Γράφει ο
ΣΤΑΥΡΟΣ ΚΟΥΤΡΗΣ
Αντιστράτηγος ε.α.
Πρόεδρος ΕΑΑΣ
Τον Ιανουάριο του ’96 η Ελλάδα διέρχεται κρίσιμη πολιτική περίοδο με τον Πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου ασθενή, τις πολιτικές διεργασίες στο κυβερνών κόμμα να βρίσκονται σε εξέλιξη, τον κ. Σημίτη τελικά να επικρατεί, να ορκίζεται και να αναλαμβάνει νέος Πρωθυπουργός της χώρας στις 19 Ιανουαρίου.
Από 25 μέχρι 31 Ιανουαρίου εξελίσσονται τα γνωστά γεγονότα που χαρακτηρίστηκαν ως “κρίση των Ιμίων” με κύριο χαρακτηριστικό τη σταδιακή αύξηση της στρατιωτικής αντιπαράθεσης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας που έληξε μετά από διπλωματική παρέμβαση των ΗΠΑ με τα γνωστά “χωρίς σημαίες και στρατεύματα” (“no flags, no troops”) και “επιστροφή στο προηγούμενο καθεστώς” (“status quo ante”).
Αυτή η εξαήμερη κρίση άφησε ανεξίτηλα σημάδια στην Ελληνική πολιτική, την κοινωνία και τον Στρατό.
Δεν θα ξεχάσω το βράδυ της 30ης και πρωινό της 31ης Ιανουαρίου. Η κρίση με βρίσκει Διοικητή του 572 Ειδικού Τάγματος Προκαλύψεως με φυλάκια ευθύνης τα, 9, 10, 11, 12 και 13 στον πεδινό διάδρομο Ορεστιάδος.
Το Τάγμα πρόσφατα ενεργοποιημένο, στη φάση συμπλήρωσης βασικών υλικών, μέσων και οπλικών συστημάτων, έχει αναλάβει μόλις πριν από ένα μήνα την προκάλυψη του 37 Συντάγματος.
Το βράδυ η Διοίκηση, το Επιτελείο και οι Λόχοι Διοικήσεως και Υποστηρίξεως αναπτύχθηκαν παρά το Σταθμό Διοικήσεως του Συντάγματος, ενώ οι Λόχοι Προκαλύψεως ανέπτυξαν τις δυνάμεις τους στο ποτάμι. Σε όλη την περιοχή χιόνιζε.
Ξημερώματα, μετά τη λήψη σήματος επιστροφής στα στρατόπεδα, περιτρέχοντας τα φυλάκια, βρήκα τους άνδρες να έχουν μόλις επιστρέψει από το ποτάμι, παγωμένοι, βρεγμένοι, λασπωμένοι, καθάριζαν τον οπλισμό τους βλέποντας τις ειδήσεις στην τηλεόραση. Αναγνώρισα στα μάτια τους ένα ηθικό ακμαιότατο, αλλά ταυτόχρονα έγινα αποδέκτης μιας πρωτόγνωρης ομαδικής πικρίας και αγανάκτησης εκ μέρους τους για την έκβαση των γεγονότων. Τα λόγια τους απλά και μεστά: “τί έγινε κ. Διοικητά, γιατί κάναμε πίσω;”
Το κύριο στρατηγικό αποτέλεσμα είναι ότι η κρίση αυτή έδωσε την ευκαιρία στην Τουρκία να παρουσιάσει διεθνώς τις γνωστές “γκρίζες ζώνες” στο Αιγαίο, μια θέση που έχει έκτοτε καλλιεργήσει, αναπτύξει και “βελτιώσει” στην σύγχρονη παραλλαγή της, αυτή του δόγματος της “Γαλάζιας Πατρίδας”.
Χρόνια μετά από αυτά τα γεγονότα παρακολούθησα κάποιο διεθνές σεμινάριο για τις κρίσεις στη Βιέννη. Από αυτό συμπυκνωμένα συγκράτησα τα εξής.
Οι κρίσεις προέρχονται όταν υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων 2 τουλάχιστον μερών και ένα από τα δύο αποφασίσει να διεκδικήσει το συμφέρον του με δράση μη αποδεκτή από το άλλο μέρος που αντιδρά. Αυτές οι δράσεις/αντιδράσεις συμπυκνωμένες σε χρόνο αυξάνουν την ένταση μεταξύ των μερών και δημιουργούν την κρίση.
Μία κρίση μπορεί να κλιμακωθεί σε ένοπλη αντιπαράθεση μέχρι και πόλεμο ή να αποκλιμακωθεί καταλήγοντας σε ένα νέο status quo, στο οποίο θα συμφωνήσουν τα 2 μέρη.
Διαγραμματικά θα μπορούσαμε να παρουσιάσουμε τα παραπάνω ως εξής: Η κρίση δεν είναι καλή ή κακή, είναι ένα φαινόμενο της διεθνούς πρακτικής. Χωρίς τη συμμετοχή μας δεν υπάρχει. Στην κρίση είτε οδηγούμαστε αναγκαστικά, είτε μπαίνουμε με τη θέλησή μας προετοιμασμένοι και μελετημένα.
Μια κρίση συνοδεύεται από έντονα ψυχολογικά στοιχεία, τα οποία όμως δεν πρέπει να επηρεάζουν τον ηγέτη και τους συνεργάτες του, διπλωμάτες, στρατιωτικούς, λοιπούς συμβούλους.
