Να χυθεί άπλετο φως, να προχωρήσει γρήγορα η Δικαιοσύνη και να μη μείνει «καμία σκιά στην υπόθεση της τραγωδίας των Τεμπών, κανένα ερώτημα αναπάντητο γεγονός που θα βοηθήσει καταλυτικά στην κάθαρση», δήλωσε, σε συνέντευξη που παραχώρησε το Σάββατο 1 Φεβρουαρίου στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ, η υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Νίκη Κεραμέως.Αναφορικά με τα γεγονότα της τραγωδίας, η κα Κεραμέως τόνισε ότι είναι αντικείμενο διερεύνησης από τη Δικαιοσύνη. Ερωτηθείσα σχετικά με την τοποθέτηση του Πρωθυπουργού επί του συμβάντος, υπογράμμισε ότι ο ίδιος μπορεί να απαντήσει μόνο σε όσα μπορεί να απαντήσει ένας εκπρόσωπος της εκτελεστικής εξουσίας. Διευκρίνισε δε ότι όταν ο Πρωθυπουργός ερωτήθηκε, τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή που ήταν περίπου δυο εβδομάδες μετά το δυστύχημα, απάντησε στη βάση των στοιχείων που είχε μπροστά του και τα οποία στοιχεία με καταλυτικό, με κατηγορηματικό τρόπο, απαντούσαν στο ερώτημα.
«Όταν ερωτήθηκε αργότερα, θυμάμαι ενδεικτικά μια συνέντευξή του την έβλεπα τις προάλλες που ήταν το Απρίλιο αν θυμάμαι πέρυσι, πριν από κάποιους μήνες. Αρκετά μετά, πάνω από ένα χρόνο μετά την τραγωδία. Εκεί λοιπόν είχε πει για το συγκεκριμένο θέμα, για το τι ακριβώς μετέφερε η εμπορική αμαξοστοιχία, είχε πει ρητά ότι αυτό θα το κρίνει εν τέλει η Δικαιοσύνη».
Υπενθύμισε μάλιστα ότι το συγκεκριμένο ερώτημα είχε απαντηθεί μέσω εγγράφου στο ελληνικό κοινοβούλιο από τους αρμόδιους, δηλαδή από τη Hellenic Train.
«Είχε απαντηθεί, είχε προσκομιστεί επίσημη απάντηση. Τι έπρεπε, να την αποσιωπήσει; Να μην πει ενώ είναι στο δημόσιο διάλογο; Κάτι το οποίο κατατίθεται στη Βουλή είναι δημόσια διαδικασία έτσι; Είναι ανοιχτό σε όλους. Τι έπρεπε, να μην αναφέρει αυτό το επίσημο έγγραφο;» διερωτήθηκε η υπουργός.
Πρόσθεσε μάλιστα ότι «όσο προχωράει αυτή η διαδικασία, όσο χύνεται φως, όσο ανοίγουν περισσότερα στοιχεία, και είναι πολύ σημαντικό να ανοίγουν περισσότερα στοιχεία, προφανώς εμπλουτίζεται το υλικό που έχουμε όλοι στη διάθεσή μας μέσα από το δημόσιο διάλογο».
Η κα Κεραμέως τόνισε ότι όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα «η κυβέρνηση έχει προβεί σε μία σειρά από ενέργειες προκειμένου ακριβώς να συνδράμει όσο μπορεί τη Δικαιοσύνη, γιατί μιλάμε για την εκτελεστική εξουσία και τη νομοθετική που έρχεται να συνδράμει τη δικαστική» επισημαίνοντας ότι αν δεν έκανε τίποτα η κυβέρνηση δεν θα μπορούσαν να ανοίξουν τα κινητά των εμπλεκομένων στην υπόθεση.
«Η κυβέρνηση λοιπόν πήγε στη Βουλή και πρότεινε στη Βουλή των Ελλήνων μία διάταξη βάσει της οποίας άνοιξαν όλα τα κινητά. Αυτό τι σημαίνει; Περισσότερη πληροφορία για το ανακριτικό υλικό».
Επανέλαβε δε ότι το μείζον είναι να δοθεί η δυνατότητα και ο χρόνος ο απαραίτητος για να ολοκληρώσει γρήγορα το έργο της η Δικαιοσύνη, αλλά και να μη μείνει καμία σκιά.
«Εκτός του ότι είναι απαραίτητο για τη σωστή λειτουργία της Δικαιοσύνης, είναι και θέμα σεβασμού προς τις οικογένειες των θυμάτων».
Υπενθύμισε ότι από την πλευρά των συγγενών κατατέθηκαν 300 αιτήματα τα οποία, πολλές φορές συνοδεύονται από σημαντικό όγκο υλικού και τα οποία έπρεπε να διερευνήσει η Δικαιοσύνη.
