Οι Η.Π.Α. συνεχίζουν τους πολέμους, για να διατηρηθεί η ηγεμονική θέση του τραπεζικού Καρτέλ στον πλανήτη – προσπαθώντας παράλληλα να δημιουργήσουν εστίες πυρκαγιάς, για την αποδυνάμωση των εχθρών και τη λεηλασία των συμμάχων τους
.
.
«Ο πλανήτης αλλάζει με πολύ γρήγορο ρυθμό – γεγονός που δυσχεραίνει σε μεγάλο βαθμό την κατανόηση των εξελίξεων, ενώ προωθεί τον πανικό στις ανθρώπινες κοινωνίες. Έχουν δημιουργηθεί δε δύο αντίπαλα στρατόπεδα, τόσο στο εκάστοτε εθνικό, όσο και σε διεθνές επίπεδο, τα οποία προβλέπεται να συγκρουσθούν μεταξύ τους – αμείλικτα, αλύπητα και ανελέητα.Το μεν πρώτο, η κυρίαρχη τάξη στο εσωτερικό των κρατών και οι ηγεμονικές χώρες διεθνώς, επιθυμεί να διατηρήσει τα προνόμια του με κάθε τρόπο – συνειδητοποιώντας παράλληλα ότι, η περίοδος της ανάπτυξης έχει φτάσει στο τέλος της, με κίνδυνο να προκληθούν πολλές αλυσιδωτές εκρήξεις, καθώς επίσης πως ο άκρατος νεοφιλελευθερισμός είναι πολύ δύσκολο πλέον να επιβιώσει.Το δεύτερο, το 99% του πληθυσμού που ονειρεύεται ένα πιο δίκαιο κοινωνικό περιβάλλον και οι χώρες που δεν θέλουν πλέον να κηδεμονεύονται/λεηλατούνται από τις ισχυρότερες, έχει κηρύξει τον πόλεμο στο πρώτο – αδιαφορώντας συχνά για το κόστος της αντίδρασης του.Η έκβαση της διαμάχης δεν είναι καθόλου εύκολο να προβλεφθεί – κυρίως επειδή το δεύτερο στρατόπεδο «επιδοτείται» συνεχώς από μία καινούργια γενιά που δεν δέχεται πλέον τις αυθεντίες, που δεν πιστεύει στις ιεραρχίες, που δεν είναι πρόθυμη να αποδεχθεί την πολιτική διαφθορά, που δεν φοβάται τη σκιά της, που αντιλαμβάνεται τον εαυτό της ως έναν παγκόσμιο Πολίτη και που γνωρίζει ότι δεν είναι αθάνατη» (S. Newton).
.
Άρθρο
Χωρίς καμία αμφιβολία ο πλανήτης κατευθύνεται στο τέλος της δήθεν αέναης ανάπτυξης, μέσω της οποίας νόμιζε πως θα μπορούσε να λύνει όλα του τα προβλήματα – την αύξηση των θέσεων εργασίας, την άνοδο του βιοτικού επιπέδου, τη δημιουργία νέου πλούτου, την καταπολέμηση της υπερχρέωσης κοκ.
Το γεγονός αυτό διαπιστώνεται στις Η.Π.Α., στην Κίνα, στην Ιαπωνία, στις χώρες των BRICS, στα κράτη παραγωγής πετρελαίου και πρώτων υλών, καθώς επίσης στις περισσότερες αναπτυσσόμενες οικονομίες – ενώ μόνο η Μ. Βρετανία φαίνεται πως συνεχίζει την ανοδική της πορεία, με την Ευρώπη να έχει καταφέρει απλά να σταθεροποιηθεί.
Ειδικότερα, οι Η.Π.Α. ευρίσκονται σε μία καθοδική πορεία, από την οποία προσπαθεί να ξεφύγει με κάθε τρόπο η κυρίαρχη τάξη, αδιαφορώντας για τις συνέπειες των ενεργειών της στο περιβάλλον ή στην υπόλοιπη κοινωνία – όπως διαπιστώνεται από την κατάθεση αγωγής εκ μέρους 15 Πολιτειών εναντίον των αλλαγών στην ενεργειακή πολιτική που δρομολογεί η κυβέρνηση, καθώς επίσης από την αγωγή των ρεπουμπλικάνων εναντίον του αμερικανού προέδρου για κατάχρηση εξουσίας, λόγω της νέας νομοθεσίας για την κοινωνική περίθαλψη (Obama care).
