Τον Δεκέμβριο του 2008, κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού, ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης αποκάλυψε κάτι συνταρακτικό. Δεν ήταν πρόβλεψη, ή εκτίμηση, όπως ισχυρίζονται πολλοί. Δεν είπε ότι «έτσι όπως πάμε θα καταλήξουμε στο ΔΝΤ», αλλά ότι «αποτελεί κοινό μυστικό στους κύκλους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι η Ελλάδα… καλό θα ήταν να αναγκαστεί να προσφύγει στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο».
Τότε φάνταζε τόσο παρατραβηγμένο, που παρότι ο κ. Σημίτης ποτέ δεν πετούσε λόγια στον αέρα, οι δημοσιογράφοι δεν έδωσαν την πρέπουσα σημασία. Το πολιτικό ρεπορτάζ από τη συγκεκριμένη ομιλία έβγαλε την «είδηση» ότι ο πρώην πρωθυπουργός ήταν χολωμένος με τον κ. Γιώργο Παπανδρέου και γι’ αυτό τον λόγο δεν είπε ούτε μία φορά τη λέξη «ΠΑΣΟΚ» στην ομιλία του.
Υπό το πρίσμα του ισχύοντος ποινικού κώδικα, αυτόν που κάνει τρισχειρότερο ο υπουργός Δικαιοσύνης, ο πρώην πρωθυπουργός θα έπρεπε να πάει στο δικαστήριο, αν μη τι άλλο να αποδείξει την αλήθεια των λεγομένων του, ότι δηλαδή στους κύκλους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής λέγονται τέτοια πράγματα, αυτά που ο τότε υπουργός Οικονομίας Γιώργος Αλογοσκούφης χαρακτήρισε «κινδυνολογία».
Και επειδή ο τότε πρόεδρος της Επιτροπής, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, θα ήταν απασχολημένος και δεν θα μπορούσε να καταθέσει σε ελληνικό δικαστήριο, ο κ. Σημίτης θα μπορούσε να καταδικαστεί διότι σύμφωνα με το νέο άρθρο 191, «όποιος δημόσια ή μέσω του Διαδικτύου διαδίδει ή διασπείρει με οποιονδήποτε τρόπο ψευδείς ειδήσεις, που είναι ικανές να προκαλέσουν ανησυχίες ή φόβο στους πολίτες ή να κλονίσουν την εμπιστοσύνη του κοινού στην εθνική οικονομία, στην αμυντική ικανότητα της χώρας ή στη δημόσια υγεία, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματική ποινή…».
Σύμφωνοι. Είναι σενάριο φαντασίας. Οι πρώην πρωθυπουργοί δεν κάθονται στο σκαμνί για κάτι που είπαν στη Βουλή. Αλλά αν το έγραφε κάποιος σε εφημερίδα ή στο Διαδίκτυο, η ανόητη αυτή διάταξη θα μπορούσε κάλλιστα να εφαρμοστεί. Αυτό είναι το πρώτο πρόβλημα των ασφυκτικών για την ελευθερία του λόγου νομοθεσιών. Εφαρμόζονται αναλόγως της ισχύος του ομιλούντος. Αν το γράψει κάποιος σε blog, θα μπορεί να παραπεμφθεί. Αν το έλεγε κάποιος σταρ της δημοσιογραφίας δεν θα γινόταν τίποτα. Οι κακοί νόμοι, όταν εφαρμόζονται επιλεκτικώς, γίνονται χειρότεροι. Και όλοι οι εξωφρενικοί νόμοι επιβιώνουν επειδή ακριβώς δεν εφαρμόζονται καθολικώς, ώστε να μπουν διά της δίωξης των προβεβλημένων στη βάσανο του δημόσιου διαλόγου.
Το χειρότερο είναι ότι αυτό το ελεεινό νομοθέτημα το φέρνει η κυβέρνηση που έχει ως πρωθυπουργό τον μόνο βουλευτή, ο οποίος το 2007 έθεσε το ζήτημα της αναθεώρησης του αναχρονιστικού άρθρου 14. Βεβαίως, τότε ο κ. Μητσοτάκης ήταν πρωτοεκλεγείς βουλευτής. Σήμερα είναι πρωθυπουργός.
πηγή: https://www.kathimerini.gr/opinion/561547906/kodikas-logokrisias/