Τρίτη 14 Μαΐου 2024

Πρωθυπουργός για την συνάντησή του με Recep Tayyip Erdoğan: - Που συμφωνούμε και που διαφωνούμε με τον Τούρκο πρόεδρο


 Από τις δηλώσεις του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη μετά τη συνάντησή του με τον Πρόεδρο της Τουρκίας Recep Tayyip Erdoğan στην Άγκυρα:

Σε μία συνάντηση που -αξίζει να σημειωθεί- είναι η τέταρτη μέσα στους τελευταίους δέκα μήνες, κάτι το οποίο πιστεύω ότι αποδεικνύει πως οι δύο γείτονες μπορούμε πλέον να καθιερώσουμε αυτή την προσέγγιση της αμοιβαίας κατανόησης, όχι πλέον ως κάποια εξαίρεση, αλλά ως μία παραγωγική κανονικότητα που δεν αναιρείται από τις γνωστές διαφορές στις θέσεις μας.

  • Θέλω να χαιρετίσω κι εγώ με τη σειρά μου σήμερα και την επίσημη ίδρυση του Ελληνοτουρκικού Επιχειρηματικού Συμβουλίου που αποφασίστηκε στα πλαίσια της θετικής ατζέντας και να εκφράσω την ικανοποίησή μου διότι διεξήχθη ένα πολύ επιτυχημένο επιχειρηματικό φόρουμ στην Κωνσταντινούπολη, με συμμετοχή πολλών επιφανών Ελλήνων και Τούρκων επιχειρηματιών.
  • Και παράλληλα, οι δύο λαοί μας, όπως είχα δεσμευτεί τον Δεκέμβριο, απολαμβάνουν τους καρπούς μιας σημαντικής πρωτοβουλίας: να μπορούν Τούρκοι επισκέπτες και οι οικογένειές τους να ταξιδεύουν σε δέκα ελληνικά νησιά. Και χάρη στη συνεννόηση που πέτυχε η Ελληνική Κυβέρνηση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η έκδοση βίζας, αυτή η διαδικασία διαρκεί πια μόνο λίγα λεπτά.
  • Αλλά θα έλεγα ότι και στον κρίσιμο τομέα του μεταναστευτικού, η συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών μας και ειδικά μεταξύ της Αστυνομίας και του Λιμενικού αποδίδει απέναντι στις παράνομες ροές και απέναντι στους άθλιους διακινητές, οι οποίοι εκμεταλλεύονται τον πόνο απελπισμένων ανθρώπων. Αυτή η συνεργασία πρέπει να συνεχιστεί και να ενταθεί.
  • Όπως έχω ήδη τονίσει, ο χαρακτηρισμός τής μειονότητας ως θρησκευτικής προβλέπεται ρητά στη Συνθήκη της Λωζάνης, ενώ το έμπρακτο ενδιαφέρον της ελληνικής πολιτείας για την ευημερία της μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη εκδηλώνεται με την αυτονόητη τήρηση των αρχών ισονομίας και ισοπολιτείας για τα μέλη της, όπως και για όλους τους Έλληνες πολίτες, αλλά -και θέλω να το τονίσω αυτό- και με τη λήψη ειδικών μέτρων που απολαμβάνουν οι μουσουλμάνοι της χώρας μας. Και θεωρούμε επιτυχία μας την ενεργό παρουσία της μειονότητας στην ελληνική πολιτική και κοινωνική ζωή και θα ήταν ευχής έργον αν την ίδια άνθιση γνώριζε και ο, δυστυχώς, διαρκώς συρρικνούμενος ελληνισμός στην Τουρκία.
  • Είχαμε την ευκαιρία με ειλικρίνεια να συζητήσουμε με τον Πρόεδρο Erdoğan τη στεναχώρια μας, τη δυσαρέσκειά μας για το γεγονός ότι η Μονή της Χώρας άλλαξε χαρακτήρα και θα λειτουργήσει πια ως τέμενος.
  • Με την Τουρκία δεν συμφωνούμε πάντα στα θέματα τα οποία αφορούν τη Μέση Ανατολή. Η θέση της Αθήνας είναι ότι το Ισραήλ είχε κάθε δικαίωμα να αμυνθεί σε μία αιματηρή και προκλητική εισβολή τρομοκρατών στο έδαφός του, σε μία επίθεση με θύματα αθώους, οι οποίοι δολοφονήθηκαν, απήχθησαν, βασανίστηκαν και μάλιστα από μία τρομοκρατική οργάνωση που δεν εκπροσωπεί τον παλαιστινιακό λαό. Μέχρι εδώ δεν συμφωνούμε, όμως συμφωνούμε σε άλλα. Συμφωνούμε στο ότι πρέπει να σταματήσει η ασύμμετρη χρήση βίας και το αιματοκύλισμα στην περιοχή και να οδηγηθούμε σε μία ανακωχή διαρκείας. Συμφωνούμε ότι πρέπει να προστατευτούν οι άμαχοι της Γάζας και να απελευθερωθούν οι όμηροι. Συμφωνούμε ότι οι Παλαιστίνιοι πρέπει να αποκτήσουν πρόσβαση σε ανθρωπιστική βοήθεια. Ναι, συμφωνούμε ότι αυτή τη στιγμή θα ήταν κολοσσιαίο λάθος να εκδηλωθεί μία χερσαία επίθεση στη Ράφα. Όπως επίσης συμφωνούμε και στο γεγονός ότι η μόνη βιώσιμη προοπτική είναι η επιστροφή στην πολιτική διαδικασία και η λύση των δύο κρατών, θέση την οποία υποστηρίζουμε απόλυτα και ενεργά ως μέλη της διεθνούς κοινότητας και ως χώρες της περιοχής.
  • Και στο ίδιο πλαίσιο συζητήσαμε, προφανώς, και το κυπριακό ζήτημα, ένα ζήτημα το οποίο παραμένει υψίστης σημασίας για εμάς. Ένα ζήτημα στο οποίο προφανώς και διαφωνούμε, όμως το αντίδοτο σε οποιοδήποτε αδιέξοδο δεν μπορεί να είναι άλλο από το διάλογο
  • Εγώ θα επαναλάβω από το βήμα αυτό ότι η Ελλάδα υποστήριξε και υποστηρίζει, παρά τις μεγάλες δυσκολίες, την ενταξιακή διαδρομή της Τουρκίας, με την προϋπόθεση, βέβαια, της ενσωμάτωσής της στο ευρωπαϊκό κεκτημένο. Και τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Απριλίου δίνουν μια θετική προοπτική στην επανεκκίνηση των ευρωτουρκικών σχέσεων.