Πριν από λίγο καιρό έγραψα ένα άρθρο για το πώς το ελληνικό πυροβολικό θα μπορούσε να αποτελέσει ένα αποτελεσματικό αντίδοτο εναντίον των τουρκικών S-400, ιδιαίτερα αν αυτά εγκατασταθούν κοντά στις μικρασιατικές ακτές έτσι ώστε να λειτουργήσουν ως επιθετικό όπλο απειλώντας τα ελληνικά αεροσκάφη σε ολόκληρο το Αιγαίο αλλά και σε μεγάλο μέρος της μητροπολιτικής Ελλάδας.
Σε αυτήν την περίπτωση η Ελλάδα θα μπορούσε να αξιοποιήσει την εγγύτητα με την Τουρκία που της προσφέρει η κυριαρχία της αρχιπελαγικής δομής του Αιγαίου Πελάγους και να απειλήσει με συστήματα πυροβολικού τους S-400. Αυτό είναι κάτι που σε κάποιον βαθμό μπορεί να γίνει και σήμερα, αξιοποιώντας το υπάρχον ελληνικό οπλοστάσιο. Ωστόσο, οι σχετικές ικανότητες μπορούν να βελτιωθούν δραστικά με την απόκτηση νέων πυρομαχικών που θα εκμεταλλεύονται τις τεράστιες προόδους που γίνονται τα τελευταία χρόνια στα συστήματα πυροβολικού όσον αφορά το βεληνεκές, την καταστρεπτικότητα, την ακρίβεια πλήγματος και την ικανότητα αυτόνομου εντοπισμού στόχων.
Ο Στρατός των ΗΠΑ, για παράδειγμα, αναπτύσσει μια έκδοση επαυξημένου βεληνεκούς της κατευθυνόμενης ρουκέτας για το σύστημα MLRS (GMLRS ER), το βεληνεκές της οποίας θα φτάνει τα 130 χλμ, ενώ θα διαθέτει και ερευνητή (seeker) που θα της επιτρέπει τον αυτόνομο εντοπισμό στόχων στην τερματική φάση προσβολής. Παρόμοιες προόδους έχουμε και στις πολύ πιο "ταπεινές" (και φθηνότερες) ρουκέτες στο σοβιετικό διαμέτρημα των 122 χιλιοστών, που χρησιμοποιούν οι πολλαπλοί εκτοξευτές ρουκετών RM–70 του Ελληνικού Στρατού.
Έτσι, πλήθος εταιρειών ανά τον πλανήτη (μεταξύ αυτών και η τουρκική Roketsan) κατασκευάζουν ήδη ρουκέτες σε αυτό το διαμέτρημα το βεληνεκές των οποίων φθάνει τα 40 χλμ, ενώ η σερβική ρουκέτα G2000/52, υποστηρίζεται από τον κατασκευαστή της ότι επιτυγχάνει βεληνεκές 52 χλμ. Αυτή η αύξηση του βεληνεκούς αναμένεται να συνεχιστεί χάρη στις εξελίξεις στην τεχνολογία των πυραυλοκινητήρων και σε μερικά χρόνια το βεληνεκές των ρουκετών που θα μπορούν να εξαπολύουν τα ελληνικά RM-70 ενδέχεται να προσεγγίσει τα 60 χλμ.
Ταυτοχρόνως, αναπτύσσονται διαρκώς κιτ μετατροπής "χαζών" ρουκετών σε "έξυπνες", επιτρέποντάς τους να προσβάλουν με ακρίβεια ακόμη και κινούμενους στόχους. Για παράδειγμα, η ισραηλινή IMI τοποθετεί χαμηλού κόστους κεφαλές υπέρυθρης καθοδήγησης στις ρουκέτες των 122 χιλιοστών, επιτρέποντάς τους να αναζητούν στόχους από το θερμικό τους ίχνος και να κατευθύνονται προς αυτούς. Ένα άλλο, επίσης ισραηλινό, σύστημα το TCS (Trajectory Correction System), τοποθετεί τις ρουκέτες σε μια δικτυοκεντρική δομή που τους επιτρέπει να ανανεώνουν τα δεδομένα στοχοποίησης εν πτήσει και να αλλάζουν πορεία, προσβάλλοντας κινούμενους στόχους.
