Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2023

Προς τα πού τόση φόρα;



«Εξήγησέ μου κάτι. Δεν σε ρωτάω ρητορικά. Ειλικρινά, δεν το καταλαβαίνω. Γιατί το κάνατε αυτό; Γιατί αποσυρθήκατε από τις ψηφοφορίες στη Βουλή;». Η απορία ήταν όντως γνήσια. Η αξιωματική αντιπολίτευση είχε αναγάγει τους θεσμούς σε αιχμή της επίθεσής της κατά της κυβέρνησης. Πώς λοιπόν έπαιρνε μια τέτοια πρωτοβουλία –της αυτοεξαίρεσής της από την κοινοβουλευτική δράση– που εύκολα θα μπορούσε να καταγγελθεί ως θεσμική ανορθογραφία; Δεν έβλεπαν την αντίφαση;

Το στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ δεν το σκέφτηκε. «Ε, μετά τη δυσπιστία, κάτι έπρεπε να κάνουμε», απάντησε. Εννοούσε ότι η φόρα που είχε δώσει το κόμμα στην αντιπολιτευτική ρητορική του δεν μπορούσε να εξαντληθεί στα κοινοβουλευτικά μέσα. Οταν κατηγορείς την κυβέρνηση ούτε λίγο ούτε πολύ για κατάλυση της δημοκρατικής τάξης, «κάτι» πρέπει να κάνεις μετά. «Κάτι» πιο δραστικό από το να την αναθεματίζεις από το βήμα της Βουλής.

Το «κάτι» αυτό θα μπορούσε να προκύψει αν ο καταστροφολογικός τόνος αντηχούσε και πέρα από τον κύκλο εκείνων που τον εξέπεμπαν. Ο ΣΥΡΙΖΑ όμως εμφανιζόταν να βαράει την καμπάνα μόνος. Αυτό δεν τον αποθάρρυνε. Αντιθέτως. Τον έσπρωχνε σε μια διαρκή όξυνση.

Κάπως έτσι, από την εκτροπή και τη δυσπιστία, φτάσαμε να καταγγέλεται η κυβέρνηση για πρακτικές «Στάζι» στο Ευρωκοινοβούλιο και να παρομοιάζεται ο Μητσοτάκης με τους ναζί. Συρόμενος μάλλον από τα λόγια του, παρά εκτελώντας μια προμελετημένη προεκλογική χορογραφία, ο ΣΥΡΙΖΑ έφτασε σε μια πρόωρη κλιμάκωση, μήνες πριν από τις εκλογές. Τώρα κυνηγάει διαρκώς το «κάτι» παραπάνω που θα συντηρήσει την ένταση. Τι άλλο να κάνει; Να καταπιεί την ντουντούκα του; Να το στρίψει τάχα σε θετική ατζέντα στο παρά δύο;

Αυτή η φόρα είναι που εξωθεί τον ΣΥΡΙΖΑ σε «εξωκοινοβουλευτικό» ρεπερτόριο, που μοιάζει να κατατείνει ακόμη και στην αμφισβήτηση των όρων του εκλογικού ανταγωνισμού. Μάλλον ο πρωθυπουργός έχει άδικο όταν λέει ότι υπάρχει σχέδιο. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ είχε σχέδιο, δεν θα βρισκόταν στην ανάγκη να ψάχνει κάθε πρωί «κάτι» για να κρατήσει ζωντανή την καταγγελτική του ατζέντα.

Αν φτάσει σε διαβήματα, όπως η αμφισβήτηση της ετυμηγορίας της κάλπης, θα είναι επειδή εκεί θα τον έχουν φέρει οι αυτοματισμοί του. Δεν θα συμβεί για πρώτη φορά. Συνέβη και το 2015, όταν, μην μπορώντας να ξεκολλήσει το πόδι του από το γκάζι, κι αναζητώντας διαρκώς το επόμενο «κάτι», προσέκρουσε στον τοίχο ενός δημοψηφισματικού αδιεξόδου. Ηταν μάλλον ένα αλυσιδωτό ατύχημα, παρά, όπως έλεγαν, μια απατηλή «στρατηγική» που απέτυχε.

Η πολιτική κουλτούρα της παρόρμησης από «κάτι» σε «κάτι» δεν φαίνεται να έχει αλλάξει. Η περιπέτεια όμως μόνο ως φάρσα μπορεί να επαναληφθεί στα σημερινά συμφραζόμενα. Η δεύτερη φορά θα είναι, όντως, αλλιώς. Ατύχημα με Ι.Χ. Οχι με την εθνική αμαξοστοιχία.

Πίτες

Αν κρίνει κανείς από τον κατακλυσμό κοπών πίτας με τις οποίες έρχεται αντιμέτωπος στα κοινωνικά δίκτυα, τα εργαλεία του προεκλογικού αγώνα δεν έχουν αλλάξει. Αν δεν δουλέψεις πολύ μαχαίρι σε χιονισμένα κέικ, αν δεν λιώσεις τις σόλες σου σε λαϊκές, αν δεν βουτήξεις στο φολκλόρ των σωματείων που ταριχεύουν την ανάμνηση της εσωτερικής μετανάστευσης (το απέθαντο χωριό), μάλλον δεν έχεις ελπίδες εκλογής. Το άθλημα δεν έχει αλλάξει. Εχει όμως συρρικνωθεί η πλευρά του που ήταν αθέατη. Εχει εκτεθεί στο κοινό βλέμμα κάθε στιγμιότυπο ψηφοθηρικής ρουτίνας και σκηνοθετημένου «αυθορμητισμού» που περιέργως λογίζεται ως διαφημιστική προβολή από τους πολιτευτές και τις πολιτεύτριες. Μπορεί τα νέα Μέσα να μην έχουν αλλάξει τον εκλογικό μας πολιτισμό. Τον έχουν όμως φωτίσει μέχρι εκτυφλώσεως. Εχουν δώσει στους διαγωνιζόμενους τόσο μεγάλη ευκολία δημοσίευσης, που τους είναι σχεδόν αδύνατον να οικονομήσουν την εικόνα τους· να συγκρατήσουν τις καμπάνιες τους, ώστε να μη διολισθήσουν σε διαδικτυακό ριάλιτι. Οχι, το θέαμα από μόνο του δεν συνιστά αλλαγή εκλογικών ηθών. Εχει απλώς διευρυνθεί πολύ η γκάμα των εργαλείων αυτογελοιοποίησης.

Διαβαθμίσεις

«Μισεί» τον πολιτισμό εκείνος που τον θεωρεί ελεύθερο μόνο όταν είναι διοριστέος.



πηγή:https://www.kathimerini.gr/opinion/562285273/pros-ta-poy-tosi-fora/