Μόνο η ταχεία και επίκαιρη έκδοση της αποφάσεως του δικαστηρίου είναι απονομή Δικαιοσύνης. Διαφορετικά, όταν δηλαδή η απόφαση εκδίδεται μετά πάροδο πολλού χρόνου το νόημα της διαφοράς έχει συνήθως εκλείψει ή οι πρωταγωνιστές έχουν χαθεί. Τη διαφορά τότε στην περίπτωση αυτή τη λύνει ο χρόνος και όχι η Δικαιοσύνη.
Αποτελεί πλέον κοινή παραδοχή ότι η σχέση της Ελληνικής Δικαιοσύνης με το χρόνο δεν είναι καλή. Στα Ελληνικά δικαστήρια εκκρεμούν χιλιάδες υποθέσεις για πάρα πολλά χρόνια με ολέθριες συνέπειες τόσο για την οικονομία όσο και για την κοινωνία.
Ο Παναγιώτης
Πικραμμένος*
Σύμφωνα με την έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας για το 2012, η Ελλάδα ήταν τέταρτη από το τέλος μεταξύ των 27 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς το μέσο χρόνο που απαιτείται προκειμένου να επιλυθεί μια απλή αστική υπόθεση.
Στην ίδια έκθεση, η Ελλάδα υπολειπόταν των υπολοίπων ανεπτυγμένων χωρών ως προς την εφαρμογή της νομοθεσίας κατά της χρηματιστηριακής απάτης, των μονοπωλιακών δραστηριοτήτων και την αποτελεσματικότητα του πτωχευτικού συστήματος.
Σημειωτέον, ότι οι δείκτες δε αυτοί έχουν ιδιαίτερη σημασία καθώς αποτυπώνουν με αρκετά αντιπροσωπευτικό τρόπο τις επιπτώσεις του συστήματος απονομής Δικαιοσύνης στην επιχειρηματική και εν γένει οικονομική δραστηριότητα.
Τέλος, και σύμφωνα με τον πίνακα επιδόσεων του 2013 για τα εθνικά συστήματα δικαιοσύνης στην Ε.Ε., που έδωσε στη δημοσιότητα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στην Ελλάδα επικρατεί κατάσταση αρνησιδικίας. Τούτο διότι, σύμφωνα με ως άνω τον πίνακα επιδόσεων, το 2013 ο χρόνος εκδίκασης δικαστικών υποθέσεων στην Ελλάδα, εξαιρουμένων των ποινικών υποθέσεων, ήταν κατά μέσο όρο 510 ημέρες.
Περαιτέρω, βάσει των στοιχείων του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επισημαίνει ότι η Ελλάδα έρχεται 98η ανάμεσα σε 144 χώρες παγκοσμίως όσον αφορά την αντίληψη των πολιτών για την ανεξαρτησία των συστημάτων δικαιοσύνης στη χώρα τους. Βάσει των ίδιων στοιχείων, η Ελλάδα κατατάσσεται 24η στην Ε.Ε. όσον αφορά την αντίληψη περί «ανεξαρτησίας» των δικαστικών συστημάτων και ακολουθούν η Βουλγαρία, η Ρουμανία και η Σλοβακία. Ενώ η αντιθέτως, η Φινλανδία, η Ολλανδία, η Ιρλανδία, η Γερμανία και η Σουηδία κατατάσσονται ανάμεσα στις 10 χώρες με τα πλέον «ανεξάρτητα» δικαστικά συστήματα παγκοσμίως.
Τεράστιες οι επιπτώσεις από τις καθυστερήσεις
Στην Ελλάδα της κρίσης, η οποία αγωνίζεται να επιβιώσει και προσπαθεί απεγνωσμένα και με πολύ πόνο και κόπο να περιορίσει τις σπατάλες στις κρατικές δαπάνες και ν’ αυξήσει τα δημόσια έσοδα, η καθυστέρηση στην απονομή της Δικαιοσύνης έχει τεράστιο σε κόστος. Τόσο σε χρήμα όσο και σε κοινωνική συνοχή.
