Τα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων δεν επιτρέπουν την άσκηση πιέσεων στην Τουρκία, για να αναλάβει τις ευθύνες της και να αναγνωρίσει τη Γενοκτονία που διέπραξαν επί των Αρμενίων
Του Σάββα Καλεντερίδη
Στις 24 Απριλίου 1915, και ενώ είχε αρχίσει ένα χρόνο πριν η Γενοκτονία των Ελλήνων της Θράκης, του Πόντου και της λοιπής Μικράς Ασίας, οι τουρκικές Αρχές, εκμεταλλευόμενες τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο που ήταν ήδη σε εξέλιξη από τα τέλη Ιουλίου του 1914, οδήγησαν στον θάνατο την αφρόκρεμα των Αρμενίων της Κωνσταντινούπολης, ενώ έθεσαν σε εφαρμογή ένα πολύ καλά οργανωμένο σχέδιο, που οδήγησε στη Γενοκτονία 1.500.000 Αρμενίους.
Το σχέδιο είχε εγκριθεί στα τέσσερα μυστικά συνέδρια των Νεοτούρκων που είχαν γίνει στη Θεσσαλονίκη, από το 1908 έως το 1911, και εφαρμόστηκε όταν κατέλαβαν πλήρως την εξουσία, μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους.
Σε αυτή τη φάση οι Νεότουρκοι ίδρυσαν μια μυστική οργάνωση ανορθόδοξου πολέμου, την Teşkilat-ı Mahsusa. Αυτή η οργάνωση είχε ως κύρια αποστολή την «επίλυση» του αρμενικού αλλά και του ποντιακού ζητήματος. Ψηφίστηκαν ειδικοί νόμοι, προβλέφθηκαν ειδικές χρηματοδοτήσεις, παραχωρήθηκαν όπλα και πυρομαχικά στα μέλη της και η οργάνωση αυτή λειτούργησε αυτόνομα στην κυριολεξία σαν κράτος εν κράτει.
Κατά τη διάρκεια του εκτοπισμού των Αρμενίων οι αποστολές των ειδικών ομάδων που συγκροτήθηκαν από την Teşkilat-ı Mahsusa σε διάφορες περιοχές της Ανατολίας ήταν να επιτίθενται στα καραβάνια των εκτοπισμένων Αρμενίων, να σκοτώνουν και να λεηλατούν. Το σύνολο σχεδόν των στελεχών της οργάνωσης αυτής αποτελούνταν από δολοφόνους εγκληματίες που απελευθερώθηκαν από τις φυλακές με ειδική χάρη που τους δόθηκε από το υπουργείο Δικαιοσύνης, έπειτα από σχετική πρόταση του υπουργείου Εσωτερικών. Ο υπουργός Δικαιοσύνης Ιμπραήμ στις 10 Νοεμβρίου 1918 παραδέχτηκε ότι οι δολοφόνοι απελευθερώθηκαν από τις φυλακές με ειδική ρύθμιση.
Τη νύχτα της 23ης προς την 24η Απριλίου 1915, την οποία οι Αρμένιοι ονόμασαν Κόκκινη Κυριακή (Garmir Giragi), η οθωμανική κυβέρνηση διέταξε να συγκεντρωθούν σε διάφορα μέρη περίπου 250 Αρμένιοι διανοούμενοι και αρχηγοί επιτροπών που ζούσαν στην πρωτεύουσα Κωνσταντινούπολη. Στη συνέχεια, αυτοί οι άνθρωποι στάλθηκαν σε δύο κέντρα συλλογής στο Ayaş και το Çankırı. Αυτή η ημερομηνία συνέπεσε με τις ανεπιτυχείς ναυτικές εκστρατείες των Συμμαχικών Δυνάμεων της Αντάντ στο Τσανάκαλε τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο του 1915, που είχαν σκοπό να φτάσουν στην Κωνσταντινούπολη, αφού περάσουν τα Στενά.
Εκτός από τους λίγους Αρμένιους ηγέτες που επέστρεψαν από τις συλλήψεις της 24ης Απριλίου, οι περισσότεροι εκτοπίστηκαν βίαια ή δολοφονήθηκαν στις 29 Μαΐου 1915, μετά την ψήφιση του νόμου του αναγκαστικού εκτοπισμού από το Κοινοβούλιο.
