Μερικές ώρες πριν εγκαταλείψουν την «πράσινη ζώνη» με προορισμό το υπό πολιορκία από απελπισμένους Αφγανούς αεροδρόμιο της Καμπούλ, ο Παναγιώτης Κουμουτσάκος και οι υπεύθυνοι της πολυεθνικής εταιρείας ασφαλείας στην οποία εργάζεται δέχτηκαν επίσκεψη στο στρατηγείο τους από τον τοπικό επικεφαλής των Ταλιμπάν.
Ήταν η δεύτερη φορά που τους επισκεπτόταν στο διάστημα που ακολούθησε την «πτώση» της Καμπούλ και τον έλεγχό της από τους Ταλιμπάν. Σε αντίθεση με την πρώτη συνάντησή τους, κατά την οποία συνοδευόταν από δύο μαχητές ντυμένους με γιλέκα αυτοκτονίας, ο εκπρόσωπος των Ταλιμπάν αυτή τη φορά θέλησε, με τα λίγα αγγλικά που γνώριζε, να σπάσει τον πάγο και να δημιουργήσει μια πιο φιλική ατμόσφαιρα.
«Μην ανησυχείτε», είπε στρέφοντας το βλέμμα του στον Κουμουτσάκο και τους συναδέλφους του, που παρακολουθούσαν αμήχανοι φέροντας πλήρη στρατιωτική εξάρτυση. «Είμαστε αδέλφια. Αύριο μεθαύριο, όταν θα ’χουν τελειώσει όλα αυτά, θα έρθουμε να σας επισκεφθούμε. Οπως κάναμε την... 11η Σεπτεμβρίου», είπε χαμογελώντας τους πονηρά
Ο 46χρονος Παναγιώτης Κουμουτσάκος είναι εκπαιδευμένος στην προστασία προσώπων και τη φρούρηση στόχων. Εργάστηκε ως ένοπλος φρουρός σε πλοία και τα τελευταία τέσσερα χρόνια βρισκόταν στην Καμπούλ για λογαριασμό πολυεθνικών εταιρειών στον τομέα της ασφάλειας, δραστηριοποιούμενες υπό την ομπρέλα του ΝΑΤΟ.
Επέστρεψε το βράδυ του περασμένου Σαββάτου στο «Ελ. Βενιζέλος» και τα εικοσιτετράωρα που ακολούθησαν περιέγραψε κατ’ αποκλειστικότητα στην «Κ» τη ζωή του στην Καμπούλ και τη διαφυγή του από «τη χειρότερη εμπόλεμη ζώνη του κόσμου».
Τα «Compounds»
Το πρώτο διάστημα της παρουσίας του στο Αφγανιστάν, ο Κουμουτσάκος ήταν επικεφαλής μιας μικρής ομάδας ενόπλων που ήταν επιφορτισμένη με την εσωτερική ασφάλεια μιας καλά φυλασσόμενης εγκατάστασης στην οποία έμενε μαζί με δεκάδες ακόμα Δυτικούς.
«Δεν ήταν ξενοδοχείο, ούτε όμως και στρατόπεδο», εξηγεί. «Πρόκειται για μεγάλα οικοδομικά συγκροτήματα (σ.σ. τα αποκαλεί «Compounds»), φρουρούμενα εξωτερικά από την αφγανική αστυνομία και εσωτερικά από τους υπευθύνους των ιδιωτικών εταιρειών ασφαλείας.
Στο εσωτερικό τους λειτουργούν μαγαζιά με δυτικά προϊόντα, εστιατόρια και φυσικά διαμερίσματα για τη φιλοξενία των επισκεπτών. Οι ξένες διπλωματικές αποστολές, τα στελέχη των μεγάλων πολυεθνικών εταιρειών που επισκέπτονταν την Καμπούλ για δουλειά –«το Αφγανιστάν ήταν μια μεγάλη μπίζνα», λέει ο Κουμουτσάκος– και αξιωματούχοι δυτικών χωρών που είχαν αναλάβει για παράδειγμα να εκπαιδεύσουν τους Αφγανούς συναδέλφους τους, μένουν και κινούνται μέσα σ’ αυτά», εξηγεί.
