Κυριακή 25 Αυγούστου 2019

Αποδείξεις και από νεκρούς ζητά η Εφορία





  • Κωστής Πλάντζος
Νόμος του ΣΥΡΙΖΑ αναγκάζει τους κληρονόμους υπερήλικων αναπήρων που απεβίωσαν το 2018 να προσκομίζουν χάρτινες αποδείξεις στην Εφορία
Ιστορίες φορολογικής τρέλας εν έτει 2019: νόμος του ΣΥΡΙΖΑ αναγκάζει συγγενείς (κληρονόμους) υπερήλικων φορολογουμένων, που ήταν κατάκοιτοι με βαριά αναπηρία και απεβίωσαν το 2018, να προσκομίζουν χάρτινες αποδείξεις στην Εφορία προκειμένου να υποβάλουν φέτος χειρόγραφα στη ΔΟΥ τη δήλωση φόρου εισοδήματος Ε1 του θανόντος.
Σ τις αντιρρήσεις των συγγενών ότι δεν γνωρίζουν πού είναι κρυμμένος ο… θησαυρός με τις αποδείξεις του μακαρίτη ή ότι, αφού ήταν κατάκοιτος (μετά από εγκεφαλικό κ.λπ.), δεν μπορούσε από το κρεβάτι του να κάνει συναλλαγές, ως εκ τούτου τον συντηρούσαν οι ίδιοι πληρώνοντας για εκείνον τα πάντα (τροφή, φάρμακα), κάποιες ΔΟΥ κάνουν τα στραβά μάτια, ενώ άλλες επιμένουν να απαιτούν τυπολατρικά τις αποδείξεις των τεθνεώτων, αλλιώς τους επιβάλλουν και πρόστιμο 22% (220 ευρώ) γι’ αυτές που λείπουν!
Φταίνε…οι προηγούμενοι!
Αιτία του κακού είναι μια απόφαση της κυρίας Κατερίνας Παπανάτσιου από το 2017 και ο νόμος 4446 που η ίδια η υφυπουργός Οικονομικών εισηγήθηκε και ψηφίστηκε στη Βουλή τον Δεκέμβριο του 2016.
Ο εν λόγω νόμος απαιτούσε να γίνονται δαπάνες με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής προκειμένου να διατηρήσει ο μισθωτός ή συνταξιούχος την έκπτωση φόρου (έμμεσο αφορολόγητο). Από την υποχρέωση αυτή εξαιρούσε συγκεκριμένες κατηγορίες πολιτών, όχι όμως τους νεκρούς!
Συγκεκριμένα ο νόμος 4446 χωρίζει σε δύο κατηγορίες τους πολίτες:
1) Εξαιρούνται πλήρως από την υποχρέωση χρήσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής και προσκόμισης αποδείξεων για την πραγματοποίηση δαπανών οι υπάλληλοι του υπουργείου Εξωτερικών, οι στρατιωτικοί, εφόσον υπηρετούν στην αλλοδαπή, οι υπηρετούντες στη Μόνιμη Ελληνική Αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όσοι διαμένουν σε οίκο ευγηρίας και σε ψυχιατρικό κατάστημα και οι φυλακισμένοι.
2) Εξαιρούνται μεν φορολογούμενοι 70 ετών και άνω και άτομα µε ποσοστό αναπηρίας 80% και άνω (όπως επίσης και άτομα μειωμένων δυνατοτήτων που βρίσκονται σε δικαστική συµπαράσταση), αλλά «απαιτείται η προσκόμιση αποδείξεων ίσης αξίας», όπως χαρακτηριστικά προβλέφθηκε στον νόμο!
Από τον Δεκέμβριο του 2016 είχε επισημανθεί στην ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών ότι ήταν παράλογο να απαιτείται από βαριά ανάπηρους και υπερήλικες να προσκομίζουν χάρτινες αποδείξεις, όπως απαιτεί ο νόμος, διότι:
■  Ο νόμος ψηφίστηκε με σκοπό τη διάδοση του πλαστικού χρήματος και όχι τη συλλογή των χάρτινων αποδείξεων – υποχρέωση μάλιστα που το 2016 είχε ήδη καταργηθεί και δεν ίσχυε για κανέναν πολίτη της χώρας.
■  Άτομα με δυσκολίες, όπως αυτά που εξαιρούνταν, δεν είναι σε θέση να αξιώνουν ή να… τσακώνονται για τις αποδείξεις στις τυχόν συναλλαγές τους ούτε μπορούν να μετακινούνται από το σπίτι τους (αλλά και από νησί σε νησί ακόμα!) για να προσκομίζουν στις ΔΟΥ τις χάρτινες.
Τότε το υπουργείο Οικονομικών καθησύχαζε πως «το θέμα είναι τυπικό και δεν θα ζητηθούν από κανέναν όσα λέει ο νόμος».
Ο νόμος, όμως, ψηφίστηκε και -με βάση τα παραπάνω- οι εφορίες αναγκάζονται να ζητούν τις αποδείξεις. Ετσι, εργαζόμενος στο υπουργείο Οικονομικών που έχασε τον πατέρα του τον περασμένο Σεπτέμβριο έσπευσε τον Ιούλιο να υποβάλει χειρόγραφα τη δήλωση φόρου εισοδήματος του εκλιπόντος. Επειδή όμως ο τελευταίος ήταν άνω των 70 ετών και με 80% αναπηρία (κατάκοιτος) δεν είχε πραγματοποιήσει ηλεκτρονικές πληρωμές κατά το 2018. Αφού λοιπόν δεν εμφανίζονταν ηλεκτρονικές πληρωμές στο Taxis από τα στοιχεία τραπεζών, στη ΔΟΥ ζήτησαν την προσκόμιση χάρτινων αποδείξεων του θανόντος, σε διαφορετική θα έμπαινε πρόστιμο 220 ευρώ για τα 1.000 ευρώ αποδείξεων που χρειάζονταν με βάση τον νόμο (10% για εισόδημα 10.000 ευρώ).
Το πρόβλημα λύθηκε όταν οι συγγενείς προσκόμισαν μια σακούλα χάρτινων αποδείξεων που μάζεψαν από δεξιά και αριστερά. Ωστόσο για μοναχικούς ανθρώπους που δεν αφήνουν πίσω συγγενείς, κανείς δεν βρίσκεται να προσκομίσει αποδείξεις και έτσι η δήλωση γίνεται μεν χειρόγραφα (από κοινωνικές υπηρεσίες κ.λπ.) αλλά η μερίδα του φορολογουμένου δεν κλείνει διότι το πρόστιμο ακολουθεί τον οφειλέτη μέχρι να διαπιστωθεί ότι δεν υπάρχει άλλη περιουσία ώστε να εισπράξει το Δημόσιο τα νόμιμα.