Την άποψη ότι «η Δικαιοσύνη δεν μπορεί να στρατεύεται στα οικονομικά πλάνα της κάθε κυβέρνησης» εξέφρασε ο Πρόεδρος της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων Χριστόφορος Σεβαστίδης, κατά την ομιλία του στην ετήσια Γενική Συνέλευση της Ένωσης.
Ακολουθεί ολόκληρη η ομιλία του Χριστόφορου Σεβαστίδη:
«Αξιότιμοι προσκεκλημένοι μας, Φίλοι και συνάδελφοι,
Με ενισχυμένο το αίσθημα της μεταξύ μας ενότητας και σφυρηλατημένο σε δύσκολες εποχές για τη Δικαιοσύνη ανταμώνουμε άλλη μια φορά στην ετήσια Γενική μας Συνέλευση, με την ισχυρή θέληση να χαράξουμε μία νέα πορεία βασισμένοι πάνω στην εμπειρία που αποκτήσαμε τα προηγούμενα χρόνια. Μπορώ να πω πια με βεβαιότητα και με ιδιαίτερη ικανοποίηση, ότι στο διάστημα των τελευταίων ετών εμπεδώθηκε σε σταθερές βάσεις ένα αίσθημα εμπιστοσύνης των συναδέλφων στην Ένωση, έχουμε τη δυνατότητα να ανοίγουμε σε δημόσιο διάλογο όλα τα θέματα που μας αφορούν, να τα συζητούμε φανερά και απροκατάληπτα και να αποφασίζουμε με δημοκρατικές διαδικασίες. Στον πυρήνα της κριτικής μας βρίσκονται πάντα οι κυβερνήσεις, οι οποίες έχουν και την ευθύνη της λειτουργίας του Κράτους. Χρέος μας είναι να εντοπίζουμε τις αδυναμίες, τις καθυστερήσεις, τα λάθη, να ασκούμε κριτική, να διεκδικούμε.
Να διεκδικούμε όχι με μια λογική συντεχνίας, που ενδιαφέρεται να προασπίσει και να περιφρουρήσει τα δικά της συμφέροντα αδιαφορώντας για τα κοινωνικά προβλήματα, για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το βαθιά εγωιστικό σύνθημα Apres moi le deluge (μετά από μένα ο κατακλυσμός), που ενσαρκώνει το σύγχρονο ιδανικό της διάλυσης οποιασδήποτε κοινωνικής συνοχής και αλληλεγγύης και αναβιβάζει το ατομικό και συντεχνιακό συμφέρον ως μοναδικό παράγοντα κινητοποίησης του ενδιαφέροντος, δεν μπορεί να προσφέρει στο δικαστικό σώμα την αναγκαία κοινωνική στήριξη ως θεσμού που ενεργεί στο όνομα του λαού αλλά στερείται άμεσης λαϊκής νομιμοποίησης. Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων έκανε μια πολύ σημαντική στροφή τα τελευταία χρόνια. Άλλαξε την οπτική που αντιμετωπίζει τις εξελίξεις, ξέφυγε από την περιχαράκωση στα στενά όρια των οικονομικών διεκδικήσεων για λογαριασμό των μελών της, διατυπώνει λόγο -όπως η επιστημονική και συνταγματική της αποστολή επιτάσσουν – για κάθε ρύθμιση που θίγει βασικά συνταγματικά δικαιώματα. Έτσι αποκτάται μια ευρύτερη αποδοχή, η αναγκαία εμπιστοσύνη της κοινωνίας και των πολιτικών κομμάτων στον ρόλο μας. Προσπαθούμε να περάσουμε από το στάδιο των αυθόρμητων οικονομικών διεκδικήσεων και της προβολής αποκλειστικά των οικονομικών αιτημάτων σε ένα πρώτο στάδιο συνειδητοποίησης της θέσης και του ρόλου των δικαστικών συστημάτων όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά παγκόσμια. Τολμώ να πω ότι η ικανοποίηση οικονομικών αιτημάτων από τις κυβερνήσεις είναι η πιο εύκολη και συμφέρουσα λύση γι’ αυτές, διότι με τον τρόπο αυτό ελπίζουν ότι θα πάψουμε να ασχολούμαστε με άλλα πολύ ουσιαστικά θέματα που αγγίζουν την λειτουργία του Κράτους, τις σχέσεις των τριών λειτουργιών και την κατάσταση των συνταγματικών δικαιωμάτων.
