Τρίτη 9 Σεπτεμβρίου 2025

Πρωθυπουργός: - «Τα καλύτερα είναι μπροστά μας». - Η κυβέρνηση έχει μειώσει τον ΕΝΦΙΑ 30%!! -



Νίκος Οικονόμου (Μακεδονία της Κυριακής): Κύριε Πρόεδρε, είμαστε λίγα δευτερόλεπτα μετά τις 12:00, άρα μπορούμε να πούμε καλησπέρα. Σας καλωσορίζουμε για άλλη μια φορά στη συνέντευξη Τύπου της Θεσσαλονίκης.

Το ερώτημά μου αφορά κάτι που δεν ανακοινώσατε χθες κατά την ομιλία σας, όπου παρουσιάσατε ένα πακέτο μέτρων που το χαρακτηρίσατε «πλαίσιο στήριξης της κοινωνίας», συνολικού ύψους 1,6 δισεκατομμυρίων. Σε αυτό περιλαμβάνονται πολλά, αλλά όχι ο 13ος μισθός στο Δημόσιο.

Σε κάποιο σημείο της ομιλίας σας, μάλιστα, είπατε ότι εξετάσατε το ενδεχόμενο για πιο «απλοϊκές ιδέες, όπως ο 13ος μισθός» και ότι καταλήξατε στο ότι η δική σας πρόταση είναι «πιο ορθή και πιο δίκαιη» και ότι «οι μισθωτοί στο Δημόσιο ωφελούνται σημαντικά και από τις φοροαπαλλαγές» που ανακοινώσατε.

Όμως, η αντιπολίτευση, αλλά και τα κόμματα και κομμάτια της κοινωνίας, υποστηρίζουν ότι το μέτρο είναι οικονομικά βιώσιμο και ότι θα έχει μικρότερο κόστος από ό,τι εσείς λέτε. Τι απαντάτε σε αυτό;

Και, αν και γνωρίζω ότι δεν απαντάτε σε θεωρητικές ερωτήσεις, θα ήθελα να γνωρίζω αν υπάρχει στο σχέδιο, στο μυαλό σας, αν τα δημοσιονομικά δεδομένα της στιγμής αργότερα γίνουν καλύτερα, να το δούμε μπροστά μας μέχρι το τέλος της τετραετίας; Ευχαριστώ.

Κυριάκος Μητσοτάκης: Σας ευχαριστώ για την ερώτησή σας, κ. Οικονόμου. Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω εν συντομία περιγράφοντας το κεντρικό πλαίσιο των ανακοινώσεων τις οποίες παρουσίασα χθες, που νομίζω ότι συνιστούν ουσιαστικά μία από τις πιο τολμηρές, αν όχι την πιο τολμηρή φορολογική μεταρρύθμιση της κλίμακας εισοδήματος στην ιστορία της Μεταπολίτευσης.

Καταρχάς πρέπει να εξηγήσουμε ότι το γεγονός ότι διαθέτουμε σήμερα ένα σημαντικό δημοσιονομικό πλεόνασμα προς κατανομή, προέκυψε ως αποτέλεσμα μιας συγκροτημένης οικονομικής πολιτικής, η οποία ακολουθείται εδώ και πολλά χρόνια.

Έκανα τη σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες εξηγώντας ότι η Ελλάδα σήμερα αποτελεί εξαίρεση στον κανόνα. Οι πιο πολλές ευρωπαϊκές χώρες είναι αναγκασμένες να επιβάλλουν μέτρα λιτότητας, να αυξήσουν φόρους, να μειώσουν δαπάνες, προκειμένου να συμμορφωθούν με τους αυστηρούς ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες.

Εμείς είμαστε, ευτυχώς, στην αντίθετη θέση. Και είμαστε στην αντίθετη θέση επειδή ακριβώς η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε πιο γρήγορα από τον μέσο όρο της ευρωζώνης και επειδή πήραμε δραστικές αποφάσεις για να καταπολεμήσουμε τη φοροδιαφυγή.

