Θανάσης Μαυρίδης: Liberal.gr. Είμαστε στην τελική ευθεία της προεκλογικής περιόδου κι έχουμε τη χαρά να φιλοξενούμαστε στο γραφείο του Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη.
Θα «συνεντευξιαστούμε» κι έχουμε φέρει εδώ το βαρύ πυροβολικό του liberal, τον Σάκη Μουμτζή, τον Κωνσταντίνο Χαροκόπο.
Κύριε Μητσοτάκη, κύριε Πρωθυπουργέ, είχαμε τις εκλογές στην Τουρκία, θα θέλαμε ένα πρώτο σχόλιο για τις εκλογές, όπως επίσης και για τα γεγονότα στην Αλβανία.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Καταλαβαίνετε, κύριε Μαυρίδη, ότι δεν μπορώ να τοποθετηθώ για τις εκλογές έως ότου έχουμε οριστικό αποτέλεσμα, καθώς φαίνεται ότι οι εκλογές αυτές θα κριθούν στο δεύτερο γύρο. Είναι σαφές, ότι ο Πρόεδρος Erdoğan σίγουρα έχει ένα προβάδισμα, αλλά απομένει να δούμε τελικά πώς θα αποφασίσει ο τουρκικός λαός.
Εγώ να επαναλάβω την ευχή μου, η επόμενη μέρα των εκλογών στην Τουρκία να μας βρει με μία Τουρκία πιο συνεννοήσιμη. Μία Τουρκία η οποία θα αντιληφθεί ότι η στρατηγική την οποίαν ακολούθησε τα τελευταία χρόνια την οδήγησε ουσιαστικά σε μία απομόνωση και σε μία δύσκολη θέση και σχέση όχι μόνο με την Ελλάδα, αλλά συνολικά με τον δυτικό κόσμο.
Από την άλλη, όμως, δεν είμαι και καθόλου αφελής. Και γι’ αυτό και επιμένω ότι η στρατηγική της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, η οποία στηρίζεται στην οικοδόμηση ισχυρών συμμαχιών, στην ενίσχυση, προφανώς, της ελληνικής οικονομίας, στην μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση των Ευρωπαίων εταίρων μας για ζητήματα που αφορούν στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Στην ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων, στην ανάδειξη της Ελλάδος ως ενός σημαντικότατου και θα έλεγα αναντικατάστατου πόλου σταθερότητας στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Σε κάθε περίπτωση αυτή η στρατηγική, πρέπει να συνεχιστεί. Ευχόμαστε για το καλύτερο, προετοιμαζόμαστε για το χειρότερο.
Τώρα ως προς τα ζητήματα στην Αλβανία, την ώρα που γράφεται η συνέντευξη, δεν έχουμε ακόμα εικόνα για τα αποτελέσματα των αλβανικών εκλογών. Θέλω όμως να επαναλάβω και σε σας ότι η προφυλάκιση ενός υποψήφιου Δημάρχου, δύο μέρες πριν τις εκλογές, όταν έχουν προηγηθεί εντονότατα επικριτικά σχόλια εναντίον του Φρέντι Μπελέρη, από τον ίδιο τον Αλβανό Πρωθυπουργό, γεννά εύλογα ερωτήματα. Δηλητηριάζει τις σχέσεις μεταξύ των δύο κρατών, υπονομεύει την αίσθηση που πρέπει να υπάρχει ότι η Αλβανία βρίσκεται σε ένα δρόμο εφαρμογής του κράτους δικαίου και πιστεύω ότι εάν αυτή η στάση συνεχιστεί, θα επηρεάσει ουσιαστικά και τις σχέσεις μεταξύ των δύο κρατών, αλλά και την ευρωπαϊκή πορεία της Αλβανίας.
Γι’ αυτό και θέλω και πάλι να στείλω ένα ξεκάθαρο μήνυμα ότι τα δικαιώματα της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας πρέπει να γίνουν απολύτως σεβαστά. Αυτό επιβάλλει το κράτος δικαίου, ο ευρωπαϊκός δρόμος στον οποίο ισχυρίζεται η Αλβανία ότι πορεύεται, αλλά και οι σχέσεις καλής γειτονίας.
Επισκέφθηκα ο ίδιος τη Χειμάρρα. Αισθάνομαι πολύ κοντά στους Έλληνες της Αλβανίας και να γνωρίζουν ότι δεν υπάρχει περίπτωση η Ελλάδα ποτέ να τους εγκαταλείψει.
