Την Κυριακή 10 Ιουλίου πραγματοποιήθηκε, η ετήσια εκδήλωση, προς απότιση φόρου τιμής στους Φιλέλληνες, που έλαβαν μέρος στη μάχη του πέτα, που συνήφθη στις 04 Ιουλίου του 1822.
Η μάχη αυτή τοποθέτησε το Πέτα στα μεγάλα θυσιαστήρια της Πατρίδας μας και στο θυσιαστήριο αυτό, χάθηκε δυστυχώς, ο ανθός του Φιλελληνικού Κινήματος.
Στην εκδήλωση παρέστησαν:
. Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Άρτας κ.κ. Καλλίνικος
. Ο Δήμαρχος: Ν. Σκουφά, Στάθης Γαννούλης
. Ο Βουλευτής της ΝΔ Γιώργος Στύλιος
. Ο Αντιπεριφερειάρχης Άρτας Βασίλειος Ψαθάς, με τους περιφερειακούς συμβούλους, Σχη(ΠΖ)ε.α. Δημήτριο Βαρέλη και τον Ντίνο Παπαδημητρίου
. O Δκτης του ΚΕΝ Άρτας, Ανχης(ΠΖ) Φώτιος Καραμπάς
. Εκπρόσωποι της Αστυνομίας και της Πυροσβεστικής
. Δημοτικοί σύμβουλοι.
. Ο Πρόεδρος της Ε.Α.Α.Σ./ Παράρτημα Άρτας, Σχης(ΠΖ) ε.α. Αλέξανδρος Παναγής καθώς και μέλη του παραρτήματος.
. Ο Πρόεδρος της Ένωσης αποστράτων Αστυνομικών Άρτας, Υπτγος Αναστάσιος Ναστούλης
. Μεγάλο πλήθος πολιτών
Η εκδήλωση ολοκληρώθηκε με ολονύκτιο δημοτικό γλέντι με επικεφαλής τους καλλιτέχνες, Φιλιππίδη και Λάλεζα
ΦΙΛΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ
Κυρίες και κύριοι
Βρισκόμαστε σήμερα εδώ για να αποτίσουμε φόρο τιμής σε μια πλειάδα ανθρώπων οι οποίοι, χωρίς να έχουν κάποια άλλη υποχρέωση πέρα από την αίσθηση τιμής και την αγάπη τους για την ελευθερία και την Ελλάδα, ήρθαν εδώ και αγωνίστηκαν για την ελευθερία της δικής μας πατρίδας, θυσιάζοντας ό,τι πιο πολύτιμο είχαν: την ίδια τους τη ζωή. Ταυτόχρονα φέρνουμε στη μνήμη μας την ηρωική όσο και πολύνεκρη μάχη του Πέτα που αποτέλεσε ορόσημο για την ανάδειξη του αγώνα των Ελλήνων στην Ευρώπη, με τελικό αποτέλεσμα την τόνωση του κινήματος του φιλελληνισμού σε πανευρωπαϊκό, αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο. Με άλλα λόγια είμαστε εδώ για να τιμήσουμε τη θυσία των φιλελλήνων στο Πέτα.
Με τον όρο Φιλέλληνες έμειναν γνωστοί ξένοι υπήκοοι που βοήθησαν την Ελληνική Επανάσταση του 1821 είτε μέσω της συμμετοχής τους στις πολεμικές επιχειρήσεις, είτε με χρήματα, είτε δημιουργώντας γραπτά και έργα τέχνης που σκοπό τους είχαν να προβάλλουν την ελληνική προσπάθεια στο εξωτερικό. Θα πρέπει, υπό το πρίσμα αυτό, να διευκρινίσουμε και το εξής: «Φιλελληνισμός» τέτοιος που εκδηλώθηκε σε όλη την Ευρώπη και τις Η.Π.Α., κατά τη διάρκεια της ελληνικής επανάστασης, δεν θα μπορούσε να έχει υπάρξει πριν από το έτος αυτό. Ο φιλελληνισμός, ως ιστορικό κίνημα, προϋπέθεσε το ηρωικό ξεσήκωμα των Ελλήνων. Προϋπέθεσε τον θαυμασμό, που προκάλεσε η αποκάλυψη ότι οι ραγιάδες ήταν στην ψυχή τους ελεύθεροι, αποφασισμένοι ή να ελευθερώσουν την πατρίδα τους ή να πεθάνουν, και ότι ήξεραν μάλιστα και να νικούν. Ακόμα στα τέλη του 18ου αιώνος ένα φιλελληνικό κίνημα, με τη μαζικότητα που απέκτησε στα χρόνια της επανάστασης, ήταν ανύπαρκτο. Πολύ λίγο συγκινήθηκαν οι πολιτισμένες «κοινωνίες» και οι πολιτικές δυνάμεις των ευρωπαϊκών χωρών από το μαρτυρικό θάνατο του Ρήγα Φεραίου και των συντρόφων του στο Βελιγράδι, τους οποίους παρέδωσε η Αυστρία στους Οθωμανούς. Για τη γιγάντωση του φιλελληνισμού, χρειάστηκε η μεταστροφή των γεωπολιτικών δεδομένων στη Μεσόγειο και η απόδειξη πως οι νεοέλληνες μπορούσαν να καταγάγουν νίκες αντάξιες εκείνων του ένδοξου παρελθόντος τους.
