Ο 34χρονος Γάλλος Jonathan Alpeyrie φωτορεπόρτερ του πρακτορείου Polaris κρατήθηκε όμηρος από τους αντάρτες στη Συρία για 81 ημέρες μετά την απαγωγή του στις 29 Απριλίου 2013.
Απελευθερώθηκε στις 20 Ιουλίου. Σύμφωνα με τους Ρεπόρτερ χωρίς σύνορα τουλάχιστον 15 δημοσιογράφοι « εξαφανίστηκαν » στη Συρία.
Παραχώρησε συνέντευξη στο περιοδικό PARIS MATCH (31/ 07/2013). Παρ’ όλη τη στράτευσή του με την πλευρά της ένοπλης αντιπολίτευσης την οποία και κάλυπτε δημοσιογραφικά από το 2012, έφτασε η στιγμή που και ο ίδιος είδε μια πλευρά του πραγματικού τους προσώπου.
Αν και βασανίσθηκε πολύ λιγότερο από τους συγκρατουμένους του χριστιανούς που πάλευαν αλυσοδεμένοι με πεινασμένα σκυλιά, λόγω των υπηρεσιών που είχε προσφέρει στο « κίνημα », η μαρτυρία του είναι ενδεικτική για τις συνθήκες κράτησης απαχθέντων και ομήρων πολέμου.
Άλλωστε στον αντίποδα της δικής του ευτυχούς κατάληξης, βρίσκεται ο συνάδελφός του σύριος δημοσιογράφος Μοχαμάντ Αλ Σαίντ ο οποίος σύμφωνα με το γερμανικό κανάλι ZDF μετά την απαγωγή του , δολοφονήθηκε με φριχτό τρόπο, δηλαδή τεμαχίστηκε σε πολλά μέρη….
« Ήμουν με τους αντάρτες με την αντιπολίτευση αυτή που αποκαλείται FSA. Είχα επαφές …Με πρόδωσε o σύνδεσμός μου,οι τοπικοί μεταφραστές και οι γαλλικές υπηρεσίες. Στις 29 Απριλίου οι αντάρτες με ειδοποιούν ότι θα πάμε να δούμε μια άλλη ένοπλη ομάδα στη γραμμή του μετώπου στο Νότο της Δαμασκού σε σημείο που ελέγχει ο FSA.Εκεί έπεσα στην παγίδα τους. Μπαίνουμε σ’ ένα 4 επί 4 ο αρχηγός της « katiba a l islam » ο σύνδεσμός μου και δύο μαχητές. Καθ’ οδόν σ΄ένα check point κουκουλοφόροι μας σταματούν , με κατεβάζουν από το αμάξι με καθηλώνουν, με αναγκάζουν να πέσω στα γόνατα και μου κάνουν εικονική εκτέλεση.
Μου δένουν τα μάτια και πυροβολούν ακριβώς δίπλα από το κεφάλι μου. Μου αδειάζουν τις τσέπες, μου τα παίρνουν όλα και με κακομεταχειρίζονται. Γνωρίζουν ποιός είμαι οπότε δεν με βασανίζουν όπως κάνουν συνήθως. Μου έχουν φορέσει χειροπέδες και μ΄ έχουν φιμώσει. Θέλουν να με τρομοκρατήσουν να με συντρίψουν να μην διανοηθώ ότι μπορώ να δραπετεύσω. Με απομόνωσαν και κάπου εκεί αρχίζει η αιχμαλωσία μου.
Βρίσκομαι σ΄ένα σπίτι σιδεροδέσμιος πάνω σ΄ένα κρεβάτι με 5 ή 6 μαχητές και 2 γενειοφόρους, ισλαμιστές.. Δεν πρόκειται για την Αλ Κάιντα. Αυτοί είναι γενειοφόροι με το πάνω χείλος ξυρισμένο. Ο τομέας όπου βρισκόμαστε βομβαρδίζεται ασταμάτητα με επιθέσεις από Mig και ελικόπτερα. Μια μέρα ένας νεαρός μαχητής ένας τρελός που μου προκαλεί φόβο θέλει να μ’ εκτελέσει και μου βάζει την μπούκα του αυτόματου οπλοπολυβόλου στο μέτωπο μόνο και μόνο γιατί δεν ζήτησα την εξουσιοδότησή τους για να πάω τουαλέτα….. Αλλά οι άλλοι τον σταματούν άμεσα και τον απομακρύνουν.
