Δευτέρα 15 Νοεμβρίου 2021

Η Αριστερά του Χαβιαριού


 Του Χρήστου Χωμενίδη 

Η Ίνγκεμπορχ Μπέιχελ, Ολλανδή δημοσιογράφος, τράβηξε όλα τα φώτα επάνω της. Κέρδισε μια διασημότητα, εφήμερη μεν, πολλαπλάσια δε του δεκαπεντάλεπτου που -κατά Άντι Γούρχολ- αναλογεί σε κάθε άνθρωπο στην εποχή των mass, σήμερα και των social media. Ως μια περσόνα (δεν γράφω "πρόσωπο" – το πρόσωπό της δεν το βλέπω πίσω από τη μάσκα κι αρνούμαι να το φιλοτεχνήσω με βάση τα κουτσομπολιά ή ακόμα και τις έγκυρες πληροφορίες της τοπικής υδραίικης κοινωνίας όπου ζει εδώ και σαράντα χρόνια), ως μια περσόνα άκρως, σε εμένα, αντιπαθής. 

Όχι βεβαίως διότι προσέβαλε τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Κάθε πολιτικός, πόσω μάλλον ο επικεφαλής της εκτελεστικής εξουσίας, οφείλει να έχει αρκετά γερό στομάχι ώστε να αντιπαρέρχεται τις λεκτικές επιθέσεις. Να τις μεταβολίζει με μειλίχιο χαμόγελο ή με κομψή ειρωνεία. Ούτε γιατί έθιξε τάχα την Ελλάδα – αλοίμονο εάν η Ελλάδα, δηλαδή όλοι εμείς, είμαστε τόσο ανασφαλείς που να μάς αναστατώνει, να μας κλονίζει, ο οποιοσδήποτε αρθρώνει το οτιδήποτε σε οσονδήποτε ανοίκειο τόνο. Κάλλιο, στο κάτω-κάτω, να σε βρίζουν κατάμουτρα, δίνοντας σου την ευκαιρία να απαντήσεις αμέσως. Κι εδώ που τα λέμε, η κυρία Μπέιχελ περισσότερο εναντίον της Ευρωπαϊκής Ένωσης έπνεε μένεα παρά κατά της Ελλάδας.

Αποστρέφομαι την Ίνγκεμπορχ Μπέιχελ επειδή φαντάζει να ενσαρκώνει ό,τι οι Γάλλοι αποκαλούν "Gauche Caviar”, "Αριστερά του Χαβιαριού". Οι Βρεττανοί το λένε "Σοσιαλισμό της Σαμπάνιας". Οι Αμερικάνοι "Προοδευτισμό της Λιμουζίνας". Οι Γερμανοί "Κομμουνισμό των Σαλονιών". Το αντίστοιχό του συναντάται σε πολλές γλώσσες. Στα ελληνικά -γιατί άραγε;- δεν έχουμε ακόμα σχετική έκφραση.

Ο "Αριστερός του Χαβιαριού" κάθε άλλο παρά ταυτίζεται με τον εύπορο ή με τον πλούσιο ο οποίος προσχωρεί στην Αριστερά.  

Από τα τέλη του 18ου αιώνα, αφότου ξεκίνησαν οι μεγάλες κοινωνικές και εθνικοαπελευθερωτικές επαναστάτες, υπήρχαν άνθρωποι που δεν δεσμεύονταν από τα εκ γενετής προνόμιά τους. Που γύριζαν την πλάτη σε μια πλούσια -άνετη έστω- ζωή κι ακολουθούσαν την καρδιά τους. Το περί δικαιού αίσθημά τους. Τους αποκαλούσαν "ταξικούς προδότες" - ήταν η μόνη περίπτωση όπου η λέξη "προδότης" έλαβε σημασία θετική. Ενώνονταν με τους υπόδουλους, τους φτωχούς και καταφρονεμένους. Πολεμούσαν μαζί τους. Διέθεταν ενίοτε την περιουσία τους στο ιδανικό. Ευγενείς άνθρωποι, ανυστερόβουλοι, έτοιμοι να πέσουν στη φωτιά. Ακόμα και όταν τα οράματά τους αποδεικνύονταν πλάνες, πώς θα μπορούσες να μην υποκλιθείς ενώπιόν τους; Ιδίως όταν άφηναν τα κόκκαλά τους στα πεδία των τίμιων μαχών.

