Δρ Δημήτριος Σμοκοβίτης
Οι Ένοπλες Δυνάμεις διαθέτουν αναμφισβήτητα “εν ενεργεία” το καλύτερα εκπαιδευμένο εργατικό δυναμικό στην Ελλάδα, δεδομένου ότι το προσωπικό όταν εγκαταλείπει τη στρατιωτική υπηρεσία διατηρεί δεξιότητες και ικανότητες που απαιτούνται σε σχεδόν κάθε επαγγελματική σταδιοδρομία. Ένας στους τέσσερις περίπου Αξιωματικούς είναι και απόφοιτος κάποιας Πανεπιστημιακής Σχολής επιπλέον από το δίπλωμα της Στρατιωτικής Ακαδημίας από την οποία αποφοίτησε.
Ενώ όλα στελέχη, Αξιωματικοί και Υπαξιωματικοί, προκειμένου να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του επαγγέλματός τους, παρακολουθούν σεμινάρια μετεκπαίδευσης και επιμόρφωσης σε τεχνολογίες αιχμής, στην ιατρική, τις μεταφορές (Logistics), την πληροφορική, τις επικοινωνίες, τις κατασκευές και σε θέματα διοίκησης και ελέγχου, κατέχουν μια τουλάχιστον ξένη γλώσσα και έχουν υπηρετήσει στο εξωτερικό για μικρό ή μεγάλο διάστημα, ενώ έχουν ταξιδεύσει σε άλλες χώρες για εκπαιδευτικούς και επαγγελματικούς σκοπούς, έχουν καλλιεργήσει και διαθέτουν επιπλέον ισχυρή θέληση, πλούσια επιτελική εμπειρία αλλά και αξιόλογες διοικητικές ικανότητες λόγω των εμπειριών από τις θέσεις στις οποίες υπηρέτησαν κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής τους σταδιοδρομίας στο στράτευμα και, τέλος, ως αποτέλεσμα των αυστηρών υγειονομικών εξετάσεων κατά την είσοδο και παραμονή στο επάγγελμα, η κατάσταση της υγείας τους είναι από καλή μέχρι άριστη.
Κατά συνέπεια, πρόκειται για μια ξεχωριστή κατηγορία εργαζομένων, η οποία για ειδικούς λόγους έχει κατά δέκα και πλέον χρόνια μικρότερη ηλικία συνταξιοδότησης από την πλειονότητα των λοιπών μισθωτών και της οποίας τα άτομα βρίσκονται να κατέχουν ένα ανώτερο επίπεδο από τον μέσον όρο από άποψη γενικής μόρφωσης, επαγγελματικής εκπαίδευσης και εμπειριών.
Αποστρατευόμενοι, οι Στρατιωτικοί τερματίζουν “απότομα και οριστικά” την έντονη δραστηριότητα που είχαν αναπτύξει ως στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων ή των Σωμάτων Ασφαλείας και παύουν να επωμίζονται τις μεγάλες ευθύνες που επιβάλλει η εκτέλεση των καθηκόντων τους.
Αισθάνονται όμως ότι για πολλά ακόμη χρόνια μπορούν να παραμείνουν δραστήριοι και με υψηλή αποδοτικότητα. Πλην όμως, η νέα κοινωνική ομάδα στην οποία εντάσσονται υποχρεωτικά οι απόστρατευόμενοι δεν αποτελεί υποομάδα εκείνης στην οποίαν ανήκαν. Αντίθετα, αυτή διέπεται από ελάχιστους τυπικούς κανόνες, η επικοινωνία μεταξύ των μελών της είναι περιορισμένη και οι ρόλοι των ατόμων σε αυτή είναι ελάχιστα διαφοροποιημένοι και ιεραρχημένοι.
Με την αποστρατεία, λοιπόν, οι συνταξιούχοι Στρατιωτικοί τοποθετούνται σε ένα διαφορετικό περιβάλλον, στο οποίο δεν είναι καθόλου εύκολη η προσαρμογή. Ορισμένοι απόστρατοι προσπαθούν να συνεχίσουν να εργάζονται ως συνταξιούχοι, με αντάλλαγμα την προσωπική ικανοποίηση ότι εξακολουθούν να προσφέρουν συγκεκριμένο παραγωγικό έργο και ταυτόχρονα συμπληρώνουν το εισόδημά τους, που κατά κανόνα αποτελείται από μια πολύ περιορισμένη σύνταξη, σε σχέση με άλλες ομάδες (υπαλλήλους τραπεζών, οικονομικών υπηρεσιών κλπ).