Σάκης Μουμτζής: Κύριε Πρωθυπουργέ, καταρχήν σας ευχαριστήσω κι εγώ για τη φιλοξενία. Θα ήθελα να σας ρωτήσω το εξής: Γνωρίζετε πως η δεύτερη τετραετία για όλες ανεξαιρέτως τις κυβερνήσεις ήτανε μία τετραετία φθοράς, βαλτώματος και για κάποιες κυβερνήσεις και διαφθοράς και γι’ αυτό δεν υπήρξε ποτέ τρίτη τετραετία. Πώς σκοπεύετε να το αποφύγετε αυτό στη νέα κυβερνητική σας θητεία η οποία διαφαίνεται;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Κύριε Μουμτζή, πρέπει να σας πω ότι εφόσον μας εμπιστευθεί ο ελληνικός λαός στις επερχόμενες εκλογές, έχω εξαιρετικά φιλόδοξα σχέδια για τη δεύτερη τετραετία μας. Και θα σας έλεγα ότι η δεύτερη τετραετία, πρέπει να είναι η τετραετία στην οποία η Ελλάδα θα κάνει ένα πραγματικά μεγάλο αναπτυξιακό και μεταρρυθμιστικό άλμα. Να πατήσει επάνω στα γερά θεμέλια τα οποία έχουμε βάλει. Και ευχόμενοι ότι θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε λιγότερες κρίσεις, να εστιάσουμε πραγματικά στις κρίσιμες μεγάλες αλλαγές τις οποίες πρέπει να κάνει η χώρα. Πάντα πίστευα ότι για να αλλάξει δραστικά η Ελλάδα, χρειάζεται τουλάχιστον μία οκταετία σταθερού κυβερνητικού έργου από την ίδια κυβερνητική πλειοψηφία.
Και ελπίζω να μου δοθεί η ευκαιρία να σπάσω αυτήν την παράδοση -διότι έχετε δίκιο σε αυτό το οποίο επισημαίνετε- και η δεύτερη τετραετία να είναι καλύτερη από την πρώτη τετραετία. Αυτό το οποίο μπορώ να σας πω είναι ότι εγώ ο ίδιος προσωπικά αισθάνομαι πολύ πιο έτοιμος, πολύ πιο έμπειρος, αλλά θα σας έλεγα και πολύ πιο αποφασισμένος. Έχοντας μάθει και από τα λάθη μου και όντας ακόμα πιο έτοιμος να συγκρουστώ με κατεστημένες λογικές, με τα όποια συμφέροντα θέλουν να κρατήσουν τη χώρα πίσω.
Θα κριθούμε τελικά στο τέλος της δεύτερης τετραετίας. Όμως αισθάνομαι πολύ καλά ολοκληρώνοντας την πρώτη μας τετραετία, με την έννοια του ότι κατάφερα και υλοποίησα τις βασικές μας δεσμεύσεις, παρά τις μεγάλες δυσκολίες και κράτησα τη χώρα ασφαλή εν μέσω πρωτοφανών κρίσεων. Άρα πιστεύω ότι στην αξιολόγηση την οποία θα κάνουν οι πολίτες πριν από τις εκλογές, οφείλουν να μας πιστώσουν αυτή τη συνέπεια έργων και λόγων και να αντιληφθούν ότι αυτά που τους λέμε για τη δεύτερη τετραετία, τα φιλόδοξα που τους λέμε για τη δεύτερη τετραετία -γιατί το πρόγραμμά μας είναι ένα φιλόδοξο πρόγραμμα, δεν είναι απλά ένα σημαντικό πρόγραμμα- μπορούν να υλοποιηθούν.
Και θα σας πω και κάτι ακόμα. Αναγνωρίζω πάντα το βάρος αυτής της θέσης και το βάρος του γραφείου στο οποίο βρισκόμαστε. Ουδέποτε φιλοδοξούσα να είμαι ένας απλός διαχειριστής Πρωθυπουργός. Θέλω να αλλάξω τη χώρα, θέλω να την κάνω πραγματικά Ευρώπη. Θέλω να κλείσουμε αυτό το χάσμα που μας χωρίζει από την Ευρώπη σε πολλούς τομείς. Θέλω να μειώσω τις κοινωνικές ανισότητες και θέλω πραγματικά η Ελλάδα να μπορεί να πρωταγωνιστεί στην Ευρώπη και στον κόσμο, σε εκείνους τους τομείς όπου πραγματικά μπορούμε να είμαστε πρωταθλητές.
Κωνσταντίνος Χαροκόπος: Κύριε Πρόεδρε, αφήσαμε πίσω μας μία περίοδο δημοσιονομικής χαλαρότητας και μπαίνουμε σε ένα περιβάλλον που έχει σύσφιξη δημοσιονομική και πειθαρχία. Θα καταφέρει μέσα σε αυτό το περιβάλλον η ελληνική οικονομία να «γεννήσει» ικανά εισοδήματα που θα αναπληρώσουν την επιδοματική πολιτική που ασκήσατε τα τελευταία χρόνια;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Κύριε Χαροκόπο, αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα. Και στη δεύτερη τετραετία θα αξιολογηθούμε τελικά για τη βελτίωση του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών και για την ταχύτητα με την οποία θα καλύψουμε το χαμένο έδαφος μιας πρωτοφανούς κρίσης. Αναφέρομαι στην κρίση της προηγούμενης δεκαετίας, η οποία κράτησε την Ελλάδα πολύ πίσω σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Αλλά ξέρετε, η βελτίωση των εισοδημάτων δεν έρχεται «με ένα νόμο και με ένα άρθρο». Έρχεται πρωτίστως μέσα από παραγωγικές επενδύσεις, μέσα από καινοτομία, μέσω από εξωστρέφεια, μέσα από βελτίωση των εξαγωγών, μέσα από το οικοσύστημα της νέας επιχειρηματικότητας, μέσα από τη δυνατότητα -όπως είπατε- της οικονομίας να γεννά, να δημιουργεί πολλές, καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας και βέβαια, μέσα από τη συνέχιση της στήριξης του διαθέσιμου εισοδήματος. Έχουμε μια πολιτική η οποία επιμένει στη μείωση των φόρων μέσα στα πλαίσια, το τονίζω, της δημοσιονομικής σταθερότητας, από το οποίο πλαίσιο δεν μπορούμε να ξεφύγουμε.
