Τρίτη 20 Ιουνίου 2023

Οι ιστορικοί δεσμοί της Γερμανίας με την Τουρκία - Πώς ξεκίνησαν και γιατί - Οι οδυνηρές για τους Έλληνες συνέπειες, από το 1878 έως το 1923


 

Κωνσταντινούπολη 1917 - Ο Κάιζερ μαζί με τον Μωάμεθ τον Πέμπτο και τον Ενβέρ Πασά.

Ευστρατία  DawoodΙστορικός - Κινηματογραφιστής


Και η γερμανική εξωτερική πολιτική και οι συνέπειες της για τους Έλληνες από το 1878 έως το 1923



Στο πέρασμα από τον 19ο στον 20ο αιώνα η Γερμανία εκδηλώνει την επιθυμία της να καθιερωθεί ως μεγάλη αποικιακή δύναμη στην Ανατολή. Ο κυριότερος αντίπαλός της, η Αγγλία, είναι ήδη μια υπολογίσιμη δύναμη στη Μέση Ανατολή πράγμα που αναγκάζει τη Γερμανία να στρέψει το ενδιαφέρον της προς το απομεινάρι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στην Μικρά Ασία.

Στόχος της είναι να το θέσει εντελώς κάτω από την επιρροή της και να το διαμορφώσει με τον τρόπο που συμφέρει καλύτερα. Ο τρόπος αυτός περιλαμβάνει την ενίσχυση του τουρκικού στοιχείου και τον πλήρη εκτουρκισμό της περιοχής στα πλαίσια μια γερμανικής εκπαίδευσης και προπαγάνδας

Το κίνημα των Νεοτούρκων στοχεύει ακριβώς στη δημιουργία ενός «εθνικού» κράτους με ένα έθνος, μια θρησκεία και «εθνική» οικονομία. Δεν υπάρχει τίποτε το παράξενο σ’αυτό, αφού ο 19ος αιώνας είναι ο αιώνας της δημιουργίας των εθνικών κρατών στην Ευρώπη με τη Γερμανία ένα σχετικά νεοσύστατο κράτος. Άρα, Γερμανοί και Νεότουρκοι συμφωνούν απολύτως μεταξύ τους σ’αυτό το σημείο.

Δύο είναι τα μεγάλα προβλήματα έχουν να αντιμετωπίσουν. Η πολιτιστική καθυστέρηση των Τούρκων από τη μια πλευρά και οι ισχυρές- μη μωαμεθανικές,-μειονότητες της περιοχής, Έλληνες, Αρμένιοι και Εβραίοι οι οποίοι είναι κατά κανόνα πιο μορφωμένοι και οπωσδήποτε κρατούν στα χέρια τους την οικονομία της περιοχής, κυρίως μέσω του εμπορίου.

Αν η Γερμανία θέλει να επιτύχει την δημιουργία ενός εθνικού τουρκικού κράτους κάτω από «ευρωπαϊκή»-διάβαζε γερμανική επιρροή-οι μειονότητες αυτές θα πρέπει να εξαφανιστούν, έστω κι αν Έλληνες και Αρμένιοι κατοικούν σε εδάφη που κατέχουν αιώνες πριν από την εμφάνιση των Σελτζούκων Τούρκων στην περιοχή, δηλαδή βρίσκονται στις πατρίδες τους.

Επομένως έχουν βάσιμες διεκδικήσεις ανεξαρτητοποίησης από την οθωμανική κατοχή.  Από όποια πλευρά κι αν το αντιμετωπίσουν αυτό το πρόβλημα Γερμανοί και Νεότουρκοι, η λύση παραμένει μία. Οι πληθυσμοί αυτοί πρέπει να εξολοθρευτούν.

Οι Τούρκοι θα εφαρμόσουν τα δραστικά μέτρα εξόντωσης αλλά οι Γερμανοί θα στήσουν το θεωρητικό οικοδόμημα αυτής της εξόντωσης, την οποία θα παρακολουθήσουν με απάθεια. Αυτό αποκαλύπτουν τα στοιχεία της έρευνάς μου. 




Οι επιστήμες των Γερμανών στη διάθεση του πολιτιστικού ιμπεριαλισμού του Κάιζερ στις σφαίρες επιρροής της μέσα στην τότε Οθωμανική Αυτοκρατορία κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. 

Το γεγονός ότι το κράτος του Κάιζερ και οι Νεότουρκοι ήταν σύμμαχοι κατά τη διάρκεια του Α΄Παγκοσμίου Πολέμου δεν είναι κάτι άγνωστο στους ιστορικούς. Τίθεται όμως το ερώτημα με ποιο τόπο ενέτεινε τη συνεργασία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τον Κάιζερ η συμβολή των επιστημών.

Οι ακόλουθοι φάκελοι από τα Πρωσικά μυστικά αρχεία του Κράτους στο Βερολίνο ρίχνουν βαθύτερα το φως στη διαπλοκή μεταξύ επιστημών και και πολιτικών μηχανορραφιών του Κράτους του Κάιζερ. Εδώ γίνεται φανεροί ο ρόλος και η σημασία της επιστήμης στον πόλεμο για την αποικιακή εξάπλωση στη Μικρά Ασία. 

Ο φάκελος Ι. ΗΑ Rep. 89 Nr. 13350 αποκαλύπτει σχέδια που σχετίζονται με την Τουρκία και έχει τίτλο:« Νέες επιστημονικές επιχειρήσεις που αφορούν την Τουρκία».

Σχέδια που αφορούν τα κρατικά συμφέροντα δίνουν προτεραιότητα στους φακέλους. Ο στόχος ήταν να συνδέσουν την τουρκική με την γερμανική κουλτούρα. Κρατικά μέσα έπρεπε να διατεθούν γι’αυτό. Τα συμφέροντα του Κράτους βλέπουν κάθε προσπάθεια στα πλαίσια μιας  «κλειστής πολιτιστικής πολιτικής». 