Ο Λορέντζος Μαβίλης, πρωτοσοσιαλιστής ποιητής, εξόπλισε ιδίοις εξόδοις εκστρατευτικό σώμα και σκοτώθηκε ηρωικά στον Δρίσκο, πολεμώντας για την απελευθέρωση της Ηπείρου. Ο Τζον Ριντ εγκατέλειψε την ασφάλεια του Χάρβαρντ για να συμμετάσχει -και να καλύψει δημοσιογραφικά- τη σοβιετική επανάσταση. Μάς άφησε το χρονικό "Δέκα Μέρες που Συγκλόνισαν τον Κόσμο" πάνω στο οποίο βασίστηκε η ταινία "Οι Κόκκινοι" με τον Γουόρεν Μπίτι και την Νταϊάν Κίτον. Πολλοί εθελοντές από την Ευρώπη και την Αμερική πύκνωσαν τις γραμμές των Δημοκρατικών στον Ισπανικό Εμφύλιο.

Πότε το πράγμα άρχισε να στραβώνει;

Εάν έπρεπε να επιλέξω σχετικά αυθαίρετα ένα ορόσημο, θα ανακαλούσα την επίσκεψη του ποιητή Πολ Ελιάρ στον Γράμμο τον Ιούνιο του 1949. Ο επιφανής Γάλλος ποιητής έγινε δεκτός με τιμές από την ηγεσία του ΚΚΕ. Έβγαλε λόγο στους μαχητές του Δημοκρατικού Στρατού, απευθύνθηκε με τηλεβόα και στους φαντάρους του Εθνικού Στρατού. Παρασημοφορήθηκε. Επιστρέφοντας στο Παρίσι, πήγε στο θρυλικό καφενείο Deux Magots και επέδειξε συγκινημένος το παράσημο στις συναναστροφές του. Απήγγειλε τους στίχους που είχε εμπνευστεί από τον απελπισμένο αγώνα των Ελλήνων ανταρτών. Έπειτα, προφανώς, η παρέα του Deux Magots θα άλλαξε κουβέντα. Θα περιέλαβε κάποιο νεοκδοθέν μυθιστόρημα ή ένα φρέσκο κουτσομπολιό. Δεν έφταιγε -προς Θεού- ο Ελιάρ. Στο καλπάζον μεταπολεμικό Παρίσι πόσο πιά να ασχοληθούν με τον Ελληνικό Εμφύλιο; 

Ο Ζαν Πολ Σαρτρ, πάπας της γαλλικής διανόησης επί δεκαετίες, υμνούσε αταλάντευτα και παθιασμένα τα επιτεύγματα του "υπαρκτού σοσιαλισμού". Δήλωνε αλληλέγγυος με όποια εξέγερση ξεσπούσε όπου γης. Στους προβληματισμούς ορισμένων συνομιλητών του -με σημαντικότερο και εντιμότερο τον Αλμπέρ Καμύ- κώφευε πεισματικά. Οι Δίκες της Μόσχας; Συκοφαντίες των εχθρών της Σοβιετικής Ένωσης! Τα εγκλήματα που αποκαλύφθηκαν μετά τον θάνατο του Στάλιν; Υπερβολές! Έπρεπε να καταπνιγεί η δημοκρατική εξέγερση στη Βουδαπέστη, να εισβάλουν αργότερα τα σοβιετικά τανκς στην Πράγα για να αποστεί ο Σαρτρ από το δόγμα του μαρξισμού-λενινισμού, όπως τουλάχιστον εφαρμοζόταν στο ανατολικό μπλοκ. Και να στραφεί από τον Μπρέζνιεφ στον Μάο Τσε Τουνγκ, εναγκαλιζόμενος στα τέλη της ζωής του ακόμα και τον Αγιατολάχ Χομεϊνί. 

