Τρίτη 2 Δεκεμβρίου 2025

Πρωθυπουργός: - «Κατανοούμε ότι υπάρχει κρίση στο κόστος ζωής»


 

Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης επισκέφθηκε το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης όπου συμμετείχε σε συζήτηση με την επικεφαλής του Blavatnik School of Government και καθηγήτρια Παγκόσμιας Οικονομικής Διακυβέρνησης, Ngaire Woods.

Κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης ανακοινώθηκε η δημιουργία νέας υποτροφίας για σπουδαστές από την Ελλάδα, για την παρακολούθηση του μεταπτυχιακού προγράμματος στο πεδίο της δημόσιας πολιτικής (Master of Public Policy) που διαθέτει το Blavatnik School of Government.

Ακολουθούν σημεία της συζήτησης (ανεπίσημη μετάφραση από τα αγγλικά):

Ερωτηθείς ποιες συμβουλές θα έδινε σε ηγέτες χωρών που βρίσκονται σε δύσκολη κατάσταση, αντλώντας από την εμπειρία των επιτυχιών της Ελλάδας, ο Πρωθυπουργός ανέφερε:

Καταρχάς, πιστεύω ότι αξίζει να κατανοήσουμε πιο ενδελεχώς τι πραγματικά συνέβη στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της κρίσης. Ορθώς επισημαίνετε ότι το 2010 η χώρα ουσιαστικά χρεοκόπησε, έπρεπε να ζητήσει ένα πρώτο πρόγραμμα διάσωσης και ακολούθησε ένα δεύτερο. Στη συνέχεια, το 2015, καθώς τα πηγαίναμε κάπως καλύτερα, επιλέξαμε να πειραματιστούμε με τον λαϊκισμό, πολύ πριν από άλλες χώρες που αντιμετώπισαν αυτή τη λαϊκιστική έξαρση. Και αυτό είχε ως συνέπεια ένα τρίτο πρόγραμμα και παρέτεινε άνευ λόγου την κρίση για τέσσερα επιπλέον χρόνια.

Όταν αναλάβαμε τη διακυβέρνηση, το 2019, είχαμε μια αρκετά σαφή ιδέα για το τι θέλαμε να κάνουμε προκειμένου να αποκαταστήσουμε την αξιοπιστία στα δημόσια οικονομικά, να προωθήσουμε την επιχειρηματικότητα, να αντιμετωπίσουμε τη γραφειοκρατία του Δημοσίου και να ψηφιοποιήσουμε το κράτος.

Αυτά μπορεί να ακούγονται προφανείς προτάσεις -μία «συνταγή» βγαλμένη από πανεπιστημιακό βιβλίο- αλλά η πραγματική εφαρμογή τους αποδείχθηκε πολύ δύσκολη, ειδικά σε μια εποχή που μας έπληξαν η πανδημία COVID, στη συνέχεια η μεταναστευτική κρίση, μετέπειτα η ενεργειακή κρίση.

Θεωρώ ότι κατά την πρώτη μας θητεία καταφέραμε να αντιμετωπίσουμε αυτές τις τεράστιες κρίσεις και ταυτόχρονα να θέσουμε τα θεμέλια για μία δημοσιονομικά συνετή πολιτική που ευνοεί την ανάπτυξη.

Αν κοιτάξετε τους στατιστικούς δείκτες, θα δείτε ότι πλέον σταθερά επιτυγχάνουμε ρυθμούς ανάπτυξης που είναι σημαντικά υψηλότεροι από τον μέσο όρο της ευρωζώνης, αλλά ταυτόχρονα έχουμε υγιή πρωτογενή πλεονάσματα που μας επιτρέπουν να μειώσουμε το χρέος μας.

Μία από τις πρώτες δεσμεύσεις μου προς την επόμενη γενιά είναι ότι θα μειώσω το χρέος μας ως ποσοστό του ΑΕΠ, διότι δεν μπορούμε να κληροδοτήσουμε αυτό το βάρος στην επόμενη γενιά. Οι επιδόσεις μας, όπως αποτυπώνονται στα στοιχεία, είναι αρκετά εντυπωσιακές από αυτή την άποψη, καθώς έχουμε την ταχύτερη μείωση του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ ανάμεσα στις χώρες μέλη του ΟΟΣΑ.

Ταυτόχρονα, θα έλεγα ότι καταφέραμε να «επαναπρογραμματίσουμε» την ελληνική οικονομία και να την κάνουμε πολύ πιο εξωστρεφή, προσανατολισμένη στις εξαγωγές, με γνώμονα την καινοτομία, αξιοποιώντας παράλληλα τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας.