Πράγμα που σημαίνει: ένωση, επίβλεψη και «ει δυνατόν επηρεασμός». Ο διαχωρισμός επιστήμης και πολιτικής αναιρέθηκε με τη δικαιολογία ότι ο «Αντίπαλος» στην Ανατολή (εννοείται η Αγγλία) έχει ήδη μια δυναμική παρουσία στην περιοχή και από καιρό έχει χαράξει το δρόμο «άρα (πρέπει) και οι δικές μας επιστημονικες επιχειρήσεις να εκτιμηθούν (γίνουν) ως πολιτικές». 

Απόσπασμα:«Μπορεί, επίσης, και μάλιστα οφείλει αυτή η πολιτιστική εργασία να μετατραπεί σε σημαντικό παράγοντα των γερμανο-τουρκικών σχέσεων». (ibid) Τα σχέδια έπρεπε τελικά να επεξεργαστεί το Υπουργείο Πολιτισμού.

Στην σελ. 6 υπάρχει η επιλογή των οργανώσεων που θα ήταν χρήσιμες στις κρατικές υποθέσεις του γερμανικού Ράιχ. Ειδικά προβάλλεται η «Γερμανική Εταιρία της Ανατολής». Υπαγόταν στο Προτεκτοράτο του Κάιζερ και διεξήγαγε εκτεταμένες ανασκαφές στις περιοχές του Ασσυρο-βαβυλωνιακού πολιτισμού. «Δεδομένου ότι όλες οι χώρες με αρχαίο πολιτισμό αντιτίθενται όλο και περισσότερο στην εξαγωγή των καλλιτεχνικών τους θησαυρών, η Τουρκία παραμένει η μόνη μεγάλη δεξαμενή γαι την πλήρωση των μουσείων μας». Οι ανασκαφές πραγματοποιούνταν σε αρχαίες ελληνικές πόλεις όπως  Πέργαμος,  Μίλητος,  Δίδυμα κλπ.

Ωστόσο το πιο σημαντικό πολιτιστικό και πολιτικό ίδρυμα υπό το Προτεκτοράτο του Υπουργείου Εξωτερικών ήταν η «Γερμανο-Τουρκική Ένωση»(ΓΤΕ) υπό τη διεύθυνση του καθηγητή Jäeckh. 

Αυτή η εταιρία είχε ιδρυθεί πριν από τον πόλεμο και στις πρώτες παραγράφους του καταστατικού διαβάζουμε το εξής:

«να φέρουμε πιο κοντά την γερμανική και την τουρκική εκπαίδευση και να μεταδώσουμε, ιδιαίτερα, τα επιτεύγματα της γερμανικής επιστήμης στον πληθυσμό του τουρκικού Κράτους, στην παρούσα τους κατάσταση». Σκοπός και στόχος της ένωσης ήταν η ίδρυση σχολείων, οικοτροφείων, νοσοκομείων και σανατορίων και πανεπιστημίων στην Τουρκία. Η αποστολή εκπαιδευτικών, γιατρών, η ίδρυση βιβλιοθηκών, μορφωτικών ιδρυμάτων, η προώθηση σχολείων, η εκτύπωση φυλλαδίων, η ίδρυση της λέσχης «Τευτονία» στην Κωνσταντινούπολη και της Οθωμανικής Λέσχης στο Βερολίνο. Ιδρύθηκε, επιπροσθέτως,  ένα «Κεντρικό Γραφείο για Γερμανο-Τουρκικά Οικονομικά Ζητήματα».








Στις αρχές του πολέμου η ΓΤΕ ίδρυσε το «Γερμανικό Σπίτι» στην Κωνσταντινούπολη (Το Σπίτι της Φιλίας). Τα χρήματα συνέλεξε ο καθηγητής Jäeckh (1,5 εκατομμύριο γερμανικά μάρκα). Αντίθετα, στην Κωνσταντινούπολη ιδρύθηκε η «Τουρκο-Γερμανική Ένωση» (ΤΓΕ) «για την καλύτερη προσέγγιση των δύο εθνών». 

Η ανάγκη για το «Κεντρικό Γραφείο για Γερμανο-Τουρκικά Οικονομικά Ζητήματα» είχε την εξής δικαιολογία:«Οι οικονομικές συνθήκες στην Ανατολή και ακόμη περισσότερο το οικονομικό σκεπτικό των Ανατολιτών διαφέρουν ριζικά από τις δικές μας», γι’ αυτό χρειάζεται ο γερμανικός επιχειρηματικός κόσμος καθοδήγηση. Αυτό το γραφείο είχε μια συμβουλευτική, προπαγανδιστική και οικονομική βάση. 

Μια άλλη δημιουργία  τον καιρό του πολέμου είχε αναληφθεί από το Υπουργείο των Εξωτερικών, «Το Γραφείο Ειδήσεων για την Ανατολή». Κύριος λόγος της ίδρυσης ήταν η εξάπλωση των γερμανικών ειδήσεων στον Τύπο της Ανατολής, επομένως στον ευρύτερο κύκλο περιοχών της Ανατολής «από τον Ατλαντικό Ωκεανό έως τoν Ειρηνικό Ωκεανό»(ibid). 

Το Γραφείο Ειδήσεων της Ανατολής διαχωρίστηκε από τα Κεντρικά του Βερολίνου, το οποίο όπως και πριν παρέδιδε το απαραίτητο υλικό για την οικονομική και προπαγανδιστική δραστηριότητα(σελ. 7.)

Διευθυντής του Γραφείου Ειδήσεων ήταν ο καθηγητής Mittwoch. Συντάχθηκε και υποβλήθηκε μνημόνιο στο Υπ. Εξ. ώστε το Γραφείο Ειδήσεων να συγχωνευθεί με τα Κεντρικά Γραφεία και άλλους σχετικούς οργανισμούς. 

Το Ινστιτούτο Ανατολής προοριζόταν να λειτουργήσει ως κέντρο μεταπτυχιακών σπουδών για το Σεμινάριο Ανατολικών Γλωσσών του Βερολίνου. Περαιτέρω ομάδες προστέθηκαν το 1915 στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης. Διορίστηκαν 17 Γερμανοί καθηγητές οι οποίοι θα λειτουργούσαν ως επιστημονική αποστολή σε πολιτιστικό-πολιτικό επίπεδο και εκτιμώντο εξίσου με την πολιτικο-στρατιωτική αποστολή. Οι «Κύριοι» θα ήταν «φορείς πολιτισμού» και προπαγανδιστές της ειδικότητάς τους ο καθένας. 

Κύριος στόχος της εργασίας τους ήταν να διαπιστώσουν με ακρίβεια σε ποια έκταση η ειδικότητά τους «εξυπηρετούσε καθαρώς ιδιαίτερα τουρκικά συμφέροντα ή σε ποιο βαθμό μέσω της εξυπηρέτησης των τούρκικων συμφερόντων θα φαίνονται ταυτόχρονα χρήσιμοι στα γερμανικά συμφέροντα».

Ακολουθούσαν οι διάφορες ειδικότητες:

Κατ’ αρχάς ο καθηγητής της Γεωγραφίας (Καθ. Obst). Κύριο θέμα: «Η κλιματολογία της Οθωμανικής αυτοκρατορίας». 

Το γερμανικό Ράιχ είχε στόχο τη δημιουργία μιας βάσης στην οποία θα προωθείτο μια συλλογή δεδομένων προς χρήση επιχειρήσεων γεωργικής και τεχνικής φύσεως. Αλλά δεν ξεχνούσαν και τη συλλογή περαιτέρω πληροφοριών για τον Στρατό, πχ. το Ναυτικό και την Αεροπορία.

«Γι’ αυτό το σκοπό καλύφθηκε ολόκληρη η τουρκική επικράτεια από ένα δίκτυο σταθμών και παράλληλα δημιουργήθηκε μια αληθινά ισχυρή βάση  για εκτίμηση» (σελ. 9 ibid). „Επίσης, έπρεπε να παρεισφρήσουν γεωπολιτικές έρευνες και ζωολογικός σταθμός από άλλους καθηγητές... «γι’ αυτό το Ινστιτούτο Ζωολογίας εγκρίθηκαν από την τουρκική κυβέρνηση 85 000 εκατ. Εδώ υπεισερχόταν μια συνεργασία γερμανικών και τουρκικών συμφερόντων(σελ. 19 ibid). Κάποιος καθηγητής Leick ανέλαβε την πρωτοβουλία ίδρυσης ενός βιολογικού ινστιτούτου για την έρευνα της θαλάσσιας και χερσαίας χλωρίδας. Άλλη μια πρωτοβουλία των γερμανών καθηγητών ήταν να αναζωπυρώσουν ένα κίνημα που θα έβαζε ως στόχο τη «Δωρεά Βιβλίων» προς την Τουρκία.

Με την υποκίνηση του καθηγητή Kampffmeyer δημιουργείται μια «΄Ενωση των Φίλων της Τουρκικής Λογοτεχνίας» . Αυτή είχε από την αρχή συγκροτηθεί με την καθοδήγηση του Υπουργείου Πολιτισμού.

Στόχος ήταν η δημιουργία Βιβλιοθήκης η οποία κατ’ αρχήν θα εξυπηρετούσε τις έρευνες των Γερμανών. Η ένωση που ονομαζόταν «Ανατολικό Ινστιτούτο Μεχμέτ-Ρεσάντ ο 5ος» που δημιουργήθηκε από τους Δόκτορες Nossing  και Vollbehr και στο Συμβούλιο της οποίας συμμετείχαν ο Imhof-Pascha  και ο υπουργός του Κράτους Hentig που έπαιξε μεγάλο ρόλο σε συνεργασία με την Τουρκική πρεσβεία. 

(Σ’ αυτό το σημείο η συντάκτρια του κειμένου θα επιθυμούσε να παραπέμψει στην πρόσφατη κριτική στην έκθεση του Μουσείου με τίτλο «Κάιζερ και Σουλτάνος. Γείτονες στην Ευρώπη των μέσων της πειόσου 1600-1700».


Η ανάμειξη του Μουσείου και του Τουρκικού Προξενείου στην Καρλσρούη όπως και η συμμετοχή του Υπουργείου Πολιτισμού στην παραχάραξη της Ιστορίας το 2020 ανάγκασε την Διεύθυνση Μουσείου να λάβει θέση. Η Διεύθυνση όπως και το Υπουργείο απέκρυψαν τη θέση τους κάτω από το πρόσχημα ότι η έκθεση οργανώθηκε από 10 διεθνείς επιστήμονες ). 

Στο γερμανικό κράτος υπήρχαν συλλογές πολύτιμων βιβλίων. Εδώ πρέπει να τονιστεί η συλλογή της εταιρείας Gsellius, η οποία περιείχε ποικιλία βιβλίων «για την παλαιότερη Ιστορία της Τουρκίας, συμπεριλαμβανομένων παλαιών ταξιδιωτικών βιβλίων και αντι-τουρκικής λογοτεχνίας από την εποχή των τουρκικών πολέμων, ιδιαίτερα μάλιστα της αφορισμένης από τον Πάπα, μερικά από αυτά μοναδικά στο είδος τους“(ibid)

Η Βιβλιοθήκη είχε ελεγχθεί από από ειδικούς της Βασιλικής Βιβλιοθήκης και διαπιστώθηκε ότι τουλάχιστον οι μισοί από αυτούς τους τόμους έλειπαν από τη Βασιλική Βιβλιοθήκη. Γι’ αυτό δήλωσαν οι Κύριοι ότι « θα ήταν μεγάλη καταστροφή για την γερμανική επιστήμη να φύγουν τα βιβλία αυτά από τη χώρα και επίσης πολιτικά ανόητο να δωρίσουν στην Κωνσταντινούπολη λογοτεχνία τουρκο-φοβικής φύσεως». (ibid)

Σ’ αυτό το σημείο τίθεται το ερώτημα ως ποιο βαθμό συμμετείχαν το Υπουργείο Πολιτισμού και η Επιστήμη στην χαλκευμένη αντίληψη της τουρκικής Ιστορίας. 

Μια άλλη ειδικότητα επιστρατεύθηκε από την γερμανική προπαγάνδα, αυτή των γιατρών.

Ο Γερμανός στρατιωτικός γιατρός Δρ Rodenwald υπέδειξε ότι «σχεδόν δεν υπάρχει καλύτερο μέσο προπαγάνδας υπέρ της Γερμανίας από τη βελτίωση των υγειονομικών κέντρων της χώρας»(σελ. 12 ibid). Σ’ αυτό το πλαίσιο προγραματιζόταν το χτίσιμο νοσοκομείου στη Σμύρνη και η ίδρυση Ινστιτούτου λοιμωδών νόσων.

Ο καθηγητής Müller από την Πολυκλινική του Würzburg με τον πρώην πρέσβυ von Külhmann έκαναν ένα προσχέδιο «εξαιτίας της πολεμικής εμπειρίας της Τουρκίας, ... ότι η γερμανική πολιτιστική επίδραση όφειλε πρωτίστως να υπηρετήσει την ιατρική επιστήμη».(ibid)

Και η Συρία όφειλε να παραμείνει στο οπτικό πεδίο. Ο λόγος:«Όταν σκεφθούμε ότι η επιρροή της Entente στη Συρία, εδώ και δεκαετίες, είχε ως αφετηρία την Ιατρική Αποστολή, δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε την τεράστια σημασία αυτών των σχεδίων για ολόκληρη την πολιτιστική μας πολιτική στην Ανατολή. (ibid) Το Γεωργικό Ινστιτούτο της Κωνσταντινούπολης θα έπρεπε παρεμπιπτόντως να υποστηρίξει τις «ενωμένες κατά τον πόλεμο Δυνάμεις, Γερμανία, Αυστροουγγαρία, Βουλγαρία και Τουρκία». (σελ. 13 ibid)

Το προσεκτικά προετοιμασμένο σχέδιο βρίσκεται στα χέρια του Υπ. Εξ. (ibid) Η οικονομική πλευρά καλύφθηκε κυρίως από «κρατικά μέσα». Στα Αρχεία βρίσκονται προτάσεις πολλών άλλων προγραμμάτων με τη συμμετοχή της επιστήμης γαι την επίτευξη μιας ευρείας πολιτο-πολιτιστικής προπαγάνδας προς όφελος της Γερμανίας και της επιρροής της στην Τουρκία», ειδικά από την άποψη των Φυσικών Επιστημών, της Εθνογραφίας και της Οικονομίας. (σελ. 14 ibid)

Οι νομικές επιστήμες θα έπρεπε να καλύψουν το πεδίο «πρακτικής φύσης πληροφοριών από τη νομική ζωή των Βαλκανίων και της Τουρκίας». Στόχος των θεσμών ήταν να υπηρετήσουν σταθερά μια τουρκόφιλη πολιτική, «θα πρέπει μόνον οι Τούρκοι να συνειδητοποιούν πάντα ότι σ’ αυτά τα Ινστιτούτα είναι φιλοξενούμενοι της Γερμανίας». (ibid)

Η επιστήμη και τα ιδρύματα «τα οποία στηρίζουν τα γερμανικά συμφέροντα στην Τουρκία» θα έπρεπε να υποστηριχθούν. «Κάτω από αυτές τις συνθήκες, οι εφαρμοσμένες ή εφαρμόσιμες επιστήμες έχουν προτεραιότητα... επομένως Δίκαιο, Οικονομία, Ιατρική, Γεωγραφία είναι χρησιμότερες από την Αρχαιολογία ή την Ιστορία όταν πρόκειται για τα γερμανικά συμφέροντα». (ibid)

Στη Γερμανία θα έπρεπε να συμβάλλουν στα σχέδια για «την προώθηση μιας καλύτερης γνώσης της Τουρκίας». Επομένως θα ήταν ευπρόσδεκτη η ίδρυση των κάτωθι:

  1. Ίδρυση ενός Ινστιτούτου τουρκικού και ισλαμικού Δικαίου. Κι εδώ επιλέχθηκαν πρόσωπα τα οποία ήταν κατάλληλα για τη σύνδεση των γερμανικών συμφερόντων με το ισλαμικό Δίκαιο. Ο Δρ Erich Nord, διερμηνέας στο Γενικό Προξενείο της Κωνσταντινούπολης, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης. «Θα τοποθετούσε με βάση πρωσσικούς πόρους ένα προσωπικό που θα μπορούσε να αποτελείται από ένα γηγενή Κωνσταντινοπολίτη δικηγόρο, ένα Τούρκο μουλά και ένα νεαρό Γερμανό λόγιο με γνώσεις αραβικής και ει δυνατόν με νομικές γνώσεις. (σελ 22 ibid).

Στόχος ήταν η δημιουργία από το Ινστιτούτο μιας εξαιρετικής παρουσίασης του τουρκικού Δικαίου σε μορφή βιβλίου, όσο το δυνατόν συντομότερα, διότι αλλιώς θα εβλάπτοντο τα γερμανικά συμφέροντα λόγω «Απώλειας χρόνου». 

  1. Ιατρικά ιδρύματα διότι «η Ιατρική κρατούσε εξέχουσα θέση στην γερμανική πολιτιστική πολιτική στην Τουρκία». Το Υπουργείο Πολιτισμού θα συμμετείχε ανάλογα με τις δυνάμεις του. (ibid)

  2. Δημιουργία ενός γερμανικού Ινστιτούτου επιστημών στα πλαίσια του «Σπιτιού της Φιλίας». Στόχος η εξερεύνηση της χώρας των Τούρκων που αποτελούσε «terra incognita» και η επιμόρφωση Γερμανών εμπειρογνωμόνων «σε κάθε επιστημονικό πεδίο» για την χρησιμοποίησή τους στην Τουρκία.  Ταυτόχρονα, σύμφωνα με το πρόγραμμα, θα αποστέλλονταν στην Κωνσταντινούπολη με υποτροφία άτομα από διάφορα επιστημονικά πεδία. Κατά πρώτον, πολιτικοι οικονομοι, γεωγράφοι, γεωλόγοι, γλωσσολόγοι, εθνογράφοι αλλά και ιστορικοί και αρχαιολόγοι. «Μετά την επιστροφή τους θα έπρεπε, ως ειδικοί στο επιστημονικό τους πεδίο αλλά και ως γνώστες των τουρκικών συνθηκών να βοηθήσουν την γενική πολιτική μόρφωση της ακαδημαϊκής νεολαίας μας στα πλαίσια των σπουδών στο εξωτερικό που οργανώνονται από το πρωσσικό Υπουργείο Πολιτισμού».(σελ. 24 ibid)

Επίτιμα μέλη της ΓΤΕ ήταν, μεταξύ άλλων, οι Enver Pascha, Liman von Sanders, von Mackensen, Mahmud Mukhtar Pascha, von Kühlmann, και στην ΤΓΕ οι Marschall von Usedom, Talaat Pascha, Enver Pascha, Halil Bj, Dschemal Pascha.

Κύριο ρόλο στη δημιουργία του « Γερμανικού Σπιτιού» στην Κωνσταντινούπολη  έπαιζε ο καθηγητής Jäckh. Στόχος του «Σπιτιού» ήταν μια διεξοδική διείσδυση της γερμανικής κουλτούρας στην τουρκική. ( I. HA. Rep. 89 Nr. 13349). Σύμφωνα με τον Jäckh, οι Γερμανοί έπρεπε να φέρουν την Ανατολή κάτω από την επιρροή τους μέσω της Τουρκίας.(ibid)

Γι’ αυτό το πρόγραμμα συγκεντρώθηκαν πάνω από 1 δισ. μάρκα από δωρεές. Ακόμη και η πολωνική αριστοκρατία προσέφερε γι’ αυτό. Το «Σπίτι της Φιλίας» μετατράπηκε σε μια βάση προπαγάνδας για την Ανατολή, για την επιστήμη, την κουλτούρα και την έρευνα, μέσω των Ινστιτούτων. 

Κατ’ αυτό τον τρόπο ξεκίνησε η τουρκοποίηση της οικονομίας και της κουλτούρας χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι μεγάλες μειονότητες των Ελλήνων και των Αρμενίων. Αντίθετα, τον καιρό εκείνο, υπήρχαν εκτοπίσεις, συλλήψεις και απελάσεις των χριστιανικών μειονοτήτων αλλά η τουρκόφιλη πολιτική της Γερμανίας εγκαθίδρυσε ένα τουρκικό κράτος ώστε να εξαπλώσει την επιρροή της στην Ανατολή προς όφελός της.

Οι απελάσεις και οι σφαγές ήταν ένα γεγονός γνωστό στον Κάιζερ ήδη από το 1896. Πολυάριθμες επιστολές είχαν σταλεί στον Κάιζερ με την παράκληση να τους προστατέψει από τις φρικαλεότητες των Τούρκων. (ebd. I.HA. Rep 89. Nr. 13340). «Το Αρμενικό Ζήτημα επιλύθηκε από μόνο του, αν και όχι όπως το φανταζόμασταν στην Ευρώπη-παραμένει, επομένως, εκτός από το Ελληνικό και το Αραβικό στο επίκεντρο των συμφερόντων μας». (VI.HA NL Becker C.H.Nr. 2059).

Παράλληλα, το στρατιωτικό πρόγραμμα έκανε την εφόρμησή του χέρι με χέρι με τον δημόσιο Τύπο. Η δημιουργία μιας «εθνικής Τουρκίας» ήταν επομένως μια «κατασκευή» του γερμανικού πνεύματος. Εκπαιδεύτηκαν μηχανικοί, ελεγκτές εμπειρογνώμονες πλοίων.  Η γερμανική Levantenlinie, η Nordd-Lloyed καθώς και τα χυτήρια, ηλεκτροτεχνικές, μεταλλικές επιχειρήσεις, όπως και επιχειρήσεις κατασκευάσεων αεροσκαφών και αυτοκινήτων, έδειχναν μεγάλο ενδιαφέρον.

Κατά τη διάρκεια του πολέμου το 1916, αυξήθηκαν το ενδιαφέρον των βιομηχανιών και των εμπορικών εταιρειών και η συνεργασία τους  με τους Τούρκους συμμάχους στο έπακρο. Η συνεχιζόμενη ουδετερότητα του βασιλιά της Ελλάδας κάτω από τέτοιες συνθήκες είναι δύσκολο να κατανοηθεί.