(
Το Σύνταγμα ως προϊόν ενός κοινωνικού συμβιβασμού ανάμεσα στον κόσμο της εργασίας και στους ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής κατοχυρώνει τόσο τα ατομικά όσο και τα κοινωνικά δικαιώματα. Διασφαλίζει την επιχειρηματική ελευθερία και την ιδιοκτησία, προστατεύει όμως και το δικαίωμα στην εργασία, τις σσε και την απεργία. Στην επιδίωξη μιας ταξικής ουδετερότητας και στους συγκερασμούς αντίθετων συμφερόντων που στοχεύει ο θεμελιώδης νόμος του Κράτους, ο ρόλος της Δικαιοσύνης οφείλει επίσης να είναι αποστασιοποιημένος. Τα άρθρα 87 επ αναθέτουν στη Δικαστική Εξουσία την επίλυση διαφορών χωρίς καμία άλλη δέσμευση. Οι δικαστικές αποφάσεις δεν μπορούν να έχουν το χαρακτήρα ούτε του λαγού, ούτε της ουράς στην άσκηση πολιτικής εξουσίας.
Στην αρχή της πρόσφατης οικονομικής κρίσης έγινε δριμεία κριτική στις αποφάσεις των Δικαστηρίων από τις κυβερνήσεις σε Ελλάδα και Πορτογαλία, ότι δήθεν εμποδίζουν την εκτελεστική εξουσία στην χάραξη οικονομικής πολιτικής (θυμηθείτε την κριτική στην απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών για το χαράτσι της ΔΕΗ). Με λίγα λόγια μας προέτρεπαν –όχι πάντοτε με τον κόσμιο τρόπο που συνηθίζει η αστική ευγένεια- σε αυτοπεριορισμό και συμμόρφωση στην πολιτική που αποφασίστηκε.
Οι εκπρόσωποι της πολιτικής εξουσίας συνεπικουρούνται και από ορισμένους πανεπιστημιακούς οι οποίοι φτάνουν στο σημείο να θεωρούν «δικαστικό ακτιβισμό» και «σφετερισμό της νομοθετικής και κυβερνητικής εξουσίας» τις δικαστικές αποφάσεις που δικαιώνουν αιτήματα εργαζομένων με βάση την συνταγματική αρχή της ισότητας και οι οποίες τάχα εκτροχιάζουν την δημοσιονομική στρατηγική της Κυβέρνησης. Με τη γνωστή μέθοδο του «διαίρει και βασίλευε» προκαλούν τα κοινωνικά αντανακλαστικά και στρέφουν τους ανέργους και τους εξαθλιωμένους απέναντι στους εργαζομένους που διεκδικούν τις νόμιμες αξιώσεις τους.
Η σύγχρονη στρατηγική έχει πλέον πιο γενικό χαρακτήρα, πιο μακροπρόθεσμο και συγκαλυμμένο και γι’ αυτό περισσότερο επικίνδυνο: «Βοηθείστε στην προσέλκυση επενδύσεων. Είναι εθνικός στόχος. Ας φτιάξουμε το κατάλληλο κλίμα». Τι ζητούν οι επενδυτές; Ποια είναι τα μέτρα που μπορούν να βοηθήσουν; Η μείωση των δικαστικών διακοπών, η διεύρυνση του ωραρίου λειτουργίας των δικαστηρίων, η ακόμα μεγαλύτερη πίεση και εντατικοποίηση της εργασίας μας, η θέσπιση διαδικαστικών εμποδίων και οικονομικών αντικινήτρων για να προσφύγει ο πολίτης στη Δικαιοσύνη, η αφαίρεση ύλης από τον φυσικό δικαστή και η ανάθεση του έργου του στις εταιρίες διαμεσολάβησης, η αξιοποίηση των αρχών του σύγχρονου management στα δικαστήρια με ενίσχυση του ρόλου των δικαστών που ασκούν διοικητικά καθήκοντα και η αξιολόγηση των επιδόσεων των δικαστών συνοδευόμενη από κίνητρα επιβράβευσης της ταχύτητας και της αποδοτικότητας, με αντικίνητρα σε περίπτωση καθυστερήσεων.