Στο τέλος της βδομάδας μ’ ανακρίνει ο επικεφαλής της μονάδας και μέλη της τοπικής αστυνομίας των ανταρτών με τρόπο αρκετά δυναμικό. Με κατηγορούν ότι είμαι πράκτορας της CIA. Με βρίζουν, θεωρούν ότι τους λέω ψέματα. Τρεις φορές επαναλαμβάνουν τη διαδικασία. Την τελευταία φορά μου δείχνουν κάτι μαχαίρια, τα ακονίζουν και μ’ απειλούν ότι θα με σφάξουν.
Έγινα μάρτυρας βασανιστηρίων κατά 4 χριστιανών υποστηρικτών του Άσσαντ. Οι δεσμοφύλακες αμολούσαν τα σκυλιά εναντίον των αλυσοδεμένων χριστιανών. Ήταν φρικτό ν΄ακούω τα ουρλιαχτά. Αυτό διήρκησε για μια εβδομάδα.
Το γκρουπ είναι πολύ δραστήριο. Υπάρχει μεγάλη κινητικότητα. Αρκετοί πηγαινοέρχονται αλλά εμένα μ’ έχουν σε κρησφύγετο καλυμμένο πίσω από ένα παραπέτασμα. Στο τέλος της τρίτης εβδομάδας με μετακινούν και μ΄ οδηγούν σ΄ένα σπίτι 500 τ.μ όχι μακριά από την έδρα τους. Εκεί μ΄αλυσοδένουν σ΄ένα παράθυρο….. Μια μέρα με υποχρέωσαν να τους μάθω να χρησιμοποιούν έναν ανιχνευτή μετάλλων. Γιατί στην περιοχή υπάρχουν πολλά αρχαιολογικά ευρήματα. Μ’ αυτό το μηχάνημα αυτοί εντοπίζουν αρχαία και τα πουλάνε στην Βυρηττό για ν’ αγοράσουν όπλα και υλικό. Με οδήγησαν σ’ αρχαία τείχη έμοιαζε να είναι 4000 χρόνων. Βρήκαμε κάποια κομμάτια….. ήμουν πάντα με τους δεσμοφύλακες.
Ήμουν βέβαιος ότι θα μ΄εκτελούσαν. Αυτό που μου προξενούσε έντονα αυτόν τον φόβο ήταν η μακρά διάρκεια της ομηρίας μου. Όπως δεν είχα τίποτα να κάνω έκανα σχέδια… σχέδια απόδρασης αλλά κάθε φορά τελείωνα με το να κοιμηθώ εξουθενωμένος. Από καιρό εις καιρόν διασκέδαζαν με το να μου βάζουν το αυτόματο στον κρόταφο. Παρέμεινα σ΄αυτό το σπίτι 2 μήνες που δεχόταν αδιάκοπα επιθέσεις. Όχι μόνο ήμουν αιχμάλωτος χωρίς να γνωρίζω πόσο αυτό θα διαρκέσει αλλά επιπλέον φανταζόμουν ότι θα μπορούσα να σκοτωθώ από κάποιον βομβαρδισμό……
Δεν γνωρίζω όλες τις λεπτομέρειες της απελευθέρωσής μου. Ένας υποστηρικτής της κυβέρνησης Άσσαντ,ένας κοινοβουλευτικός κι ένας σημαντικός σύριος επιχειρηματίας που αναζητούσαν άλλους απαχθέντες έπεσαν κατά τύχη επάνω μου. Οι αντάρτες τους ενημερώνουν ότι είμαι Γάλλος δημοσιογράφος. Με φιλμάρουν προς πιστοποίηση και προφανώς τους στέλνουν το υλικό. Ένα 48ωρο αργότερα μ΄απελευθερώνουν…… Για την απελευθέρωσή μου καταβλήθηκαν 450.000 δολάρια. Η αρχική απαίτηση των απαγωγέων ήταν 700.000.Ο σύριος επιχειρηματίας αντιπρότεινε 200.000. Αυτή η διαπραγμάτευση ήταν απροσδόκητη γιατί οι απαγωγείς μου δεν είχαν καμιά πρόθεση να μ’ απελευθερώσουν….. »