Του Ηλία Παπαδόπουλου
Το 2001 ο τότε πρωθυπουργός της Ελλάδος, Κωνσταντίνος Σημίτης, κήρυξε τον πολυπολιτισμό στην χώρα. Ο ίδιος, η κυβέρνησή του και όλα τα κόμματα από τότε μας έλεγαν ότι πολυπολιτισμός είναι η κατάσταση που υπάρχει στην Ευρώπη. Αν θέλουμε, λοιπόν, να είμαστε Ευρωπαίοι, πρέπει να έχουμε και μείς πολύ- πολιτισμό. Αφού ο πολύς-πολιτισμός είναι καλό πράμα και τον έχουν οι Ευρωπαίοι, άρα πρέπει να τον έχουμε και εμείς. Με αυτή την απλοϊκή λογική σκέψης που ακολουθεί την λογική με τον αστυνόμο και το μπουζούκι, οι προεξάρχοντες της ελληνικής πολιτείας εμπαίζουν και γαλουχούν το Έθνος.
Οι αριστερίζοντες συνάνθρωποί μας προσπαθούν να μας προκαλέσουν τύψεις και να επικαλέσουν το θυμικό μας, λέγοντας μας ότι όλοι τους είναι άνθρωποι, όμως το ιδεολόγημα αυτό ενέχει την αντικατάσταση του πολίτη, γίνεται μια συνειδητή αντικατάσταση της έννοιας του πολίτη από την έννοια του ανθρώπου, ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν τα ίδια δικαιώματα που έχουν οι πολίτες. Ως εξ αυτού, ακούγονται διατυπώσεις του τύπου «η γη δεν ανήκει σε κανέναν», «το Αιγαίο ανήκει στα ψάρια του» και πρωθυπουργικές απορίες περί του αν έχει η θάλασσα σύνορα. Επομένως, οι άνθρωποι μπορούν να πάνε παντού, αφού πρέπει να έχουν και τα ίδια δικαιώματα παντού. Και κάπως έτσι παρουσιάζονται στους πολίτες οι μεταναστευτικές ροές από τους αριστερούς μέχρι και τους δεξιούς κομματικούς μηχανισμούς. Παρόλα αυτά οι ίδιοι άνθρωποι δεν ασχολούνται με την αποκατάσταση και απόδοση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διατυμπανίζουν στις χώρες από τις οποίες προέρχονται οι μετανάστες και οι λαθρομετανάστες.
Κατά την δεκαετία 2010-2020, παρατηρήθηκε σε διάφορες πόλεις της Ελλάδος (Διδυμότειχο, Δράμα, Σέρρες, Θεσσαλονίκη, Αθήνα, Ρόδος, κ.ά.) μια μαζική προσπάθεια αναστήλωσης διαφόρων μουσουλμανικών τόπων λατρείας. Το 2006 η ελληνική βουλή ενέκρινε την κατασκευή μουσουλμανικού τεμένους στον Βοτανικό. Το 2013 υπήρξε και η σχετική υπουργική απόφαση για το εν λόγω τέμενος.
Αξίζει να ειπωθεί ότι αυτό το συγκεκριμένο μουσουλμανικό τέμενος εδράζεται σε οικόπεδο που ανήκει στο ελληνικό πολεμικό Ναυτικό(!). Έχει μεγάλες χέρσες εκτάσεις γύρω του, γεγονός που θέτει τις βάσεις για τη δημιουργία μουσουλμανικής πόλης στο κέντρο της ελληνικής πρωτεύουσας. Σημειώνεται ότι ένα μουσουλμανικό τέμενος δεν αποτελεί απλώς χώρο εκτέλεσης θρησκευτικών καθηκόντων. Συνήθως τριγύρω από τον κύριο χώρο λατρείας υπάρχουν συμπληρωματικοί χώροι και αίθουσες διδασκαλίας και κατήχησης. Καθότι το Ισλάμ δεν γνωρίζει τον διαχωρισμό κοσμικού και θρησκευτικού τομέα , τότε θα γίνεται και πολιτική καθοδήγηση των πιστών. Και αυτό θα γίνεται με την ελληνική χρηματοδότηση. «Τα τζαμιά είναι οι στρατώνες μας, οι τρούλοι είναι οι ασπίδες μας, οι μιναρέδες είναι οι ξιφολόγχες μας, οι πιστοί είναι ο στρατός μας». Αυτά είναι τα δημόσια λόγια του τέως δημάρχου Κωνσταντινουπόλεως και νυν προέδρου της Τουρκίας.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι με πόρους της Γ΄ Χρηματοδοτικής Περιόδου (2007-2013) έχουν αποκατασταθεί 12 οθωμανικά μνημεία (προϋπολογισμός 13,5 εκατ. ευρώ) σε όλη τη χώρα, ενώ σήμερα εκτελούνται στο Αιγαίο, τη Θράκη, τη Μακεδονία και την Κρήτη, εννέα έργα προϋπολογισμού 12 εκατ. ευρώ, με κορυφαίο το έργο της αποκατάστασης του Τεμένους Βαγιαζήτ στο Διδυμότειχο (2.110.000 ευρώ). Και όλα αυτά συμβαίνουν με την παράλληλη έξωθεν προγραμματισμένη εισβολή Αλλογενών, αλλοφύλων και αλλοθρήσκων από την Τουρκία και οσονούπω από την Αφρική μέσω της Κρήτης (λόγω της συμφωνίας για την επιτήρηση του εμπάργκο όπλων της Λιβύης).
