Τα αυξανόμενα περιστατικά βίας, η ανοχή της Ελληνικής αριστεράς απέναντι στη βία και οι αποστάσεις μεταξύ νομιμότητας και παρανομίαςΤο γκρέμισμα μιας βιβλιοθήκης έχει ένα δικό του ισχυρό συμβολισμό. Διότι τι θα περιέχει μια βιβλιοθήκη για την οποία κόπτονται οι πανεπιστημιακές αρχές και οι συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις; Βιβλία. Σιχαμερά εμβληματικά δείγματα του αστικού εκσυγχρονισμού. Δυτικά μαθηματικά, καπιταλιστικές φυσικές και ναζιστικές βιολογίες. Αποστάγματα συστημικής σκέψης, πορίσματα ερευνών που έγιναν κατ’ εντολή και χρηματοδότηση του καπιταλιστικού συστήματος, μοντέλα και σχέδια καταπίεσης των λαών και των προλεταρίων. Από τις βδελυρές κάστες των αφεντικών, των ισχυρών, των ιμπεριαλιστών. Που προάγουν την πατριαρχία, το ρατσισμό, την οικολογική καταστροφή, τη συστημική βία, την παραχάραξη του DNA και τον έλεγχο της σκέψης μας. Και αφού μια φωτισμένη επαναστατική μειοψηφία δεν γουστάρει βιβλιοθήκη, αυτή δεν θα γίνει. Θα γίνει το δικό της, το στέκι της νεολαίας και του κινήματος. Ακόμα και με τη βαριοπούλα ή το στειλιάρι. Επαναστατικώ δικαίω.
Ποια δικαιοσύνη και ποια νομιμότητα. Ποια εκλεγμένη κυβέρνηση και ποια δημοκρατία. Αν οι εκλογές μπορούσαν να αλλάξουν τον κόσμο θα είχαν απαγορευτεί. Νόμος είναι το δίκιο του εργάτη, αλλά και του φοιτητή. Αν οι αστικές δυνάμεις αντιδράσουν και επέμβουν οι δυνάμεις καταστολής, θα πέσει ένα κάποιο ξύλο, οι φακοί της δημοσιότητα θα ζουμάρουν σε μια ανοιγμένη μύτη ή σε μια σκισμένη φανέλα και στο τέλος θα καταγγελθεί από όλους η αστυνομοκρατία και η φασιστική βία του συστήματος. Το «κράτος του Μητσοτάκη χτυπάει φοιτητές», «αυτό είναι το όραμά του για τη νεολαία» και όλα θα τελειώσουν με ένα επαναστατικό ταρατατζούμ μέχρι την επόμενη μίνι σύρραξη. Που πάντοτε παρακολουθεί τις πολιτικές εξελίξεις και «συνομιλεί» με τις «προοδευτικές» πολιτικές δυνάμεις της χώρας. Για παράδειγμα, ο νέος νόμος για τα ΑΕΙ.
Το λογικό σχήμα που περιγράφω δεν αποτελεί εργαλείο μόνο κάποιων ακραίων, αλλά σύσσωμης της ελληνικής αριστεράς, με σημαντική διείσδυση και στο χώρο της κεντροαριστεράς. Συγκροτεί, μέσες άκρες, μια κοινή άποψη που καλύπτει από την αυτόνομη και την αναρχική μέχρι τη δογματική και τη ριζοσπαστική αριστερά. Για όλες αυτές τις αριστερές, η επαναστατική βία είναι ταμπού. Και γι' αυτό τα κοινοβουλευτικά τους κόμματα με το όποιο κύρος διαθέτουν θα τοποθετηθούν πάντοτε εμμέσως ή αμέσως αλλά σαφώς στο πλευρό της αριστερής βίας, μιας και για τη δική τους κοσμοθεωρία αυτή είναι πάντοτε η μαμή της Ιστορίας. Ακόμα και οι σοσιαλδημοκράτες θα αποφύγουν να σταθούν στην πλευρά των κρατικών δυνάμεων και θα διαλέξουν κάποια θέση ντεμί, με ολίγη από συμπαθητικές επικλήσεις στην ειρήνη, την αγάπη και την ανθρωπιά. Όπως έγινε και πρόσφατα.