Την ίδια στιγμή, οι κυρίαρχες τράπεζες της χώρας, στις οποίες ανήκει η Fed, μεταφέρουν μεγάλο μέρος των δραστηριοτήτων τους σε θυγατρικές του εξωτερικού (πηγή) – για να αποφύγουν τις υποχρεώσεις που τους επιβάλλονται από τις ρυθμιστικές αρχές, έτσι ώστε να μην προκληθεί μία χρηματοπιστωτική κρίση ανάλογη με αυτήν του 2008.
Η ίδια η κεντρική τράπεζα της χώρας αδυνατεί να χαράξει τη μελλοντική της πορεία – ειδικά μετά την πτώση των χρηματιστηρίων την προηγούμενη εβδομάδα, όπου ο δείκτης S&P έφτασε ξανά στα επίπεδα που του «επιτρέπονται» από τα πακέτα ποσοτικής διευκόλυνσης. Όπως φαίνεται από το γράφημα που ακολουθεί, παρά το ότι ο δείκτης είχε ξεφύγει ανοδικά μετά το τέλος των πακέτων (QE), επέστρεψε στη «βάση» του – αποδεικνύοντας ακόμη μία φορά πως είναι απόλυτα εξαρτημένος από την πολιτική της Fed.
.
.
Στο εξωτερικό τώρα, η υπερδύναμη συνεχίζει τους πολέμους του δολαρίου, για να διατηρήσει την ηγεμονική θέση του τραπεζικού της Καρτέλ στον πλανήτη (άρθρο) – προσπαθώντας παράλληλα να δημιουργήσει «εστίες πυρκαγιάς» παγκοσμίως, με στόχο αφενός μεν την αποδυνάμωση των εχθρών της (Ρωσία, Κίνα) μέσω του ενεργειακού πολέμου (άρθρο), αφετέρου τη λεηλασία των συμμάχων της.
Κυρίως βέβαια της Ευρώπης, ουσιαστικά μέσω της αποσταθεροποίησης της (Ουκρανία, Ελλάδα, εισβολή παράνομων μεταναστών από την Ασία και τη Βόρεια Αφρική) – κεντρικός στόχος της οποίας είναι η Γερμανία, τόσο λόγω του μεγάλου πλούτου της, όσο και των προσπαθειών ανεξαρτητοποίησης της, με τη βοήθεια της ηγεμονίας της στην Ευρωζώνη.
.
Το πετρελαϊκό σοκ
Περαιτέρω, είναι εμφανές πως η ανάπτυξη των Η.Π.Α. μετά το 2009, στηρίχθηκε κυρίως στις νέες μορφές εξόρυξης ενέργειας – όπου στις περιοχές που αυξήθηκε η παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου με τη μέθοδο του σχιστόλιθου (Τέξας, Οχάιο, Καλιφόρνια), παρατηρήθηκε μία κατασκευαστική έκρηξη άνευ προηγουμένου. Η πτώση όμως των τιμών της ενέργειας, λόγω της επιθετικής στρατηγικής που ακολούθησε η Σαουδική Αραβία, θα προκαλέσει μία μεγάλη ύφεση στη χώρα – με τις γνωστές συνέπειες (κρίση ακινήτων και τραπεζών).
Πρόκειται για τα γνωστά «ασύμμετρα αποτελέσματα» των εκάστοτε πετρελαϊκών σοκ – όπου η ραγδαία αύξηση των τιμών μειώνει το ρυθμό ανάπτυξης, ενώ η πτώση τους τονώνει μεν την ανάπτυξη, αλλά όχι στην ίδια έκταση. Ως εκ τούτου, η συνέχιση της πτώσης των τιμών αποτελεί ένα μεγάλο ρίσκο για τις Η.Π.Α. – σημειώνοντας πως στις αγορές πετρελαίου επικρατεί μία ασυνήθιστη κατάσταση: οι σημερινές τιμές είναι πολύ χαμηλότερες από τις μελλοντικές για τα επόμενα τρία χρόνια.