Και νομίζω ότι είμαστε σε θέση να μπορούμε και την αναπτυξιακή μας πολιτική να υπηρετούμε και ταυτόχρονα να στέλνουμε το μήνυμα, ότι οι καιροί των δημοσιονομικών υπερβολών ανήκουν οριστικά στο παρελθόν για την πατρίδα μας. Γιατί έχετε δίκιο να λέτε ότι στον Covid όλες οι χώρες αναγκάστηκαν -και καλά έκαναν- να ξοδέψουν πολλά.
Εμείς δεν ξοδέψαμε απλά πολλά, αλλά τα ξοδέψαμε έχοντας πραγματικό κοινωνικό και αναπτυξιακό αποτύπωμα στην πολιτική την οποία εφαρμόσαμε, γιατί προστατεύσαμε θέσεις εργασίας, μειώσαμε την ανεργία, στηρίξαμε τα εισοδήματα.
Κάντε τη σύγκριση μεταξύ Ελλάδος και Ισπανίας, να αντιληφθείτε γιατί η δική μας πολιτική ήταν πολύ πιο επιτυχημένη, αλλά από εδώ και στο εξής γνωρίζουμε ότι πρέπει να παράγουμε πρωτογενή πλεονάσματα. Αλλά αυτά πρέπει να είναι πρωτογενή πλεονάσματα ανάπτυξης και όχι υπερφορολόγησης. Το έχουμε ήδη κάνει πράξη, θα συνεχίσουμε σε αυτή την πορεία.
Σάκης Μουμτζής: Κύριε Πρωθυπουργέ, μια πολύ σύντομη και λιτή ερώτηση: Βλέπετε ότι υπάρχει ποιοτική διαφορά στην πολιτική συμπεριφορά του Νίκου Ανδρουλάκη με αυτή της αείμνηστης Φώφης Γεννηματά;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Μονολεκτικά θα σας έλεγα πως, ναι. Και χωρίς να θέλω να συγκρίνω πρόσωπα, πρέπει να σας πω για τον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ, ότι μου είχε κάνει εξ αρχής πολύ μεγάλη εντύπωση όταν δύο φορές ζήτησα να τον συναντήσω και απέφυγε σαν το διάβολο το λιβάνι να καθίσει μαζί μου να συζητήσουμε, να γνωριστούμε. Διότι εγώ δεν ξεχνώ, κ. Μουμτζή, ότι με το ΠΑΣΟΚ και κυρίως με τους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ βρεθήκαμε μαζί στη μάχη κατά του λαϊκισμού. Μαζί κρατήσαμε τη χώρα στην Ευρώπη, μαζί συναντηθήκαμε στο μέτωπο το οποίο υψώσαμε απέναντι στην «πάνω και στην κάτω πλατεία» και αισθάνομαι ότι από τότε που ανέλαβε ο κ. Ανδρουλάκης τα ηνία της παράταξης, σαφώς και σπρώχνει το ΠΑΣΟΚ πολύ πιο κοντά στο ΣΥΡΙΖΑ.
Και φαίνεται να έχει μια προσωποπαγή στρατηγική η οποία περιορίζεται στη φράση «δεν θέλω τον Μητσοτάκη για Πρωθυπουργό». Αυτό όμως δεν συνιστά ουσιαστική εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης. Ούτε νομίζω ότι μπορεί να πείσει κανείς σκεπτόμενους συμπολίτες μας, όταν τους λέει ότι «έχω υπόψη μου ποιον θέλω για Πρωθυπουργό αλλά δεν σας τον λέω τώρα, θα σας τον πω κάποια στιγμή μετά τις εκλογές».
Γι’ αυτό και νομίζω ότι το ΠΑΣΟΚ, σήμερα το ΠΑΣΟΚ του κ. Ανδρουλάκη πιστεύω ότι έχει πάρει αποστάσεις και από το πώς σκέφτονται πολλοί ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ και για την κυβέρνησή μας και για εμένα προσωπικά. Το είπα και χθες σε μια συνέντευξη, το λέω και σήμερα, μπορεί το ποτήρι αυτό εμείς να το βλέπουμε μισογεμάτο, μπορεί οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ να το βλέπουν μισοάδειο, ο κ. Ανδρουλάκης το βλέπει όμως τελείως άδειο και ο κ. Τσίπρας το βλέπει άδειο και θρυμματισμένο.