Εξηγούμαι: στα Διοικητικά Δικαστήρια και στο Συμβούλιο της Επικρατείας εκκρεμούν πολλές χιλιάδες φορολογικών υποθέσεων, οι οποίες μπορούν δυνητικά να αποφέρουν στα δημόσια ταμεία μεγάλα ποσά. Η άμεση δε εκκαθάρισή τους θα είχε ως επιπλέον θετική συνέπεια την ακριβή αποτύπωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας αλλά και του πολίτη καθώς και την δυνατότητα ακριβέστερου και άρα αποτελεσματικότερου σχεδιασμού για το μέλλον, και για τους δύο.
Παράλληλα, ο περιορισμός των ιδιωτικών, εγχώριων και ξένων, επενδύσεων που συνεπάγεται η καθυστέρηση, έχει ως άμεση συνέπεια τη μείωση των φορολογικών εσόδων του κράτους και τη συνεπαγόμενη ανάγκη αυτού να περιορίσει τις δημόσιες δαπάνες.
Ακόμη, καθίσταται αδύνατη η ανακατανομή του πλούτου, ο οποίος παραμένει συσσωρευμένος σε Τράπεζες ή ασφαλείς επενδύσεις στο εξωτερικό.
Παράλληλα, αυξάνεται η ανεργία εξαιτίας αφενός της απουσίας θέσεων εργασίας στον ιδιωτικό τομέα, αφετέρου της ανάγκης περιορισμού των δημοσίων δαπανών που έχουν ως συνέπεια την μείωση των θέσεων εργασίας και στο δημόσιο τομέα.
Αύξηση δε της ανεργίας σε μεγάλα μεγέθη συνεπάγεται ως γνωστόν, διάρρηξη του κοινωνικού ιστού και ανατροπή των κρατικών δομών. Αποτελεί άλλωστε κοινό τόπο ότι το Ελληνικό Δημόσιο αντί να προσπαθεί με κάθε τρόπο να μειώσει το δικαστηριακό όγκο, μέσα στα πλαίσια του «Κράτους Δικαίου» και έτσι να επιταχύνει την απονομή της Δικαιοσύνης, αντιθέτως ασκεί αβάσιμα και παντελώς απαράδεκτα ένδικα μέσα με αποτέλεσμα να οδηγήσει την Ελληνική Δικαιοσύνη σε ασφυξία. Τούτο δε ανεξάρτητα και από την γνωστή δικομανία των Ελλήνων.
Η απαξίωσης της Δικαιοσύνης
Είναι γνωστό άλλωστε ότι στην ουσιαστική κατάλυση της κρατικής λειτουργίας μπορεί να οδηγήσει η καθυστερημένη και μη αποτελεσματική απονομή Δικαιοσύνης μέσω μιας άλλης οδού: αυτή της απαξίωσης της Δικαιοσύνης ως μιας εκ των τριών κρατικών λειτουργιών.
Όπως προκύπτει από πολλές πρόσφατες έρευνες, η εμπιστοσύνη των πολιτών στη Δικαιοσύνη είναι πλέον πολύ περιορισμένη. Η μείωση δε αυτή είναι απολύτως δικαιολογημένη: ο πολίτης γνωρίζει ότι αν προσφύγει στη Δικαιοσύνη, η πιθανότητα να επιλυθεί η υπόθεσή του εντός ενός ευλόγου χρονικού διαστήματος είναι πολύ μικρή.
Έτσι, η Δικαιοσύνη παύει πλέον ν’ αποτελεί για τον πολίτη το τελευταίο καταφύγιο στο πλαίσιο μιας οργανωμένης πολιτείας και εάν δεν γίνουν άμεσες ενέργειες το μόνο που θα μπορούμε να κάνουμε είναι να παρακολουθούμε τις ζοφερές συνέπειες της απαξίωσης αυτής τόσο στη Δικαιοσύνη όσο και στο κράτος γενικότερα.