Το επακόλουθο του συγκεκριμένου παράδοξου είναι η ενοικίαση πολλών πετρελαιοφόρων από τις χώρες παραγωγής, με στόχο τη χρησιμοποίηση τους ως πλωτές αποθήκες – γεγονός που σημαίνει ότι, εάν οι μελλοντικές τιμές πιεσθούν ανάλογα με τις σημερινές, τότε θα ακολουθήσει μία αυτοτροφοδοτούμενη πτώση άνευ προηγουμένου.
Με απλά λόγια, εάν οι πλωτές δεξαμενές φτάσουν στις αγορές, πριν ακόμη αυξηθούν οι τρέχουσες τιμές πετρελαίου, τότε η υπερβολική προσφορά θα προκαλέσει κυριολεκτικά την κατάρρευση των τιμών – η οποία θα έχει καταστροφικές συνέπειες για όλες τις χώρες εξόρυξης, ειδικά για αυτές που παράγουν πετρέλαιο με υψηλό κόστος.
.
Οι BRICS
Οι πέντε χώρες που αντιτίθενται ενεργητικά στην ηγεμονία των Η.Π.Α., έχοντας ιδρύσει τη δική τους Παγκόσμια Τράπεζα, καθώς επίσης το δικό τους ΔΝΤ (άρθρο), θεωρώντας πως δεν εκπροσωπούνται σωστά στη μετοχική σύνθεση του Ταμείου (γράφημα), βιώνουν επώδυνα αφενός μεν το τέλος της έντονης ανάπτυξης της Κίνας, αφετέρου το τέλος των ανοδικών τιμών ενέργειας και πρώτων υλών.
.
.
Στα πλαίσια αυτά, η Κίνα προσπάθησε να ελέγξει τα προβλήματα που της δημιούργησε ο έντονος ρυθμός ανάπτυξης της, τις τελευταίες δεκαετίες, αλλάζοντας το μοντέλο της οικονομίας της – δίνοντας έμφαση στις επενδύσεις, καθώς επίσης στην εσωτερική αγορά.
Ειδικότερα, το οικονομικό της μοντέλο ήταν για πάρα πολλά χρόνια το ίδιο στη βασική του δομή: η διατήρηση της χαμηλής ισοτιμίας του νομίσματος της μέσω της συναλλαγματικής πολιτικής της κεντρικής τράπεζας, καθώς επίσης των σιδηρών κεφαλαιακών ελέγχων, σε συνδυασμό με μία απεριόριστα ελαστική αγορά εργασίας, με τη βοήθεια της μετανάστευσης φθηνού εργατικού δυναμικού από τα χωρά στις πόλεις (ένα μοντέλο που προσπαθεί να εφαρμόσει σήμερα η Γερμανία στην Ευρώπη).
Έτσι, αφενός μεν προκλήθηκε ανάπτυξη μέσω της αύξησης των εξαγωγών, αφετέρου μέσω της αστικοποίησης,η οποία δημιούργησε την ανάγκη μεγάλων επενδύσεων σε υποδομές και σε ακίνητα στις μεγάλες πόλεις– ενώ οι αντίστοιχα μεγάλες επενδύσεις στη βιομηχανία της, τη μετέτρεψαν στη μεγαλύτερη παραγωγική μηχανή του πλανήτη.
Ως εκ τούτου, οι εξαγωγές και οι επενδύσεις ήταν οι κινητήριες δυνάμεις της ανόδου της Κίνας – η οποία ενισχύθηκε από την πολιτική των χαμηλών επιτοκίων της Fed που συντηρούσε την παγκόσμια ανάπτυξη. Στα πλαίσια αυτά, το μερίδιο των εξαγωγών της αυξήθηκε στο 40% το 2008, από 20% το 1990– ενώ έκτοτε ακολουθεί καθοδική πορεία (γράφημα), παρά το ότι οι βιομηχανικές επενδύσεις συνεχίσθηκαν, αυξάνοντας περαιτέρω την παραγωγική της δυναμικότητα.