Δημιουργήθηκε έτσι ένα απόθεμα, ένα κοινωνικό μέρισμα προς κατανομή, ύψους, για το 2026, περίπου 1,7 δισεκατομμυρίων ευρώ. Αυτό δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από αυτόν τον αριθμό. Διότι αν ήταν μεγαλύτερο, τότε θα παραβιάζαμε τους δημοσιονομικούς κανόνες τους οποίους εμείς οι ίδιοι έχουμε δεσμευτεί να τηρήσουμε και οι οποίοι αποτελούν και το θεμέλιο πάνω στο οποίο οικοδομούμε όλη την πολιτική μας. Άρα, το ποσό προς κατανομή είναι αυτό, και αυτό δεν επιδέχεται καμίας αμφισβήτησης.

Επιλέξαμε ως επί το πλείστον να στοχεύσουμε σε μια γενναία φορολογική μεταρρύθμιση η οποία ωφελεί παραπάνω από 4 εκατομμύρια συμπολίτες μας: και τους μισθωτούς στο Δημόσιο και τους συνταξιούχους και τους νέους εργαζόμενους. Και το κάναμε γιατί θεωρούμε ότι ο καλύτερος τρόπος να υπηρετηθεί μια φιλελεύθερη οικονομική πολιτική είναι με το να δίνουμε περισσότερα χρήματα στις τσέπες των φορολογούμενων, μειώνοντας τη φορολογική τους επιβάρυνση.

Ο 13ος μισθός, για να έρθω στο ερώτημά σας, θα στοίχιζε μεταξύ 1,3 και 1,4 δισεκατομμυρίων ευρώ. Εάν, λοιπόν, κάναμε αυτή την επιλογή, τα κόμματα της αντιπολίτευσης θα πρέπει να μας εξηγήσουν γιατί προκρίνουν αυτή την επιλογή και όχι αυτό το οποίο κάναμε εμείς. Είναι μια θεμιτή προσέγγιση. Αν κάποιος πιστεύει ότι πρέπει το δημοσιονομικό πλεόνασμα να πάει εκεί, να το πει. Αλλά δεν μπορείς να έχεις και τα δύο, και τον 13ο μισθό και τις φοροαπαλλαγές τις οποίες ανακοινώσαμε.

Τώρα, ως προς το ερώτημα το οποίο μου θέσατε, φιλοδοξώ και ευελπιστώ η πολιτική της παραγωγής υγιών πλεονασμάτων να συνεχιστεί και του χρόνου. Γι’ αυτό και οι Έλληνες πολίτες μπορούν να προσβλέπουν σε καλύτερες μέρες. Θυμάστε ότι σε ανύποπτο χρόνο, σε δύσκολες στιγμές της πρώτης διετίας, είχα πει «τα καλύτερα είναι μπροστά μας».

Και νομίζω ότι αυτό το οποίο εξαγγείλαμε χθες στη Θεσσαλονίκη, και το οποίο θα έχουμε την ευκαιρία να εξειδικεύσουμε από αύριο, το πιστοποιεί αυτό. Όλοι οι πολίτες έβαλαν πλάτη για να μπορέσουμε να επανέλθουμε σε συνθήκες βιώσιμης ανάπτυξης και δημοσιονομικής ισορροπίας.

Και ήρθε τώρα η ώρα αυτό το μέρισμα της ανάπτυξης να επιστρέψει με δίκαιο τρόπο, υπηρετώντας συγκεκριμένες πολιτικές -θα έχω την ευκαιρία, φαντάζομαι, στη συνέχεια να τις εξειδικεύσω-, σε όσο το δυνατόν περισσότερους συμπολίτες μας.

Ευαγγελία Τσικρίκα (ALPHA): Κύριε Πρόεδρε, η αντιπολίτευση σας κατηγορεί ότι οι μειωμένοι φορολογικοί συντελεστές που ανακοινώσατε χθες καλύπτουν εν μέρει το αυξημένο κόστος ζωής λόγω του πληθωρισμού και όχι για όλους.