Ειδικότερα στην πρόταση θέσπισης οικονομικών αντικινήτρων για πρόσβαση του πολίτη στη Δικαιοσύνη, όπως υλοποιήθηκε και με την πρόσφατη τροπολογία για επιβολή δικαστικού ενσήμου στις αναγνωριστικές αγωγές του Πολυμελούς Πρωτοδικείου, κάνω την υπόμνηση, ότι εφόσον η πρόσβαση στη Δικαιοσύνη είναι μεν κατ’ όνομα εξισωτική αλλά στην πράξη πολύ ακριβή, τα αποτελέσματα συχνά είναι μεροληπτικά υπέρ εκείνων που έχουν οικονομική δύναμη. Όλες αυτές οι προτάσεις έχουν υποστηριχθεί σε ομιλίες, σε νομοπαρασκευαστικές επιτροπές, σε συνέδρια από πολιτικούς, από δικαστές, από καθηγητές πανεπιστημίου. Σύντομα θα τα δούμε να τίθενται και επίσημα στα διάφορα τραπέζια των συζητήσεων. Το κατάλληλο κλίμα έχει καλλιεργηθεί από την διανόηση και τα πάντα πρόθυμα ΜΜΕ είναι έτοιμα να παρέχουν τις ιδιοτελείς υπηρεσίες τους χωρίς να τηρούν πλέον ούτε τα προσχήματα αντικειμενικότητας.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι δεν αντιμετωπίζουμε μια κατάσταση πρωτόφαντη. Από τη δεκαετία του 1970 το Εθνικό Εμπορικό Επιμελητήριο των ΗΠΑ υποστήριζε ότι θα πρέπει να τεθεί επικεφαλής της εφόδου στους μείζονες θεσμούς-πανεπιστήμια, σχολεία, ΜΜΕ, Δικαστήρια- προκειμένου να αλλάξει ο τρόπος σκέψης των ανθρώπων για τις εταιρίες, το δίκαιο, την κουλτούρα, το άτομο. Οι επιχειρήσεις δεν στερούνταν τους πόρους για μια τέτοια προσπάθεια, ιδίως εάν αυτοί οι πόροι συνενώνονται. Δικαστήρια – επιχειρήσεις λοιπόν με κριτήρια παραγωγής και απόδοσης, δικαστές στην υπηρεσία των αγορών και του επιχειρηματικού κέρδους. Δικαστές με άλλα λόγια μεροληπτικοί υπέρ των συμφερόντων του ενός εκ των κοινωνικών ανταγωνιστών. Πόσο σύμφωνη με το πνεύμα του Συντάγματος είναι άραγε μια τέτοια προοπτική;
Στον κοινωνικό ανταγωνισμό, που είναι πάντοτε παρών, τα συμφέροντα είναι αντίρροπα και πλήρως αντιτιθέμενα. Η διασφάλιση ελεύθερου πεδίου στις αγορές και στις επενδύσεις συνοδεύεται κάθε φορά από περιοριστικές ρυθμίσεις στα συνταγματικά κοινωνικά δικαιώματα. Θυμίζω τις αποκαλύψεις του οικονομικού συμβούλου της Θάτσερ, του Άλαν Μπαντ, ο οποίος είπε κάποτε ότι οι οικονομικές πολιτικές της δεκαετίας του 1980 στη Μ. Βρετανία μέσω της συμπίεσης της οικονομίας και των δημοσίων δαπανών ήταν το πρόσχημα για το τσάκισμα των εργατών. Πως μπορούν να επιβιώσουν οι αναλώσιμοι υπάλληλοι και εργάτες σ’ έναν κόσμο ευέλικτων αγορών εργασίας και βραχυπρόθεσμων συμβάσεων, χρόνιας εργασιακής ανασφάλειας, ανύπαρκτης κοινωνικής προστασίας και εργασίας συχνά σε βαθμό πλήρους εξάντλησης, μέσα στα συντρίμμια των συλλογικών θεσμών που κάποτε τους έδιναν κάποιο ίχνος αξιοπρέπειας και υποστήριξης; Η επιχειρηματική ανάπτυξη στηρίχθηκε διεθνώς σε έναν ανηλεή περιορισμό των δικαιωμάτων των εργαζομένων.