Όχι μόνο ο στρατός αλλά και η τουρκική οικονομία συγκροτήθηκε με τη βοήθεια της γερμανικής εκπαίδευσης. Η γερμανική εξάπλωση σε όλα τα επίπεδα στην Ανατολή έκανε, αρχικά, δυνατή τη μεταβίβαση της οικονομίας στα τουρκικά χέρια. 

Από τα αρχεία του Υπ. Εξ. σχετικά με τη δίωξη των Αρμενίων μαθαίνουμε ότι πολύ συχνά υπήρξαν έντονες παρακλήσεις στον Κάιζερ από πλευράς επιχειρήσεων και τραπεζών να μεσολαβήσει στην τουρκική κυβέρνηση για την απελευθέρωση συγκεκριμένων κρατουμένων από τη φυλακή. Πολύ συχνά χωρίς αποτέλεσμα, διότι το μέρος όπου βρίσκονταν αυτά τα πρόσωπα δεν μπορούσε πλέον να εντοπιστεί. Είχαν εντοπιστεί και δολοφονηθεί. Οι γερμανικοί φορείς έχουν καταγράψει «προσεκτικά» τα πάντα. 

Το τουρκικό σύστημα υγείας βελτιώθηκε στο πολεμικό θέατρο της Ανατολής. Τίποτα δεν είχε αφεθεί στην τύχη. Αυτό άλλωστε αφορούσε σε μια «Μεγαλύτερη Γερμανία». (VI.HA.NLBecker C.H. Nr. 2059).

Στον κύκλο των πατριωτικών διαλέξεων το 1914 προτάθηκε το εξής ως θέμα:

«Η Γερμανία, η Τουρκία και το Ισλάμ». Αυτή η διάλεξη έγινε προς όφελος του Ερυθρού Σταυρού. Το γραφείο ειδήσεων του Υπουργείου Ναυτικών του Ράιχ το 1914 είχε αναμιχθεί στην υπόθεση και σε επιστολή του παρατήρησε στους κυρίους Jäckh και Becker ότι ο επηρεασμός της κοινής γνώμης είναι κάτι πολύ σημαντικό. Οι δύο κύριοι απάντησαν ότι παραμένουν ευγνώμονες για και ανοιχτοί σε κάθε πρόταση. Αυτός ο φάκελος αποδεικνύει ότι το γραφείο ειδήσεων του Υπουργείου Ναυτικών συνεργαζόταν στενά με τους επιστήμονες στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης. (βλ. ένθα ανωτέρω)

Το έτοιμο χειρόγραφο πέρασε από λογοκρισία (8.8.1914) και απαιτήθηκαν κάποιες αλλαγές. Η κριτική προερχόταν από τον ίδιο τον κύριο Becker.

Η συνεργασία με την Τουρκία και η προσπάθεια να προσελκύσουν τον αραβικό κόσμο θεωρείτο πολύ σημαντική από τους επιστήμονες για το λόγο ότι η Τουρκία είχε στις επαρχίες της κατακτημένο αραβικό πληθυσμό .(ibid) Τα ζητήματα προσωπικού συντονίζονταν αυστηρά από τα διάφορα τμήματα και το Υπ. Εξ. όπως και από το κεντρικό γραφείο Εξωτερικών Υπηρεσιών.

Στις 14 Ιανουαρίου του 1914, ο Becker σε επιστολή του προς τον Jäckh παρατηρεί ότι ο περίφημος Ολλανδός μελετητής του Ισλάμ Snouck-Hurgronje σε ένα δοκίμιο με τίτλο «„Heilige Oorlog made in Germany» λέει «ότι πρέπει να καταλογιστεί στην γερμανική πολιτική η αναζωπύρωση του ισλαμικού φανατισμού. Αυτό είναι έργο των Γερμανών.»

Η μυθοποίηση της Ανατολής αναφέρεται ως «Απάτη-Τζιχάντ» των Γερμανών και οφείλεται σε καθαρά ιμπεριαλιστικούς λόγους.

Στις 15 Οκτωβρίου του 1914 προτάθηκε ένα σχέδιο για την ίδρυση μια «γερμανο-τουρκο-αραβικής εβδομαδιαίας έκδοσης». Η Γερμανία προσπαθεί να αποκτήσει επιρροή μέσω του Ισλάμ και της ισλαμικής της πολιτικής και να ενισχύσει τη συμμαχία της με την Τουρκία.

Είναι προφανές ότι η Γερμανία χρησιμοποίησε  τον ιμπεριαλισμό εις βάρος των μειονοτήτων στην τότε Τουρκία. «Η Μεγαλύτερη Γερμανία» , μια εβδομαδιαία έκδοση για τον γερμανικό κόσμο και την ιμπεριαλιστική πολιτική, προδίδει ήδη με τον τίτλο της τις προθέσεις της γερμανικής αυτοκρατορίας.