Κατά συνέπεια, η στρατηγική του κ. Ανδρουλάκη και του ΠΑΣΟΚ θα αξιολογηθεί προφανώς από το εκλογικό σώμα και νομίζω ότι και οι συμπολίτες μας, οι οποίοι σκέφτονται ενδεχομένως αν θα ψηφίσουν ΠΑΣΟΚ ή Νέα Δημοκρατία, πρέπει να σκεφτούν πάρα πολύ σοβαρά τι θα σήμαινε σήμερα μια ψήφος στο ΠΑΣΟΚ, όταν το ΠΑΣΟΚ ουσιαστικά έχει έρθει πολύ πιο κοντά στο ΣΥΡΙΖΑ από ό,τι ήταν στο παρελθόν.
Θανάσης Μαυρίδης: Τι θα σήμαινε για τη χώρα, κ. Πρωθυπουργέ, μια αδύναμη κυβέρνηση και ένας αδύναμος Πρωθυπουργός; Σε αυτή τη συγκυρία που βρισκόμαστε;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Κάντε μια προβολή στο παρελθόν και σκεφτείτε τι θα σήμαινε μια αδύναμη κυβέρνηση και ένας αδύναμος Πρωθυπουργός στην κρίση στον Έβρο. Όταν χρειάστηκε να πάρουμε αποφάσεις μέσα σε λίγες ώρες. Στην κρίση στην πανδημία όταν έπρεπε να κλείσουμε τη χώρα μέσα σε λίγες μέρες. Τι θα σήμαινε ένας αδύναμος Πρωθυπουργός, όταν είχαμε απέναντί μας μια Τουρκία εξαιρετικά επιθετική. Τι θα σήμαινε ένας αδύναμος Πρωθυπουργός ο οποίος θα έπρεπε συνέχεια να συζητάει, να συναλλάσσεται πολιτικά με κυβερνητικούς εταίρους, να υλοποιήσει σημαντικές μεταρρυθμίσεις. Πώς θα προχωρούσαν όλες οι σημαντικές μεταρρυθμίσεις που έχουμε προχωρήσει; Στην παιδεία, παραδείγματος χάρη, αν είχαμε έναν κυβερνητικό εταίρο ο οποίος ουσιαστικά δεν πιστεύει στην αξιολόγηση. Σε κάθε ευκαιρία λίγο-πολύ μας το υποδεικνύει.
Το ΠΑΣΟΚ δεν ψήφισε καν την εξυγίανση, παραδείγματος χάρη, των ναυπηγείων της Ελευσίνας. Και όλη η πολιτική του ΠΑΣΟΚ σήμερα εκπέμπει έναν κρατισμό της δεκαετίας του ’80. Εγώ είμαι απέναντι σε αυτή τη λογική. Την πολέμησα σε όλη μου την πολιτική σταδιοδρομία.
Άρα μια αδύναμη κυβέρνηση σήμερα, ισοδυναμεί με παραλυσία και η παραλυσία στο δύσκολο διεθνές περιβάλλον στο οποίο βρισκόμαστε εγκυμονεί σοβαρότατους κινδύνους για τη χώρα.
Και μιας και το ζητούμενο και των εκλογών είναι η επενδυτική βαθμίδα πιστεύουμε, πιστεύω ακράδαντα ότι και οι επενδυτικοί οίκοι θα αξιολογήσουν ποιοτικά την επόμενη κυβέρνηση, αν θα είναι μια σταθερή και μεταρρυθμιστική κυβέρνηση και θα μας δώσουν την επενδυτική βαθμίδα, εφόσον είναι πεπεισμένοι ότι μπορούμε να συνεχίσουμε την πολιτική την οποία έχουμε ήδη χαράξει.
Κωνσταντίνος Χαροκόπος: Θα ήθελα να σας ρωτήσω σχετικά με την ενέργεια κάτι, κ. Πρόεδρε. Μέχρι πριν από λίγο καιρό μιλούσαμε για την απολιγνιτοποίηση. Τώρα στην ατζέντα έχει μπει το θέμα των υδρογονανθράκων. Ναι ή όχι στις εξορύξεις; Και τα κριτήρια θα είναι καθαρά οικονομικά ή θα άπτονται και των γεωστρατηγικών και γεωπολιτικών συμμαχιών στη νοτιοανατολική Ευρώπη;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Η Ελλάδα καθυστέρησε πάρα πολύ, στο να ερευνήσει αν πραγματικά έχει αξιοποιήσει τους υδρογονάνθρακες τους οποίους μπορεί να εξορύξει. Και γι’ αυτό και κινηθήκαμε γρήγορα και έχουμε ολοκληρώσει τις έρευνες για φυσικό αέριο, νοτιοδυτικά της Κρήτης. Αναμένουμε εντός των επόμενων μηνών τα συμπεράσματα και την αξιολόγηση της ερευνητικής δουλειάς η οποία έγινε. Τονίζω, ότι δεν κάνουμε εμείς οι ίδιοι τις εξορύξεις. Πρέπει να πειστεί η εταιρεία, το consortium των εταιρειών, ότι αξίζει τον κόπο να κάνουν δοκιμαστικές γεωτρήσεις για να δούμε πραγματικά αν έχουμε φυσικό αέριο.
