Τετάρτη 8 Νοεμβρίου 2023

Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: - Γιατί ο τότε πρωθυπουργός ψήφισε τον επονείδιστο νόμο 1863/1989 για την μετονομασία του συμμοριτοπόλεμου σε εμφύλιο; - Τι κέρδισε; - Τα ντοκουμέντα


 

Νόμος 1863/1989

  • Στις 15 Σεπτεμβρίου 1989, με απόφαση του τότε πρωθυπουργού και αρχηγού του κόμματος Νέα ΔημοκρατίαΚωνσταντίνου Μητσοτάκη, ψηφίσθηκε νόμος  σχετικό με την «Άρση των συνεπειών του εμφυλίου πολέμου 1944/1949», με τον οποίο μετονομάσθηκαν, ο μεν συμμοριοπόλεμος σε «εμφύλιο», οι δε κομμουνιστικές συμμορίες φέρουν την ονομασία «Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδος».

Είναι απορίας άξιο και εύλογο ως ερώτημα που απαιτεί απάντηση, ο Ελληνικός στρατός εκείνης της περιόδου, ο Στρατός των νομίμων και δημοκρατικών κυβερνήσεων που συγκέντρωναν τις ψήφους περίπου του 92% του Ελληνικού λαού, ήταν αντιδημοκρατικός; 

Είναι προφανές ότι ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης προκειμένου να παραπέμψει τον Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο, με στόχο να τον εξαφανίσει πολιτικά, συμμάχησε με τα κόμματα της Αριστεράς -ΚΚΕ και Συνασπισμός της Αριστεράς- στη δημιουργία μιας εντελώς ετερόκλητης κυβερνήσεως συνασπισμού, με τις υποχωρήσεις από την πλευρά του Πρωθυπουργού να είναι προφανείς με εξόφθαλμα αποτελέσματα. 

Με το νόμο αυτό η περίοδος από την αποχώρηση των στρατευμάτων κατοχής μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1949 έπαψε να ονομάζεται «περίοδος εμφυλίου πολέμου»

Όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρετο ο όρος «συμμοριτοπόλεμος» αντικαθίστατο με τον όρο «εμφύλιος πόλεμος», «όλοι οι νόμοι, διατάγματα, συντακτικές πράξεις, υπουργικές αποφάσεις, που ήσαν αντίθετοι προς τις διατάξεις του νόμου αυτού καταργούντο, όλες οι καταδίκες από όλα τα δικαστήρια της χώρας των συμμετασχόντων διαγράφοντο και κατά παγκόσμια πρωτοτυπία, παρεχόταν δικαίωμα συντάξεως στους αναπήρους συμμορίτες, που λόγω της συμμετοχής τους κατέστησαν ανίκανοι για εργασία. 

Με απλά λόγια με τη διάταξη του άρθρου 3 του επονείδιστου νόμου 1863/89 υπήρξε πανηγυρική επιβράβευση εγκληματιών με απονομή συντάξεως, ενώ η συμμετοχή των φερόμενων ως «αναπήρων» πιστοποιείτο με την ένορκη βεβαίωση δύο -ειλικρινών ή ψευδο- μαρτύρων σε ειρηνοδίκη ή σε συμβολαιογράφο.