Ηταν στραβό το κλήμα, το ’φαγε και ο γάιδαρος. Το στραβό κλήμα εν προκειμένω είναι οι χρόνιες παθογένειες της ελληνικής δημόσιας διοίκησης, από τη γραφειοκρατία μέχρι την καθυστέρηση στην απονομή δικαιοσύνης, και ο γάιδαρος η δυσμενής οικονομική συγκυρία. Τα δομικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας σε συνδυασμό με την ύφεση δεν επιτρέπουν να αξιοποιηθούν τα θετικά στοιχεία, όπως για παράδειγμα το υψηλού μορφωτικού επιπέδου εργατικό δυναμικό.
Ετσι, λοιπόν, για δεύτερη συνεχή χρονιά η Ελλάδα παραμένει στην 81η θέση μεταξύ 140 χωρών στην παγκόσμια κατάταξη ανταγωνιστικότητας που καταρτίζει το World Economic Forum (WEF), στη χειρότερη θέση από όλες τις χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ακόμη και από αυτές που έχουν εισέλθει τα τελευταία χρόνια στη μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια. Στην πραγματικότητα, παρατηρείται μια μικρή επιδείνωση της θέσης της Ελλάδας, καθώς πέρυσι κατετάγη επίσης 81η, αλλά μεταξύ 144 χωρών.
4 με άριστα το 7
Σε μία κλίμακα από το 1 έως το 7, όπου το 7 είναι το άριστα, η Ελλάδα πέρασε μεν τη βάση στη συνολική βαθμολογία, συγκεντρώνοντας τέσσερις βαθμούς, αλλά αυτό κάθε άλλο μπορεί να θεωρηθεί ικανοποιητικό. Στις τρεις μεγάλες κατηγορίες κριτηρίων, που με τη σειρά τους περιλαμβάνουν 12 επιμέρους πυλώνες και χρησιμοποιούνται από το WEF για την αξιολόγηση της ανταγωνιστικότητας, η Ελλάδα έλαβε την ακόλουθη βαθμολογία: 4,5 βαθμούς στην κατηγορία «Βασικές απαιτήσεις», 4,1 βαθμούς στην κατηγορία «Ενισχυτές απόδοσης» και 3,5 στην κατηγορία «Καινοτομία». Η δυσμενής δημοσιονομική κατάσταση της χώρας είναι αναμενόμενο να προκαλεί απώλεια ανταγωνιστικότητας και κάθε άλλο παρά έκπληξη προκαλεί το γεγονός ότι η Ελλάδα κατατάσσεται στην 139η θέση ως προς το κριτήριο «Χρέος γενικής κυβέρνησης» και στην 134η θέση ως προς την «Πρόσβαση στη δανειοδότηση».
Ωστόσο, ύστερα από πέντε χρόνια εφαρμογής μνημονίων, τα οποία περιλάμβαναν και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, η Ελλάδα εμφανίζεται να υστερεί σημαντικά σε αυτούς ακριβώς τους τομείς. Λαμβάνει εξαιρετικά χαμηλή βαθμολογία (μόλις 2,2 βαθμούς) και κατατάσσεται στην 128η θέση ως προς τη σπατάλη των δημοσίων δαπανών, το κανονιστικό πλαίσιο εξακολουθεί να θέτει εμπόδια στο επιχειρείν (2,4 βαθμούς, στην 131η θέση), το δικαστικό σύστημα παραμένει αναποτελεσματικό ως προς την επίλυση διαφορών (2,6 βαθμούς, στην 132η θέση), η φορολογία κάθε άλλο παρά αποτελεί κίνητρο για επενδύσεις (2,5 βαθμούς και 136η θέση). Πλέον ανασταλτικοί παράγοντες στην Ελλάδα για το επιχειρείν θεωρούνται η δυσκολία πρόσβασης στη χρηματοδότηση, η γραφειοκρατία, η πολιτική αστάθεια, το πολύπλοκο φορολογικό σύστημα και οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές.
Από την άλλη, η Ελλάδα λαμβάνει πολύ καλή βαθμολογία σε ό,τι αφορά το ποσοστό των πολιτών που έχουν φοιτήσει στην τριτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση (κατατάσσεται στην 1η και 15η θέση αντιστοίχως), ως προς τη διαθεσιμότητα μηχανικών και επιστημόνων (5,3 βαθμούς στην 6η θέση), ως προς τη διαθεσιμότητα των τελευταίων τεχνολογιών (5 βαθμούς στην 56η θέση).
Ετσι, λοιπόν, για δεύτερη συνεχή χρονιά η Ελλάδα παραμένει στην 81η θέση μεταξύ 140 χωρών στην παγκόσμια κατάταξη ανταγωνιστικότητας που καταρτίζει το World Economic Forum (WEF), στη χειρότερη θέση από όλες τις χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ακόμη και από αυτές που έχουν εισέλθει τα τελευταία χρόνια στη μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια. Στην πραγματικότητα, παρατηρείται μια μικρή επιδείνωση της θέσης της Ελλάδας, καθώς πέρυσι κατετάγη επίσης 81η, αλλά μεταξύ 144 χωρών.