Πιστεύω ότι είναι αυτή η ισορροπία μεταξύ δημοσιονομικής πειθαρχίας, ανάκτησης της εμπιστοσύνης των αγορών, επιστροφής στην επενδυτική βαθμίδα και να μας αντιμετωπίζουν ως κανονική χώρα, που ήταν μέρος των αρχικών μας στόχων. Έχουμε επιτύχει αυτούς τους στόχους. Τώρα η πρόκληση είναι να διασφαλίσουμε ότι θα συνεχίσουμε να αναπτυσσόμαστε πολύ ταχύτερα από τον μέσο όρο της ευρωζώνης, προκειμένου να συγκλίνουμε με την Ευρώπη, επειδή ουσιαστικά χάσαμε δέκα χρόνια.

Βλέποντας φοιτητές της ηλικίας σας στην Ελλάδα, βλέπω ότι πραγματικά θέλουν ένα καλύτερο μέλλον για τον εαυτό τους, και αυτό μπορούμε να το προσφέρουμε μόνο μέσω της ανάπτυξης. Η ανάπτυξη δημιουργεί θέσεις εργασίας, δημιουργεί καλύτερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας. Έχουμε δημιουργήσει 500.000 θέσεις εργασίας τα τελευταία έξι χρόνια και σκοπεύουμε να δώσουμε αγώνα για να διατηρήσουμε την ανεργία σε πτωτική πορεία.

Δεν υπάρχει μαγική συνταγή, αλλά σίγουρα αποδίδει να είσαι πολύ καλά προετοιμασμένος και να αξιοποιείς τον χρόνο σου ώστε να είσαι σε θέση να χαράξεις πορεία, ειδικά τους πρώτους έξι μήνες της νέας κυβέρνησής σου, και επίσης να διασφαλίζεις ότι διαθέτεις τόσο το σχέδιο όσο και το ανθρώπινο δυναμικό για να στελεχώσεις τις λειτουργίες μιας κυβέρνησης, κάτι που, φυσικά, δεν είναι πάντα εύκολο. Και σίγουρα δεν πρέπει να δίνεις υπερβολικές υποσχέσεις όντας στην αντιπολίτευση, γιατί αυτές οι υποσχέσεις θα σε στοιχειώσουν αφού εκλεγείς και αναλάβεις την εξουσία.

Ερωτηθείς για την επικοινωνία του με πολίτες και πώς αντιμετωπίζει ψευδείς ειδήσεις, προσβλητικές αναρτήσεις ή μηνύματα μίσους ο Κυριάκος Μητσοτάκης σημείωσε:

Σε προσωπικό επίπεδο, είναι δύσκολο να γίνει διάκριση μεταξύ, θα έλεγα, της ειλικρινούς κριτικής, την οποία επιδιώκεις, και των επιθέσεων που είναι πραγματικά ωμές και προσπαθούν να σε καταστρέψουν ως προσωπικότητα. Διότι ο κίνδυνος είναι να τα αποκλείσεις όλα αυτά ώστε να προστατευτείς και στη συνέχεια να απομονωθείς από οποιαδήποτε κριτική. Επομένως, πρέπει να κάνεις τη διάκριση. Ακόμα και αν διαβάσεις ένα άρθρο στον Τύπο ή αν δεις κάτι στα μέσα ενημέρωσης που δεν σου αρέσει, κάνε τη διάκριση: υπάρχει ουσία πίσω από αυτό; Αλλά ο πειρασμός είναι να αποκλείσεις κάθε κριτική, και αυτό είναι πραγματικά αρκετά επικίνδυνο.

Ασφαλώς, όσον αφορά όλα αυτά τα αρνητικά σχόλια, δεν θα διάβαζα ποτέ σχόλια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Όσο σκληρός και αν νομίζεις ότι είσαι, πάντα, σε κάποιο σημείο, θα σε επηρεάσουν. Νομίζω ότι γίνεται ακόμα πιο ενοχλητικό όταν αυτές οι επιθέσεις εμπλέκουν την οικογένειά σου, τη σύζυγό σου, τα παιδιά σου, γιατί δυστυχώς αυτό συμβαίνει. Προσπαθώ να μας προστατεύσω από κάθε είδους αρνητικά σχόλια, αλλά φυσικά είναι αδύνατο, για παράδειγμα, τα παιδιά σου να μην γνωρίζουν τι γράφεται. Υπάρχει σχεδόν ένας διεστραμμένος πειρασμός να ψάχνεις τα αρνητικά σχόλια, και πρέπει να αντισταθείς σε αυτό.

