Σε πρόσφατο άρθρο του, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, ανέδειξε επτά κρίσιμες διαρθρωτικές αδυναμίες που απειλούν τη σταθερότητα και την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Αυτές οι αδυναμίες, αν και γνωστές, συνεχίζουν να λειτουργούν ως εμπόδια στην προσπάθεια της χώρας να εδραιώσει τη θέση της σε ένα ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον. Η αντιμετώπισή τους απαιτεί στοχευμένες παρεμβάσεις και στρατηγικές πρωτοβουλίες, οι οποίες μπορούν να συμβάλουν ουσιαστικά στην αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας.
{1/7}. Πρώτον, η έλλειψη ανταγωνισμού σε πολλούς κλάδους της οικονομίας δημιουργεί σοβαρά προβλήματα, αυξάνοντας τις τιμές και περιορίζοντας την καινοτομία. Η ενίσχυση των ρυθμιστικών αρχών, όπως η Επιτροπή Ανταγωνισμού, είναι απαραίτητη για την αποτροπή των ολιγοπωλίων και την ενίσχυση της διαφάνειας στην αγορά. Επιπλέον, η απλοποίηση των διαδικασιών για τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων θα μπορούσε να προσελκύσει περισσότερους «παίκτες» στην αγορά, προάγοντας έτσι τον ανταγωνισμό. Παράλληλα, η διαφάνεια στις δημόσιες προμήθειες, δηλαδή οι διαδικασίες μέσω των οποίων το κράτος προμηθεύεται αγαθά και υπηρεσίες από τον ιδιωτικό τομέα θα πρέπει να είναι ανοιχτές, δίκαιες και προσβάσιμες σε όλες τις επιχειρήσεις, ανεξάρτητα από το μέγεθος ή τις διασυνδέσεις τους. Τέλος, η προώθηση της επιχειρηματικότητας μέσω φορολογικών κινήτρων (όπως μειώσεις φόρων ή απαλλαγές) θα ενθαρρύνει την ίδρυση και ανάπτυξη νέων επιχειρήσεων.
{2/7}. Το υψηλό δημόσιο χρέος αποτελεί ακόμη μια μεγάλη πρόκληση, περιορίζοντας τις δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας. Η δημοσιονομική πειθαρχία και η βιώσιμη διαχείριση του χρέους είναι ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση της εμπιστοσύνης των αγορών. Η αναδιάρθρωση των δημόσιων δαπανών με στόχο τη βελτίωση της αποδοτικότητας και η προώθηση στρατηγικών ιδιωτικοποιήσεων μπορούν να συμβάλουν στη μείωση του χρέους. Παράλληλα, η βελτίωση της φορολογικής συμμόρφωσης μέσω της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής είναι απαραίτητη για τη διασφάλιση επαρκών εσόδων.
{3/7}. Το επενδυτικό κενό, δηλαδή η διαφορά μεταξύ των επενδυτικών αναγκών της οικονομίας και των πραγματικών επενδύσεων που πραγματοποιούνται, παραμένει σημαντικό και περιορίζει την οικονομική ανάπτυξη και την απασχόληση. Η δημιουργία ενός ελκυστικού επενδυτικού περιβάλλοντος, μέσω της μείωσης της φορολογίας και της σταθεροποίησης του φορολογικού πλαισίου, είναι καίριας σημασίας. Επιπλέον, η ενίσχυση των δημόσιων επενδύσεων σε τομείς όπως οι υποδομές και η ψηφιακή τεχνολογία μπορεί να λειτουργήσει ως μοχλός ανάπτυξης. Η αποτελεσματική αξιοποίηση των ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών εργαλείων, όπως το Ταμείο Ανάκαμψης, είναι επίσης κρίσιμη για την κάλυψη του επενδυτικού κενού.
{4/7}. Η χαμηλή αποταμίευση των νοικοκυριών αποτελεί μια ακόμη αδυναμία που επηρεάζει αρνητικά την εσωτερική χρηματοδότηση των επενδύσεων. Η πραγματικότητα είναι ότι 7 στους 10 καταθέτες έχουν λιγότερα από 1.000 ευρώ στον τραπεζικό τους λογαριασμό. Η προώθηση προγραμμάτων χρηματοοικονομικής εκπαίδευσης (personal finance) και η παροχή φορολογικών κινήτρων για αποταμιευτικά προϊόντα θα μπορούσαν να ενισχύσουν την αποταμιευτική συνείδηση των πολιτών. Η ανάπτυξη ελκυστικών αποταμιευτικών προϊόντων και η βελτίωση της απασχόλησης, που θα οδηγήσει σε υψηλότερα εισοδήματα, είναι επίσης απαραίτητα μέτρα για την αντιμετώπιση αυτής της πρόκλησης.