Η απάντησή μου, λοιπόν, είναι σαφής: αν έχουμε φυσικό αέριο, υπάρχει μία επιχείρηση έτσι ώστε να το βγάλουμε μία ώρα αρχύτερα. Το παράθυρο κλείνει ούτως ή άλλως για το φυσικό αέριο, αλλά πιστεύω ότι εάν υπάρχει φυσικό αέριο νοτιοδυτικά της Κρήτης, πρέπει να το αξιοποιήσουμε για λόγους οικονομικούς -θυμίζω, μας στοίχισαν 7 δισεκατομμύρια ευρώ οι εισαγωγές φυσικού αερίου το 2022- αλλά και για λόγους γεωπολιτικούς, γεωστρατηγικούς. Το φυσικό αέριο θα είναι μαζί μας για δεκαετίες ακόμα. Η Ευρώπη αναζητεί εναλλακτικές πηγές φυσικού αερίου. Η Ελλάδα αναζητεί εναλλακτικές πηγές φυσικού αερίου. Θα ήταν μεγάλο στρατηγικό λάθος, αν έχουμε να αξιοποιήσουμε φυσικό αέριο να μην προβούμε σε όλες τις ενέργειες, ώστε να μπορέσουμε να το αξιοποιήσουμε προς όφελος και της Ελλάδος, αλλά και της στρατηγικής αυτονομίας της Ευρώπης.
Αυτό, όμως, σε καμία περίπτωση -να το τονίσω αυτό- δεν πάει πίσω την ατζέντα της πράσινης μετάβασης. Ο σκοπός μας να μπορούμε να πετύχουμε 80% ηλεκτροπαραγωγή από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας μέσα στην επόμενη τετραετία είναι απολύτως ρεαλιστικός και εφικτός, διότι τελικά ο ήλιος και ο άνεμος είναι η πιο φτηνή μορφή ενέργειας, η πιο φιλική προς το περιβάλλον και αυτή που έρχεται και κουμπώνει καλύτερα, με τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας. Πέραν του ότι είναι μία μορφή ενέργειας η οποία είναι η μόνη που μπορεί να μας λύσει μακροπρόθεσμα το τεράστιο πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής.
Και μιας και μιλάμε για την ατζέντα της νέας γενιάς, ελάχιστα πράγματα έχουν ακουστεί σε αυτή την προεκλογική περίοδο, πλην αυτών που λέει η Νέα Δημοκρατία, για τα πραγματικά ζητήματα τα οποία αφορούν τους νέους μεσομακροπρόθεσμα. Η κλιματική αλλαγή είναι ένα από αυτά, η τεχνητή νοημοσύνη είναι ένα άλλο ζήτημα, το οποίο συζητήσαμε ελάχιστα σε αυτή την προεκλογική περίοδο. Όμως η ενεργειακή μας στρατηγική είναι απολύτως συνεκτική. Και επαναλαμβάνω, αν έχουμε αξιοποιήσιμα κοιτάσματα θα φροντίσουμε να τα αξιοποιήσουμε.
Θανάσης Μαυρίδης: Η Ελλάδα θα μπορούσε να γίνει η «Φλόριντα της Ευρώπης». Το θέλουμε; Είναι το ένα ερώτημα. Και το δεύτερο είναι: Αν θα μπορούσαν οι αγορές ακινήτων από ξένους σε νησιά του Αιγαίου να αυξήσουν την ασφάλεια αυτών των νησιών, τα εθνικά μας συμφέροντα.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Δεν μου αρέσουν οι αναλογίες και οι συγκρίσεις με άλλα μέρη του κόσμου τα οποία έχουν τα δικά τους ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Η Ελλάδα μπορεί να γίνει παγκόσμια πρωταγωνίστρια στον ποιοτικό τουρισμό. Και όταν αναφέρομαι στον ποιοτικό τουρισμό, αναφέρομαι προφανώς και σε ένα τουρισμό που μπορεί να προσελκύει και ξένους επενδυτές οι οποίοι θα αποκτήσουν κατοικίες στην Ελλάδα, πάντα με σεβασμό στο περιβάλλον και πάντα αναγνωρίζοντας ότι η υπερδόμηση, η υπεραξιοποίηση του ελληνικού φυσικού περιβάλλοντος μπορεί να οδηγήσει μεσομακροπρόθεσμα, σε καταστροφή.
Εμείς δεν πρόκειται να γίνουμε Ισπανία, η οποία έχτισε τελείως τα παράλιά της σε άλλες δεκαετίες και τώρα πληρώνει το τίμημα μιας τέτοιας υπερανάπτυξης. Δεν αναζητούμε αυτή την ανάπτυξη και νομίζω το σχέδιο το οποίο έχουμε για μια ανάπτυξη η οποία να δίνει έμφαση στην ποιότητα, εκ των πραγμάτων έρχεται και συγκλίνει με τις ανάγκες της αγοράς, η οποία η ίδια η αγορά θέτει τη βιωσιμότητα ως απαράβατο κριτήριο για οποιαδήποτε νέα επένδυση.