Το πρόβλημα δεν είναι ο δογματισμός. Είναι η απόσταση ασφαλείας που θρέφει τις φαντασιώσεις. Ο "Αριστερός του Χαβιαριού" εξιδανικεύει τους αγώνες των λαών αρκεί να συμβαίνουν μακριά από το σπίτι του. Επισκέπτεται ως τουρίστας την Κούβα. Ενθουσιάζεται με τη μουσική, με την ομορφιά και με το μπρίο των ντόπιων. Και εθελοτυφλεί μπροστά στον δεσποτισμό, στις στερήσεις, στην ανέχεια που οδηγεί μαθηματικά στην πορνεία. "Οι Αμερικάνοι φταίνε!" σού λέει έτσι και τον στριμώξεις. "Το σύστημα που εγκαθίδρυσε ο Φιντέλ είναι εξαιρετικό!"

Ο "Αριστερός του Χαβιαριού" περιφέρει και διατυμπανίζει τις ευαισθησίες του αποφεύγοντας να τις δοκιμάσει πάνω στη λυδία λίθο της πραγματικότητας. Οι Μουσουλμάνοι; Εξαιρετικοί. Και ας εφαρμόζουν στις κλειστές κοινότητές τους τον νόμο της Σαρίας. Τα σύνορα; Να ανοίξουν διάπλατα – οι νεοφερμένοι θα τα βρουν με τους γηγενείς πάνω στις γενικές αρχές του ανθρωπισμού. Οι μειονότητες; Καθαγιασμένες a priori!

Όταν όμως τού επισημαίνεις ότι προτεραιότητα μιάς φιλολαϊκής κυβέρνησης θα έπρεπε να αποτελεί η αναβάθμιση της δημόσιας παιδείας διά της αξιολόγησης και η σύνδεσή της με τις παραγωγικές ανάγκες - τι να τα κάνουμε τα λεφούσια των άεργων κοινωνιολόγων; … Όταν τού υπενθυμίζεις ότι ελεύθερος είναι εκείνος που αμείβεται αξιοπρεπώς, ξοδεύει τον χρόνο του όπως ο ίδιος γουστάρει, μπορεί να σχεδιάζει το προσωπικό -ναι, το προσωπικό- του μέλλον, τότε ο "Αριστερός τού Χαβιαριού" δυσφορεί. Δυσκολεύεται να αντιληφθεί τη ζωή δίχως ιδεολογική στράτευση. Χωρίς "κολασμένους", αποδέκτες τής αφ’υψηλού, εκ του περισσεύματος, πρόνοιάς του. Που θα έπρεπε να τον ευγνωμονούν για τη διαρκή επίδειξη αλληλεγγύης του.  

Ο "Αριστερός του Χαβιαριού" αρνείται πεισματικά να δεχθεί ότι πολιτική σημαίνει να επιλέγεις καθημερινά το μη χείρον. Από τις εφαρμόσιμες λύσεις που σού προσφέρονται τη λιγότερο κακή. 

Για αυτό ο "Αριστερός του Χαβιαριού", έτσι και τον ζορίσεις, αμολάει -αντί για χταποδίσιο μελάνι- φληναφήματα. Ξύλινα τσιτάτα: "Ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός", "Είμαι ρεαλιστής επιδιώκω το αδύνατο", "Για εμάς δεν μετρούν οι αριθμοί αλλά οι άνθρωποι"… Όχι σπάνια δε, στη ζούλα, φουσκώνει το πορτοφόλι του ή αγοράζει σπίτια, κάνοντας την ιδεολογία επάγγελμα.

Ο Λορέντζος Μαβίλης φορούσε ένα κόκκινο χιτώνιο, που βάφτηκε με το αίμα του. Η κυρία Ίνγκεγκορχ Μπέιχελ στόλιζε το κεφάλι της με ένα κόκκινο καπελάκι. "Καλότυχοι οι νεκροί που λησμονάνε την πίκρια της ζωής…"

* Ο κ. Χρήστος Χωμενίδης είναι συγγραφέας 




πηγή:https://www.capital.gr/xristos-xomenidis/3595009/i-aristera-tou-xabiariou