Νάντια Γιαννακοπούλου
Στην Ολομέλεια της Βουλής, κατά την συζήτηση του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης για την Αρχή της ίσης μεταχείρισης ανεξαρτήτως αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης, επικαιροποίηση της ορολογίας του Αστικού Κώδικα, του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, του Ποινικού Κώδικα, του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, του Κώδικα Συμβολαιογράφων και του ν. 4478/2017, για την εναρμόνισή της με τη Σύμβαση για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία που κυρώθηκε με τον ν. 4074/2012 και λοιπές διατάξεις για τη διευκόλυνση της πρόσβασης στη δικαιοσύνη των ατόμων με αναπηρία, τοποθετήθηκε η Ειδική Αγορήτρια και Κοινοβουλευτικά Υπεύθυνη του τομέα Δικαιοσύνης του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής, Νάντια Γιαννακοπούλου.
Ξεκινώντας την ομιλία της η κα. Γιαννακοπούλου ανέφερε :
«Επιτρέψτε μου να αναφερθώ όμως και στο επίδομα, ένα ακόμα επίδομα που ανακοινώνεται, αυτή την φορά για τους συνταξιούχους που δεν είδαν καμία αύξηση στις συντάξεις τους λόγω της προσωπικής διαφοράς. Και έχουμε δίκιο αν κατηγορήσουμε την κυβέρνηση για έλλειψη συνέπειας επισημαίνοντας ότι «εξελέγη μεταξύ άλλων και για να καταργήσει ή έστω να τροποποιήσει το νόμο Κατρούγακλου. Τρεισήμισι χρόνια μετά, όχι μόνο δεν κατήργησε την προσωπική διαφορά, αλλά οικοδόμησε πάνω σε αυτή και βγαίνει τώρα ο κ. Χατζηδάκης να τάζει αυξήσεις τις οποίες στα ATM οι συνταξιούχοι δεν τις βλέπουν.
Η ΝΔ έχει επιδοθεί επισήμως σε έναν εμπαιγμό μέσω των pass. Αυτό το επίδομα το οποίο δίνεται πάλι εφάπαξ και στη μορφή μιας έκτακτης παροχής, είναι ένα vote pass πριν την κάλπη, το οποίο επ’ ουδενί δεν μπορεί να καλύψει το κενό που υπάρχει λόγω της προσωπικής διαφοράς. Λυπάμαι, αλλά έτσι είναι.
Το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής έχει παρουσιάσει ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο θέσεων ως αντιπρόταση, το οποίο περιλαμβάνει «άμεση κατάργηση της προσωπικής διαφοράς από 01/01/2024 με παροχή έως τότε ενός εφάπαξ επιδόματος, πραγματικού όμως, το οποίο να ανταποκρίνεται στις πληθωριστικές πιέσεις του σήμερα. Η Κυβέρνηση κωφεύει και σ΄ αυτό.
Με ευθύνη της δημιουργείται και καλλιεργείται μια κουλτούρα επιδοματικής πολιτικής και ενός προτύπου πολίτη-πελάτη που να απλώνει το χέρι ως επαίτης, να παίρνει το μικρό επίδομα και να νομίζουν ότι θα λέει ευχαριστώ στην κάλπη. Η Κυβέρνηση θεωρεί ότι, δίνοντας προεκλογικά επιδόματα, “εξαγοράζει” την εύνοια του εκλογικού σώματος. Θα καταλάβει καλά, ότι αυταπατάται.»
Παράλληλα η Ειδική Αγορήτρια του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής τόνισε ότι :
«Εμείς ως ΠΑΣΟΚ μιλούμε για την επαναφορά της ανταποδοτικότητας στη σύνταξη με άρση των αδικιών των νόμων Κατρούγκαλου-Βρούτση, ένα νέο ΕΚΑΣ για 350.000 συνταξιούχους.
Σήμερα πρέπει να κατανοήσουν όλοι ότι δημιουργείται πρόβλημα κοινωνικής συνοχής. Από την μια νοικοκυριά που δεν τα βγάζουν πέρα ή προχωράνε σε δραματικές περικοπές δαπανών για να μπορέσουν να τα ισορροπήσουν. Από την άλλη αισχροκέρδεια, ανεξέλεγκτα υπερκέρδη και όχι μόνο από τις εταιρείες ενέργειας αλλά και από ολόκληρους κλάδους που σημείωσαν ρεκόρ τζίρου και υπερκερδών όταν η υπόλοιπη κοινωνία δυσκολεύεται, υποφέρει. Δυσκολίες για την μέση οικογένεια και ανισότητες που μεγαλώνουν. Αυτά δεν λύνονται με επιδόματα , με αποσπασματικές ρυθμίσεις»
Εν συνεχεία, για το υπό ψήφιση νομοσχέδιο ανέφερε : «Η επικαιροποίηση της ορολογίας των βασικών κωδίκων της ελληνικής νομοθεσίας, και συγκεκριμένα, η αναδιατύπωση όρων και η αντικατάσταση στερεοτυπικών και υποτιμητικών εκφράσεων σε άρθρα του Αστικού Κώδικα , του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας , του Ποινικού Κώδικα, του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας , του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας , του Κώδικα Συμβολαιογράφων, που εμπεριέχουν αναχρονιστικούς όρους για τα άτομα με αναπηρία που δεν συνάδουν με τη δικαιωματική προσέγγιση της αναπηρίας, σύμφωνα με τις Οδηγίες για τη συμπεριληπτική γλώσσα στο πλαίσιο της Στρατηγικής των Ηνωμένων Εθνών για τη συμπερίληψη των ατόμων με αναπηρία, κρίνεται αναγκαία.»
Κλείνοντας την ομιλία της η κα. Γιαννακοπούλου επεσήμανε : «Αν κοιτάξουμε γύρω μας θα δούμε πολλά άτομα με αναπηρία που έχουν υπερβεί τις δυσκολίες τους, έχουν ενσωματωθεί στην κοινωνία και είναι ενεργά, παραγωγικά και χρήσιμα μέλη της. Όμως, η υπέρβαση αυτή, κατά το μεγαλύτερο μέρος της, είναι προϊόν δικής τους υπερπροσπάθειας και λιγότερο υποστήριξης της Πολιτείας.