Τις προάλλες η Τατιάνα η Στεφανίδου είχε καλέσει στην εκπομπή της έναν αρχισυνδικαλιστή της Λυρικής της Σκηνής ο οποίος υπερασπιζόταν τη διαμαρτυρία εναντίον της πρωτοβουλίας ενός Ελληνοουκρανού χορευτή να εμφανιστεί με την ουκρανική σημαία και να πει πως οι εργαζόμενοι αφιερώνουν την παράσταση στον ουκρανικό λαό.
Μέχρι εδώ τίποτα το παράξενο εκτός από το ότι ο αρχισυνδικαλιστής είχε ένα σοβαρό επιχείρημα «δεν είμαστε όλοι ίδιοι και δεν έπρεπε ο συνάδελφος να μιλήσει εξ ονόματος όλων των εργαζομένων» είπε και είχε δίκιο αφού αναπόφευκτα ανάμεσα στους εργαζόμενους της Λυρικής θα υπάρχουν και άνθρωποι που αδιαφορούν για την εισβολή στην Ουκρανία και κάποιοι άλλοι που πιθανόν να την υποστηρίζουν. Κι αυτό είναι απολύτως λογικό. Και το 1939 υπήρχαν στην Ελλάδα, αλλά και σε όλη την Ευρώπη, άνθρωποι που είτε αδιαφορούσαν για την εισβολή του Χίτλερ στην Πολωνία είτε την πανηγύριζαν. Όλα αυτά είναι και αναμενόμενα και ανθρώπινα και πολυσχολιασμένα.
Αυτό που νομίζω πως έχει πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον είναι το ότι σε κάποια στιγμή της κουβέντας η Στεφανίδου είπε στον αρχισυνδικαλιστή, ο οποίος προφανώς ανήκει στο ΚΚΕ, «αν έχετε παρακολουθήσει τις εκπομπές μου θα ξέρετε πόσο πολύ σέβομαι το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ελλάδας» λες και είχε ενοχές που τον είχε στριμώξει και του έκανε δύσκολες ερωτήσεις. Κι αυτή η φράση δεν ακουγόταν για πρώτη φορά στο δημόσιο διάλογο. Συχνά-πυκνά δημοσιογράφοι, πολιτικοί και γενικώς δημοσιολογούντες, νιώθουν την ανάγκη, λίγο πριν διαφωνήσουν με έναν εκπρόσωπό του, να εκφράσουν τον σεβασμό τους στο ΚΚΕ, σε αντίθεση με τις διαφωνίες τους με εκπροσώπους όλων των άλλων κομμάτων στα οποία η ομολογία σεβασμού δεν κρίνεται απαραίτητη.
Γιατί όμως; Τι το τόσο αξιοσέβαστο (ή το αξιοσέβαστο γενικώς) έχει το ΚΚΕ; Τι είναι αυτό που κάνει κάποιους συμπολίτες να εκφράζουν τον σεβασμό τους στο κόμμα-αντιπροσωπεία της Μόσχας της σοβιετικής εποχής; Είναι μόνο το ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα είναι περισσότερο θρησκευτική παρά πολιτική οργάνωση και αντανακλαστικά κάποιοι δηλώνουν τον σεβασμό στους εκπροσώπους του, όπως θα έκαναν για έναν εκπρόσωπο μιας θρησκείας ή ενός δόγματος;
«Σέβομαι την σταθερότητα των θέσεών του» λένε κάποιοι που μάλλον δεν καταλαβαίνουν τι ακριβώς λένε. Αν η σταθερότητα των θέσεων από μόνη της είναι αξιοσέβαστη τότε θα έπρεπε να σεβόμαστε και τους χουντικούς που ακόμα και στη φυλακή υπεραμύνονταν των εγκλημάτων τους παραμένοντας σταθεροί στις θέσεις τους. Αλλά η σταθερότητα από μόνη της δεν μπορεί να προκαλέσει σεβασμό, ο οποίος περισσότερο αξίζει σε όσους καταλαβαίνουν τα λάθη τους και διορθώνονται. Διαφορετικά, καταλήγει κάποιος να σέβεται τη σταθερότητα με την οποία κάποιοι συμπολίτες επιθυμούν την ανατροπή του πολιτεύματος, την εγκαθίδρυση δικτατορίας, τη φυλάκιση ή την εκτέλεση όλων των αντιφρονούντων και γενικώς όλα όσα συνοδεύουν κάθε κομμουνιστική δικτατορία.