Οταν κάποιος έβγαινε από ένα φυλασσόμενο οικοδομικό συγκρότημα για να πάει π.χ. στο αεροδρόμιο ή σε μια συνάντηση σε ξενοδοχείο στην επίσης καλά φυλασσόμενη «Πράσινη Ζώνη» (σ.σ. «Green Zone») της Καμπούλ συνοδευόταν από ενόπλους και στις μετακινήσεις χρησιμοποιούνταν βαριά θωρακισμένα οχήματα.
Τους τελευταίους μήνες και μέχρι την κινηματογραφική φυγή του από το Αφγανιστάν, αποστολή του Κουμουτσάκου ήταν να επιτηρεί τα διάφορα σημεία ελέγχου που λειτουργούσαν περιμετρικά της φυλασσόμενης από ενόπλους «Πράσινης Ζώνης» της πρωτεύουσα
Περί τα μέσα Ιουλίου, θυμάται ο 46χρονος, «ήταν ξεκάθαρο ότι οι Ταλιμπάν θα επεδίωκαν να πάρουν υπό τον έλεγχό τους την Καμπούλ. Αρκετοί από τους συναδέλφους μου, όπως και πελάτες (σ.σ. υπάλληλοι πολυεθνικών εταιρειών κ.ο.κ.) δήλωσαν παραίτηση και εγκατέλειψαν τη χώρα.
Καταλάβαινα ότι τα πράγματα θα γίνουν πιο δύσκολα, ωστόσο τα στελέχη της εταιρείας μου δεν ήταν ιδιαίτερα ανήσυχα. Βρισκόμασταν εξάλλου μαζί με προσωπικό από ξένες πρεσβείες. Ημουν αισιόδοξος ότι ακόμα κι εάν τα πάντα καταρρεύσουν δεν θα πάμε χαμένοι», περιγράφει.
Όταν πια στα μέσα Αυγούστου οι Ταλιμπάν είχαν πάρει υπό τον έλεγχό τους την Καμπούλ («αρκετοί Αφγανοί στη θέα τους χειροκρότησαν») ο Κουμουτσάκος και οι συνάδελφοί του περίμεναν οδηγίες και διαταγές από τους επικεφαλής της εταιρείας για το εάν και πότε θα εγκατέλειπαν τη βάση τους με προορισμό το αεροδρόμιο. «Όσο περνούσε η ώρα όμως κάτι τέτοιο γινόταν ολοένα και πιο δύσκολο, αφού οι Ταλιμπάν έπαιρναν υπό τον έλεγχό τους τα check points διώχνοντας απ’ αυτά τους Αφγανούς αστυνομικούς». Οι τελευταίοι, θυμάται ο Κουμουτσάκος, έβγαζαν τις στολές τους, παρέδιδαν τον οπλισμό τους και επέστρεφαν στα σπίτια τους
Ένα-δυο εικοσιτετράωρα αργότερα, μια ομάδα επτά-οκτώ Ταλιμπάν επισκέφθηκε τα κτίρια όπου στεγαζόταν η εταιρεία του Κουμουτσάκου και ενημέρωσαν ότι το επόμενο πρωί θα επέστρεφαν προκειμένου ο επικεφαλής τους, που μιλούσε λίγα αγγλικά, να διαπραγματευθεί απευθείας με τον υπεύθυνο της εταιρείας. Εν τω μεταξύ, στο οικοδομικό συγκρότημα που στεγαζόταν η εταιρεία είχε βρει καταφύγιο το προσωπικό τριών πρεσβειών, συνολικά 439 άτομα.