Το ερώτημα, λοιπόν, είναι γιατί δεν αποφασίζετε να προχωρήσετε σε μείωση κάποιων άδικων και πολύ υψηλών φόρων, όπως είναι, για παράδειγμα, ο ΕΝΦΙΑ. Η οικονομία, λέτε, ανακάμπτει. Ήρθε σαν προσωρινό μέτρο την εποχή των μνημονίων, όμως παραμένει και είναι ως φόρος ακινήτων υψηλότερος από άλλες χώρες στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ή, δεύτερο παράδειγμα, τη μείωση των φόρων στα καύσιμα που ανεβάζουν την τελική τιμή και που επίσης αυτός ο φόρος είναι μεγαλύτερος σε σχέση με άλλες χώρες της Ευρώπης.

Και τέλος, ένα άλλο παράδειγμα, επιμένετε σε αυτό, στη μη μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα. Ακούμε να λέτε ότι δεν θα φτάσει αυτή η μείωση στο ράφι, στον καταναλωτή, όμως υπάρχει το παράδειγμα της Ισπανίας, όπου οι ελεγκτικοί μηχανισμοί λειτούργησαν και όταν η μείωση εφαρμόστηκε, αυτή πέρασε ολοκληρωτικά σχεδόν στο ράφι, γιατί λειτούργησαν οι ελεγκτικοί μηχανισμοί, προφανώς. Και αυτό, ότι πέρασε στο ράφι, δεν το λέει η αντιπολίτευση, το λέει η ανεξάρτητη κεντρική Τράπεζα της Ισπανίας.

Κυριάκος Μητσοτάκης: Έχω μια λίγο διαφορετική προσέγγιση στα ζητήματα αυτά και επιτρέψτε μου να αντικρούσω τα επιχειρήματά σας.

Καταρχάς, αυτή η κυβέρνηση έχει μειώσει τον ΕΝΦΙΑ 30%. Φόρος κατοχής ακινήτων υπάρχει σε όλη την Ευρώπη, δεν έχουμε από τους υψηλότερους φόρους. Αυτή τη στιγμή έχουμε μάλλον από τους χαμηλότερους φόρους κατοχής. Άρα, ζήτημα κατάργησης, πλήρους κατάργησης του ΕΝΦΙΑ δεν τίθεται και είναι κάτι το οποίο πιστεύω ότι θα ήταν και λάθος και άδικο.

Όμως, θέλω να σας θυμίσω ότι χθες προχωρήσαμε σε μια πολύ σημαντική πρωτοβουλία, που αφορά τη στήριξη της ελληνικής περιφέρειας, μειώνοντας κατά 50% το 2026 και καταργώντας το 2027 τον ΕΝΦΙΑ για την πρώτη κατοικία σε όλα τα χωριά και τις κωμοπόλεις κάτω των 1.500 κατοίκων. Μια πάρα πολύ σημαντική έμπρακτη στήριξη της ελληνικής περιφέρειας, γιατί και εγώ, πρέπει να σας πω, στεναχωριέμαι όταν πηγαίνω στα χωριά μας και βλέπω συχνά, όχι παντού αλλά συχνά, μια εικόνα εγκατάλειψης.

Πρέπει να στηρίξουμε τους συμπολίτες μας οι οποίοι μένουν στα ελληνικά χωριά και να ενθαρρύνουμε -γιατί όχι; Γιατί έχει αρχίσει και συμβαίνει και αυτό- συμπολίτες μας να φύγουν από τα μεγάλα αστικά κέντρα και να γυρίσουν πίσω στον τόπο τους ή να πάνε να κατοικήσουν σε κάποιο χωριό της αρεσκείας τους, από τη στιγμή που η προσβασιμότητα βελτιώνεται, οι τηλεπικοινωνίες βελτιώνονται, η δημόσια υγεία βελτιώνεται. Η ζωή στο χωριό αρχίζει να είναι πιο βατή, πιο εύκολη από αυτό το οποίο μπορεί να ήταν πριν από κάποια χρόνια.

