Πέμπτη 21 Σεπτεμβρίου 2017

Ο Κρατισμός και η Μεταπολίτευση που Σβήνει.







Γράφει ο Ανδρέας Σταλίδης.

Πολιτική είναι η διαχείριση συμβόλων. Μία χρονική περίοδος συγκροτεί ξεχωριστή πολιτική περίοδο όταν κατά τη διάρκειά της υφίσταται μία σταθερότητα ως προς τις πολιτικές ανάγκες, τις προτεραιότητες και τα στερεότυπα που αναπαράγονται από τους τρεις πυλώνες της δημόσιας σφαίρας και μεταδίδονται από γενιά σε γενιά, δηλαδή την παιδεία, τις τρεις εξουσίες και τον τύπο. Οι τέσσερις τελευταίες δεκαετίες θεωρήθηκαν ως μία ενιαία πολιτική περίοδος («Μεταπολίτευση»), όχι μόνο επειδή ξεκίνησε με την αλλαγή πολιτεύματος, αλλά επειδή συντήρησε μία κοινή αντίληψη για την πολιτική με δεδομένους άξονες.
Ένας από αυτούς τους άξονες ήταν η οξύμωρη κατάφαση του κράτους. Είναι κοινό μυστικό ότι το δημόσιο ήταν καλύτερος εργοδότης από τον ιδιωτικό τομέα: στις απολαβές, συνθήκες εργασίας, συνταξιοδότηση, ασφάλεια εργασίας και υγείας. Είναι κοινό μυστικό ότι ο ιδιωτικός τομέας ήταν εν πολλοίς κρατικοδίαιτος: είτε ως πελάτης στον οποίον προμήθευε τις υπηρεσίες ή αγαθά, είτε ως ενδιάμεσος αξιολογητής κρατικών (ή ευρωπαϊκών) κονδυλίων, είτε ως κρίκος επιρροής χρηματοδότησης από ιδιωτικές τράπεζες. Τέλος, είναι κοινό μυστικό ότι το κράτος λειτουργούσε ως προστάτης ακόμα και στο μη κρατικοδίαιτο κομμάτι του ιδιωτικού τομέα, αν σκεφθούμε πόσες παρεμβάσεις ή εθνικοποιήσεις έγιναν (ειδικά τις δεκαετίες του 1970 και 80) ακόμα και σε παραγωγικές και εξαγωγικές μονάδες.
Ταυτόχρονα, οι πολίτες δεινοπαθούσαν από αυτό το ίδιο κράτος. Όλοι διαμαρτύρονταν για την συμπεριφορά των δημοσίων υπαλλήλων, για το κράτος που απουσίαζε όταν το ζητούσαμε ή ήταν βραδυκίνητο και δεν διεκπεραίωνε τις υποθέσεις μας εγκαίρως. «Πού είναι το κράτος;», ήταν η αγαπημένη φράση της Μεταπολίτευσης. Εξ ου λοιπόν και το οξύμωρο. Τον κρατικό αξιωματούχο τον θέλουμε να είναι ταυτόχρονα «πανταχού απών», όταν χτίζουμε το αυθαίρετο, και «πανταχού παρών», όταν καίγεται. Αυτή η αλλοπρόσαλλη προσέγγιση του κράτους συνοδευόταν από αρνητικό χρωματισμό σε ό,τι φαινόταν εκ πρώτης όψεως να απειλεί την παντοδυναμία του: το επενδυτικό κεφάλαιο, τις ιδιωτικοποιήσεις, τη σχέση ακαδημαϊκής έρευνας-ιδιωτικού τομέα κοκ. Η ανάπτυξη ερχόταν μόνο μέσω κρατικά ενισχυόμενου καταναλωτισμού (ο εξωτερικός δανεισμός τροφοδοτούσε αυξήσεις μισθών και άρα εισαγόμενα προϊόντα).  Το να παρέχει ιδιώτης ένα αγαθό ή μία υπηρεσία, αντί του κράτους, εθεωρείτο κακό επί της αρχής. Η τροφή και τα ρούχα είναι θεμελιώδη ανθρώπινα αγαθά, αλλά δεν ενοχλεί κανέναν να τα εμπορεύεται ιδιώτης. Η ενέργεια και η διαχείριση λιμένος όμως ενοχλούσαν. Πολύ μάλιστα.
Έγιναν δεκάδες διαδηλώσεις εναντίον της πώλησης του λιμανιού του Πειραιά σε ιδιώτες, κι ας ήταν Κινέζοι οι αγοραστές. Οι Κινέζοι είναι μεν καπιταλιστές εκτός Κίνας, όμως είναι κομμουνιστές εντός Κίνας και θα μπορούσαν να ιδωθούν με συμπάθεια. Το παράδειγμα είναι κομβικής συμβολικής σημασίας. Τις διαδηλώσεις εκείνες τις έκαναν οι άνθρωποι που σήμερα κάθονται στα κυβερνητικά και υπουργικά έδρανα. Οι ίδιοι ακριβώς άνθρωποι προάλλες χειροκροτούσαν θερμά στη Θεσσαλονίκη επί μακρόν τον πρωθυπουργό, ο οποίος πανηγύριζε επειδή «η επένδυση στο λιμάνι του Πειραιά έχει κέρδη», και ταυτόχρονα έθετε εαυτόν επικεφαλής επιτροπής επενδύσεων, ώστε να λύνονται πάραυτα τα προβλήματα των επενδυτών.
Ποιος λοιπόν θα απομείνει να καλλιεργεί τη δαιμονοποίηση των ενοχικών όρων; Χωρίς πάτρωνα, δεν πιθανολογείται διαιώνιση της πολεμικής ρητορικής. Ο διορατικός παρατηρητής θα προβλέψει και άλλα πράγματα όσο μεταγγίζεται το μήνυμα ευρύτερα, πχ πάταξη γραφειοκρατίας, εξωστρέφεια των ΑΕΙ κ.α.
πηγή:http://www.antibaro.gr/article/17531