Με τον «Νόμο για τη μετεγκατάσταση» που θεσπίστηκε στις 27 Μαΐου 1915 οι τοπικοί πολιτικοί και στρατιωτικοί διοικητές έχουν την εξουσία να μεταφέρουν προσωρινά πρόσωπα που θεωρούν κατάλληλα σε άλλες επαρχίες. Η απέλαση γίνεται επ’ αόριστον με απόφαση του υπουργικού συμβουλίου στις 30 Μαΐου.
Όμως το σχέδιο της Γενοκτονίας των Αρμενίων δεν περιοριζόταν μόνο στη εξάλειψή τους. Είχε ως στόχο και τις περιουσίες τους. Γι’ αυτόν τον λόγο στις 10 Ιουνίου εκδόθηκε ο «Εφαρμοστικός Κανονισμός Διαχείρισης των Ακινήτων, της Γης και της Περιουσίας των Αρμενίων», ο οποίος καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο θα διατεθούν τα ακίνητα περιουσιακά στοιχεία των εκτοπισμένων. Οι χώροι που εκκενώθηκαν από τους Αρμενίους θα παραχωρούνταν στους μουσουλμάνους πρόσφυγες ως αντάλλαγμα για τις περιουσίες που υποτίθεται ότι θα δίνονταν στους Αρμενίους στις περιοχές της νέας εγκατάστασής τους.
Έτσι, λεηλατήθηκαν οι περιουσίες των Αρμενίων στην Ανατολία, χωρίς φυσικά να τους δοθούν άλλες περιουσίες στον τόπο εκτοπισμού τους, αφού στη συντριπτική τους πλειονότητα οι εκτοπισθέντες είτε εξοντώθηκαν είτε πέθαναν από τις κακουχίες.
Τελικά 1.500.000 Αρμένιοι της Ανατολίας εξοντώθηκαν, περιουσίες αμύθητης αξίας πέρασαν στα χέρια αξιωματούχων αλλά και του ίδιου του τουρκικού κράτους.
Πολλοί από τους σημερινούς μεγιστάνες της Τουρκίας απέκτησαν τις περιουσίες τους από την ιδιοποίηση και τη λεηλασία των περιουσιών των Ελλήνων, των Ασσυρίων και των Αρμενίων.
Η αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ, στα Άδανα, βρίσκεται πάνω σε γη που ανήκει σε Αρμενίους που κατοικούν στην Καλιφόρνια, η τουρκική Βουλή είναι χτισμένη πάνω σε λεηλατημένη αρμενική περιουσία, ένα σοβαρό μέρος του χαρτοφυλακίου της τουρκικής αγροτικής τράπεζας (Ziraat Bankası) αποτελεί κλεμμένα λεφτά και περιουσίες των γενοκτονηθέντων Αρμενίων.
Αυτήν την ανείπωτη θηριωδία όχι μόνο αρνείται να αναγνωρίσει η Τουρκία, αλλά έχει ψηφίσει νόμο με τον οποίο διώκεται όποιος τολμήσει να μιλήσει γι’ αυτήν, ενώ με απύθμενο θράσος Τούρκοι κυβερνητικοί και κρατικοί αξιωματούχοι δηλώνουν ότι οι Αρμένιοι διέπραξαν γενοκτονία εις βάρος των Τούρκων και όχι το αντίθετο.
Και αυτό γίνεται για έναν και μοναδικό λόγο. Γιατί τα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων δεν επιτρέπουν την άσκηση πιέσεων στην Τουρκία, για να αναλάβει τις ευθύνες της και να αναγνωρίσει τη Γενοκτονία που διέπραξαν επί των Αρμενίων.
Αυτή η σιωπή εκλαμβάνεται από τους Τούρκους ως αποδοχή ή και επιβράβευση των πράξεών τους, γι’ αυτό συνεχίζουν τις γενοκτονικές πολιτικές στην Κύπρο, στο Αφρίν, στο Αρτσάχ και το Κουρδιστάν.
Ναι, η σιωπή «δικαιώνει» τους γενοκτόνους.
πηγή:https://www.antinews.gr/53452/kosmos/i-siopi-dikaionei-toys-genoktonoys/