Ως αίτια του φιλελληνισμού, επομένως, θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε το θαυμασμό προς την αρχαία Ελλάδα, τον πολιτικό φιλελευθερισμό και την αντίσταση προς κάθε αντιδραστική κίνηση, το κίνημα του Ρομαντισμού, όπως εκφράστηκε σε καλλιτεχνικό, αισθητικό και φιλοσοφικό-πολιτικό επίπεδο, τη διεθνή φιλανθρωπία, τη ζωτικότητα και τα σύγχρονα χαρακτηριστικά του νέου Ελληνισμού που ήταν γνωστά στους δυτικούς από τις Ελληνικές κοινότητες της διασποράς και, τέλος, τις πολιτικές επιδιώξεις και τους ανταγωνισμούς των Μεγάλων Δυνάμεων στο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου.
Μέσα στη δεδομένη αυτή κατάσταση, ο φιλελληνισμός στην Ευρώπη εκδηλώνεται σε όλους τους πολιτικούς χώρους, αλλά σε διαφορετική μορφή και έκταση. Οι φιλελεύθεροι βλέπουν στον αγώνα των Ελλήνων την προσπάθεια ενός ιστορικού λαού να σπάσει τα δεσμά μιας μακράς δουλείας και να ζήσει στο εξής ελεύθερη ζωή. Οι συντηρητικοί νιώθουν κάποια συναισθηματικού τύπου συμπάθεια, προερχόμενη από την αρχαιοελληνική παράδοση, με ασαφή πολιτικά χαρακτηριστικά. Άλλοι δίνουν έμφαση στο θρησκευτικό του χαρακτήρα, στον αγώνα του σταυρού κατά της ημισελήνου, σύμφωνα με έκφραση της εποχής, αλλά φοβούνται την ανατροπή της ισορροπίας δυνάμεων στην Ευρώπη. Δεν είναι, επομένως, ο φιλελληνισμός ένα κίνημα ενιαίο με σαφώς προσδιορισμένα και περιχαρακωμένα χαρακτηριστικά. Πάντως, αν επιχειρήσουμε μια συνολική αποτίμηση του φιλελληνισμού, ως κίνημα και ως ιδεολογία, θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι στην αφετηρία του, ως έκφραση αλληλεγγύης προς έναν υπόδουλο λαό που αγωνίζεται για την ελευθερία του, διασυνδέθηκε με τα ιδεολογικά και πολιτικά ρεύματα της εποχής του και χρησιμοποιήθηκε ως όργανο πολιτικού αγώνα, τόσο στη διεθνή πολιτική σκηνή για την καταδίκη της πολιτικής της Ιεράς Συμμαχίας, όσο και σε εσωτερικό επίπεδο στη διαπάλη για την κατάκτηση της εξουσίας.
Είναι, λοιπόν, γεγονός ότι ο Φιλελληνισμός αποτέλεσε μοναδικό φαινόμενο στην παγκόσμια ιστορία των ιδεολογικών ρευμάτων για την ένταση και τη διάρκειά του. Και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ο Αγώνας της Ανεξαρτησίας δεν ήταν ένα συνηθισμένο πολιτικό συμβάν, όπως τα απελευθερωτικά κινήματα άλλων λαών της Ευρώπης, αλλά αποτελούσε σύμβολο των υπέρτατων ηθικών και πνευματικών αξιών και ο τότε σύγχρονός της ευρωπαϊκός κόσμος βίωνε σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής του την προαιώνια ιδεολογική συγγένεια και την πολιτιστική ταύτιση με την Ελλάδα. Αυτός είναι και ο λόγος που ο Φιλελληνισμός, ως ιδεολογικό κίνημα, δεν έχει ημερομηνία λήξεως.