Στη διεθνή πρακτική πολλές φορές χρησιμοποιείται μια τεχνητή κρίση, με την οποία κάποιος διεθνώς δρων (κράτος ή άλλη οντότητα) προσπαθεί να αλλάξει το status quo, ελέγχοντας ταυτόχρονα την εξέλιξή της (κλιμάκωση-αποκλιμάκωση).
Ας δούμε, λοιπόν την κρίση των Ιμίων μέσα από αυτό το πρίσμα:
•Ένα από τα θέματα της Υψηλής Στρατηγικής της Τουρκίας αποτελεί η αναθεώρηση του status quo του Αιγαίου.
• Στην πορεία για την αναθεώρηση πρέπει να αμφισβητηθεί η παρούσα κατάσταση.
• Στο πλαίσιο της αμφισβήτησης πρέπει να σχεδιαστούν βήματα.
• Ένα από τα βήματα είναι η καθιέρωση γκρίζων ζωνών, που η ύπαρξή τους πρέπει να αναγνωριστεί διεθνώς (όχι υποχρεωτικά νομικά, αλλά ακόμη και σαν θέμα προς συζήτηση) και οπωσδήποτε στη συνείδηση του κόσμου.
• Επιλέγεται ο κατάλληλος χώρος (π.χ. Ίμια και όχι Καλόλιμνος ή Φαρμακονήσι κ.λ.π) και γίνεται η πρώτη δράση (προσάραξη τουρκικού σκάφους, αποβίβαση δημοσιογράφων, ύψωση σημαίας, δημοσιογραφική κάλυψη κ.λ.π) αναμένοντας την φυσιολογική αντίδραση.
• Χρησιμοποίηση στρατιωτικής ισχύος (κατάληψη νησίδας)
• Οι στρατιωτικές δυνάμεις (της Τουρκίας) που συμμετέχουν στην κρίση σαφώς και ελέγχονται από το ανώτατο στρατιωτικό και πολιτικό επίπεδο, με όλα τα ενδιάμεσα επίπεδα ιεραρχικής στρατιωτικής διοίκησης σε διαρκή “ακρόαση” για να μπορούν να επιτύχουν συμμετοχή στην ενδεχόμενη άμεση αντίδραση, εφόσον υπάρξει απώλεια ελέγχου της κρίσης και ανεξέλεγκτη κλιμάκωση.
• Η κρίση δημιουργείται, κλιμακώνεται μέχρι το σημείο κορύφωσης, που επιθυμεί η Τουρκική πλευρά και γίνεται αποκλιμάκωση με βάση τις Ελληνικές αδυναμίες και φοβίες και την σύμπραξη του “Διεθνούς Παράγοντα” με μία νέα “συμφωνία” που το κάθε μέρος θεωρεί ότι το καλύπτει και βεβαίως έχουμε την εμφάνιση και “νομιμοποίηση” των γκρίζων ζωνών, που είναι το επιθυμητό για την Τουρκία νέο status quo.
Ο κ. Σημίτης θεωρώ ότι αιφνιδιάστηκε. Δεν ήταν ψυχολογικά και ηθικά προετοιμασμένος, δεν ήξερε, δεν κατάλαβε, δεν μπόρεσε να αντιδράσει. Πάγωσε από φόβο και γι’ αυτό με ανακούφιση ευχαρίστησε τις ΗΠΑ οι οποίες με την “συμμαχική” τους παρέμβαση τον έβγαλαν από την δύσκολη θέση.
Οι συνέπειες ακόμη μας ακολουθούν.
Με βάση τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι μια κρίση δεν εμφανίζεται από το πουθενά και αν κάποια δράση ενός άλλου κράτους μας αιφνιδιάζει και μας οδηγεί σε κρίση χωρίς τη θέλησή μας σημαίνει ότι δεν έχουμε μελετήσει όσο πρέπει το διεθνές περιβάλλον, την ανάπτυξη των συμφερόντων στην περιοχή μας και τους πιθανούς αντιπάλους (ή και εχθρούς).
Ο αντίπαλος πρέπει να μελετάται διαρκώς, ώστε:
• να γνωρίζουμε τα συμφέροντά του και τις στρατηγικές του επιδιώξεις,
• να καταγράφουμε πού ακριβώς υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων με εμάς,
• να έχουμε αξιολογήσει ποιες από αυτές τις συγκρούσεις συμφερόντων είναι ζωτικές για εμάς και να ορίσουμε τις κόκκινες γραμμές μας.
Αυτή η μελέτη μας βοηθά να αντιλαμβανόμαστε τις τακτικές (μεθόδους) που ο αντίπαλος χρησιμοποιεί για να θέτει τα στρατηγικά του συμφέροντα. Μπορούμε να προβλέπουμε τη μελλοντική δράση του αντιπάλου και να μην αιφνιδιαζόμαστε.
Επίσης με αυτόν τον τρόπο δεν μπαίνουμε στις “δημοσιογραφικές” ή “επικοινωνιακού τύπου” κρίσεις, αλλά αντιδρούμε μεθοδικά τότε μόνον, όταν εμείς κρίνουμε ότι θίγονται ουσιαστικά μας συμφέροντα και με τον τρόπο που εμείς θέλουμε (ιδανική περίπτωση).
Οι κρίσεις λοιπόν μπορούν να “ελεγχθούν” με την μελέτη του αντιπάλου, την πρόβλεψη για τις μελλοντικές του δράσεις και βέβαια την κατάλληλη προετοιμασία, σχεδίαση και εκτέλεση των δικών μας αντιδράσεων
πηγή: EΘNIKH HXΩ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2021