Τα "μεγα-ρουκετοβόλα"
Ακόμη, αναπτύσσονται "μεγα–ρουκετοβόλα", όπως είναι το Jobaria MCL των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων. Το συγκεκριμένο σύστημα είναι ουσιαστικά ένας τροποποιημένος αρματοφορέας, πάνω στον οποίο έχουν τοποθετηθεί περιέκτες που μεταφέρουν 240 ρουκέτες των 122 χιλιοστών. Σύμφωνα με τον κατασκευαστή, το σύστημα μέσα σε ελάχιστα λεπτά, μπορεί να εξαπολύσει όλες του τις ρουκέτες καλύπτοντας με φονικά αποτελέσματα μια έκταση 4,2 τετραγωνικών χλμ.
Δηλαδή, δέκα τέτοιοι εκτοξευτές, κατάλληλα τοποθετημένοι, καλύπτουν με φονικά αποτελέσματα μια έκταση 42 τετραγωνικών χιλιομέτρων, που είναι περίπου η έκταση του Δήμου Αθηναίων. Και αυτό με κεφαλές υψηλής εκρηκτικότητας. Με θερμοβαρικές κεφαλές τα καταστρεπτικά αποτελέσματα θα μπορούσε να είναι ακόμη μεγαλύτερα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτό το σύστημα είναι ουσιαστικά το πάντρεμα ενός πολιτικού οχήματος με ρουκέτες στο παλαιό σοβιετικό διαμέτρημα των 122 χιλιοστών, δηλαδή με ένα πυρομαχικό χαμηλού κόστους, ακόμη και στις πιο εξελιγμένες του εκδόσεις. Το σύστημα αυτό το παράγουν πολλές εταιρείες ανά τον κόσμο. Άρα, κάτι αντίστοιχο εύκολα θα μπορούσε να αναπτυχθεί και να κατασκευαστεί και στην Ελλάδα.
Πλήγματα σε βάθος
Εν παραλλήλω, όπως αναφέραμε στο προηγούμενο άρθρο, αναπτύσσονται και πύραυλοι για συστήματα πυροβολικού, πολύ μεγάλου βεληνεκούς, υψηλής ακρίβειας και με ικανότητες αυτόνομου εντοπισμού στόχων, με προεξάρχοντα τον αμερικανικό DeepStrike. Αυτός θα τοποθετείται στους πολλαπλούς εκτοξευτές MLRS και η δουλειά του είναι να επιφέρει πλήγματα εις βάθος στην εχθρική δύναμη, προσβάλλοντας συστήματα όπως είναι οι S-400.
Παρεμπιπτόντως, η χρησιμοποίηση συστημάτων πυροβολικού για την "διάτρηση" θόλων αεράμυνας γενικώς και ειδικώς για την εξουδετέρωση των S-400 δεν είναι κάτι που σκέφτηκε ο γράφων. Αποτελεί διακηρυγμένο μέρος των προσπαθειών του αμερικανικού στρατεύματος για να αναπτύξει μεθοδολογίες αντιμετώπισης των "φυσαλίδων" (bubles) αντιπρόσβασης και άρνησης περιοχής (A2/AD) που αναπτύσσουν οι Ρώσοι και οι Κινέζοι.
Οι S-400 δεν έχουν σχεδιαστεί για να αντιμετωπίζουν όπλα πυροβολικού και αν ακόμη θα μπορούσαν να προστατευτούν από παρόμοιες επιθέσεις με την τοποθέτηση μιας πυκνής τερματικής αεράμυνας γύρω τους, από συστήματα όπως είναι το Pantsyr SM, ή το Derivatsiya-PVO, το κόστος τους θα καθίστατο απαγορευτικό. Επίσης, μια άλλη αντίρρηση που κατά καιρούς εμφανίζεται ότι για να χτυπήσεις κάποιον στόχο θα πρέπει και να ξέρεις που βρίσκεται. Πράγματι, τα συστήματα πυροβολικού λειτουργούν μέσα στο πλαίσιο πλεγμάτων "αναγνώρισης-κρούσης_ (reconnaissance - attack complexes) και χρειάζονται πληροφορίες.
Όμως, ο ελληνοτουρκικός χώρος αντιπαράθεσης είναι μάλλον μικρός και δύσκολα μπορείς να αποκρύψεις ένα τόσο μεγάλο σύστημα όπως μια πυροβολαρχία S-400, η οποία, μεταξύ των άλλων, θα γίνεται αντιληπτή από τις ίδιες τις ηλεκτρονικές της εκπομπές. Επιπροσθέτως, αν και τα επιμέρους υποσυστήματα του S-400 είναι εποχούμενα, δεν έχουν την κινητικότητα που απαιτείται για να μπορούν να αποφεύγουν την στοχοποίηση δια της κίνησης.
Πολλαπλοί εκτοξευτές ρουκετών
Τέλος, πολλές χώρες ανά τον κόσμο έχουν αναπτύξει, θέσει σε υπηρεσία και προωθούν για εξαγωγές, πολλαπλούς εκτοξευτές ρουκετών, το βεληνεκές των οποίων κυμαίνεται μεταξύ 280 και 400 χλμ και αποτελούν συμπληρωματικά συστήματα κρούσης της Αεροπορίας για χώρους αντιπαράθεσης σχετικά περιορισμένων διαστάσεων. Αξίζει να σημειωθεί πως ένα εξ αυτών των συστημάτων, ένα έκδοχο του κινεζικού WS-2 εφοδιάζεται με πυραύλους αντιραντάρ, με βεληνεκές μεγαλύτερο των 200 χλμ. Είναι, λοιπόν, σε θέση να διεξάγει αποστολές καταστολής εχθρικής αεράμυνας (SEAD), συμπληρώνοντας ή και υποκαθιστώντας μαχητικά αεροσκάφη σε αυτούς τους ρόλους.
Στη δικιά μας περίπτωση, ας σκεφτεί κανείς ότι η απόσταση σε ευθεία γραμμή Σμύρνης-Αθήνας είναι κάτι παραπάνω από 200 χλμ. Άρα, παρόμοια συστήματα τοποθετημένα στη μητροπολιτική Ελλάδα, μπορούν να προσβάλουν στόχους στη μικρασιατική ακτή (και το αντίθετο φυσικά). Τοποθετημένα δε σε νησιά όπως η Χίος, η Μυτιλήνη ή η Ρόδος, θα μπορούσαν να ασκήσουν προβολή ισχύος σε μεγάλο βάθος στην τουρκική ενδοχώρα.
Ας μην μπει στον πειρασμό κάποιος να προτάξει το επιχείρημα ότι τα πυροβόλα ή οι πολλαπλοί εκτοξευτές ρουκετών θα ήταν εύκολη λεία για την εχθρική αεροπορία. Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει έτσι και αλλιώς. Όμως, σε συνδυασμό με τεχνικές απόκρυψης, παραλλαγής και παραπλάνησης και την αξιοποίηση αυτών που οι Αμερικανοί ονομάζουν "πρωτόγονες υποδομές" (primitive infrastructures), δηλαδή υπόγειους χώρους κάλυψης, καθίστανται εξαιρετικά δύσκολοι στόχοι για την εχθρική αεροπορία. Ακόμη και αν αυτή έχει επιτύχει πλήρη αεροπορική κυριαρχία πάνω το έδαφος όπου δρουν.
Αντίστοιχοι πρόοδοι στην ακρίβεια πλήγματος και το βεληνεκές έχουν γίνει και στον χώρο των οβίδων για πυροβόλα. Η ανάπτυξη πυροσωλήνων διόρθωσης τροχιάς (trajectory correction fuzes) χαμηλού κόστους, που μπορούν να τοποθετηθούν σε υπάρχοντες οβίδες, βελτιώνει δραστικά την ακρίβεια πλήγματος. Όσον αφορά το βεληνεκές, ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η νοτιοαφρικανική εταιρεία Denel, που έχει απορροφηθεί από τη γερμανική Rheinmental. Αυτή αναπτύσσει οβίδες των 155 χιλ. της οικογένειας Assegai για πυροβόλα ΝΑΤΟϊκών προδιαγραφών, οι οποίες επιτυγχάνουν βεληνεκές μεγαλύτερο των 70 χλμ.
Φθηνά και αποτελεσματικά
Επίσης, η Denel, όπως η νορβηγική Nammo και μια νοτιοκορεατική εταιρεία, αναπτύσσουν οβίδες στο ΝΑΤΟϊκό διαμέτρημα των 155 χιλ. εφοδιασμένες με αυλοωθητή (ramjet) που θα επιτυγχάνουν βεληνεκές, το οποίο προσεγγίζει τα 100 χλμ. Τα παραπάνω συστήματα έχουν μια σειρά από χαρακτηριστικά που τα καθιστούν εξαιρετικά σημαντικά για το ελληνοτουρκικό σύστημα αντιπαράθεσης. Ορισμένα εξ αυτών είναι τα εξής:
- Τα μεγάλα βεληνεκή που προσφέρουν ταιριάζουν στις μικρές διαστάσεις του ελληνοτουρκικού συστήματος αντιπαράθεσης και τα καθιστούν στρατηγικά ή έστω υποστρατηγικά όπλα.
- Τα περισσότερα από τα συστήματα αυτά είναι από χαμηλού έως πολύ χαμηλού κόστους, μιας και αναφερόμαστε σε πυρομαχικά που θα εξοπλίσουν πλατφόρμες, οι οποίες ήδη βρίσκονται στο ελληνικό οπλοστάσιο, όπως είναι οι πολλαπλοί εκτοξευτές ρουκετών MLRS και RM-70 και τα αυτοκινούμενα πυροβόλα PzH2000. Για τον ίδιο λόγο δεν θα έχουμε πρόβλημα προσαρμογής και εξοικείωσης και οι νέες ικανότητες θα μπορούν να αξιοποιηθούν άμεσα.
- Ακόμη και τυχόν νέες πλατφόρμες, όπως θα μπορούσε να είναι πολλαπλοί εκτοξευτές ρουκετών πολύ μεγάλου βεληνεκούς, είναι οπλικά συστήματα χαμηλής τεχνολογίας και χαμηλού κόστους. Σε μεγάλο βαθμό μπορούν να σχεδιαστούν, αναπτυχθούν και να κατασκευαστούν εγχωρίως.
- Οι ικανότητες "διαχωρικών" (cross domain) πυρών που έχουν τα νέα όπλα πυροβολικού, ταιριάζουν απόλυτα με τη σύνθετη γεωγραφική δομή του Αιγαίου, η οποία συνδυάζει στεριά και θάλασσα σε μια ενιαία και αδιαίρετη επιχειρησιακή ενότητα και επιτρέπουν την προσβολή τόσο χερσαίων όσο και θαλάσσιων στόχων.
- Η τάση των ΗΠΑ να αναπτύσσουν όπλα και μεθοδολογίες για να αντιμετωπίσουν τις ρωσικές "φυσαλίδες" αεράμυνας, κομβικό κομμάτι των οποίων είναι οι S-400, ταιριάζουν ακριβώς με το είδος της απειλής που έχει να αντιμετωπίσει η Ελλάδα.
Άρα, ναι, το ελληνικό πυροβολικό μπορεί να αντιμετωπίσει τους τουρκικούς S-400 όπως υποστήριξε ο γράφων στο προηγούμενο άρθρο του. Αυτή δεν είναι μια υποκειμενική άποψη, αλλά μια αναντίρρητη δυνατότητα, η οποία προκύπτει από τις εξελίξεις στην πολεμική τεχνολογία και μεθοδολογία, οι οποίες με τη σειρά τους οφείλονται σε μια σειρά από μεταλλάξεις στη γεωπολιτική ταυτότητα του διεθνούς συστήματος. Τελεία και παύλα.
Ηττοπάθεια και υβριδικός πόλεμος
"Στρατιώτες" της Τουρκίας
"Πεθαμένη Ελλάδα - πανίσχυρη Τουρκία"