Το συνταξιοδοτικό σύστημα θα αναγκαστεί να μειώσει τις κύριες παροχές του τουλάχιστον κατά 50% την περίοδο 2020 – 2060, δίδοντας ουσιαστικά συντάξεις κάτω από τα όρια της φτώχειας, προβλέπει η Τράπεζα της Ελλάδος στην ετήσια έκθεση της για τη νομισματική πολιτική υπογραμμίζοντας την ανάγκη τόνωσης της ιδιωτικής ασφάλισης για αξιοπρεπείς συντάξεις.
“Το συνολικό ποσοστό αναπλήρωσης εκτιμάται ότι θα περιοριστεί κατά μέσο όρο σε 48,5% την περίοδο 2020-2060, έναντι 95,7% πριν από την ασφαλιστική μεταρρύθμιση» επισημαίνεται στην έκθεση. “Ελλείψει άλλων πηγών εισοδήματος, το μειωμένο ποσοστό αναπλήρωσης του πρώτου πυλώνα θα οδηγεί κάτω από το όριο της σχετικής ένδειας όσους κατά τη διάρκεια του εργασιακού τους βίου λάμβαναν μέχρι και 1,2 φορές το διάμεσο εισόδημα” καταλήγει η επισήμανση της ΤτΕ.
Εξάλλου σύμφωνα με την “Καθημερινή” ο στόχος είναι η συνταξιοδοτική δαπάνη ως ποσοστό του ΑΕΠ να υποχωρήσει τουλάχιστον στο 17,4% του ΑΕΠ το 2060 από 24,1% το 2010. Ομως, αυτή η μείωση στις συνθήκες αύξησης (κατά 70%) του συνταξιοδοτούμενου πληθυσμού οδηγεί αναπόφευκτα σε δραστικό περιορισμό των συνταξιοδοτικών παροχών. Με δεδομένη την πτώση της δημόσιας δαπάνης για συντάξεις, το νομοθετικό πλαίσιο των μεταρρυθμιστικών διατάξεων (3863/10 και 3865/10) προνόησε, έτσι ώστε ο νέος τρόπος υπολογισμού των συντάξεων να είναι λιγότερο ανταποδοτικός από το γενναιόδωρο σύστημα αναπλήρωσης που ίσχυσε στη χώρα. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι όχι μόνο για την κύρια σύνταξη αλλά ακόμη και στον νέο τρόπο υπολογισμού του εφάπαξ εισάγονται συντελεστές (όπως ο εκάστοτε ετήσιος αριθμός των νέων συνταξιοδοτήσεων), οι οποίοι ελαχιστοποιούν την ανταποδοτικότητα εισφορών – παροχών και προκαλούν μεγάλες συνταξιοδοτικές απώλειες ακόμη και για τους ασφαλισμένους που έχουν πλήρη 35ετή προϋπηρεσία.
Σε αυτό το νέο συνταξιοδοτικό τοπίο, μοναδική σταθερά θα είναι η βασική σύνταξη των 360 ευρώ και όλο το υπόλοιπο ποσό θα χτίζεται με συντελεστές, οι οποίοι θα οδηγούν σε αναλογική σύνταξη υπολογιζόμενη επί του συνόλου των αποδοχών και των εργασιακών ετών που έχουν διανυθεί από την πρώτη ημέρα πρόσληψης.
Ο νέος τρόπος υπολογισμού, ο οποίος θα προσαρμόζει σταδιακά τα επίπεδα των συντάξεων στις μειωμένες δυνατότητες κρατικής χρηματοδότησης, έχει θεσμοθετηθεί ήδη από το 2010 και θίγει, πρωτίστως, όλους όσοι ασφαλίστηκαν για πρώτη φορά μετά την 1.1.2011, αναμένεται δε να γίνει αισθητός για όλους όσοι θεμελιώνουν δικαίωμα συνταξιοδότησης μετά την 1.1.2015.
Η υποχώρηση των συντάξεων όμως δεν συνδέεται μόνο με την ελαχιστοποίηση της δημόσιας δαπάνης αλλά και με τους νέους, μειωμένους κατά 20%, βασικούς μισθούς, οι οποίοι οδηγούν σε λιγότερα έσοδα από εισφορές στα Ταμεία. Επίσης η αυξανόμενη ανεργία συνεχίζει να επιδρά ευθέως στα έσοδα των Ταμείων.
Σε αυτές τις συνθήκες η ΤτΕ επαναφέρει την ανάγκη ανάπτυξης των συμπληρωματικών πυλώνων, κυρίως δε αυτών που συνδέονται με τα (κεφαλαιοποιητικά) ιδιωτικά προγράμματα ασφάλισης.
Αλλά και εδώ, εντοπίζει αρκετά προβλήματα, μεταξύ των οποίων τα εξής: το ασταθές, άνευ κινήτρων, φορολογικό καθεστώς που αντιμετωπίζουν οι εργοδότες, το υψηλό ποσοστό μικρών επιχειρήσεων, οι οποίες δεν έχουν τη δυνατότητα ίδρυσης ταμείου επαγγελματικής ασφάλισης και τις γραφειοκρατικές συνθήκες που επικρατούν.
ΠΗΓΗ: GREEK NATIONAL PRIDE