Ένα ακόμη στοιχείο που θα πρέπει να μας απασχολήσει τούτην εδώ την ώρα είναι και το «γιατί» των συγκεκριμένων φιλελλήνων. Τι ήταν αυτό που ώθησε νέους αλλά και ώριμους άντρες να εγκαταλείψουν την γενέθλια γη, το πατρικό τους, τις οικογένειές τους, την προοπτική μιας ήρεμης κι ευτυχισμένης ζωής, μιας καριέρας σε κάποιο από τα αναπτυγμένα κράτη της Δύσης, για να έρθουν σε έναν τόπο με πλούσιο κι ένδοξο παρελθόν μεν, αλλά εντελώς αβέβαιο μέλλον; Ποιο κίνητρο μπορεί να είχαν Γάλλοι, Πολωνοί, Σουηδοί, Γερμανοί, Άγγλοι και τόσοι άλλοι άντρες ώστε να αποφασίσουν ότι αξίζει να συμμετάσχουν σε έναν τόσο άνισο αγώνα και όχι μόνο να πολεμήσουν αλλά και να πεθάνουν στη γη αυτή; Για να δώσουμε απάντηση σε αυτό το ερώτημα θα πρέπει να στραφούμε στα ιδανικά που διέπνεαν την ψυχή των ανδρών αυτών αλλά και στην Παιδεία με την οποία είχαν ανατραφεί. Ήταν η εποχή που το ιδανικό της ελευθερίας του ανθρώπου εθεωρείτο πιο ισχυρό από την προοπτική του κέρδους και της κυριαρχίας των αγορών. Τα οράματα για έναν κόσμο όπου θα μπορούσαν όλοι οι άνθρωποι να ζουν αδελφωμένοι δεν είχαν ακόμη καταπνιγεί από τη θύελλα των ομολόγων, των δανείων και των προαπαιτούμενων. Οι Ευρωπαίοι προσέβλεπαν στον ελληνικό αγώνα ως μια απόδειξη ότι το ανθρώπινο πνεύμα, το πνεύμα της δικαιοσύνης και της αρετής μπορεί ακόμα να υπερνικά τη λογική της βίας και της αδικίας.
Η ενασχόληση με το κίνημα του Φιλελληνισμού της Επανάστασης έχει ιδιαίτερη σημασία διότι συμπίπτει με την ανάπτυξη σε πολλές χώρες ενός μεγάλου κινήματος διεθνιστικής αλληλεγγύης προς τον σκληρά δοκιμαζόμενο ελληνικό λαό. Προμετωπίδα του κινήματος είναι η φράση «Είμαστε όλοι Έλληνες» που είχε χρησιμοποιήσει το 1821 ο Άγγλος ποιητής και φλογερός φιλέλληνας Πέρσι Μπης Σέλλεϋ, στενός φίλος και ομοϊδεάτης του Λόρδου Βύρωνα, επικρίνοντας τις τότε ηγεσίες της Ευρώπης, που αδιαφορούσαν για τους επαναστατημένους Έλληνες και δεν στήριζαν τον αγώνα τους. Βρισκόμαστε λοιπόν μπροστά στην ανάπτυξη ενός σύγχρονου φιλελληνισμού. Όπως και το 1821, έτσι και σήμερα στο πλευρό του ελληνικού λαού βρίσκεται η «άλλη Ευρώπη» των πρωτοπόρων απελευθερωτικών ιδεών, που τότε ήταν οι ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης.
Ο Φιλελληνισμός, επομένως, θα πρέπει να αποκτήσει μία σύγχρονη διάσταση, που θα συνδέεται άρρηκτα με την ανάπτυξη της συνεργασίας με άλλα κράτη σε διάφορους τομείς, όπως της εκπαίδευσης, της έρευνας, του πολιτισμού. Συνδέεται αναπόφευκτα και άρρηκτα με την ανάγκη για διάδοση του ελληνικού πολιτισμού. Για να συμβεί αυτό, όμως, θα πρέπει εμείς οι ίδιοι, όπως ακριβώς και οι πρόγονοί μας το 1821, να αναδείξουμε εκείνες τις αρετές που μας διακρίνουν ως έθνος και να πείσουμε για την ικανότητά μας να επιτυγχάνουμε νίκες σε κοινωνικό, οικονομικό και πολιτισμικό επίπεδο. Μόνον έτσι θα μπορούμε να μιλούμε για ένα κίνημα που, στο πλαίσιο του πλανητικού χωριού που ζούμε, θα καταφέρει να συμβάλλει στην αποδοχή της διαφορετικότητας και της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Για ένα πνευματικό ρεύμα που θα αντιτάσσεται στον εθνικισμό, στην ξενοφοβία, στη μισαλλοδοξία και θα στηρίζεται στις πανανθρώπινες αξίες της ειρήνης, της ισότητας, της ελευθερίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Ας θυμηθούμε ότι το κίνημα των Φιλελλήνων με την Επανάσταση του 1821 ήταν ένα μεγάλο κίνημα διεθνούς αλληλεγγύης, που κινητοποίησε φωτεινά μυαλά σε πολλές χώρες της Ευρώπης, στις ΗΠΑ και στη Λατινική Αμερική, με την καθοριστική συμβολή της Ελληνικής Διασποράς. Στο πλευρό του ελληνικού λαού τάχθηκαν όλα τα τότε φιλελεύθερα κινήματα των λαών της Ευρώπης, κι αυτό διότι θεωρούσαν ότι ο ελληνικός λαός αγωνιζόταν για λογαριασμό όλης της Ευρώπης. Για λογαριασμό όλης της Ευρώπης αγωνίζεται και σήμερα ο ελληνικός λαός, διότι η δική του νίκη κόντρα στην κρίση θα αποτελέσει ισχυρότατο πλήγμα ενάντια σε όλους εκείνους που απειλούν με πλήρη κατεδάφιση το «ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο», το οποίο έχει χαρακτηριστεί «καρδιά του σύγχρονου ευρωπαϊκού πολιτισμού».