Ένας σημαντικότατος λόγος εξαφάνισης της εγχώριας «ανανεωτικής αριστεράς» είναι η παραδοσιακή της απέχθεια στη λενινιστική βία. Απότοκο τόσο των πρώιμων θεωρητικών της επεξεργασιών όσο και τους ήθους, της κουλτούρας και της στόφας των ηγετών της. Αρκεί να φέρουμε στο μυαλό μας τις φιγούρες των Μπάμπη Δρακόπουλου, Λεωνίδα Κύρκου, Γρηγόρη Γιάνναρου, Μιχάλη Παπαγιαννάκη για να αποδεχτούμε αυτόματα του λόγου το αληθές. Σε μια χώρα σαν την Ελλάδα με τον εμφύλιο πόλεμο πάντοτε παρόντα και την πολιτική βία στην ημερήσια διάταξη, ένα αριστερό κόμμα που κρατούσε μέτωπο απέναντι στην βία δεν είχε και πολλές πιθανότητες να επιβιώσει. Και δεν επιβίωσε ούτε η αύρα του.
Αν η πολιτική βία στην Ελλάδα επιβιώνει ακόμα, το οφείλει στο γεγονός ότι η αντιμετώπισή της από τη Δημοκρατία θεωρείται κρατική καταστολή, αυταρχισμός ή και φασισμός. Η αριστερά έχει θεσμοποιήσει αριστοτεχνικά όλα τα σύνδρομα της μετεμφυλιακής, της χουντικής και της μεταπολιτευτικής περιόδου της Ιστορίας και τα έχει μετατρέψει σε στέρεους πυλώνες ιδεολογικής και πολιτικής ηγεμονίας. Οι οποίοι παραμένουν ισχυροί εδώ και 50 χρόνια. Σε σημείο που ακόμα και πολιτικά κόμματα, συνδικαλιστικές οργανώσεις ή απλοί πολίτες, με δημοκρατική παράδοση που δεν έχουν καμιά σχέση με την λενινιστική αριστερά να είναι υπερβολικά ευαίσθητοι σε κάθε κρατική καταστολή της βίας. Και με το παραμικρό να ξεσηκώνονται.
Η ανοχή στην αριστερή πολιτική βία οδηγεί στις ολέθριες αλλά και ανήκουστες ίσες αποστάσεις μεταξύ νομιμότητας και παρανομίας που όχι μόνο συντηρεί όλη την κουλτούρα της βίας αλλά και τη δικαιώνει πολιτικά. Αρκεί βέβαια να υπάρχει πάντοτε αριστερής υφής πολιτικό ελατήριο. Το οποίο είναι ντε φάκτο δικαιωμένο. Και μάλιστα τόσο ως προοδευτικό όσο και ως ηθικό. Εδώ να αναφέρουμε ότι η αντίστοιχη φασιστική πολιτική βία η οποία στην περίοδο της κρίσης γιγαντώθηκε και έφτασε να εκπροσωπείται ισχυρά στο κοινοβούλιο, δεν ευδοκίμησε και ευτυχώς υποχώρησε και εξαφανίστηκε. Διότι μπήκε φυλακή. Διότι είχε απέναντί της σύσσωμο το πολιτικό σύστημα και τη συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας. Διότι δεν είχε ηθική δικαίωση. Συνεπώς για την ελληνική κοινωνία δεν είναι κάθε πολιτική βία, φασιστική. Χρειάζεται να ψάξει και την ούγια.