Είναι πολύ σημαντικό να κάνουμε διάκριση μεταξύ της ειλικρινούς κριτικής, που είναι σημαντική για να γινόμαστε καλύτεροι, και αυτών των σχολίων μίσους. Διότι, εν τέλει διανύω το έβδομο έτος ως πρωθυπουργός και ξέρω ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι να βρεθείς σε έναν «αποστειρωμένο χώρο», όπου δεν επικοινωνείς πλέον με τους πολίτες.

Εξακολουθώ να απολαμβάνω πολύ τις επισκέψεις μου σε διάφορες περιοχές, να βρίσκομαι εκτός γραφείου, απλά να συνομιλώ με πολίτες και να έρχομαι σε επαφή μαζί τους. Μαθαίνω τόσα πολλά κάθε φορά. Βέβαια, υπάρχουν πολλά πράγματα που πρέπει να γίνουν στο γραφείο, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αν δεν είμαστε σε συνεχή επαφή με αυτό που πραγματικά συμβαίνει εκεί έξω, θα χάσουμε την επαφή με τις προτεραιότητές μας.

Για παράδειγμα, η πρώτη προτεραιότητα στην Ελλάδα σήμερα -και όχι μόνο στην Ελλάδα- είναι το κόστος ζωής. Υπάρχουν δύο τρόποι να μιλήσει κανείς για το κόστος ζωής. Ο ένας είναι να αρχίσουμε να μιλάμε για τη μακροοικονομική επιτυχία της οικονομίας και να εξυμνούμε τον εαυτό μας: «Ω, η Ελλάδα τα πάει τόσο καλά και είμαστε όλοι ευχαριστημένοι με την απόδοση». Τη στιγμή που θα το πείτε αυτό σε ανθρώπους που αντιμετωπίζουν κρίση στο κόστος ζωής, θα σταματήσουν τελείως να σας ακούνε, ανεξάρτητα από το πόσο βάσιμα είναι τα επιχειρήματά σας.

Πρέπει να ξεκινήσετε λέγοντας στους πολίτες: «Κατανοούμε ότι υπάρχει κρίση στο κόστος ζωής» και, στη συνέχεια, να χρησιμοποιήσετε τα επιχειρήματά σας σχετικά με την πορεία της οικονομίας ώστε να τους εξηγήσετε γιατί τα μακροοικονομικά μεγέθη ή τα θέματα που θα συζητηθούν στα επενδυτικά συνέδρια είναι, εν τέλει, σημαντικά γι’ αυτούς. Για παράδειγμα, στην περίπτωσή μας, όσο καλύτερες είναι οι οικονομικές επιδόσεις μας, τόσο περισσότερες θέσεις εργασίας δημιουργούμε, αυτό μας δίνει επίσης το δημοσιονομικό περιθώριο ώστε να μειώσουμε περαιτέρω τους φόρους, να υποστηρίξουμε τους νέους μέσω στοχευμένων μέτρων, να υποστηρίξουμε τις οικογένειες με παιδιά.

Πρέπει να δημιουργήσετε μια σύνδεση μεταξύ του μακροοικονομικού επιπέδου και του μέσου νοικοκυριού στο μικροοικονομικό επίπεδο. Τη στιγμή που θα χάσετε αυτή τη σύνδεση, θα είναι πολύ δύσκολο να επικοινωνήσετε με τους πολίτες.

Ερωτηθείς για το λιμάνι του Πειραιά και τις γεωπολιτικές προκλήσεις που προκαλούν οι σινο-αμερικανικές σχέσεις, ο Πρωθυπουργός επισήμανε:

Πρώτα απ’ όλα, θα ήθελα να επισημάνω ότι η αρχική επένδυση στο λιμάνι του Πειραιά έγινε το 2008, ακόμη και τότε ουδείς άλλος ενδιαφέρθηκε. Όποτε ακούω κριτική για αυτή την επένδυση, επισημαίνω δύο επιχειρήματα. Πρώτον, οι Κινέζοι ήταν οι μόνοι ενδιαφερόμενοι εκείνη την εποχή. Δεύτερον, είμαστε μια κυβέρνηση που σέβεται τις συμβάσεις που έχουν υπογραφεί. Δεν υπάρχει αμφιβολία σχετικά με το ποιος είναι υπεύθυνος για το μάνατζμεντ του λιμανιού του Πειραιά, θα σεβαστούμε τις συμφωνίες που υπέγραψαν προηγούμενες κυβερνήσεις.