Αλλά από εκεί και πέρα, η Ελλάδα δεν χρειάζεται και δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι μόνο μία χώρα παροχής ποιοτικών υπηρεσιών. Τουρισμός, Παιδεία, Υγεία είναι κρίσιμοι κλάδοι για την οικονομία. Θέλω όμως να σταθώ και λίγο περισσότερο στον ρόλο της Ελλάδας, ως μία χώρα η οποία μπορεί να παράγει. Μία βιομηχανική χώρα, όσο και αν σας ακούγεται παράξενη η έκφραση. Βλέπετε πόσες επενδύσεις γίνονται αυτή τη στιγμή σε βιομηχανική παραγωγή. Έχουμε εξαιρετικές επιχειρήσεις, οι οποίες άντεξαν τα χρόνια της κρίσης. Η μεταποίηση είναι σημαντικός παράγοντας του ΑΕΠ και μπορεί να αυξηθεί περισσότερο.
Και όσο βέβαια γίνονται και τεκτονικές γεωπολιτικές αλλαγές παγκόσμιες, όσο δηλαδή και οι ευρωπαϊκές και οι δυτικές εταιρείες βλέπουν ότι δεν θέλουν να είναι απολύτως εξαρτημένες από την Κίνα για την εφοδιαστική αλυσίδα, τόσο ενισχύεται ο ρόλος της Ελλάδος ως ενός κέντρου παραγωγής και μεταποίησης.
Αλλά δίνω ιδιαίτερη έμφαση στην βιομηχανική μας στρατηγική, η οποία θα παίξει ένα σημαντικό ρόλο στο πώς αντιλαμβάνομαι την ανάπτυξη της πατρίδας μας τα επόμενα χρόνια.
Κωνσταντίνος Χαροκόπος: Προχωρήσατε πολύ πετυχημένα στην ψηφιοποίηση μιας σειράς από διαδικασίες που ακολουθεί το Δημόσιο. Μήπως έφτασε η στιγμή να υπάρξουν και διαδικασίες κατάργησης αυτών των λειτουργιών του Δημοσίου που καταπιέζουν την επιχειρηματικότητα;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Πολλά πράγματα τα οποία δεν βλέπει ο πολίτης, είναι ότι η ψηφιοποίηση από μόνη της δεν λύνει το πρόβλημα. Μιλάω λίγο τεχνικά τώρα, αλλά νομίζω ότι θα αντιληφθείτε αυτό το οποίο θέλω να πω.
Όταν δημιουργήσαμε το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης, μεταφέραμε στην αρμοδιότητα του Υπουργείου αυτού και όλες τις διοικητικές διαδικασίες. Διότι η ψηφιοποίηση από μόνη της δεν λύνει το πρόβλημα. Αλλά πίσω από κάθε διαδικασία ψηφιοποίησης μπορούμε να δούμε τα στάδια τα οποία απαιτούνται, της γραφειοκρατικής παρέμβασης του κράτους, και όταν μπορούμε, αυτά φροντίζουμε να τα απλοποιούμε. Αυτή είναι μία μάχη συνεχής, δεν την έχουμε κερδίσει ακόμα. Και θα έλεγα ότι είναι και ένα μεγάλο στοίχημα για την δεύτερη τετραετία η περαιτέρω απλοποίηση της κρατικής γραφειοκρατίας.
Όμως έχουμε κάνει πολύ σημαντικά βήματα, τα οποία έχουν αναγνωριστεί από τους πολίτες. Και βέβαια, κάθε τολμηρή μεταρρύθμιση του κράτους δεν πρέπει να βλέπει μόνο την ψηφιακή πλευρά. Πρέπει να βλέπει και την πλευρά του ανθρώπινου δυναμικού και την πλευρά των διαδικασιών.
Παραδείγματος χάρη, η παρέμβαση που κάναμε στον ΕΦΚΑ κάλυψε και τις τρεις αυτές κατηγορίες πολιτικών: και απλοποιήσαμε διαδικασίες και ενισχύσαμε το ανθρώπινο δυναμικό και χρησιμοποιήσαμε νέα ψηφιακά εργαλεία. Το αποτέλεσμα ήταν σίγουρα θετικό.
Αποδείξαμε ότι μπορούμε να πάρουμε ένα τραυματισμένο οργανισμό, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για τα μισά παράπονα των πολιτών απέναντι στην δημόσια διοίκηση, να τον εκσυγχρονίσουμε και να μπορεί να βγάζει σήμερα τις συντάξεις σε δύο μήνες εκεί που παλιά χρειαζόταν δύο και τρία χρόνια. Άρα είναι κάτι το οποίο έχουμε αποδείξει ότι μπορούμε να το κάνουμε. Το παράδειγμα ΕΦΚΑ, λοιπόν, πρέπει να επεκταθεί σε όλο το Δημόσιο.