Στο ελληνικό μεταπολιτευτικό φαντασιακό δεν υπάρχει ενιαίο μέτωπο κατά της πολιτικής βίας. Και γι' αυτό δεν μπορούμε να απαλλαγούμε από αυτήν, κάτι που οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες πέτυχαν από τη δεκαετία του 80. Τα κόμματα της ελληνικής αριστεράς με τον ένα ή άλλο ρητό ή υπόρητο τρόπο, τουλάχιστον την ανέχονται αν δεν την υποστηρίζουν. Γι' αυτό και η ισχυρή συμπαράσταση σε κάθε αίτημα ακόμα και των καταδικασμένων σε πολλές φορές ισόβια, για σωρεία πολιτικών δολοφονιών μελών της «17 Νοέμβρη». Γι' αυτό και η διαμαρτυρία σε κάθε απόπειρα εφαρμογής του νόμου στα πανεπιστήμια που θεωρούνται διαχρονικά ως εν δυνάμει εστίες ανατροπής του καπιταλιστικού συστήματος ή τουλάχιστον εστίες αμφισβήτησης της αστικής εξουσίας. Διότι όταν η βία είναι στην υπηρεσία του αγώνα είναι μια βία αποδεκτή.
Το σημερινό «φοιτητικό κίνημα» δεν έχει βέβαια καμιά πολιτική σχέση με αυτό της πρώιμης μεταπολίτευσης, που έθεσε και πραγματικά προοδευτικά αιτήματα για την εποχή του. Ούτε έχει τη μαζικότητα εκείνου ούτε βέβαια την πολιτική του επιρροή. Είναι μια μειοψηφική καρικατούρα που κάνει φασαρία και τυγχάνει της πολιτικής στήριξης των κομμάτων της Αριστεράς. Και όμως για μια ικανή μερίδα των συμπολιτών μας οι ομάδες που θέλουν «στέκι» και όχι βιβλιοθήκη και πασχίζουν να το επιβάλλουν δια της βίας είναι ηθικά δικαιωμένες. Και αν δεν είναι αυτές είναι τα πολιτικά κόμματα που τις στηρίζουν και τις μπιζάρουν. Απεναντίας, οι δυνάμεις καταστολής είναι γι' αυτήν πάντοτε ένοχες και καταδικαστέες.
Οι δυνάμεις που υποστηρίζουν την πολιτική βία μπορεί να είναι ισχυρές αλλά υποχωρούν καθημερινά. Και φθίνουν πολιτικά, διότι το κακό και το μπάχαλο παράγιναν και δεν συγκινούν πια και τόσο τις αριστερές ψυχές. Στο τέλος των βίαιων γεγονότων η ζημιά χρεώνεται και ο λογαριασμός στέλνετε σε όλους εκείνους που κάνουν πολιτική μπροστά από υψωμένες βαριοπούλες και πίσω από σωρούς ερειπίων. Και γι' αυτό δεν μπορούν να κρυφτούν και οι δημοσκόποι τους καταγράφουν. Διότι δεν είναι μόνο αφελείς και ανιστόρητοι. Είναι και φυγόπονοι. Και αντί να αναζητήσουν τις υπαρκτές κοινωνικές ακίδες για να κάνουν αριστερή πολιτική, ψάχνουν να πιαστούν από ευτελή γεγονότα και ασήμαντες κοινωνικές ομάδες. Διατυπώνουν με οργισμένο ύφος διάφορα άρρητα και αθέμιτα και προσδοκούν για δεύτερη φορά πολιτικά οφέλη. Από την βαριοπούλα. Η διαχρονικά κακή εκπαίδευση έχει κάνει ζημιά στον Έλληνα. Αλλά δεν του έχει στερήσει ούτε την όραση, ούτε την ακοή. Και η απουσία αριστερής πολιτικής και φαίνεται και ακούγεται. Και αγοράζεται πια από ολοένα και λιγότερους.
«Πηγή: https://www.athensvoice.gr/politics/759560-v-opos-variopoyla-vivliothiki»
«