Σε επιστολή προς τον καθηγητή Becker ο Jäckh αποκαλύπτει καθαρά το νόημα της συμμαχίας με την Τουρκία και και της γερμανικής ισλαμικής πολιτικής: «Θα ήθελα πάρα πολύ να έχω από σας σχετικά με το Ισλάμ: η σημασία του για μας θα πρέπει να αναζωπυρωθεί χάρη στη γερμανο-τουρκική συμμαχία η οποία-όπως σας έχω ήδη πει εμπιστευτικά-πραγματοποιήθηκε τώρα..θα εκδηλωθεί φανερά σύντομα εναντίων της Ρωσίας και της Αγγλίας.(Επιστολή της 26 Αυγούστου, 1914 ibid). Το ζήτημα του Ισλάμ για την γερμανική πολιτική ρυθμίστηκε  μέσω του τουρκικού ζητήματος και η επιρροή πάνω στο Ισλάμ πάντα μέσω της Τουρκίας. ( ibid 31 Αυγούστου 1914) Οι περαιτέρω προθέσεις γίνοντια σαφείς με τις φράσεις: «Γιατί δεν θα έπρεπε η Γερμανία να κάνει με βάση την Τουρκία αυτό που η Αγγλία έκανε με βάση την Αίγυπτο. Από στρατιωτικής πλευράς ο τουρκικός λαός υπερτερεί εντυπωσιακά της ανάμικτης αιγυπτιακής ράτσας». (Ibid)

Η μετατροπή του Ισλάμ σε όργανο μέσω της Τουρκίας προς χάρη των γερμανικών συμφερόντων φαίνεται καθαρά πιο κάτω στην επιστολή του Jäckh:«Όσο απαραίτητο είναι να προσέχει κανείς το Ισλάμ ως όργανο επιρροής τον καιρό της ειρήνης, τόσο πιο ανενδοίαστα μπορεί κανείς να χρησιμοποιήσει στον πόλεμο».

Τα φυλλάδια με τίτλο «Γερμανία και Ισλάμ» δεν ήταν παρά μια «επιστημονική» προπαγάνδα που θα διευκόλυνε τον ηγετικό ρόλο της Γερμανίας. 

Μέσω φυλλαδίων γινόταν η προπαγάνδα και στις αγγλικές και γαλλικές αποικίες. Εκεί χρησιμοποιήθηκε ο επηρεασμός  του Ισλάμ για να παρουσιάσει τη Γερμανία ως «ελευθερώτρια». Ο δρόμος των γερμανικών συμφερόντων περνούσε πάντα από την Τουρκία. 

Ακολουθεί ο φάκελος I.HA Rep. 76 του 1916. Στόχος ήταν να εντατικοποιηθεί η επέκταση του Σεμιναρίου Ανατολής υπό κρατική προπαγάνδα και η επέκταση των Ξένων Σπουδών και γερμανικών πανεπιστημίων.

Εκπαιδευτικά ιδρύματα για ζητήματα παγκόσμιας οικονομίας, μελέτες σχετικά με το εξωτερικό έχουν ως στόχο την προώθηση της πολιτιστικής προπαγάνδας και να φέρουν κάτω από γερμανικό έλεγχο τους Νεότουρκους και την Ανατολή μέσω αποστολής υπαλλήλων, αξιωματικών και γιατρών.

Αποικιακές σπουδές για τη διασύνδεση γερμανικών πανεπιστημίων με διάφορους επιστημονικούς κλάδους. 

Οι διαλέξεις πρέπει να αλληλοσυνδέουν την αποικιακή παγκόσμια οικονομία, τις φυσικές επιστήμες, την τεχνολογία, Ιστορία, πολιτική, θρησκεία, κουλτούρα, ιεραποστολή, Διεθνές Δίκαιο, Νομολογία, Γεωγραφία, Γεωδαισία, Ανθρωπολογία, Εθνολογία, Ιατρική, Μετεωρολογία, Ορυκτολογία, Γεωλογία, Βοτανική, Ζωολογία, Χημεία, Γεωργία, Δασολογία, τεχνικές καλλιέργειας, κτηνιατρική, μεταλλουργική, τεχνική.Τεχνολογία μεταφορών και εποικισμού, και εμπορική τεχνολογία. (Ibid)

Ένα ιδιοφυές σχέδιο, «το Ανατολικό Σεμινάριο έχει τις απαιτήσεις των διαφόρων κλάδων της κρατικής μηχανής προς το συμφερον της οποίας ιδρύθηκε και αναπτύσσεται συνεχώς». (Ibid Συνεδρίαση επιτροπής της γερμανικής ένωσης για την εκπαίδευση στο χώρο των πωλήσεων, Eisenach, 2 και 3 Ιουνίου 1916).

Η γερμανική επιστήμη γνώριζε καλά ότι «όλοι οι Έλληνες, Αρμένιοι, Εβραίοι και Λεβαντίνοι, ένα εντελώς δυσανάλογο ποσοστό των Οθωμανών υπηκόων ασχολούνται σχεδόν αποκλειστικά με το εμπόριο και αποτελούν ισχυρούς ανταγωνιστές.Υπερτερούν εξαιρετικά των Ευρωπαίων όσον αφορά τις τοπικές, τεχνικές και γλωσσικές γνώσεις.Όποιος δεν προετοιμαστεί καλά, θα γίνει ανυπεράσπιστο παιχνιδάκι στα χέρια αυτής της πονηρής κοινωνίας».(Ibid)

Αυτές οι φράσεις δείχνουν ότι οι Γερμανοί καταφρονούσαν τις μειονότητες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αλλά και ότι αισθανόταν να μειονεκτεί απέναντί τους. Τα στερεότυπα που χρησιμοποιούνται εδώ δίνουν μια ένδειξη για τη στάση της Γερμανίας απέναντι στα εγκλήματα τα οποία διέπρατταν οι Τούρκοι μπροστά στα μάτια της.

Μια «πονηρή κοινωνία» που μετέβαλε κάποιον σε «ανυπεράσπιστο παιχνιδάκι». Αυτή η καταφρόνια οδηγούσε τους Κυρίους σε μια νέα «συνειδητοποίηση». Συγκεκριμένα: «Η μόνη υπεροχή που διαθέτει ο Ευρωπαίος δεν είναι πνευματική αλλά ηθική». ». (Ibid)

Αυτή η επιχειρηματολογία δείχνει στερεότυπα: Οι ανήθικοι, άπληστοι, διανοούμενοι Έλληνες, Αρμένιοι Εβραίοι, απέναντι στους ηθικά ανώτερους Ευρωπαιους.