Δυστυχώς όμως, στην Ελληνική κοινωνία έχει αναπτυχθεί η αντίληψη από μια ατεκμηρίωτη παραφιλολογία ότι η απασχόληση των αποστράτων «αποστερεί θέσεις εργασίας από τους νεότερους και με τον τρόπο αυτό διογκώνεται περαιτέρω η υπάρχουσα υψηλή ανεργία».
Η αντίληψη αυτή δημιούργησε ένα πλέγμα αποτρεπτικών μέτρων από την πολιτεία που οδήγησε τελικά στην προσφορά κυρίως “μαύρης εργασίας” στους συνταξιούχους. Οι αντιρρήσεις αυτές όμως είναι αβά- σιμες, διότι με πληρέστερη αξιοποίηση της διαθέσιμης ειδικευμένης εργασίας και διοικητικής εμπειρίας, από όπου και να προέρχονται, ενισχύεται το παραγωγικό δυναμικό της χώρας και αυξάνεται τελικά η συνολική ζήτηση εργασίας.
Όπως και στις λοιπές ευρωπαϊκές χώρες, οι έρευνες στην Ελλάδα δείχνουν ότι, σε πλήστες περιπτώσεις, η ζήτηση εργασίας για άτομα με εξειδίκευση και εμπειρία δεν καλύπτεται από τη διαθέσιμη προσφορά.
Προσφέροντας γνώσεις, εμπειρία και εντιμότητα, οι απόστρατοι μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν σε εργασίες μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο της δραστηριότητας των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, με την ιδιότητα του συμβούλου, του εκπαιδευτή, του συμβούλου προμηθειών, του οργανωτή εκδηλώσεων, του διοικητή/προϊσταμένου υπηρεσιών κ.α.
Τα πρώην μέλη των Ενόπλων Δυνάμεων φέρουν μαζί τους ένα πλήθος επιθυμητών ικανοτήτων και ταλέντων, ήτοι: Πειστικότητας Ομαδικής εργασίας και αντοχής Ηγεσίας Επικοινωνίας Επίτευξης στόχων και αποστολών.
Στον προηγμένο δυτικό κόσμο, η τάση χρησιμοποίησης πρώην μελών των ΕΔ παρουσιάζει αυξητικές τάσεις καθώς όλο και περισσότεροι, τόσο στον ιδιωτικό όσο και στο δημόσιο τομέα, αναγνωρίζουν τη θετική επιρροή που έχουν οι πρώην στρατιωτικοί για τις επιχειρήσεις και τις υπηρεσίες τους.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στις ΗΠΑ το ποσοστό πρόσληψης αποστράτων στον ιδιωτικό τομέα έχει αυξηθεί από 5,8% το 2003 σε 13,8% το 2012 (ΠΗΓΗ: Forbes). Ενδεικτικά αναφέρεται η εταιρεία Deloitte, η οποία είναι γνωστή και στην Ελλάδα στον τομέα των συμβουλευτικών υπηρεσιών, της οποίας το 25% των εργαζομένων είναι πρώην στρατιωτικοί. (ΠΗΓΗ: Forbes).
Ενδεικτικά μπορούμε να αναφέρουμε ορισμένους Τομείς Αξιοποίησης των πρώην μελών των ΕΔ και των Σωμάτων Ασφαλείας:
Οργανισμοί/ Υπηρεσίες Πληροφορικής: Αρκετά από τα πρώην μέλη των ΕΔ έχουν εργαστεί με την πιο προηγμένη τεχνολογία. Επομένως, μπορούν να χρησιμοποιήσουν αυτή την εμπειρία σε αντίστοιχες πολιτικές υπηρεσίες πληροφορικής.
Σώματα Ασφαλείας: Τα ποιοτικά χαρακτηριστικά ενός καλού Αστυνομικού , Λιμενικού ή Πυροσβέστη είναι σχεδόν ταυτόσημα με αυτά ενός καλού Στρατιωτικού. Και οι δύο έχουν μεγάλη επιθυμία να υπηρετήσουν την Πατρίδα τους και να προστατέψουν τους ανθρώπους και τα δικαιώματά τους. Έτσι, μια καριέρα στα Σώματα Ασφαλείας παρουσιάζει αρκετές ομοιότητες με τις Στρατιωτικές δομές και πρακτικές.
Δημόσια Διοίκηση: Τα πρώην μέλη των ΕΔ διαθέτουν εκτός από θεωρητικές και πρακτικές γνώσεις σε θέματα διοίκησης, προμηθειών, αξιολόγησης κλπ. Έτσι, η χρησιμοποίησή τους σε Δημόσιες Υπηρεσίες (τοπική αυτοδιοίκηση, υγει- ονομικές/ οικονομικές υπηρεσίες κλπ θα μπορούσε να μεταφέρει αυτή την “τεχνογνωσία” σε αυτές, βελτιώνοντας τις επιδόσεις τους.
Στη σημερινή λοιπόν «κρίση» όπου σύμφωνα και με τις Προτάσεις – Συστάσεις των εκπροσώπων της Γαλλικής Κυβέρνησης: Η Ελλάδα έχει περιορισμένη δυνατότητα να θέσει στρ τηγικές κατευθύνσεις και προτεραιότητες, να κατευθύνει και να συντονίσει τη δραστηριότητα των Υπουργείων και να διασφαλίσει ότι οι πολιτικές εφαρμόζονται αποτελεσματικά.
Η αποστολή και η κινητοποίηση του Κέντρου για τη Διακυβέρνηση της Χώρας παραμένει ασαφής, περιορισμένη και κατακερματισμένη. Αυτό αντανακλάται σε ισχνές δυνατότητες για καθορισμό στρατηγικών πολιτικών αποφάσεων και προτεραιοτήτων, που να ακολουθούνται από όλη την κεντρική διοίκηση, αλλά και από μια αναποτελεσματική δημοσιονομική διαχείριση. Οι μεταρρυθμίσεις που καλείται να εφαρμόσει η Ελλάδα, βάσει των δεσμεύσεών της, πολλές από τις οποίες επείγουν, απαιτούν τη σύμπραξη πολλών και διαφορετικών υπηρεσιών.
Απουσιάζει η κεντρική διεύθυνση, περιλαμβανομένου του αναγκαίου στρατηγικού οράματος, της λογοδοσίας, του στρατηγικού σχεδιασμού, της συνοχής των πολιτικών, καθώς και της συλλογικής δέσμευσης και επικοινωνίας.
Ουσιαστικά, δεν υπάρχει ένας «φανερός ιδιοκτήτης (δηλαδή η αίσθηση «κυριότητας») της μεταρρυθμιστικής ατζέντας στο Κέντρο της Διακυβέρνησης και η ικανότητα συντονισμού των παρα- γωγικών υπουργείων είναι ασθενική. Υπάρχει έλλειψη επίβλεψης και ελάχιστος συντονισμός, γεγονός που υπονομεύει την επιτυχία των μεταρρυθμίσεων. Η μη υλοποίηση πολιτικών και μεταρρυθμίσεων συνιστά μείζονα και παραλυτική αδυναμία, η οποία οφείλεται στην ανεπαρκή κεντρική επίβλεψη και σε μια νοοτροπία που ευνοεί την παραγωγή νομοθεσίας και όχι το αποτέλεσμα.
Είναι προφανές ότι η αναγνώριση των παραπάνω ελλείψεων της Χώρας μας είναι εύκολα κατανοητή από όλους τους Στρατιωτικούς, λόγω της εκπαίδευσης και των εμπειριών τους στη υπηρεσία ενός Θεσμού της Κοινωνίας που αφορά την Άμυνα και την Ασφάλεια του Κράτους. Εκεί, δηλαδή, όπου η Αποστολή, ο Στόχος, η Διοίκηση και ο Έλεγχος απο- τελούν ουσιαστικές αρχές και παραδόσεις της καθημερινής θεσμικής λειτουργίας.
Η “επαγγελματική” προσφορά για το «σήμερα» από τους αποστράτους Στρατιωτικούς στο καιρό της κρίσης, έγκειται στο ότι: όχι μόνο να στρατευτούν για να υποστηρίξουν να κατανοηθεί η επιτελική σχεδίαση των απαιτουμένων θεσμικών μεταρρυθμίσεων από όλους τους Έλληνες, αλλά και να διαθέσουν τον εαυτό τους στη πρωτοπορία της συλλογικής δέσμευσης για την υλοποίηση και την “ιδιοκτησία” των παραπάνω πολιτικών μεταρρυθμί- σεων.
ΕΠΙΛΕΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ελληνική -Παπανικολάου, Ι. (2010): Προετοιμάζοντας τους Αξιω- ματικούς για ένα Κόσμο που Αλλάζει. Αθήνα, Εκδόσεις Του- ρίκη. -Σμοκοβίτης, Δ. (1977): Μια Ιδιότυπος Κοινωνική Ομάς Αι Ενοπλοι Δυνάμεις. Διδακτορική Διατριβή. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσ- σαλονίκης. Θεσσαλονίκη. -Σμοκοβίτης, Δ. (1987): «Μάνατζμεντ. Βασικές και απα- ραίτητες γνώσεις για τους Αξιωματικούς των Ενόπλων Δυ- νάμεων», Στρατιωτική Επιθεώρηση, Ιανουάριος. -Σμοκοβίτης, Δ. (1993): «Συστήματα Διοικήσεως, Ελέγχου και Πληροφοριών (ΣΔΕΜ) και Λειτουργίες του Management”, Στρατιωτική Επιθεώρηση, Ιανουάριος