Η γενιά των γενναίων Στρατιωτών που πολέμησαν στο ΕΠΟΣ του 1940, που έγραψαν σελίδες δόξας και ηρωισμού, έχει σχεδόν κλείσει.Ορισμένοι από αυτούς, ελάχιστοι στον αριθμό, κρατούσαν σημειώσεις αποτυπώνοντας την καθημερινότητα του πολέμου και άλλοι αφηγήθηκαν τα γεγονότα στους απογόνους τους που τα κατέγραψαν.
Σε αυτούς που εξιστόρησαν ήταν και ο Νίκος Τζουλάκης από τις Λαμπιώτες Αμαρίου, και η κόρη του Καδιανή, φιλόλογος, ευαισθητοποιημένη στα ιστορικά θέματα, τα έβαλε στις σημειώσεις της ως μαρτυρία-ντοκουμέντο.
Αφηγήθηκε στην κόρη του ο Νίκος Τζουλάκης: "Στις 30 Οκτώβρη 1940 επιστρατευτήκαμε. Από το χωριό μας ήταν και ο Παπαδάκης Γεώργιος, ο αέρας σφύριζε, έπεφτε βροχή δυνατή, το χιόνι ήτο πολύ και το κρύο ήτο βαρύ», γράφει στο ημερολόγιό του ο δακτυλογράφος του 44ου Συντάγματος Γιάννης Μπριλάκης,Βλαστός Γεώργιος, ο Σιγανός Γεώργιος και ο Σιγανός Εμμ.(κουνιάδος μου). Ανήκαμε στο 44ο Σύνταγμα Πεζικού Ρεθύμνου, 5η Μεραρχία Κρήτης. Ο σταθμός μας ήταν τα Τσικαλαριά, πριν τα Χανιά και εν συνεχεία το Ρούφ Αθηνών. Εν συνεχεία πήγαμε Φιλόταινα την εορτή του Αγίου Νικολάου. Μετά την Κλεισούρα, Λιβάδι φτάσαμε στη λίμνη της Καστοριάς και στρατοπεδεύσαμε πάνω στον πάγο. Περάσαμε Άγιο Δημήτριο, Ιεροπηγή και φτάσαμε στην Κοπετίτσα. Ήταν το πρώτο αλβανικό χωριό και είδαμε και τους πρώτους Ιταλούς αιχμαλώτους…"
"Περάσαμε την Κορυτσά που ήταν μεγάλο ελληνικό χωριό. Πήγαμε στην Εσέρκα Κασετζέζ και τα μουλάρια πνίγονταν στη λάσπη. Μαζί μου στο αντίσκηνο ήταν ο Μιχάλης Γεωργουλάκης από τη Μπισταή, Μαριδάκης από τον Άη Γιάννη, Μανουσάκης από τη Λοχριά. Η πορεία ήταν τέσσερα χιλιόμετρα και έγινε σε δεκαπέντε ώρες στην Τρέσοβα. Ο Στρατιδάκης ο φιλόλογος καθηγητής, μας έβγαλε λόγο και τάραξε ψυχές! Τα δέντρα ήταν γεμάτα από χιόνι και τα σπίτια ήταν ωραία. Ήμουν σιτιάρχης και στο συσσίτιο με έβαλε ο Τουρνάκης Εμμ. Από το Πετροχώρι…"
ΘΥΜΑΤΑ, ΙΤΑΛΟΙ ΑΙΧΜΑΛΩΤΟΙ
"Στρατοπεδεύσαμε στην ερημιά. Του καθηγητή Σταυρακάκη του πήρε την αρβύλα ο ποταμός. Κάναμε συσσίτιο στις 12 του Φλεβάρη. Οι φαντάροι πήγαν στο όρος Μπουντανόρν, 1950 μέτρα ύψος. Οι μισοί σκοτώθηκαν, έπεσε μια οβίδα πάνω στη σκηνή. Ο Αψος ποταμός είναι κάτω στο Μπουντανόρν, ο Κουκουράκης ο λοχαγός από τα Χανιά ήταν πρησμένος από τα χιόνια και ο Τουρνάκης τα ίδια…"