Η μη απονομή Δικαιοσύνης και η αδυναμία εφαρμογής των αποφάσεών της υποθάλπτει τον γενικευμένο φόβο, την γενικευμένη δυσπιστία, επιβεβαιώνει την καθολική ανασφάλεια. Εξάλλου παγίως λέγεται ότι «η καθυστέρηση απονομής της Δικαιοσύνης είναι άρνηση απονομής της Δικαιοσύνης»[1]
Καταδίκες της χώρας μας από το Στρασβούργο
Κατά τη διάρκεια λειτουργίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Στρασβούργου, η χώρα μας έχει καταδικαστεί εκατοντάδες φορές για παραβίαση του άρθρου 6 παράγραφος 1 της Σύμβασης ως προς το χρόνο διάρκειας της δίκης, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να έχει καταβάλει πολλά εκατομμύρια ευρώ σε αποζημιώσεις που τελικά επιβαρύνουν το κοινωνικό σύνολο.
Επίσης το Δικαστήριο του Στρασβούργου ζήτησε από τη χώρα μας την καθιέρωση ενός εσωτερικού ένδικου μέσου, το οποίο να έχει τη δυνατότητα να αποζημιώνει σε περιπτώσεις διαπίστωσης καθυστερήσεων και να εντέλλεται την επιτάχυνση για τις ακόμα εκκρεμείς δίκες.
Στην σημερινή νομική πραγματικότητα, όπου η «αρνησιδικία» αποτελεί εθνικό μας εφιάλτη, επιτακτική πλέον υπήρξε η ανάγκη λήψη ουσιαστικών και πρακτικών μέτρων επιτάχυνσης απονομής της Δικαιοσύνης και η αύξηση του παραγόμενου δικαστικού έργου.
Έτσι με το ν. 4055/2012 θεσπίσθηκε για τη διοικητική δίκη το ένδικο μέσο : α) η αίτηση επιτάχυνσης όσο και β) η αίτηση αποζημίωσης, που όπως κρίθηκε από το ΕΔΔΑ στην υπόθεση «Τεχνική Ολυμπιακή Α.Ε.» κατά της Ελλάδος είναι πραγματικές προσφυγές, υπό την έννοια ότι μπορούν συγχρόνως να εμποδίσουν την εξακολούθηση της επικαλούμενης παραβίασης του δικαιώματος του προσφεύγοντος να εξετασθεί η υπόθεσή του χωρίς υπερβολική καθυστέρηση και να αποκατασταθεί δεόντως η παραβίαση που έγινε.
Θεσπίστηκε παράλληλα και με το ν. 4239/2014 η αίτηση επιτάχυνσης για την πολιτική και ποινική δίκη καθώς και για τη δίκη στο Ελεγκτικό Συνέδριο. Για πρώτη δε φορά, σε εφαρμογή των διατάξεων του ν. 4055/2011 Ελληνικό Δικαστήριο αποζημίωσε πολίτη, λόγω μεγάλης καθυστέρησης στην απονομή της Δικαιοσύνης, σύμφωνα με την απόφαση 4467/2012 του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Τα ζητήματα αυτά, δηλαδή η έννοια του «ευλόγου χρόνου» και η εφαρμογή της στις δίκες που γίνονται στην Ελλάδα καθώς και οι ρυθμίσεις των ως άνω νόμων για την αποζημίωση των διαδίκων αναλύονται διεξοδικά και με νομολογιακά παραδείγματα στην μελέτη του Αντώνη Αργυρού.
Η ενδιαφέρουσα αυτή μελέτη θεωρώ ότι αποτελεί την πρώτη πλήρη αποτύπωση της ισχύουσας καταστάσεως έτσι ώστε να μπορέσουν να εξαχθούν χρήσιμα συμπεράσματα από την εφαρμογή των νόμων και να υπάρξει προβληματισμός ως προς τη δυνατότητα βελτιώσεώς τους, άλλωστε αποτελεί πολύτιμο βοήθημα στον εφαρμοστή των σχετικών διατάξεων με την διεξοδική ανάλυση τους και την παράθεση της γνωστής βιβλιογραφίας και νομολογίας.
*Πρώην υπηρεσιακός Πρωθυπουργός και πρώην
πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας
πηγή:https://www.dikastiko.gr/πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας