Του Γεωργίου Κ. Φίλη Ph.D.*
Οι συνεχείς και αναβαθμισμένες επαφές των υπουργών εξωτερικών των ΗΠΑ και της Ρωσίας με την Αθήνα αλλά και την Κύπρο, σε συνδυασμό με τις εξελίξεις στην περιοχή και την σοβαρότατη ρωσο-τουρκική κρίση η οποία έχει θέσει εκτός σχεδίων –τουλάχιστον για την ώρα- τον Turkish Stream στην ουσία αυξάνουν την σημασία του υπό κατασκευή αγωγού μεταφοράς φυσικού αερίου Trans-Adriatic Pipeline (TAP).
Εξ αρχής θα πρέπει να σημειωθεί πως ο σχεδιασμός μεταφοράς μέσω αγωγών φυσικού αερίου από το Αζερμπαϊτζάν και την Κασπία στην Ευρώπη μετά από μία μεγάλη περίοδο ανταγωνισμών και συγκρούσεων σε όλα τα επίπεδα, οικονομικό, πολιτικό, στρατηγικό και τελικά γεωπολιτικό βρίσκει νικητή τον ΤΑΡ, και κατά συνέπεια την χώρα μας αφού η Ελλάδα αποτελεί τον βασικότερο παράγοντα για την υλοποίηση του συγκεκριμένου σχεδίου.
Ο ΤAP αναμένεται να λειτουργήσει ως ο κύριος αγωγός πάνω στον οποίο θα «κουμπώσουν» και οι ενεργειακές διαδρομές από νότο (Ελλάδα) προς βορρά δηλαδή με αφετηρία την Ελλάδα κάθετοι αγωγοί θα μεταφέρουν φυσικό αέριο τόσο στα δυτικά όσο και στα ανατολικά βαλκάνια καθώς και στην κεντρική Ευρώπη. Με βάση όλα τα παραπάνω μία ανάλυση της φύσης αλλά και του «Μεγάλου Παιγνίου» το οποίο εκτυλίσσεται γύρω από τον ΤΑΡ θα καταστήσει κατανοητό το υψίστης σημασίας για την γεωπολιτική αναβάθμιση της χώρας μας ενεργειακό σχέδιο.
Το συμπέρασμα της σύντομης αυτής ανάλυσης -αναφορικά με τα ενεργειακά και
γεωπολιτικά συμφέροντα της Ρωσίας και των ΗΠΑ σε σχέση με το συγκεκριμένο σχέδιο- ίσως να εκπλήξει τον αναγνώστη αλλά αξίζει να προσεγγιστεί υπό την προτεινόμενη οπτική διότι αναμένεται να αποτελέσει ένα πολύτιμο «εργαλείο» προς αξιοποίηση από τη χώρα μας για το άμεσο μέλλον.
Κάτι περισσότερο από ένας απλός αγωγός…
Αναφορικά με τη μακροσκοπική ερμηνεία της σημασίας του ΤΑΡ το θέμα γίνεται ακόμα πιο ενδιαφέρον αφού το σχέδιο διαθέτει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά τα οποία ορίζουν και τον ακριβή του ρόλο μέσα στο γεωπολιτικό παίγνιο με τίτλο «Ευρωπαϊκή Ενεργειακή Ασφάλεια». Πέραν της «μυθολογίας» και της «παραφιλολογίας» που έχει αναπτυχθεί για το συγκεκριμένο σχέδιο θα προσπαθήσουμε επιγραμματικά να απαντήσουμε σε συγκεκριμένα ερωτήματα που θέτουν τις πραγματικές παραμέτρους του θέματος και μας οδηγούν σε ενδιαφέροντα συμπεράσματα.
Ερώτημα πρώτο: Τι είναι ο TAP;
Απάντηση: Πρόκειται για ένα μόνο συστατικό – το σημαντικότερο βέβαια – του Νότιου Ευρωπαϊκού Διαδρόμου (Southern Gas Corridor - SGC) Φυσικού Αερίου o οποίος περιλαμβάνει τον Αγωγό Νότιου Καυκάσου (South Caucasus Pipeline): Αζερμπαϊτζάν-Γεωργία, τον Trans-Anatolian Pipeline (ΤΑΝΑΡ): Τουρκία και φυσικά τον ΤΑΡ: Ελλάδα-Αλβανία-Ιταλία.
Σκοπός του SGC είναι να μεταφέρει φυσικό αέριο στην Ευρώπη, μέσω ενός συστήματος αγωγών που θα αυξάνει τις πηγές και τις διαδρομές φυσικού αερίου προς την ήπειρό μας άρα θα μειώνει την εξάρτησή της από έναν ή δύο προμηθευτές. Ο συγκεκριμένος δε διάδρομος λόγω των γεωπολιτικών εξελίξεων βορείως (Ουκρανίας) και νοτίως (Βόρεια Αφρική και Μέση Ανατολή) αυτού αποδεικνύει την αξία του ως μία επιλογή σχετικής σταθερότητας και αξιοπιστίας μεταφοράς ενέργειας.
Πάνω από όλα ο ΤΑΡ, ως μέρος του SGC αποτελεί ένα σύστημα μεταφοράς ποσότητας φυσικού αερίου η οποία θα κυμαίνεται από τα 10 έως τα 20 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου ανά έτος (bcm/y) δηλαδή μίας μέτριας σε όγκο ποσότητας η οποία μπορεί να λειτουργήσει ως μία σχετικά μικρή αλλά αξιόπιστη βάση περεταίρω ανάπτυξης.
Ερώτημα δεύτερο: Τι ΔΕΝ είναι ο ΤΑΡ;
Απάντηση: Με βάση το δεδομένο ότι η Ευρώπη, ακόμα και με τις πλέον μετριοπαθείς εκτιμήσεις θα χρειαστεί το λιγότερο 500bcm/y φυσικού αερίου τα επόμενα έτη, η σχεδιαζόμενη χωρητικότητα του ΤΑΡ δεν μπορεί παρά να καλύπτει το 2 με 5% της ζήτησης.
Είναι προφανές ότι ο ΤΑΡ και ο SGC υπό την παρούσα του μορφή δεν μπορεί να αλλάξει δραματικά τα δεδομένα στην ενεργειακή ασφάλεια και ανεξαρτησία της Ευρώπης, αφού οι ποσότητες που θα μεταφέρει είναι σχετικά μικρές. Άρα στην ουσία δεν λύνει το ενεργειακό πρόβλημα της Ένωσης.
Ερώτημα τρίτο: Πως θα μπορούσε να εξελιχτεί ο ΤΑΡ;
Απάντηση: Με συγκεκριμένες στρατηγικές και πολιτικές ο ΤΑΡ και ο SGC θα μπορούσε να εξελιχτεί σε μία σημαντική παράμετρο επίλυσης της εξίσωσης ενεργειακής ασφαλείας της Ευρώπης. Μία αύξηση της χωρητικότητάς έχει να κάνει με την εξασφάλιση και άλλων πηγών – πλην του Αζερμπαϊτζάν – φυσικού αερίου. Το να αναλύσουμε αυτή τη στιγμή τις δυνατότητες αλλά και τις πάσης φύσεως δυσκολίες για την ανάπτυξη των υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο [Κύπρο, Ισραήλ, Λίβανος, Ελλάδα(;)], στο Βόρειο Ιράκ (Κουρδικές περιοχές) ή στη συμμετοχή του Τουρκμενιστάν στο σχήμα δεν είναι της παρούσης.
Η ουσία είναι ότι ο SGC θα μπορούσε να μετατραπεί σε καθοριστικό παράγοντα εάν μετεξελιχθεί σε ένα δίκτυο αγωγών, τερματικών LNG και θαλάσσιων διαδρομών που θα δέχεται φυσικό αέριο από την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και Κεντρικής Ασίας και θα στέλνει στην Ευρώπη ποσότητες τουλάχιστον τριπλάσιες του υπάρχοντος σχεδιασμού. Αξίζει να σημειωθεί πως μέσα στο συγκεκριμένο πλαίσιο οι ΗΠΑ αναμένεται να παίξουν σημαντικότατο ρόλο αφού ο προσανατολισμός τους είναι να βοηθήσουν την χώρα μας να αυξήσει την εισαγωγή ποσοτήτων LNG, έτσι ώστε να γίνει εφικτό η Ελλάδα να μετατραπεί στον βασικό ενεργειακό κόμβο (energy hub) που θα μεταφέρει φυσικό αέριο στα ενδότερα της ανατολικής Ευρώπης.
TAP και το «Μεγάλο Παίγνιο»: Mεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ
Ποια λοιπόν η θέση της Ρωσίας και των ΗΠΑ στο συγκεκριμένο σχεδιασμό; Επιγραμματικά και μιλώντας για στρατηγική στις διεθνείς σχέσεις θα πρέπει να ξεχωρίσουμε μεταξύ των τακτικών και των στρατηγικών κινήσεων του κάθε γεωπολιτικού δρώντος έτσι ώστε να μπορέσουμε να αποκωδικοποιήσουμε τις επιδιώξεις του καθενός και να πράξουμε ανάλογα.
Για τις ΗΠΑ η κύρια στρατηγική επιδίωξη αναφορικά με την ενεργειακή στρατηγική για την Ευρώπη είναι το να δημιουργηθεί ο SGC έτσι ώστε να μειωθεί η ευρωπαϊκή ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσία. Από την άλλη για την Ρωσία η στρατηγική επιδίωξη είναι ο SGC να μην θέσει σε κίνδυνο την ηγεμονική της θέση αναφορικά με την κάλυψη των ευρωπαϊκών ενεργειακών αναγκών.