"Ανήκω στη 2η Πυροβολαρχία, 2ο Τάγμα ως λοχίας. Στήναμε καζάνια για τους στρατιώτες. Την 1η του Μάρτη έγινε μεγάλη επίθεση των Ιταλών. Αποκρούστηκαν και πιάστηκαν 52 αιχμάλωτοι. Σκοτώθηκαν Μπούτζουκας από το Άνω Μέρος, Κουτελιδάκης Μιχάλης και Ριτσάτος Μάρκος από το Γερακάρι. Επίσης ο Μιχάλης Ταξάκης από τον Φουρφουρά, ο Τσαχάκης από τις Δρυγιές και ο Δημητρακάκης από τα Πλατάνια… Στην τοποθεσία «Τρία Αβγά» ρίχνουν οβίδες και σκοτώνονται πολλοί. Ο Χαρίδημος Χαραλαμπάκης από το Πετροχώρι έτρεμε από το κρύο και πέθανε στην Αθήνα. Μαζί μας ήταν και ο Χαλκιαδάκης ο γιατρός από την Πηγή…Το συσσίτιό μας ήταν μια κονσέρβα την ημέρα. Εκτός από την πείνα μας «θέριζαν» τα κρυοπαγήματα και οι ψείρες. Οι Ιταλοί ήταν καλά εξοπλισμένοι και είχαν φωτογραφίες, σοκολάτες και στυλούς…"
ΟΠΙΣΘΟΧΩΡΗΣΗ
Στις 6 Απριλίου το 1941 έγινε η οπισθοχώρηση μετά την εισβολή των Γερμανών στο μακεδονικό μέτωπο. Επικράτησε πανικός και πήγαμε στα Γιάννενα. Το νοσοκομείο "Ακρέον" το βομβάρδισαν ιταλικά αεροπλάνα και μαζί με τον Πελτέκη ήρθαμε από την Αλβανία. Στο πέτρινο μαντράκι είχαν καζάνια. Έφεραν τον Μύρο το Δημητρακάκη στο φορείο τέζα και λέει: " Ίντα ‘ναι Τζουλάκη; Λέω, ποιος είσαι από τα Πλατάνια; και τον πήγα στη σόμπα…στρατιώτες"
"Κατεβαίνοντας για την Αθήνα, πήγαινα ρυάκι-ρυάκι. Βλέπω σε μια σπηλιά τον Μαυράκη, βομβαρδίστηκε η σπηλιά και σκοτώθηκε. Ήταν μαζί μου ο Φουρτίνης από την Μπισταή που είχε τσαγκάρικο στη Μητρόπολη. Στην Αθήνα μαζεύτηκαν πολλοί Κρητικοί και οι καϊκάρηδες μας ζητούσαν 3.000 δρχ για να μας πάνε στην Κρήτη…"
"Από την Ελαφόνησο Πελοποννήσου φτάσαμε στο ακρωτήρι "Τηγάνι". Ήμασταν 111 άτομα σε μια βάρκα. Σ΄ένα χωριό κοντά στο "Τηγάνι" μας έκαναν μεγάλη περιποίηση. Συνέχεια έφτασα στο Καστέλι Κισσάμου και ήταν ένας αγρονόμος από το Ρέθυμνο ονόματι Βασιλάκης. Μου βρήκε αμάξι για το Ρέθυμνο και εκεί κοιμήθηκα στο ξενοδοχείο "Αρκάδι". Έφυγα με το λεωφορείο και πήγα στο χωριό μου γιατί αγαπούσα τη γιαγιά μου. Μετά ακολούθησαν τα βάσανα της κατοχής…"
Στρατιώτες λίγο πριν μπουν στη μάχη στην Αλβανία το 1940