Θανάσης Μαυρίδης: Το Χρηματιστήριο, κ. Πρόεδρε, δεν το έχετε αξιοποιήσει ως Κυβέρνηση. Θα το κάνετε στην επόμενη τετραετία;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Το Χρηματιστήριο πρέπει πρώτα και πάνω απ’ όλα να είναι μία πηγή άντλησης κεφαλαίων για τις ελληνικές επιχειρήσεις και πιστεύω ότι την επόμενη τετραετία θα δούμε πολλές περισσότερες επιχειρήσεις είτε να εισέρχονται στο Χρηματιστήριο, είτε να αντλούν συμπληρωματικούς πόρους από τη χρηματιστηριακή αγορά.
Και όσο το Χρηματιστήριο πηγαίνει καλύτερα, προφανώς και τα κεφάλαια αυτά γίνονται πιο ελκυστικά και φθηνότερα για τις εταιρείες και νομίζω ότι και το Χρηματιστήριο και ως ένας επενδυτικός προορισμός, όχι με τους όρους της «φούσκας» άλλων δεκαετιών, είναι κάτι το οποίο υπάρχει σε όλες τις χώρες του κόσμου, οι οποίες έχουν ώριμες κεφαλαιαγορές.
Κατά συνέπεια, πιστεύω ότι θα δούμε πολλές περισσότερες εταιρείες οι οποίες θα αξιοποιούν το ελληνικό Χρηματιστήριο την επόμενη τετραετία. Κάποιες εκ των οποίων μπορεί να είναι και εταιρείες, όπου το κράτος σήμερα εξακολουθεί να έχει σημαντικό μερίδιο -έχουμε κάποιες τέτοιες σκέψεις, δεν θέλω ακόμα να ανοίξω πλήρως τα χαρτιά μου-, ώστε το Χρηματιστήριο να αποκτήσει και περισσότερο βάθος. Διότι ένα από τα παράπονα τα οποία έχουμε από ξένους επενδυτές είναι, «θα θέλαμε να επενδύσουμε στο ελληνικό Χρηματιστήριο, αλλά δεν έχουμε αρκετή προσφορά όχι καλών εταιρειών, αλλά θέλουμε περισσότερο βάθος, περισσότερες μετοχές, τις οποίες να μπορούμε να εντάξουμε στα επενδυτικά μας χαρτοφυλάκια».
Θανάσης Μαυρίδης: Και ένα παράπονο που ακούγεται από ξένους επενδυτές για την Ελλάδα, έχει να κάνει με την αργή απονομή της δικαιοσύνης. Είναι ένα αγκάθι αυτό για τις επενδύσεις. Συμφωνείτε;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Ναι, είναι μια μεγάλη πρόκληση για τη δεύτερη τετραετία. Είναι από τα ζητήματα στα οποία πρέπει να κάνουμε μεγάλη πρόοδο για να επανέλθω στο αρχικό σας ερώτημα, αν η δεύτερη τετραετία είναι μία τετραετία αδράνειας ή μεγάλης μεταρρυθμιστικής τόλμης. Θα έλεγα ότι πρέπει σαφώς στη δικαιοσύνη να δώσουμε πολύ μεγαλύτερη έμφαση. Και στην ταχύτητα και στην ποιότητα απονομής της δικαιοσύνης.
Έχουν γίνει βήματα, αλλά σίγουρα εκεί πρέπει να τρέξουμε πιο γρήγορα. Θα έλεγα όμως, ότι τουλάχιστον η διοικητική δικαιοσύνη, αυτή η οποία αφορά και πρωτίστως το χαρακτήρα της χώρας ως επενδυτικού προορισμού, πιστεύω ότι και υποθέσεις που καταλήγουν να φτάνουν στο Ανώτατο Δικαστήριο, τελικά πιστεύω ότι εκδικάζονται με μία ικανοποιητική ταχύτητα.
Και δεν είδα την τελευταία τετραετία να υπάρχουν σοβαρά εμπόδια στο επίπεδο αυτό για την υλοποίηση σημαντικών επενδύσεων. Διότι αν υπήρχαν, δεν θα είχαμε το ρεκόρ επενδύσεων το οποίο έχουμε τα τελευταία χρόνια. Πάνω από είκοσι. Ρεκόρ. Και φυσικά πρέπει να αυξήσουμε και άλλο τη δυνατότητα της χώρας να μπορεί να προσελκύει ξένες επενδύσεις.
Αλλά η διοικητική δικαιοσύνη δεν αφορά μόνο τους μεγάλους επενδυτές, αφορά πρωτίστως τους μικρούς. Και θα έλεγα ότι η δικαιοσύνη πάντα αφορά τους αδύναμους, όχι τους δυνατούς. Οι δυνατοί έχουν πάντα τρόπο να τα βγάζουν πέρα με τη δικαιοσύνη. Πρέπει να είναι το καταφύγιο του αδύναμου και εκεί έχουμε ακόμα βήματα να κάνουμε.
