Εορτή
Η μνήμη της τιμάται στις 11 Μαρτίου και είναι η πολιούχος της Άρτας. Στον ναό της βρίσκεται σε αργυρή λάρνακα το λείψανό της το οποίο με μεγαλοπρεπή λιτανεία περιφέρεται στους δρόμους της πόλεως τη μέρα της εορτής της. Επίσης, η Αγία παριστάνεται και σε τοιχογραφία αριστερά της πύλης της προσκομιδής στο καθολικό της μονής Κάτω Παναγιάς. Η ανακομιδή των ιερών Λειψάνων της τιμάται κάθε χρόνο την πρώτη Κυριακή μετά την εορτή των Αγίων Πάντων
Η Θεοδώρα Πετραλίφαινα, Βασίλισσα της Άρτας και κατοπινή Αγία, γεννήθηκε το 1210 στα Σέρβια. Ήταν κόρη του Ιωάννου Πετραλίφα, σεβαστοκράτορος και διοικητού της Θεσσαλίας και Μακεδονίας και τη μητέρα της την έλεγαν Ελένη και ανήκε σε αριστοκρατική οικογένεια της Κωνσταντινούπολης. Σύμφωνα με τις πηγές, οι Πετραλίφες ήταν οικογένεια ιταλικής καταγωγής. Γενάρχης τους ήταν ο Πέτρος του Αλίφα (Πέτρος απόν το Αλίφε, πόλη της νοτίου Ιταλίας κοντά στην Καζέρτα), που πήρε μέρος στις νορμανδικές εισβολές του Ροβέρτου Γυισκάρδου και κατόπιν εισήλθε στη βυζαντινή υπηρεσία.
Βίος
Με τον θάνατο του πατέρα της μεταξύ 1224 - 1230, ο Δεσπότης της Ηπείρου Θεόδωρος Κομνηνός Δούκας ανέλαβε την προστασία της. Τον Θεόδωρο όμως μετά την ήττα του από τους Βουλγάρους το 1230 στη περιοχή μεταξύ Φιλιππούπολης και Ανδριανούπολης, διαδέχεται ο ανηψιός του Μιχαήλ Β΄, γιος του Μιχαήλ Α' Κομνηνού. Περνώντας από τα Σέρβια ο Μιχαήλ, συναντά τη Θεοδώρα, εντυπωσιάζεται από την ομορφιά της παντρεύονται τον ίδιο χρόνο και τη φέρνει μαζί του στη Ήπειρο. Αναφέρεται ότι ο Μιχαήλ παντρεύτηκε την Θεοδώρα σε μια προσπάθεια να επεκτείνει την εξουσία του.
Η Θεοδώρα, φύση ιδιαίτερα ευαίσθητη και αφιερωμένη στο Θεό δεν μπορεί να ακολουθήσει τους κοσμικούς ρυθμούς ζωής του συζύγου της και γίνεται όλο και περισσότερο υπόδειγμα αφιερωμένης και φιλάνθρωπης βασίλισσας. Ίσως γι’αυτό και ο γάμος τους δεν είχε καλή έκβαση αφού ο Μιχαήλ την εγκατέλειψε για την Αρτινή αρχόντισσα Γαγγρινή, την οποία μάλιστα εγκατέστησε στα ανάκτορα. Η Θεοδώρα δεν μπορεί να το αντέξει και αυτοεξορίζεται.
Για περίοδο πέντε χρόνων περιφέρεται στη περιοχή των Τζουμέρκων μαζί με τον πρωτότοκο γιο της Νικηφόρο Κομνηνό Δούκα και σαν απλή χωρική ζει από τα αγαθά που της προσφέρει η εξοχή. Σε αυτή την κατάσταση, και ενώ συνέλεγε χόρτα, λεπτομέρεια που ο βιογράφος της Ιώβ μοναχός μας μεταφέρει {λαχανευομένη}, την βρήκε ο ιερέας του χωριού Πρένιστα, σημερινό Κορφοβούνι. Μόλις του αποκαλύπτει την ταυτότητά της, την παίρνει μαζί του και στο πρόσωπο του βρίσκει παρηγοριά και συμπαράσταση.
Όμως ο λαός της Άρτας με επικεφαλής τους άρχοντές του, αγανακτισμένος από τη συμπεριφορά του Μιχαήλ, καταφέρνει να εκδιωχθεί η Γαγγρινή από τα ανάκτορα και να επανέλθει η Θεοδώρα. Η Θεοδώρα συνεχίζει το έργο της φιλανθρωπίας που είχε ξεκινήσει ενώ ο Μιχαήλ επιδίδεται σε έργα μετανοίας και έκτισε δύο ναούς, τον ναό της Παντάνασσας στη δεξιά όχθη του Άραχθου στην τοποθεσία Βλαχιόρου (ο οποίος σήμερα ονομάζεται ναός των Βλαχερνών), τη Μονή Κάτω Παναγιάς, τη Μονή του Αγίου Γεωργίου και τη Μονή της Παναγίας της Παντάνασσας έξω από την Φιλιππιάδα.
Η Θεοδώρα και ο Μιχαήλ αποκτούν άλλα τέσσερα παιδιά, τον Ιωάννη, το Δημήτριο, την Ελένη και την Άννα. Μετά τον θάνατο του Μιχαήλ και σχεδόν σαράντα χρόνια έγγαμου βίου, η Θεοδώρα περιβάλλεται το μοναχικό σχήμα, ζώντας για μια δεκαετία ως μοναχή στη μονή του Αγίου Γεωργίου, που κατά παράδοση ίδρυσε η ίδια και σήμερα φέρει το όνομά της. Πέθανε πιθανόν το 1280 σε ηλικία 70 ετών και ετάφη στον νάρθηκα του ναού του Αγίου Γεωργίου, σημερινός Ναός της Αγίας Θεοδώρας.