«Σέβομαι τους αγώνες του» λένε κάποιοι άλλοι. Σοβαρά; Τότε πιο πολύ από όλους τους αγώνες θα σέβονται τον μοναδικό αγώνα που το ΚΚΕ έκανε ολομόναχο ξεκινώντας από το 1943: την ένοπλη απόπειρα να γίνει η Ελλάδα μια σοβιετική δικτατορία.
Σε όλους τους άλλους αγώνες συμμετείχαν και κεντρώοι και δεξιοί και αναρχικοί και μάλιστα χωρίς να έχουν βλέψεις επιβολής δικής τους δικτατορίας. Αν προσθέσουμε την προτροπή να μην αντισταθεί η Ελλάδα στην Ιταλική εισβολή το 1940, τους αγώνες του ΚΚΕ να μην μπει η χώρα στην ΕΟΚ και μετέπειτα στις χώρες του ευρώ, την σφοδρή επιθυμία εξόδου από την Ευρωπαϊκή Ένωση, το ΝΑΤΟ και γενικώς απομάκρυνσης από κάθε τι δυτικό, την πλύση εγκεφάλου υπέρ αδίστακτων δικτατόρων, τον τρόπο με τον οποίο έχει εκφυλίσει τον συνδικαλισμό, θα διαπιστώσουμε ότι όχι μόνο αξιοσέβαστοι δεν είναι οι αγώνες του ΚΚΕ αλλά ότι η σούμα τους είναι μάλλον αρνητική και σίγουρα πολύ μικρότερης αξίας από τις σούμες των κομμάτων που έβαλαν και κράτησαν την Ελλάδα στην Ενωμένη Ευρώπη και από τα πολιτεύματα το αγαπημένο τους είναι η δημοκρατία.
Περιέργως δεν βλέπουμε ανθρώπους να λένε πόσο πολύ σέβονται τη Νέα Δημοκρατία ή το ΠΑΣΟΚ λίγο πριν διαφωνήσουν με τους εκπροσώπους τους, παρότι αν αντί γι’ αυτά τα κόμματα είχε επικρατήσει το ΚΚΕ η φορά της μετανάστευσης στα αλβανικά σύνορα στις αρχές της δεκαετίας του 1990 μπορεί να ήταν αντίστροφη (οι πολλοί βέβαια το καταλαβαίνουν και γι’ αυτό το ΚΚΕ εισπράττει σταθερά μονοψήφιο αριθμό ψήφων). Φυσικά υπάρχουν και οι συμπολίτες που ούτε η δημοκρατία, ούτε η ελευθερία, ούτε η Δύση τους αρέσουν αλλά αυτοί είναι νομίζω οι μόνοι που μπορούν να λένε ότι σέβονται τους αγώνες του ΚΚΕ χωρίς να λένε μπούρδες.
Η εκδήλωση σεβασμού ειδικά στο ΚΚΕ είναι ένα ανιστόρητο κατάλοιπο της μεταπολίτευσης και αποτέλεσμα:
α) του τρόπου με τον οποίο το ΚΚΕ καπηλεύτηκε κάθε αγώνα, ακόμα κι εκείνους που αρχικά είχε αντιμετωπίσει με επιφύλαξη (π.χ. Πολυτεχνείο)
β) των ενοχών που ακόμα νιώθουν όσοι σύντροφοι αποχώρησαν από το ΚΚΕ όχι όταν έγιναν γνωστά τα εγκλήματα του σοβιετικού καθεστώτος αλλά όταν αυτό κατέρρευσε και η ισχύς του δεν μπορούσε πια να ικανοποιήσει τις ανάγκες τους και
γ) της απροθυμίας των δημοκρατικών κομμάτων και δημοσιογράφων να θυμίζουν διαρκώς τον απώτερο σκοπό των αγώνων του ΚΚΕ. Παρασυρμένα και φοβισμένα από τον «δυναμισμό» (είμαι ευγενικός) της κομμουνιστικής αριστεράς και με πολλούς ενοχικούς «μετανοημένους» στις τάξεις τους προτίμησαν να παίξουν σ’ αυτό το θέατρο παρά να πουν την αλήθεια και να κακοκαρδίσουν τον Περισσό.
Έτσι καταλήξαμε μια χώρα στην οποία ακόμα και το να δηλώσεις «αντικομμουνιστής» ήταν ταμπού και στην οποία συχνά πυκνά δημοσιογράφοι και πολιτικοί νιώθουν υποχρέωση να πουν πόσο πολύ σέβονται ένα κόμμα το οποίο ακόμα και σήμερα βασικό του στόχο έχει την ανατροπή του πολιτεύματος. Και μπράβο του.
«Πηγή: https://www.athensvoice.gr/politics/749626-ti-toso-axiosevasto-ehei-kke»