Φυσικά, η Ελλάδα είναι μια χώρα που ανήκει στην Ευρωπαϊκή Ένωση και έχει στρατηγική εταιρική σχέση με τις ΗΠΑ. Τον τελευταίο μήνα αξιοποιήσαμε τη γεωγραφική μας θέση μετατρέποντας τη χώρα σε ενεργειακό κόμβο για το αμερικανικό υγροποιημένο φυσικό αέριο. Όχι μόνο για να καλύψουμε τις δικές μας ανάγκες, αλλά και για να εξυπηρετήσουμε τις απαιτήσεις και τις ανάγκες των φίλων μας στα Βαλκάνια. Πουλάμε φυσικό αέριο που εισέρχεται στο ευρωπαϊκό σύστημα μέσω της Ελλάδας μέχρι την Ουκρανία. Χρησιμοποιούμε τη γεωγραφική μας θέση για να ενισχύσουμε τη γεωπολιτική και οικονομική μας σχέση με τις ΗΠΑ.

Ταυτόχρονα, έχουμε μια πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική. Κατανοούμε ότι σε κάποιο σημείο πρέπει να τεθούν προτεραιότητες, αλλά σε ό,τι με αφορά η πιο θεμελιώδης προϋπόθεση είναι να σεβόμαστε τις συμμαχίες μας, αλλά επίσης να σεβόμαστε τις συμφωνίες που έχουμε υπογράψει. Εκτιμώ ότι μέχρι στιγμής έχουμε καταφέρει να πορευτούμε σε αυτό το δύσκολο πεδίο με επιτυχία.

Φυσικά, για μένα, η μεγαλύτερη πρόκληση δεν είναι κατ’ ανάγκη να βρίσκω ισορροπίες μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, Είναι να διαδραματίσω έναν πιο ενεργό ρόλο στην ευρωπαϊκή πολιτική και να διασφαλίσω ότι η Ευρώπη, στο σύνολό της, θα είναι σε θέση να ισορροπήσει μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων με τρόπο που θα ενισχύει την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα, διότι εξακολουθούμε να βασιζόμαστε σε μεγάλο βαθμό στην Ευρώπη σε ό,τι αφορά το εμπόριο ή τον τουρισμό.

Δεν μπορούμε να είμαστε ένα «νησί» υψηλής ανάπτυξης σε ένα γενικότερο ευρωπαϊκό περιβάλλον που υποφέρει από χαμηλή ανάπτυξη και χαμηλη παραγωγικότητα. Συνεπώς, χρειάζεται να θέσουμε σε πρώτη προτεραιότητα λύσεις που πρέπει να εφαρμόσουμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο, συστάσεις της έκθεσης Draghi για παράδειγμα. Άρα, πάντα θα ενεργούμε προσπαθώντας να κάνουμε τη φωνή μας να ακούγεται στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και γενικά την Ευρώπη.

Κι έχουμε ανακτήσει την αξιοπιστία ώστε να μπορούμε να το κάνουμε. Εάν προσπαθούσαμε πριν 10 χρόνια, κανείς δεν θα άκουγε. Ήμασταν σε εξαιρετικά αδύναμη θέση, στην ουσία. Είναι σκληρό αλλά είναι αλήθεια.

Είναι ενδιαφέρον ότι 10 χρόνια μετά την κορύφωση της οικονομικής κρίσης -και δεν πρέπει να ξεχνάτε ότι τον Ιούλιο του 2015 η Ελλάδα έφτασε πολύ κοντά στο να βρεθεί εκτός ευρωζώνης, που θα ήταν απόλυτα καταστροφικό-, 10 χρόνια μετά την κρίση αυτή ο Έλληνας Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών είναι ο ένας από τους δύο υποψήφιους για τη θέση του επικεφαλής του Eurogroup, που είναι το συμβούλιο των Υπουργών Οικονομικών της ζώνης του ευρώ. Είναι θεαματική αλλαγή υπό μία έννοια. Το γεγονός ότι βρίσκεται στον κατάλογο των δύο τελικών υποψηφίων αποτελεί αναγνώριση ότι οι ευρωπαίοι εταίροι μας αντιμετωπίζουν την Ελλάδα ως κανονική ευρωπαϊκή χώρα.

Θα έλεγα πάντως ότι περισσότερη Ευρώπη θα ήταν η λύση για να πορευτούμε σε αυτό το σύνθετο γεωπολιτικό σκηνικό.