Με βάση αυτό το δεδομένο οι ΗΠΑ ως τακτική κίνηση προέκριναν και ευνόησαν την δημιουργία ενός συστήματος αγωγών οι οποίοι ναι μεν δεν ανταποκρινόντουσαν στις μαξιμαλιστικές αρχικές επιδιώξεις της δημιουργίας ενός mega-αγωγού (πχ. Nabucco και West-Nabucco) αλλά ικανοποιούσαν την πρώτιστη επιδίωξη, αυτή της δημιουργίας ενός δικτύου που να παρακάμπτει τη Ρωσία. Η Μόσχα, από την πλευρά της ως κίνηση τακτικής «επέτρεψε» στο Αζερμπαϊτζάν να δημιουργήσει τον SGC εξασφαλίζοντας όμως πως το σχήμα που θα υλοποιούνταν δεν θα επηρέαζε την γενικότερη ενεργειακή ισορροπία «ενεργειακών» δυνάμεων στην Ευρώπη. Δηλαδή πολέμησε με πείσμα τα σχέδια του Nabucco και επέτρεψε τον ΤΑΡ ο οποίος είναι μικρότερης χωρητικότητας.
Με άλλα λόγια τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ρωσία, για να επιτύχουν τις αντιθετικές στρατηγικές τους επιδιώξεις θεώρησαν σε τακτικό επίπεδο την δημιουργία του ΤΑΡ ως ένα βήμα στο οποίο είναι όλοι ευχαριστημένοι αφού όλοι κάτι επιτυγχάνουν αλλά και κάτι χάνουν. Είναι αυτό που ο πλέον ενδεικτικός εκπρόσωπός του ρεαλισμού/αμοραλισμού (;) και της διπλωματίας Χένρι Κίσσινγκερ χαρακτηρίζει ως «ισορροπημένη δυσαρέσκεια» των αντιπάλων όταν σηκώνονται από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Η Ουάσιγκτον, δημιουργεί, εκ του μηδενός, δίκτυο αγωγών πέραν του ελέγχου της Μόσχας, αλλά το Κρεμλίνο εξασφαλίζει ότι το δίκτυο αυτό δεν θα επηρεάσει σημαντικά την υπάρχουσα ισορροπία στον συγκεκριμένο τομέα. Έτσι στο άμεσο μέλλον ο SGC, υπό το σχήμα SCP-TANAP-TAP, αποτελεί μέρος μίας «συμφωνίας» ΗΠΑ και Ρωσίας. Το πρόβλημα θα ανακύψει στο απώτερο μέλλον, δηλαδή περί το 2024 όταν οι ΗΠΑ θα προσπαθήσουν με βάση το υπάρχον σχήμα να αναπτύξουν περεταίρω τον SGC, ενώ η Ρωσία θα προσπαθήσει να αποτρέψει μία τέτοια προσπάθεια.
Κλείνοντας τη συγκεκριμένη ανάλυση θα πρέπει να γίνει κατανοητό πως το θέμα της ενεργειακής ασφάλειας, και κατ’ επέκταση του γεωπολιτικού προσανατολισμού της Ευρώπης θα παιχτεί στον υδάτινο άξονα Μαύρη Θάλασσα-Στενά-Αιγαίο-Ανατολική Μεσόγειος περιοχή όπου ο ελληνισμός έχει άμεσα και ζωτικά συμφέροντα. Η Αθήνα και η Λευκωσία θα πρέπει να αντιληφθούν αυτήν την πραγματικότητα και να λειτουργήσουν ως ένας εξωστρεφής παράγοντας σταθερότητας αλλά και αποφασιστικότητας. Ο ελληνισμός μπορεί να λειτουργήσει ως ο συνδετικός κρίκος λαών της περιοχής ενώ έχει τεράστια ερείσματα τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ρωσία. Αρκεί μέσα στον πολύπλοκο κόσμο που ζούμε να θυμηθούμε τον Θουκυδίδη και να (ξανα)ανακαλύψουμε τη στρατηγική κουλτούρα που εμείς αναπτύξαμε και τα τελευταία χρόνια φαίνεται να έχουμε (ξε)χάσει.
*Ο κ. Γεώργιος Φίλης είναι διδάκτωρ Γεωπολιτικής (Durham University, UK), Επισκέπτης καθηγητής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων στο τμήμα Διεθνών Επιχειρήσεων του DEREE – The American College of Greece και μέλος του Institute of Diplomacy & Global Affairs (DEREE) καθώς και του Ινστιτούτου Αναλύσεων Ασφάλειας & Άμυνας (georgios.filis@hotmail.com)