εάν αυτή δεν συνέβαινε την ίδια εποχή κατά την οποία η ένταση και η εθνικιστική ρητορική στα ΜΜΕ της Ελλάδας και της Τουρκίας ήταν σε έξαρση.
Με τον τρόπο του το επαγγελματικό ποδόσφαιρο δίνει μάθημα νηφαλιότητας και ορθολογισμού. Όχι παράξενο! Η κοινωνία των πολιτών και η αγορά συχνά μας αιφνιδιάζουν με την ικανότητά τους να προωθούν την οικονομική συνεργασία, την ανεκτικότητα, και την αλληλεγγύη.
Χωρίς αυτά χάνουμε όλοι. Δεν χρειάζεται να πούμε πολλά. Ας έρθει να περπατήσει κάποιος στην έρημη πλέον από Τούρκους τουρίστες Θεσσαλονίκη, όπου μέχρι πρότινος χιλιάδες εκδρομείς έρχονταν να επισκεφθούν το σπίτι του Κεμάλ τροφοδοτώντας ταυτόχρονα την οικονομία της πόλης και θα καταλάβει. Ας ρωτήσει επιχειρηματίες και εργαζομένους αν θέλουν αυτό να είναι μόνιμο.
Ζούμε μια σχιζοειδή κατάσταση. Μια χώρα 85 εκατομμυρίων ανθρώπων, που σε τριάντα χρόνια θα πλησιάζει τα 100 εκατομμύρια είναι γείτονάς μας. Αυτοκρατορία για αιώνες αλλά και θύμα της αποικιοκρατίας κουβαλά πολλές ιδιοτροπίες, όπως κι εμείς. Είμαστε κι οι δύο γεννήματα καιρών αγωνίας, αυτοκρατορικών ψυχορραγημάτων, εθνικιστικών φαντασιώσεων και αποικιοκρατικού παροξυσμού. Έχουμε άλυτα ζητήματα με την Ιστορία και τον εαυτό μας. Και μέσα σ’ όλα, γείτονες για αιώνες, με μνήμες κοινές από τόπους και θάλασσες, ίδιες μουσικές και λέξεις, παρεμφερή συναισθήματα˙ πάντα η Κωνσταντινούπολη θα είναι η μητέρα Πόλη μας, η Σαλονίκη η δική τους αδυναμία.
Οι δυτικοί αντιμετωπίζουν «ψυχρά» την Τουρκία ως μια σοβαρή δύναμη και μεγάλη αγορά. Εμείς γιατί δεν προσπαθούμε να κάνουμε το ίδιο; Γιατί πρέπει να έχουμε εθνική στρατηγική το ψυχόδραμα; Να τσακωνόμαστε διαρκώς για βραχονησίδες και για μερικά χιλιόμετρα βυθού, που κανείς δεν ξέρει αν ποτέ θα αξιοποιηθούν. Γιατί ζούμε διαρκώς με μύθους και βέβαια με περίσσεια υποκρισία, για το τι είναι ωφέλιμο και τι όχι στη σχέση μας με την Τουρκία;
Ακούω και διαβάζω περί κινδύνου φινλανδοποίησης της χώρας μας. Για τους μη μυημένους, ο υποτιμητικός όρος αυτός της διεθνούς πολιτικής αναφέρεται στη στάση ευμενούς ουδετερότητας της Φινλανδίας έναντι της Σοβιετικής Ένωσης μετά το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Ουσιαστικά, υποδηλώνει μια κατάσταση διακρατικών σχέσεων στην οποία μια μικρότερη χώρα προσαρμόζει την εξωτερική της πολιτική έναντι μιας γειτονικής μεγαλύτερης υπό τον φόβο πιθανής σύρραξης, από την οποία θα είχε περισσότερα να χάσει. Θα μπορούσα να αναπτύξω εκτενώς γιατί το πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου ήταν διαφορετικό από το σημερινό και γιατί η Ελλάδα ως χώρα-μέλος της Ε.Ε. δεν διατρέχει κίνδυνο φινλανδοποίησης. Για την ουσία της συζήτησης όμως θα σηκώσω το γάντι.
Θα φινλανδοποιηθούμε λοιπόν; Μάλιστα! Ε και; Ας κοιτάξουμε τον χάρτη για να αντιληφθούμε τι ακριβώς λέμε. Η μικρή Φινλανδία, που έγινε ανεξάρτητο κράτος μόλις το 1917, είναι εκεί στη θέση της, ευημερούσα, με υψηλή ποιότητα δημοκρατίας, στη δωδεκάδα των καλύτερων κρατών του κόσμου στον δείκτη ανθρώπινης ανάπτυξης, πάνω από τις ΗΠΑ και τη Γαλλία. Για δείξτε μου τώρα εσείς πού είναι η ΕΣΣΔ; Γιατί την ψάχνω στον χάρτη αλλά δεν τη βρίσκω παρά μόνον στα βιβλία Ιστορίας. Ποιος είπατε πως κέρδισε είπαμε;
Αλλά και πέρα από τη γεωπολιτική, εσείς, για παράδειγμα, πού θα θέλατε να ζείτε; Στην «περήφανη» Σοβιετική Ένωση αναμένοντας στις ουρές για κρέας και γάλα, αναζητώντας διαφάνεια και δημοκρατία ή μήπως στη «φινλανδοποιημένη» Φινλανδία; Πού θα θέλατε να είστε εργαζόμενος, συνταξιούχος ή φοιτητής; Στην ΕΣΣΔ ή στη Φινλανδία; Αφήστε, ξέρω την απάντηση, είναι ίδια με τη δική μου. Όταν πρόκειται για τον εαυτό μας είμαστε όλοι ορθολογικοί. Ας κάνουμε το ίδιο και για το έθνος λοιπόν. Η υπερηφάνεια των εθνών βρίσκεται στην ποιότητα ζωής, στους θεσμούς, στο κράτος δικαίου, στις ελευθερίες των πολιτών· όχι στους στόλους και τις στολές. Η φτώχεια φέρνει την εθνική ταπείνωση όχι η οικονομική συνεργασία.
Μπορούμε οι Έλληνες να ανεβούμε βιοτικό επίπεδο; Να γίνουμε Φινλανδοί στην οικονομία, τη Δημοκρατία, την εκπαίδευση, την υγεία; Κι αν αυτά σημαίνουν πως πρέπει να συνεργαστούμε με τον ιδιότροπο γείτονά μας, ας βρούμε τον τρόπο να το κάνουμε.
* Ο κ.
Νίκος Μαραντζίδης είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.
πηγή:https://www.kathimerini.gr/opinion/561121756/o-pelkas-sti-fenermpachtse/