{5/7}. Η χαμηλή διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας αποτελεί έναν ακόμη ανασταλτικό παράγοντα για την ανάπτυξη. Η επένδυση στην καινοτομία και την έρευνα μέσω κέντρων αριστείας σε συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα είναι κρίσιμη για την ανάπτυξη τεχνολογιών και προϊόντων με διεθνή ανταγωνιστικότητα. Η ανασυγκρότηση της βιομηχανίας με έμφαση στις εξαγωγές, η υποστήριξη στρατηγικών κλάδων όπως η υψηλή τεχνολογία και η πράσινη ενέργεια, είναι επίσης απαραίτητα βήματα. Η απλοποίηση των αδειοδοτικών διαδικασιών και η ταχεία επίλυση επιχειρηματικών υποθέσεων θα ενισχύσουν το επιχειρηματικό περιβάλλον. Τέλος, η ενσωμάτωση ψηφιακών τεχνολογιών και η ανάπτυξη ψηφιακών υποδομών είναι κρίσιμες για την αύξηση της παραγωγικότητας και της διεθνούς δικτύωσης, οδηγώντας την Ελλάδα σε ένα μοντέλο ανάπτυξης βασισμένο στη γνώση, την καινοτομία και την εξωστρέφεια.
{6/7}. Η υψηλή ανεργία, ειδικά μεταξύ των νέων, συνεχίζει να αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα της χώρας. Η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας μέσω επενδύσεων σε τομείς με υψηλή προστιθέμενη αξία, όπως η πράσινη ενέργεια και η τεχνολογία, είναι κρίσιμης σημασίας. Οι ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης, όπως τα προγράμματα επιδότησης εργασίας και κατάρτισης, μπορούν να βοηθήσουν στην επανένταξη των ανέργων στην αγορά εργασίας. Επιπλέον, η στήριξη της νεανικής επιχειρηματικότητας και η προώθηση ευέλικτων μορφών απασχόλησης (μερική απασχόληση, τηλεργασία, εποχιακή εργασία, συμβάσεις έργου, ευέλικτο ωράριο εργασίας κλπ.) με διασφάλιση των δικαιωμάτων είναι επίσης σημαντικά μέτρα.
{7/7}. Η γήρανση του πληθυσμού επιβαρύνει τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης και υγείας, καθιστώντας κρίσιμη την ανάγκη για πολιτικές που θα αναστρέψουν αυτήν την τάση. Η ενίσχυση της οικογενειακής πολιτικής με οικονομικά κίνητρα για νέες οικογένειες είναι απαραίτητη, αλλά εξίσου σημαντική είναι η προσπάθεια να φέρουμε πίσω τους νέους που έφυγαν στο εξωτερικό και να προσελκύσουμε εξειδικευμένα ταλέντα από άλλες χώρες, συμβάλλοντας έτσι σε ένα «brain gain». Η δημιουργία ευκαιριών για τους νέους, με έμφαση σε καινοτόμους κλάδους και την τεχνολογία, σε συνδυασμό με την αναμόρφωση του συνταξιοδοτικού συστήματος για τη διασφάλιση της βιωσιμότητάς του, θα μπορούσε να αναζωογονήσει τον πληθυσμό και να ενισχύσει τη μακροπρόθεσμη οικονομική σταθερότητα της χώρας.
{Bonus}. Η αποτελεσματικότητα του δικαστικού συστήματος στην Ελλάδα είναι κρίσιμη για την ομαλή λειτουργία της οικονομίας και την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των πολιτών και των επενδυτών. Οι καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης και οι περίπλοκες νομικές διαδικασίες αποτελούν σημαντικά εμπόδια για την επιχειρηματική δραστηριότητα και την κοινωνική συνοχή. Η αναμόρφωση του δικαστικού συστήματος, με στόχο την επιτάχυνση των διαδικασιών και την ψηφιοποίηση των δικαστικών υπηρεσιών, είναι απαραίτητη για τη βελτίωση της διαφάνειας και της αποδοτικότητας. Η ενίσχυση της εκπαίδευσης και της κατάρτισης των δικαστικών λειτουργών, καθώς και η προώθηση εναλλακτικών μορφών επίλυσης διαφορών, όπως η διαμεσολάβηση και η διαιτησία, θα μπορούσαν να συμβάλουν καθοριστικά στη βελτίωση του ελληνικού δικαστικού συστήματος, ενισχύοντας έτσι τη συνολική ανταγωνιστικότητα και σταθερότητα της χώρας.
Συνολικά, η αντιμετώπιση αυτών των διαρθρωτικών αδυναμιών απαιτεί μια συντονισμένη προσπάθεια από την κυβέρνηση, τους κοινωνικούς εταίρους και τον ιδιωτικό τομέα. Με στοχευμένες παρεμβάσεις και στρατηγικές επιλογές, η ελληνική οικονομία μπορεί να θέσει τα θεμέλια για μακροχρόνια ανάπτυξη και ευημερία σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο παγκόσμιο περιβάλλον.
https://www.nextdeal.gr/asfalistikes-eidiseis/idiotiki-asfalisi/141055/oi-71-thanasimes-pliges-tis-ellinikis-oikonomias