Σ’ αυτήν την σύγκρουση μεταξύ του δικαιώματος των ατόμων στην επιδίωξη κέρδους και άλλων αναπαλλοτρίωτων κοινωνικών δικαιωμάτων, η Δικαστική Λειτουργία οφείλει κατά την συμβιβαστική λογική του Συντάγματος να τηρεί ίσες αποστάσεις. Δεν μπορεί να εξυπηρετεί κανέναν συγκυριακό πολιτικό στόχο ούτε να στρατεύεται στα οικονομικά πλάνα της κάθε κυβέρνησης. Τέλος, να μην ξεχνούμε συνάδελφοι την ιδιόμορφη θέση μας στην κοινωνία. Αφενός την συνταγματική αποστολή μας στην υπηρεσία του ενός εκ των τριών θεμελιωδών πυλώνων της Δημοκρατίας, αφετέρου την μισθολογική, φορολογική, ασφαλιστική, συνταξιοδοτική μας αντιμετώπιση με όρους ανάλογους –ορισμένες φορές και χειρότερους- με αυτούς που ισχύουν για όλους τους άλλους εργαζόμενους.
Συνάδελφε δικαστή και εισαγγελέα, στον δρόμο της προσωπικής σου αξιοπρέπειας δεν βαδίζεις μόνος. Η Ένωσή μας κι’ εγώ προσωπικά αυτό το μήνυμα θέλουμε να σου στείλουμε. Θα στεκόμαστε πλάϊ σου κάθε φορά που με παρρησία και σθένος εκτελείς τα καθήκοντά σου κόντρα στις αντιξοότητες και στα εμπόδια που ορθώνονται μπροστά σου. Κόντρα σε όλους όσους θέλουν να σε πείσουν ότι είναι συνετό να προσπερνάς με αδιαφορία τις κάθε είδους αθέμιτες παρεμβάσεις, ότι πρέπει να επικεντρώνεσαι μόνο στα επαγγελματικά σου καθήκοντα και να θεωρείς ασήμαντες τις κοινές υποθέσεις, ότι πρέπει να μάθεις να συμβιβάζεσαι με την πραγματικότητα της αδιαφάνειας, της επιδίωξης ατομικού οφέλους, των υπόγειων διαδρομών. Η δικαστική ανεξαρτησία έχει περιεχόμενο μόνο όσο εσύ αισθάνεσαι απρόσβλητος από επιρροές, όσο δεν θα τολμά κανείς να παρεμβαίνει στο έργο σου, όσο θα μπορείς να κάνεις με ελεύθερη σκέψη σκληρή κριτική σε κάθε τι στρεβλό που παρατηρείς στον χώρο μας, σε κάθε τι που σε πληγώνει και σε προσβάλει σαν ελεύθερο και υπεύθυνο άτομο. Έτσι έχεις υποχρέωση συνάδελφε να περιφρουρήσεις το κύρος της δικαστικής έδρας που έχεις την τιμή να κατέχεις, και η οποία –παραφράζοντας τον Αριστόβουλο Μάνεση- είναι φυσικό εφόσον βρίσκεται στο ύψος της, να δέρνεται από τις πολιτικές καταιγίδες».
*Ο Χριστόφορος Σεβαστίδης είναι Πρόεδρος της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, ΔΝ-Εφέτης
πηγή:
https://www.dikastiko.gr/e%ce%b9%ce%b4%ce%b7%cf%83%ce%b7/christ-sevastidis-i-dikaiosyni-den-mporei-na-strateyetai-sta-oikonomika-plana-tis-kathe-kyvernisis/