«Στην πρώτη συνάντηση υπήρχε νευρικότητα», διηγείται ο Κουμουτσάκος. Ίσως επειδή έγινε παρουσία δύο μαχητών που φορούσαν γιλέκα με εκρηκτικά. Θα τα πυροδοτούσαν σε περίπτωση που διατάσσονταν από τον διοικητή τους.
«Νόμιζαν ότι είμαστε η Blackwater και γι’ αυτό ήταν πολύ προσεκτικοί. Η συζήτηση κύλησε πολύ ομαλά και πολιτισμένα. Μας είπαν ότι αυτοί θα αναλάμβαναν στο εξής τη φύλαξη της εγκατάστασης και την ευθύνη της μεταφοράς μας στο αεροδρόμιο, σε χρόνο που εκείνοι θα υποδείκνυαν. Φεύγοντας ανταλλάξαμε χειραψίες», λέει ο 46χρονος Ελληνας. «Πριν από την αποχώρησή μας θα τους παραδίδαμε τον οπλισμό μας».
Αρχικά, υπήρξε συμφωνία για την εκκένωση του οικοδομικού συγκροτήματος όπου διέμεναν ο Κουμουτσάκος και ακόμα 438 Δυτικοί και για τη μεταφορά τους στο αεροδρόμιο, το πρωί της 16ης Αυγούστου.
Καθώς όμως υπήρχαν αναφορές για παρουσία έως και 5.000 απελπισμένων και εξαγριωμένων Αφγανών στην περίμετρό του, ο επικεφαλής των Ταλιμπάν ματαίωσε την επιχείρηση. «Δεν θέλω να αναλάβω εγώ την ευθύνη σε περίπτωση που κάποιος από εσάς τραυματιστεί», φέρεται να τους είπε, σύμφωνα με τον Παναγιώτη Κουμουτσάκο.
Τα ξημερώματα της 19ης Αυγούστου μάζεψαν εκ νέου τα πράγματά τους –«μόνο ό,τι μπορούσε να χωρέσει σε ένα μικρό σακίδιο»– και επιβιβάστηκαν σε συνολικά 7 πούλμαν με προορισμό το αεροδρόμιο.
«Τυλίξαμε τα διαβατήριά μας με ταινία πάνω στο στήθος μας»
«Μας είπαν να κλείσουμε τις κουρτίνες για να μην αντιληφθούν όσοι μας δουν ότι κατευθυνόμαστε στο αεροδρόμιο, ενώ τυλίξαμε τα διαβατήριά μας με ταινία πάνω στο στήθος μας. Είχαμε προετοιμαστεί να δώσουμε μάχη σώμα με σώμα για να μπούμε στο αεροδρόμιο.
Τελικά, όταν φτάσαμε στις 6.30 το πρωί, οι δυνάμεις ασφαλείας είχαν καταφέρει προσωρινά να απομακρύνουν το συγκεντρωμένο πλήθος».
Χάρη σε δικές του πρωτοβουλίες, στη συνδρομή του δικηγόρου - ειδικού σε θέματα διαχείρισης κρίσεων Γιώργου Μαρή και τη διαμεσολάβηση του ελληνικού ΥΠΕΞ, ο Παναγιώτης Κουμουτσάκος επιβιβάστηκε σε στρατιωτικό αεροσκάφος που τον μετέφερε στην Ντόχα.
Στη συνέχεια «πέταξε» για Λονδίνο πριν καταλήξει το βράδυ του περασμένου Σαββάτου στο «Ελ. Βενιζέλος». Τις τελευταίες ημέρες στο κινητό του τηλέφωνο συνεχίζει να δέχεται μηνύματα από γνωστούς του, Αφγανούς, που έμειναν πίσω στην Καμπούλ. «Νομίζουν ότι έχω ισχύ και μου ζητούν να τους βοηθήσω να εγκαταλείψουν τη χώρα», λέει.
πηγή:https://www.kathimerini.gr/society/561478882/etsi-apedrasa-apo-tin-kampoyl/