Σε ένα σπιράλ συνεχών μειώσεων έχουν εισέλθει οι επικουρικές συντάξεις στη χώρα μας, με το ενδεχόμενο η μέση παροχή να συρρικνωθεί ακόμη και κάτω από τα 100 ευρώ τον μήνα, να είναι πλέον ισχυρότατο.
Η «Κ» παρουσιάζει σήμερα την αποκαλυπτική μελέτη του ομότιμου καθηγητή του Παντείου Πανεπιστημίου Σάββα Ρομπόλη και του αναλογιστή, υποψήφιου διδάκτορα Βασίλη Μπέτση, με στοιχεία σοκ για το μέλλον των επικουρικών στη χώρα μας.
Σύμφωνα με το πλέον πιθανό σενάριο, λόγω της έκρηξης των συνταξιοδοτήσεων της γενιάς των baby boomers την περίοδο 2023-2029 και της γήρανσης του πληθυσμού, σε συνδυασμό με το σύστημα νοητής κεφαλαιοποίησης βάσει του οποίου λειτουργεί από το 2016 και στη χώρα μας η επικουρική ασφάλιση, η μέση σύνταξη την επόμενη 10ετία αναμένεται να διαμορφωθεί ακόμη και κάτω από τα 100 ευρώ μεικτά, όταν σήμερα, έπειτα από συνεχείς περικοπές η μέση παροχή κινείται στα επίπεδα των 170 ευρώ τον μήνα.
Σύμφωνα με τους κ. Ρομπόλη και Μπέτση, τον Σεπτέμβριο του 2017 η επικουρική σύνταξη καλύπτει 1,650 εκατ. ασφαλισμένους με ετήσια δαπάνη που προσεγγίζει τα 2,7 δισ. ευρώ. Αν ληφθούν υπόψη και 120.000 επικουρικές σε εκκρεμότητα που δημιουργούν υποχρεώσεις ύψους επιπλέον 250 εκατ., τότε η ετήσια δαπάνη προσεγγίζει τα 2,95 δισ. Η μέση επικουρική σύνταξη τον Σεπτέμβριο του 2017 εκτιμάται στα 170 ευρώ (μεικτά) μειωμένη κατά 20% σε σχέση με τα 210 ευρώ του 2015.
Τα επόμενα χρόνια, οι ετήσιες εισφορές εκτιμώνται στα 2,35 δισ. (με 2.250.000 μισθωτούς και 90.000 αυτοαπασχολουμένους) και το μέσο επίπεδο ισορροπίας των επικουρικών συντάξεων θα φτάσει στα 130 ευρώ, καθώς οι αναλυτές εκτιμούν ετήσιο έλλειμμα της τάξεως των 600 εκατ.
Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνουν στην «Κ» οι κ. Ρομπόλης και Μπέτσης, το ΕΤΕΑΕΠ (Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης & Εφάπαξ Παροχών) λειτουργεί με το σύστημα νοητής κεφαλαιοποίησης (NDC) και δεν χρηματοδοτείται από το κράτος.
Το NDC είναι ένα σύστημα που υιοθετεί αυτόματους σταθεροποιητές οι οποίοι ενεργοποιούνται κάθε φορά που υπάρχουν ελλείμματα, ώστε να διατηρείται η μακροχρόνια χρηματοοικονομική ισορροπία ενός ασφαλιστικού ταμείου, αγνοώντας την επάρκεια του επιπέδου των συνταξιοδοτικών παροχών.
Σύμφωνα με τις μακροοικονομικές και αναλογιστικές παραδοχές των μελετητών, για να εξαλειφθεί το έλλειμμα και να παραμείνει η μέση σύνταξη στα σημερινά επίπεδα των 170 ευρώ, απαιτείται να εισέλθουν στην αγορά εργασίας 650.000 νέοι απασχολούμενοι πλήρους απασχόλησης από τους 1.017.000 ανέργους. Δηλαδή, θα πρέπει η ανεργία να μειωθεί στο 8%. Βέβαια, η επίτευξη αυτού του στόχου προϋποθέτει μια μακροχρόνια περίοδο. Αν θεωρήσουμε ότι η ανεργία θα μειωθεί στο 8% μέχρι το 2028, τότε απαιτείται μέσος ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ 3% ετησίως για μια 10ετία. Αν, βέβαια, ληφθεί υπόψη και η ραγδαία αύξηση των ευέλικτων μορφών απασχόλησης, οι οποίες το 2028 εκτιμάται ότι θα έχουν φτάσει στο 30%-35% της συνολικής απασχόλησης, τότε για να διατηρηθεί η επικουρική σύνταξη στο σημερινό μέσο επίπεδο των 170 ευρώ, απαιτούνται 750.000 νέες θέσεις εργασίας. Δηλαδή, η ανεργία θα πρέπει να μειωθεί στο 6%. Και για να συμβεί αυτό απαιτείται μέχρι το 2028 ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης του ΑΕΠ ίσος με 4%.
Σε διαφορετική περίπτωση, και υπό την προϋπόθεση ότι στο ενδιάμεσο δεν θα εξασφαλιστούν άλλες πηγές χρηματοδότησης, θα πρέπει το μέσο επίπεδο της επικουρικής σύνταξης να φτάσει στα 112 ευρώ, δηλαδή να μειωθεί επιπλέον 15% λόγω των ευέλικτων μορφών απασχόλησης, της αναιμικής ανάπτυξης και της διατήρησης υψηλού επιπέδου ανεργίας. Τέλος, αν ληφθούν υπόψη η έκρηξη συνταξιοδοτήσεων λόγω του αναμενόμενου baby booming την περίοδο 2023-2029 και η γήρανση του πληθυσμού η οποία λειτουργεί αρνητικά στην ανάπτυξη μιας οικονομίας, τότε η μέση επικουρική σύνταξη εκτιμάται ότι θα προσεγγίσει περίπου τα 100 ευρώ μεικτά.
Οι προκλήσεις του συστήματος και η ανάγκη για νέα μεταρρύθμιση
Με δεδομένο το αδιέξοδο στην κοινωνική ασφάλιση, με τις τουλάχιστον 25 διαδοχικές μειώσεις που συρρίκνωσαν κατά 45% το επίπεδο των συντάξεων (κύριων και επικουρικών), οι κ. Ρομπόλης και Μπέτσης επισημαίνουν στην «Κ» ότι το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης δεν θα μπορεί να εξυπηρετεί τις ανάγκες των ασφαλισμένων μετά το 2020 με 2021.
Μάλιστα, οι μελετητές εκτιμούν ότι επιβάλλεται η επανεξέταση του μνημονιακού θεσμικού πλαισίου, καθώς βέβαια και η εκπόνηση μιας νέας αναλογιστικής μελέτης για την εξέταση της μακροχρόνιας βιωσιμότητάς του.
Μεταξύ άλλων, επισημαίνουν ότι απαιτείται να εξετάσουμε τις νέες προκλήσεις του συστήματος, όπως είναι το προσδόκιμο ζωής, η γήρανση του πληθυσμού σε συνδυασμό με την υπογεννητικότητα, οι νέες μορφές απασχόλησης και η ευελιξία στην αγορά εργασίας, το επίπεδο των παροχών, καθώς και οι προοπτικές του ρυθμού ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, με καθοριστικούς παράγοντες την απασχόληση, το εισόδημα και το ύψος των ασφαλιστικών εισφορών.
πηγή:http://www.kathimerini.gr/931601/article/oikonomia/ellhnikh-oikonomia/katw-apo-ta-100-eyrw-8a-pesoyn-oi-epikoyrikes-thn-epomenh-10etia