Στο τέλος η επιστήμη ήταν υπό παρακολούθηση και οι κριτικές λογοκρίνονταν. Το παράδειγμα του καθηγητή Palme το δείχνει καθαρά. Εργαζόταν στο Ινστιτούτο Ανατολικών γλωσσών στη Βαρσοβία και είχε δημοσιεύσει στο Berliner Tagesblatt της  26ης Νοεμβρίου 1915 μια εντελώς διαφορετική κριτική για το Υπ. Εξ. Ανακλήθηκε αμέσως στο Βερολίνο. Η αλληλογραφία δείχνει ότι στο παρασκήνιο εφαρμοζόταν μια μυστική παρακολούθηση των επιστημόνων. 

Από αυτό το απόθεμα των Αρχείων διαπιστώνουμε το εξής: Η αποικιακή πολιτική είχε σχεδιαστεί σε όλες τις λεπτομέρειές της και είναι ξεκάθαρο ότι όλα τα υπουργεία είχαν ανάμιξη σ’ αυτή την πολιτική της προπαγάνδας. 

 


Σύνοψη 

Οι φάκελοι των πρωσσικών μυστικών αρχείων στο Βερολίνο περιέχουν καθαρές ενδείξεις ότι οι διάφοροι κλάδοι της επιστήμης χρησιμοποιήθηκαν για τη χειραγώγηση τηε κοινής γνώμης και επαναδιοργανώθηκαν ανάλογα.

Ο Τύπος στράφηκε επίσης προς αυτή την κατεύθυνση. Το Υπουργείο Εξωτερικών, το Υπουργείο Πολιτισμού, όπως και το Υπουργείο των Στρατιωτικών και τα σ’ αυτό υπαγόμενα υπουργεία είχαν παραιτηθεί από το διαχωρισμό επιστήμης και πολιτικής και συνέβαλαν στην διαστρέβλωση της επιστήμης και των συμπερασμάτων της. 

Η επιβαρυμένη «κλειστή πολιτιστική πολιτική» απέναντι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία οδήγησε στην παραχάραξη της Ιστορίας και σε μια νοθευμένη αντίληψη της «Ανατολής».

Οι μειονότητες είτε αντιμετωπίζονταν ως ενοχλητικός παράγων των οποίων η εξόντωση ναι μεν κρινόταν λυπηρή αλλά γαι την επίτευξη των γερμανικών στόχων εθεωρείτο ως μια «άλλη» λύση. Το γεγονός ότι η οικονομία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας βρισκόταν στα χέρια τέτοιων μειονοτήτων (Ελλήνων, Αρμενίων, Εβραίων) έσβηνε η αποσιωπούσε τους εκτοπισμούς και τις δολοφονίες.

Η Γερμανική Αυτοκρατορία φρόντισε για την αποστολή μιας νέας οικονομικής ομάδας. Οι πολυάριθμες δυαντότητες εκπαίδευσης για τους Νεότουρκους και «συναδέλφωσή» τους με τη γερμανική εκπαίδευση φρόντιζαν για ένα εκτουρκισμό της οικονομίας. 

Τα αρχεία δίνουν αφορμή για συζήτηση και διευκολύνουν μια σε βάθος έρευνα και κριτική ερμηνέια των ιστορικών πηγών. Η θεώρηση της χειραγώγησης και της λογοκρισίας των επιστημόνων μέσω της πολιτικής της Γερμανικής Αυτοκρατορίας και ακολούθως μέσω της ίδιας της επιστήμης στο δημόσιο χώρο τοποθετεί την σημερινή έρευνα μποστά σε μια πρόκληση: τι είναι γνώση διαπιστώνεται μέσω του εκάστοτε πολιτιστικού και κοινωνικού πλαισίου και κάθε ισχυρισμός που υπερβαίνει  ή συγχέει τα χρονικά πλαίσια υπόκειται σε αμφισβήτηση.

Ο χειρισμός της ιστοριογραφίας μεταξύ του 1914 και 1923 ώστε να αγνοηθεί το σβήσιμο 3 000 ετών ελληνικής παρουσίας στην Μικρά Ασία, γεννά πολλά ερωτήματα.

Όταν η συλλογική σκέψη ως «φορέας» της ιστορικής εξέλιξης μέσα σε μια κοινωνία επηρεάζει το απόθεμα γνώσεων, όταν κατασκευάζει ένα στυλ σκέψης και αφήνει να προκύψει μια συλλογική δράση, τότε κατανοούμε ότι ο πολιτιστικός ιμπεριαλισμός της Γερμανικής Αυτοκρατορίας στη Μ. Ασία αποτελεί ένα παράγοντα διαστρέβλωσης της ιστορικής αντίληψης. 

***

΄Ερευνα της Ευστρατίας Νταβούντ, απο την εργασία της διδακτορικής διατριβής της, στο Πανεπιστήμιο του Hagen, Γερμανίας. Τίτλος: „Die deutsche Außenpolitik und ihre Folgen für die Griechen, von  1878  bis 1923.“ ( Η γερμανική εξωτερική πολιτική και οι συνέπειες της για τους Έλληνες από το 1878 έως το 1923)














πηγή:https://www.huffingtonpost.gr/entry/oi-istorikoi-desmoi-tes-yermanias-me-ten-toerkia-pos-xekinesan-kai-yiati_gr_60bb5315e4b0882193c4f81a?utm_source=News247&utm_medium=huffpost_homebig&utm_campaign=24MediaWidget&utm_term=Pos3