Για το ζήτημα του ΦΠΑ η άποψή μου είναι σαφής: πρώτον, έχουμε μειώσει τον ΦΠΑ σε μια σειρά από προϊόντα και υπηρεσίες. Στηρίξαμε τον αγροτικό τομέα. Μειώσαμε τον ΦΠΑ στις μεταφορές. Έχουμε μειώσει τον ΦΠΑ σε μια σειρά από κατηγορίες προϊόντων που σχετίζονται με την οικογένεια, τα βρεφικά είδη.

Όμως, είμαι απολύτως πεπεισμένος ότι η μείωση, η περαιτέρω μείωση του ΦΠΑ δεν θα είχε το αποτέλεσμα στο οποίο προσβλέπουμε. Θα ήταν, εν πολλοίς, μια έμμεση επιδότηση μεσαζόντων και επιχειρήσεων. Ουσιαστικά θα διευκόλυνε τις επιχειρήσεις να κρατήσουν τιμές σταθερές και να καρπωθούν τη μείωση του ΦΠΑ, έχοντας ένα καλύτερο περιθώριο κέρδους.

Και επιτρέψτε μου να σας διορθώσω: στην Ισπανία δεν έγινε αυτό το οποίο λέτε. Υπήρχε μια αρχική μείωση τιμών και στη συνέχεια οι τιμές αυξήθηκαν και πάλι. Κατά συνέπεια, η παγκόσμια βιβλιογραφία είναι μάλλον κατά της ιδέας ότι μειώνοντας τον ΦΠΑ μειώνονται οι τιμές. Δεν φαίνεται αυτό να υποστηρίζεται από πραγματικά δεδομένα.

Και βέβαια, το τελευταίο μου επιχείρημα είναι ότι μια τέτοια μείωση, όπως και μια μείωση στον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης στα καύσιμα, έχει πολύ μεγάλο δημοσιονομικό κόστος.

Άρα, αυτοί οι οποίοι ισχυρίζονται ότι θέλουν να μειώσουν τον ΦΠΑ, θα πρέπει να πουν σε όλους τους ωφελημένους από τις μειώσεις φόρων στην κλίμακα εισοδήματος την οποία εξαγγείλαμε ότι «δεν μπορούμε να κάνουμε αυτές τις μειώσεις, αντ’ αυτού θα επιλέξουμε να μειώσουμε τον ΦΠΑ».

Υπάρχει και αυτή η προσέγγιση. Έχουμε 1,7 δισ. να κατανείμουμε. Μπορεί κάποιος να πει ότι «το ρίχνω όλο αυτό το 1,7 δισ. στη μείωση του ΦΠΑ». Θα το σεβαστώ. Είναι μια διαφορετική προσέγγιση. Διαφωνώ με αυτήν.

Αυτό το οποίο δεν μπορούμε να κάνουμε είναι να ζητάμε και τη μείωση του ΦΠΑ και τη μείωση των άμεσων φόρων. Διότι τότε αρχίζουμε και φτάνουμε σε προγράμματα ύψους 3, 4, 5, 6, 8 δισεκατομμυρίων, τα οποία προφανώς θα μας οδηγήσουν σε δημοσιονομικό εκτροχιασμό.

Τέλος, για τα καύσιμα, να πω και κάτι ακόμα: είναι πάντα πάρα πολύ καλά τα μέσα όταν αναδεικνύουν τις αυξήσεις των τιμών στα καύσιμα. Και θέλω να τονίσω ότι αυτές οι αυξήσεις ή οι μειώσεις είναι αποτέλεσμα διεθνών χρηματιστηριακών διακυμάνσεων. Τώρα που μειώθηκαν οι τιμές στα καύσιμα, όχι επειδή κάναμε κάτι εμείς -θέλω να είμαι σαφής σε αυτό-, αλλά επειδή εκεί μας πάει η παγκόσμια αγορά, δεν είδα αυτό το ζήτημα να αναδεικνύεται.

Είναι σημαντικό ότι τώρα οι τιμές στα καύσιμα και το πετρέλαιο θέρμανσης θα είναι πιο χαμηλά απ’ ό,τι ήταν πέρυσι.