Απαντώντας σε ερώτηση για το μέλλον της Ευρώπης και τις προκλήσεις που καλείται να υπερπηδήσει η ΕΕ ο Κυριάκος Μητσοτάκης υπογράμμισε:

Όσοι από εσάς μελετάτε την ιστορία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης πιθανότατα γνωρίζετε ότι η πορεία αυτή δεν ήταν ποτέ γραμμική. Υπήρξαν περίοδοι κατά τις οποίες δεν συνέβαιναν πολλά, και μετά περίοδοι κατά τις οποίες συνέβησαν πολλά σε σχετικά μικρό χρονικό διάστημα.

Από το 2019 συμμετέχω στις συνεδριάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και θα έλεγα ότι από τότε η Ευρώπη έχει λάβει εξαιρετικά σημαντικές αποφάσεις. Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, όταν για πρώτη φορά αποφασίσαμε να δανειστούμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο για να στηρίξουμε τις οικονομίες μας μετά τον COVID, με μία έννοια έθεσε ένα προηγούμενο. Ο τρόπος με τον οποίο διαχειριστήκαμε το ζήτημα της Ουκρανίας: παραμείναμε ενωμένοι παρά τις δυσκολίες. Ορισμένα κράτη μέλη εξακολουθούν να έχουν διαφορετική άποψη. Η πρόοδος που έχουμε σημειώσει στον τομέα της άμυνας, η αναγνώριση ότι πρέπει να δαπανούμε περισσότερα για την άμυνα και ότι πρέπει επίσης να χαλαρώσουμε τους δημοσιονομικούς κανόνες ώστε να τα καταφέρουμε. Ο τρόπος με τον οποίο αναθεωρήσαμε την προσέγγισή μας ως προς τη μετανάστευση. Η Ελλάδα βρέθηκε στην πρώτη γραμμή της μεταναστευτικής κρίσης, και εγώ υπήρξα ξεκάθαρος στην άποψή μου ότι δεν μπορείς να έχεις συνεκτική μεταναστευτική πολιτική αν δεν προστατεύεις τα εξωτερικά σύνορα. Εμείς θα πρέπει να ρυθμίζουμε ποιος εισέρχεται στην Ευρώπη, όχι οι διακινητές.

Η Ευρώπη, λοιπόν, έχει κινηθεί προς τη σωστή κατεύθυνση σε πολλά μέτωπα. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν προτεραιότητες που έχουν τεθεί στην έκθεση Draghi, οι οποίες είναι κρίσιμες αν θέλουμε να ανακτήσουμε την ανταγωνιστικότητά μας. Πώς διασφαλίζουμε ότι η ενιαία αγορά λειτουργεί; Θα προχωρήσουμε σε αυτό που αποκαλούμε Ένωση Αποταμιεύσεων και Επενδύσεων; Δηλαδή, ένωση κεφαλαιαγορών για την Ευρώπη. Τι θα κάνουμε με την ενέργεια; Το κόστος της ενέργειας είναι σημαντικά υψηλότερο, αλλά και υπάρχουν και αρκετές αποκλίσεις. Υπάρχει μεγάλη ανισότητα σε ό,τι αφορά την ενέργεια εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επομένως δεν έχουμε μια πραγματική ενιαία ενεργειακή αγορά. Αυτές είναι ορισμένες από τις προτεραιότητες τις οποίες ασφαλώς θέτω μετ’ επιτάσεως.

Πιστεύω ότι στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υπάρχει η γενική αίσθηση πως έχουμε κάνει αρκετή ανάλυση και τώρα πρέπει να προβούμε σε ενέργειες. Αλλά πρέπει επίσης να αναγνωρίσουμε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μια ιδιαίτερη θεσμική δομή. Υπάρχουν πολλοί φορείς λήψης αποφάσεων. Δεν λαμβάνουμε αποφάσεις μόνοι μας. Η Επιτροπή έχει σημαντικό ρόλο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει σημαντικό ρόλο. Η εύρεση πλειοψηφιών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν είναι εύκολη, σε μια περίοδο που οι λαϊκιστικές φωνές αισθάνονται ιδιαίτερα ενισχυμένες μετά τις πρόσφατες επιτυχίες τους.

Ωστόσο, θα υποστήριζα ότι τα επόμενα πέντε χρόνια -τη θητεία αυτής της Επιτροπής- θα αποτελέσουν περίοδο καθοριστικής σημασίας για την Ευρώπη, είτε για το καλύτερο είτε για το χειρότερο. Γιατί αν δεν γίνει τίποτα αυτή την πενταετία, φοβάμαι ότι οι απαισιόδοξοι θα έχουν κερδίσει τις «μάχες» τους σχετικά με το μέλλον της Ευρώπης.