Η Ελλάς βρίσκεται στα όρια του ισλαμικού κόσμου (Αλβανία, Σκόπια, Τουρκία, Αίγυπτος) ξεκομμένη από την «βαθιά» Ευρώπη. Βρίσκεται ακριβώς στην ίδια θέση που βρισκόταν πριν 1.000 χρόνια. «Πολεμάται» εκ των έσω από μια αντιπροσωπευτική ελίτ που νομίζει ότι μπορεί να ανασκευάζει και να αποδομεί το Έθνος και τον πολιτισμό του, κατά το δοκούν και έξωθεν, από τους συνήθεις και κατά καιρούς γνωστούς εχθρούς του.
Ο μετα-εθνικός συνταγματικός πατριωτισμός[1] του Habermas προσκρούει στην πραγματικότητα και ειδικά στην ευρωπαϊκή και όχι τόσο στην πολυεθνική αμερικάνικη (λόγω του melting pot) εξαιτίας των βαθιά ριζωμένων μακραίωνων εθνικών πεποιθήσεων. Η νεοφερμένη αυτή ιδέα δεν βρίσκει εφαρμογή στην ζωντανή δημοκρατία η οποία αποτελεί ένα «συμβόλαιο» των τεθνεότων, των ζώντων και των αγέννητων, δηλαδή των κατεχόντων της ιδιοσυγκρασίας που πολύ σωστά ο Ηρόδοτος συνοψίζει στη φράση «το ελληνικόν εόν όμαιμόν τε και ομόγλωσσον και θεών ιδρύματα κοινά και θυσίαι ήθεά τε ομότροπα» (Ηρόδοτος, Ουρανία 144). Δηλαδή: «υπάρχει και το ελληνικό έθνος από το ίδιο αίμα και με την ίδια γλώσσα μ΄ εμάς, με το οποίο έχουμε κοινά ιερά των θεών και κοινές θυσίες και ήθη κοινά» (μετάφραση Άγγελου Βλάχου, «Γαλαξίας» 1971).
Η Μεγάλη Βρετανία είναι από τις χώρες στις οποίες ζουν εκατομμύρια μουσουλμάνοι διαφόρων εθνικοτήτων. Το Μπέρμιγχαμ είναι χαρακτηριστική περίπτωση πόλης όπου υπάρχει μια παράλληλη κοινωνία μέσα στην δεύτερη μεγαλύτερη πόλη. Στην περιοχή Small Heath, ακμάζει η μουσουλμανική πλειοψηφία (οι Χριστιανοί Βρετανοί είναι μειονότητα πλέον). Επιπλέον, ασκείται ελεύθερα η σαρία, και αυτό αποτελεί απόδειξη ότι το κοσμικό και το θρησκευτικό στοιχείο είναι ένα και το αυτό για τους ακολούθους του Μωάμεθ. Η κατήχηση συνεχίζεται στα τζαμιά, όμως ξεκινά από τα ισλαμικά σχολεία τα οποία πλέον διαχωρίζουν τα αγόρια από τα κορίτσια (π.χ. Preston Muslim Girls High School, Manchester Islamic High School for Girls etc.). Τα ισλαμικά δικαστήρια (The Islamic Shari’a Council, Muslim Arbitration Tribunal), έχουν εν πολλοίς αντικαταστήσει τα δημόσια δικαστήρια του Ηνωμένου Βασιλείου όσον αφορά τους μουσουλμάνους. Το 2014 ήρθε στο φως της δημοσιότητας η υπόθεση βίας που ασκούνταν σε μη μουσουλμάνους μαθητές και καθηγητές σε δημόσια σχολεία της χώρας όπως το Golden Hillock School και το Oldknow School, υπόθεση γνωστή ως «Τhe Trojan Horse Affair», που συντάραξε την βρετανική κοινωνία.