Σάκης Μουμτζής: Κύριε Πρωθυπουργέ, τα Βαλκάνια αλλάζουν και αναπτύσσονται, η Βόρεια Ελλάδα αλλάζει και αναπτύσσεται και η Θεσσαλονίκη αλλάζει και αναπτύσσεται. Γνωρίζετε τι επενδύσεις γίνονται και στη Βόρεια Ελλάδα και στη Θεσσαλονίκη. Παρόλες τις δυσκολίες οι οποίες υπάρχουν, οι ρυθμοί ανάπτυξης είναι σημαντικοί. Οι επενδύσεις σημαντικές. Θα ήθελα να σας ρωτήσω τι στρατηγικός σχεδιασμός υπάρχει για τη Βόρεια Ελλάδα, με δεδομένο ότι με την παρουσία σας τιμάται το ψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας στην Α’ Θεσσαλονίκης, στην πόλη μου.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Κατ’ αρχάς, είμαι πολύ χαρούμενος που μου δίνεται η δυνατότητα να δώσω την εκλογική μάχη, ως επικεφαλής του ψηφοδελτίου της Νέας Δημοκρατίας στην Α’ εκλογική Περιφέρεια της Θεσσαλονίκης. Και πιστεύω, ότι ουδέποτε η Θεσσαλονίκη είχε τόσο προσοχή από το κεντρικό κράτος όσο δέχθηκε τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Αναφέρομαι σε μια σειρά από πολύ σημαντικά έργα υποδομής, που είτε ολοκληρώνονται, είτε δρομολογούνται, τα οποία πραγματικά αλλάζουν την όψη της πόλης.
Και, σήμερα, η Μακεδονία, ιστορικά, μετατρέπεται σε αναπτυξιακή ναυαρχίδα της χώρας μας και είναι κάτι για το οποίο είμαι εξαιρετικά υπερήφανος. Μιας και μιλάμε για τη Θεσσαλονίκη, θυμάστε τις πολλές συζητήσεις οι οποίες είχαν γίνει για το Μετρό.
Το Μετρό θα παραδοθεί στις αρχές του έτους και θα έχουμε και το πιο σύγχρονο Μετρό και τα Αρχαία με ένα ζωντανό μουσείο, όχι μόνο στο σταθμό της Βενιζέλου. Θα είναι πραγματικά ένα έργο εξαιρετικά εντυπωσιακό και πάρα πολύ ουσιαστικό για την ίδια την πόλη της Θεσσαλονίκης, αλλά προφανώς οι παρεμβάσεις μας δεν εξαντλούνται μόνο εκεί.
Από το «Flyover» μέχρι την όλη αναβάθμιση του χώρου της Διεθνούς Έκθεσης, που πραγματικά μπορούμε να κάνουμε ένα πρότυπο Εκθεσιακό Κέντρο στο κέντρο της πόλης, κάτι το οποίο σπανίζει σε πολλές άλλες πόλεις. Από τις παρεμβάσεις που γίνονται στα πανεπιστήμια και στα νοσοκομεία, μέχρι την έμφαση που δίνουμε στη Δυτική Θεσσαλονίκη.
Πράγματι σήμερα στη Θεσσαλονίκη γίνεται μια κοσμογονία και πιστεύω ότι το 2027 πολλά από αυτά τα έργα, όταν θα έχουν ολοκληρωθεί, θα έχουν μετατρέψει τη Θεσσαλονίκη πραγματικά σε μία άλλη πόλη.
Προσθέστε σε αυτό που σας λέω το γεγονός ότι έχουμε πια πολλούς, περισσότερους ευρωπαϊκούς πόρους να διαχειριστούμε. Το Ταμείο Ανάκαμψης είναι μία σημαντικότατη αναπτυξιακή «προίκα» και τα χρήματα του Ταμείου Ανάκαμψης θα πέσουν στην οικονομία ουσιαστικά φέτος, του χρόνου και του παρά χρόνου, γιατί πρέπει να απορροφηθεί το αργότερο μέχρι το 2025. Βάλτε και το γεγονός ότι το ΠΕΠ, το Περιφερειακό Πρόγραμμα της Κεντρικής Μακεδονίας είναι πολύ αυξημένο, γιατί εμείς μπορέσαμε να επαναπραδιαγματευτούμε περισσότερα χρήματα για τις Περιφέρειες. Και αντιλαμβάνεστε ότι εκτός από τις ιδιωτικές επενδύσεις που γίνονται, υπάρχουν και σημαντικότατοι δημόσιοι και ευρωπαϊκοί πόροι που μπορούν να συνενωθούν σε μία στρατηγική, έτσι ώστε να δώσουν στη Θεσσαλονίκη, αλλά και στη Μακεδονία ουσιαστικά μια τεράστια αναπτυξιακή ώθηση.
Θανάσης Μαυρίδης: Κύριε Πρόεδρε, σας ευχαριστούμε πάρα πολύ.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Και εγώ σας ευχαριστώ.