Δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα από την ανεργία. Όσοι την βιώνουν το γνωρίζουν καλά, όμως το πρόβλημα αγγίζει όλους είτε άμεσα είτε έμμεσα
.
Είναι κοινή πεποίθηση ότι και η τέταρτη ανακεφαλαιοποίηση των εγχώριων συστημικών τραπεζών έχει την αχίλλειο πτέρνα της.
Όπως κοινή πεποίθηση είναι, ότι η πολιτική λιτότητας ενδέχεται να δημιουργήσει νέα κεφαλαιακά προβλήματα στις τράπεζες.
Το επιδιωκόμενο της δημοσιονομικής προσαρμογής είναι η όσο το δυνατόν πιο γρήγορη δημιουργία πρωτογενών πλεονασμάτων ώστε η χώρα να βγει ξανά στις αγορές αναχρηματοδοτώντας το δημόσιο χρέος της χωρίς καμία στήριξη από την τρόικα.
Το επιδιωκόμενο όμως στηρίζεται στην πιο άγρια λιτότητα που έχει γνωρίσει δυτικό ανεπτυγμένο κράτος.
Η εσωτερική υποτίμηση και η απότομη μείωση των δαπανών έχει ως αποτέλεσμα την πιο βαθιά και παρατεταμένη χρονικά ύφεση.
Με δεδομένο ότι το εθνικό προϊόν είναι το σύνολο των αγαθών και υπηρεσιών που παράγονται ως αποτέλεσμα της ζήτησης, κάθε πολιτική που περιορίζει την ενεργό ζήτηση περιορίζει και το εθνικό προϊόν.
Η συνέχιση επομένως μέτρων συρρίκνωσης των εισοδημάτων και των συντάξεων αλλά και δαπανών που έμμεσα αποτελούν εισόδημα για πολλούς πρέπει να θεωρείτε δεδομένο ότι θα συρρικνώσει περαιτέρω την οικονομική δραστηριότητα αυξάνοντας την ανεργία.
Ήδη η ανεργία στην χώρα μας είναι η μεγαλύτερη στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σύμφωνα δε, με τις υποεκτιμημένες προβλέψεις του προϋπολογισμού 2016 η ανεργία αναμένεται να φτάσει την επόμενη χρονιά το 25,8% ενώ σύμφωνα με το ΔΝΤ η ανεργία θα ξεπεράσει το 27%.
Το εξίσου αρνητικό είναι ότι οι άνεργοι μαζί με τους οικονομικά μη ενεργούς πολίτες ξεπερνούν κατά περίπου ένα εκατομμύριο τους απασχολούμενους.
Φυσικά η ανεργία δεν είναι ένα απλό στατιστικό στοιχείο, η αύξηση της συμπαρασύρει τα πάντα.
Μια από τις παράπλευρες απώλειες της είναι τα μη εξυπηρετούμενα τραπεζικά δάνεια.
Η απώλεια των θέσεων εργασίας και του σταθερού μηνιαίου εισοδήματος οδηγεί άμεσα στην αδυναμία αποπληρωμής των υποχρεώσεων προς τα τραπεζικά ιδρύματα.
Οι δανειακές υποχρεώσεις τίθενται ως είδος πολυτελείας εκτός του οικογενειακού προϋπολογισμού με αποτέλεσμα τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια να αυξάνονται με μαθηματική ακρίβεια.
Η εκτόξευση της ανεργίας κατά τα μνημονιακά χρόνια έχει αυξήσει τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια σε επίπεδα ρεκόρ.
Τα NPLs, δηλαδή τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των Ελληνικών τραπεζών υπολογίζεται ότι στα τέλη του τρέχοντος έτους θα έχουν φθάσει στο 50% επί του συνόλου, που σημαίνει περί τα 105 δις € σε απόλυτους αριθμούς, με το 52% αυτών δηλαδή περί τα 54,6 δις € να καλύπτονται από προβλέψεις που έχουν σχηματιστεί από τις τράπεζες.
Το αντίστοιχο ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων τον Δεκέμβριο του 2011 ήταν 16%.
Η συσχέτιση ανεργίας και μη εξυπηρετούμενων δανείων που έχει αποτυπωθεί παγκοσμίως θέλει η κορύφωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων να ακολουθεί με υστέρηση ενός περίπου εξαμήνου την κορύφωση της ανεργίας.
Εάν για παράδειγμα τα υψηλότερα επίπεδα ανεργίας καταγραφούν κατά το 2016 θα πρέπει να αναμένουμε κορύφωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων κατά το πρώτο εξάμηνο του 2017.
Με βάση τα σημερινά δεδομένα και δει της συνέχισης των οριζόντιων μέτρων μείωσης των εισοδημάτων πέρα του γεγονότος ότι ούτε την δημοσιονομική προσαρμογή εξυπηρετούν θα αυξήσουν περαιτέρω και την ανεργία.