Όπως φαίνεται από το γράφημα, οι επενδύσεις συνεχίσθηκαν παρά την πτώση των εξαγωγών – με αποτέλεσμα να υπάρχει υπερβολικά μεγάλη πλεονάζουσα παραγωγική δυναμικότητα στη χώρα, εξαιρετικά επικίνδυνη για την οικονομία της (πτώση των τιμών, κόκκινα δάνεια κλπ.).
Ως εκ τούτου, η αλλαγή του οικονομικού μοντέλου από τη νέα κυβέρνηση, η οποία τοποθετεί το κέντρο βάρους στην εσωτερική αγορά, παράλληλα με τις προσπάθειες ενίσχυσης των εξαγωγών με τη βοήθεια της υποτίμησης του νομίσματος, είναι μάλλον υποχρεωτική παρά επιλογή της – ενώ από την επιτυχία του ή μη θα κριθεί το μέλλον των υπολοίπων χωρών των BRICS, ειδικά της Ρωσίας και της Βραζιλίας που εξαρτώνται από τις τιμές της ενέργειας και των πρώτων υλών, καθώς επίσης από την εξέλιξη της παγκόσμιας οικονομίας.
.
Επίλογος
Η κατάσταση στην παγκόσμια οικονομία δεν είναι καθόλου καλή – ενώ προβλέπεται πως η Ευρώπη θα πληγεί από μία έξωθεν ύφεση μεγάλων διαστάσεων, προερχόμενη τόσο από την Κίνα, όσο και από τις Η.Π.Α.
Παράλληλα, είναι φανερό πως γίνονται μεγάλες προσπάθειες αποσταθεροποίησης της από τις Η.Π.Α. – κυρίως μέσω της σύγκρουσης της με τη Ρωσία, καθώς επίσης των μεταναστευτικών κυμάτων από τις γύρω της περιοχές, πρωτοφανούς έκτασης.
Στο εσωτερικό της Ευρώπης τώρα, οι προοπτικές ανάπτυξης είναι μη ισορροπημένες, αν και η κατάσταση της περιφέρειας είναι καλύτερη, συγκριτικά με το παρελθόν (άρθρο) – χωρίς όμως αυτό να οφείλεται στις επιτυχίες των μεταρρυθμίσεων που έχουν επιβληθεί, καθώς επίσης στην πολιτική λιτότητας, όπως ισχυρίζεται ανόητα η Γερμανία.
Οι πραγματικές αιτίες είναι αναμφίβολα η πτώση των τιμών της ενέργειας, τα μηδενικά επιτόκια δανεισμού, η χαμηλή ισοτιμία του ευρώ, καθώς επίσης τα πακέτα ποσοτικής διευκόλυνσης της ΕΚΤ, ύψους 60 δις € μηνιαία.
Ειδικά οι χώρες της περιφέρειας, οι οποίες είναι εξαρτημένες από τις εισαγωγές ενέργειας (γράφημα), ωφελούνται σε μεγάλο βαθμό από την πτώση των τιμών – κάτι που συμβαίνει επίσης με τα επιτόκια δανεισμού τους, καθώς επίσης με τα πακέτα της ΕΚΤ, μέσω των οποίων τονώνεται η κατανάλωση, ενώ μετριάζεται σημαντικά το κόστος των υπερχρεωμένων κρατών, επιχειρήσεων και νοικοκυριών.
.
.
Επομένως, θα έπρεπε η Ευρώπη να είναι πάρα πολύ προσεκτική, όσον αφορά τις κινήσεις της – ειδικά η Ευρωζώνη, η οποία στηρίζεται σε ένα θνησιγενές νόμισμα (άρθρο), χωρίς να κάνει απολύτως τίποτα για να διορθώσει τα εγγενή του ελαττώματα.
Σε κάθε περίπτωση, εάν η Γερμανία δεν αλλάξει πολιτική, παύοντας να απομυζεί τους εταίρους της εκμεταλλευόμενη τις αδυναμίες τους, δεν θα αποφύγει την καταστροφή της νομισματικής ένωσης – την οποία θα ακολουθήσει αμέσως μετά η δική της, καθώς επίσης ολόκληρης της Ευρώπης.