Στην Ελλάδα όπως φαίνεται, το πρώτο βήμα είναι η αναστήλωση των υπαρχόντων τζαμιών με την δικαιολογία της πολιτισμικής διάσωσης. Είναι πιο πιθανό τα αναστηλωθέντα μουσουλμανικά τεμένη να είναι η σφραγίδα της ύπαρξης μουσουλμανικής κοινότητας σε όλη την Ελλάδα. Μετά τις εγκληματικές λαθραίες εισβολές που συνέβαιναν εδώ και δεκαετίες και ειδικά την πενταετία 2015-2020, πλέον η Ελλάδα θα έχει αποκτήσει και τα τζαμιά και τους πιστούς τους δημιουργώντας μια παράλληλη κοινωνία και μια παράλληλη πολιτεία αργότερα. Το πρόβλημα είναι ότι η ελληνική κοινωνία ακόμη δεν το έχει κατανοήσει το φαινόμενο αυτό που η ελληνική πολιτεία προωθεί. Δυστυχώς οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ δυσκολεύονται να καταλάβουν ότι οι Σταυροφορίες πλέον έγιναν Ισλαμοφορίες!
Το 2003 ο μεταναστευτικός νόμος Σημίτη προσπάθησε να μας εξηγήσει ότι είναι ο πιο προοδευτικός μεταναστευτικός νόμος της Ευρώπης που επιτρέπει την συμβίωση μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών, το προστάδιο δηλαδή του πολυπολιτισμού. Μας εξηγούσαν τότε ότι σιγά σιγά θα ενσωματώνονταν στην κοινωνία αρμονικά. Το ιδεολόγημα αυτό υιοθετήθηκε και από τις μετέπειτα κυβερνήσεις ώσπου η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ το είχε κάνει και σλόγκαν. Οι κυβερνήσεις, δηλαδή τα πολιτικά κόμματα αγνοούν τους ανθρώπους ως φορείς πολιτισμού και τους αντιμετωπίζουν λογιστικά ως αριθμούς. Αυτό δεν μπορεί να συμβαίνει παρά μόνο στα χαρτιά και όχι στην αληθινή ζωή.
Ωστόσο, η θλιβερή πραγματικότητα είναι ότι πρέπει μάλλον να εξελληνιστούν οι Έλληνες οι οποίοι δεν είναι άμοιροι ευθυνών. Ο καθείς εξ ημών οφείλει να διατηρήσει την παράδοση, την πίστη, τον πολιτισμό και όλες τις αξίες που οι πρόγονοι μας από αρχαιοτάτων χρόνων μας έχουν μεταλαμπαδεύσει, ώστε και εμείς με την σειρά μας να την μεταδώσουμε στους συνεχιστές του ελληνισμού. Αυτό έγκειται στην ατομική ευθύνη και προσπάθεια. Είναι δικό μας χρέος, του καθενός ξεχωριστά, να λάβει και να μεταδώσει την γνώση. Η από-εθνοποίηση της Ελλάδος έχει μπει στο στόχαστρο διαφόρων ελληνόφωνων, όμως οι ελληνόφρονες αντιστέκονται και θα αντιστέκονται ώσπου να ξαναλάμψει η αλήθεια και να διεκδικήσουμε και πάλι το μερτικό μας στον ήλιο όπως σωστά επισημαίνει ο μεγάλος Οδυσσέας Ελύτης.
[1] Ο Habermas µετέτρεψε την έννοια του “συνταγµατικού πατριωτισµού” του Sternberger σε πολιτική πρόταση για την οικοδόµηση µιας δηµοκρατικής κοινωνίας. Σύμφωνα με την δική του εκδοχή, η αίσθηση της κοινότητας σήµερα προϋποθέτει ως θεµέλιο κοινά κοινωνικά και πολιτικά δικαιώµατα. ∆ηλαδή, η αίσθηση της συµµετοχής σε µια κοινωνία και η ταύτιση µε αυτήν στο πλαίσιο των σύγχρονων δηµοκρατιών δεν µπορεί να βασίζονται σε κοινά πολιτισµικά χαρακτηριστικά αλλά πρέπει και µπορούν να βασίζονται στην αποδοχή και υποστήριξη κοινών συνταγµατικά κατοχυρωµένων αξιών σε ένα κράτος, το οποίο ως πολιτικό σχήµα δεν µπορεί να ταυτίζεται µε ένα “έθνος”.