4 με άριστα το 7
Σε μία κλίμακα από το 1 έως το 7, όπου το 7 είναι το άριστα, η Ελλάδα πέρασε μεν τη βάση στη συνολική βαθμολογία, συγκεντρώνοντας τέσσερις βαθμούς, αλλά αυτό κάθε άλλο μπορεί να θεωρηθεί ικανοποιητικό. Στις τρεις μεγάλες κατηγορίες κριτηρίων, που με τη σειρά τους περιλαμβάνουν 12 επιμέρους πυλώνες και χρησιμοποιούνται από το WEF για την αξιολόγηση της ανταγωνιστικότητας, η Ελλάδα έλαβε την ακόλουθη βαθμολογία: 4,5 βαθμούς στην κατηγορία «Βασικές απαιτήσεις», 4,1 βαθμούς στην κατηγορία «Ενισχυτές απόδοσης» και 3,5 στην κατηγορία «Καινοτομία». Η δυσμενής δημοσιονομική κατάσταση της χώρας είναι αναμενόμενο να προκαλεί απώλεια ανταγωνιστικότητας και κάθε άλλο παρά έκπληξη προκαλεί το γεγονός ότι η Ελλάδα κατατάσσεται στην 139η θέση ως προς το κριτήριο «Χρέος γενικής κυβέρνησης» και στην 134η θέση ως προς την «Πρόσβαση στη δανειοδότηση».
Ωστόσο, ύστερα από πέντε χρόνια εφαρμογής μνημονίων, τα οποία περιλάμβαναν και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, η Ελλάδα εμφανίζεται να υστερεί σημαντικά σε αυτούς ακριβώς τους τομείς. Λαμβάνει εξαιρετικά χαμηλή βαθμολογία (μόλις 2,2 βαθμούς) και κατατάσσεται στην 128η θέση ως προς τη σπατάλη των δημοσίων δαπανών, το κανονιστικό πλαίσιο εξακολουθεί να θέτει εμπόδια στο επιχειρείν (2,4 βαθμούς, στην 131η θέση), το δικαστικό σύστημα παραμένει αναποτελεσματικό ως προς την επίλυση διαφορών (2,6 βαθμούς, στην 132η θέση), η φορολογία κάθε άλλο παρά αποτελεί κίνητρο για επενδύσεις (2,5 βαθμούς και 136η θέση). Πλέον ανασταλτικοί παράγοντες στην Ελλάδα για το επιχειρείν θεωρούνται η δυσκολία πρόσβασης στη χρηματοδότηση, η γραφειοκρατία, η πολιτική αστάθεια, το πολύπλοκο φορολογικό σύστημα και οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές.
Από την άλλη, η Ελλάδα λαμβάνει πολύ καλή βαθμολογία σε ό,τι αφορά το ποσοστό των πολιτών που έχουν φοιτήσει στην τριτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση (κατατάσσεται στην 1η και 15η θέση αντιστοίχως), ως προς τη διαθεσιμότητα μηχανικών και επιστημόνων (5,3 βαθμούς στην 6η θέση), ως προς τη διαθεσιμότητα των τελευταίων τεχνολογιών (5 βαθμούς στην 56η θέση).
Το φαινόμενο «brain drain»
Ολα τα αρνητικά, ωστόσο, φαίνεται ότι ακυρώνουν τα θετικά. Το φαινόμενο του «brain drain» αποτυπώνεται, άλλωστε, και στην έκθεση του WEF. Ως προς το κριτήριο «Ικανότητα της χώρας να διατηρεί τα ταλέντα» η Ελλάδα κατατάσσεται στην 111η θέση με σκορ μόλις 2,8 βαθμούς, ενώ ως προς το κριτήριο «Ικανότητα της χώρας να προσελκύει ταλέντα» συγκεντρώνει μόλις 2,2 βαθμούς και κατατάσσεται στην 131η θέση.
Ολα τα αρνητικά, ωστόσο, φαίνεται ότι ακυρώνουν τα θετικά. Το φαινόμενο του «brain drain» αποτυπώνεται, άλλωστε, και στην έκθεση του WEF. Ως προς το κριτήριο «Ικανότητα της χώρας να διατηρεί τα ταλέντα» η Ελλάδα κατατάσσεται στην 111η θέση με σκορ μόλις 2,8 βαθμούς, ενώ ως προς το κριτήριο «Ικανότητα της χώρας να προσελκύει ταλέντα» συγκεντρώνει μόλις 2,2 βαθμούς και κατατάσσεται στην 131η θέση.
πηγή:kathimerini.gr