Πρέπει επομένως απαραίτητα να σπάσει ο φαύλος κύκλος ελλειμμάτων –ύφεσης –νέων μέτρων.
Πρέπει επιτέλους να μπει ένα τέλος στη πολιτική που απαξιώνει το ανθρώπινο δυναμικό και το πάγιο παραγωγικό δυναμικό.
Πρέπει να βρεθεί ο πάτος του βαρελιού που έχει να κάνει με το κατά κεφαλήν εισόδημα και το βιοτικό επίπεδο.
Πρέπει να μην ξαναγίνουν τα λάθη του παρελθόντος αναφορικά με τον αντίκτυπο που έχει στις τράπεζες η δημοσιονομική παρακμή του ελληνικού δημοσίου.
Πολλοί Ευρωπαίοι πολιτικοί μιλούν ανοικτά για την αναγκαιότητα του σπασίματος του συνδετικού κρίκου μεταξύ κρατών και τραπεζών υπονοώντας την χρηματοδότηση των ελλειμμάτων από τις τράπεζες.
Στην περίπτωση της Ελλάδος το συγκεκριμένο ζητούμενο μετά το PSI έχει ήδη πραγματοποιηθεί.
Οι τράπεζες πλέον δεν έχουν κρατικά ομόλογα.
Το αντίθετο όμως πως θα πραγματοποιηθεί;
Πως δηλαδή ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός ενός κράτους δεν θα συμπαρασύρει και τις τράπεζες.
.
.
Οι Ελληνικές τράπεζες χωρίς τοξικά στοιχεία ενεργητικού θα μπορούσαν χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα να αντιμετωπίσουν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια τους εάν δεν είχε μεσολαβήσει το PSI και εάν η οικονομία δεν βρίσκονταν σε ύφεση από το 2008.
Είναι επομένως άλλος ο δείκτης δυσκολίας όταν πριν την αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων πρέπει να αναζητηθούν κεφάλαια για την αντιμετώπιση του PSI και των ακραίων υφεσιακών επιπτώσεων και άλλος όταν τo δημόσιο δεν έχει επιβαρύνει με τα λάθη του και τις παραλείψεις του το εγχώριο πιστωτικό σύστημα.
Βέβαια το πρόβλημα της ύπαρξης υπόβαθρου περαιτέρω διόγκωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα υπάρχει και το 2016.
Η κατάσταση επιδεινώνεται αφού η δημοσιονομική προσαρμογή και οι αρνητικοί ρυθμοί ανάπτυξης συνεχίζονται.
Η ύφεση προκαλεί μεγάλη πτώση της απασχόλησης πόσο μάλλον όταν η ύφεση είναι μεγαλύτερη των προβλέψεων.
Οι συσταλτικές επιδράσεις της δημοσιονομικής προσαρμογής εδραιώνουν την ανεργία και ενισχύουν τα παραλυτικά φαινόμενα που ακολουθούν την αύξηση της.
Όταν ο δείκτης της ανεργίας αυξάνεται τα κοινωνικά δράματα κινούνται παράλληλα.
Δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα από την ανεργία.
Όσοι την βιώνουν το γνωρίζουν καλά, για τους υπόλοιπους απλά ο φόβος ότι ίσως βρεθούν σε ανάλογη θέση τους δημιουργεί ανησυχία, όμως το πρόβλημα αγγίζει όλους είτε άμεσα είτε έμμεσα.
Η απάντηση πρέπει να δοθεί μέσω πολιτικών που δημιουργούν ή που διευκολύνουν νέες θέσεις εργασίας.
Κοινωνικές παροχές που δίδονται ελέω πολιτικοσυνδικαλιστικών δράσεων όπως τις ζήσαμε κατά το πρόσφατο παρελθόν απλά διογκώνουν τα ελλείμματα και αυξάνουν το λογαριασμό του χρέους που κάποια στιγμή, όπως συμβαίνει σήμερα, καλούμεθα να πληρώσουμε.
Η καλλίτερη και πιο αποδοτική κοινωνική παροχή είναι αυτή της εργασίας. Τα καλλίτερα και πιο ανθρωπιστικά προγράμματα είναι αυτά που οδηγούν στις αύξηση των θέσεων εργασίας.
Αυτό πρέπει να γίνει απόλυτα κατανοητό από όλους, ένα θέλουμε να υπάρξει ουσιαστική μεταστροφή της υπάρχουσας άσχημης συγκυρίας.
Όλα επομένως οδηγούν στις επενδύσεις, όλα οδηγούν στην δημιουργία κλίματος που να ευνοεί τις επενδύσεις, όλα οδηγούν στη παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών από τις παραγωγικές δυνάμεις της χώρας μακράν των πατερναλιστικών πρακτικών που μας οδήγησαν στα σημερινά χάλια.