Η ίδια η ιδέα της Ενωμένης Ευρώπης πλήττεται από τις σημερινές κυρίαρχες πολιτικές, οι οποίες αποθεώνουν την κυριαρχία της οικονομίας και των αγορών. Δεν υπηρετούν την υπόθεση της Ενωμένης Ευρώπης η εξάπλωση της φτώχειας, της ανεργίας, του ρατσισμού και του κοινωνικού αποκλεισμού. Αξίζει λοιπόν να αναρωτηθεί κανείς αν αυτή την Ευρώπη είχαν στο νου τους όσοι πρωτοδιαμόρφωσαν την ιδέα της Ενωμένης Ευρώπης. Δεν ήταν αυτό το όραμα εκείνων των ουμανιστών, οι οποίοι, μέσα από τα ερείπια του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, ονειρεύτηκαν μια Ευρώπη χωρίς σύνορα να χωρίζουν τους λαούς της, χωρίς πολέμους (οικονομικούς, οπλικούς, πολιτιστικούς) να τους εκμηδενίζουν. Σήμερα η ευρωπαϊκή κοινωνία βασανίζεται από την τυραννία της ατομικότητας, που ενισχύεται από τον καταναλωτισμό και τη θεοποίηση της οικονομίας και του χρήματος. Αυτό που θα μας σώσει από την τυραννία του ατομισμού και την κυριαρχία του χρήματος είναι η επιστροφή στην κοινωνικότητα, στη λειτουργία, δηλαδή, των κοινωνικών ομάδων ως πυρήνων αλληλεγγύης και ανθρωπιάς. Αυτό θα πρέπει να είναι η πρώτη μας προτεραιότητα.
Εδώ ακριβώς είναι που η Ευρώπη έχει ανάγκη τον ελληνισμό και την Ελλάδα. Διότι οι έλληνες είναι αυτοί που διδάσκουν, διαχρονικά, την ομαδική δράση, την κοινωνική ενεργητικότητα, αυτή όπου ο καθένας δρα ατομικά μεν, με γνώμονα, όμως, το κοινό συμφέρον. Από την αρχαία «πόλιν», όπου ο πολίτης λαμβάνει μέρος στη λήψη αποφάσεων, έως τη βυζαντινή «κοινότητα χωρίων», όπου οι φόροι κατανέμονται με βάση το "αλληλέγγυον", ώστε να μπορούν να τους πληρώσουν όλοι, ανάλογα με τις δυνάμεις του ο καθένας, η Ελλάδα δείχνει το δρόμο της αντίστασης. Είναι η λογική της ανθρωπιάς και της αλληλεγγύης, η λογική της ομαδικής δουλειάς και της συνεργασίας, της οργανωμένης πάλης και της αντίδρασης απέναντι σε όσα και όσους προσπαθούν να μας στερήσουν ό,τι μας απέμεινε: την ανθρωπιά και την αξιοπρέπεια. Μ’ άλλα λόγια το συναίσθημα της τιμής.
Το συναίσθημα αυτό διακατείχε μέχρις εσχάτων τους ήρωες αυτούς που έπεσαν στον ηρωικό ετούτο τόπο στις 4 Ιουλίου του 1822. Είναι χαρακτηριστική η φράση του φιλέλληνα στρατηγού Καρόλου Νόρμαν, αρχηγού του σώματος φιλελλήνων, ο οποίος τραυματίστηκε σοβαρά στη μάχη του Πέτα και πέθανε λίγους μήνες αργότερα στο Μεσολόγγι, μόλις είδε τον επικεφαλής της εκστρατείας, Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο στα μετόπισθεν: «χάσαμε τα πάντα, είπε, εκτός από την τιμή μας». Αν μπορούμε, λοιπόν, αν πρέπει να πάρουμε ένα μάθημα από τη θυσία αυτών των ανδρών, ας είναι αυτό. Ότι η ελευθερία και η ανθρώπινη αξιοπρέπεια δεν χαρίζονται αλλά απαιτούν προσπάθεια και αγώνες για την κατάκτησή τους!
Δρ. Κ. Α. ΚωσταβασίληςΙστορικός