Σε ό,τι αφορά την Εξεταστική Επιτροπή που πραγματοποιήθηκε, αποσαφήνισε ότι πρόκειται για μία κοινοβουλευτική διαδικασία, ανεξάρτητη από τις διαδικασίες της Δικαιοσύνης.
«Κάθε διεργασία λοιπόν που γίνεται στη Βουλή και πρέπει να το καταλάβουμε αυτό, όχι για να το μειώσουμε, όχι για να το εξυψώσουμε αλλά να το βάλουμε στο σωστό πλαίσιο, έχει αν θέλετε μια κομματική σκοπιά» ανέφερε χαρακτηριστικά δεδομένου ότι συμμετέχουν οι βουλευτές του ελληνικού κοινοβουλίου ως μέλη συγκεκριμένων πολιτικών ομάδων, προσθέτοντας ότι «και η κοινοβουλευτική διαδικασία χρειάζεται και η δικαστική χρειάζεται».
Σε ό,τι αφορά τυχόν ευθύνες πολιτικών προσώπων, η κα Κεραμέως απάντησε:
«Ποιο είναι το μείζον εδώ πέρα; Το μείζον είναι ότι αν υπάρξει το παραμικρό στοιχείο εκ μέρους της δικαιοσύνης για οποιοδήποτε πρόσωπο, διαβεβαίωσε ο πρωθυπουργός ότι δεν θα σταθεί εμπόδιο, η κοινοβουλευτική πλειοψηφία δεν θα σταθεί εμπόδιο».
«Όλα αυτά τα οποία συζητάμε, μα όλα αυτά, για τα βαγόνια, για το τι υλικό μετέφερε η εμπορική αμαξοστοιχία, για το τι έγινε στον τόπο συγκεκριμένα της τραγωδίας εν συνεχεία, τα διερευνά η δικαιοσύνη και ορθώς τα διερευνά η δικαιοσύνη».
Για τον κατώτατο μισθό η υπουργός προανήγγειλε αύξηση. «Θυμίζω ότι σήμερα που μιλάμε είμαστε στα 830 ευρώ, δηλαδή είμαστε συν 28% από το 2019. Θα υπάρξει μια αύξηση η οποία τώρα είναι στη διαδικασία συζητήσεων. Οι κοινωνικοί εταίροι καταθέτουν τις προτάσεις τους. Θα συζητηθεί τους επόμενους δυο μήνες Φεβρουάριο και Μάρτιο με στόχο τέλος Μαρτίου να εισηγηθώ στο Υπουργικό Συμβούλιο την επόμενη αύξηση του κατώτατου μισθού».
Όπως επεσήμανε η υπουργός την τελική απόφαση θα λάβει το Υπουργικό Συμβούλιο ενώ η ίδια αναμένει το πόρισμα της Επιτροπής το οποίο για πρώτη φορά φέτος θα γίνει μέσα από ένα συγκροτημένο όργανο που λέγεται Επιτροπή Διαβούλευσης.
«Για πρώτη φορά φέτος ο κατώτατος μισθός θα προστατεύει και τους δημοσίους υπαλλήλους», σημείωσε η υπουργός, η οποία αναφέρθηκε και στην έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου διευκρινίζοντας ότι δεν αρνείται αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις αλλά επισημαίνει ότι «θα πρέπει να είναι μετρημένες ας το πούμε έτσι, να είναι εντός πλαισίων για να θωρακίσουμε το δημοσιονομικό πλαίσιο. Είναι μια σύνθετη άσκηση. Από τη μια είναι πολύ σημαντικό να ενισχύσουμε τους εργαζόμενους, από την άλλη πρέπει να προσέξει κανείς αυτή η αύξηση του κατώτατου μισθού να μην αποβεί εις βάρος συνολικά της οικονομίας και άρα των εργαζομένων».
Ως προς το μέγεθος αύξησης του κατώτατου μισθού είπε: «Το 950 είναι για το 2027. Άρα είμαστε μεταξύ των δύο. Είμαστε μεταξύ του 830 και του 950. Να πω το εξής όμως, είναι πολύ σημαντικό. Από τη μια το γεγονός ότι αυξάνει ο κατώτατος μισθός και από την άλλη ότι μειώνεται συστηματικά το μη μισθολογικό κόστος συνολικά στην αγορά εργασίας των επιχειρήσεων. Ξέρετε ότι αυτή η Κυβέρνηση έχει ήδη μειώσει κατά 5,5 ποσοστιαίες μονάδες τις ασφαλιστικές εισφορές. Και η προσπάθεια αυτή είναι συνεχής».
Για την Ψηφιακή Κάρτα Εργασίας, η κυρία Κεραμέως αναφέρθηκε στα επίσημα στοιχεία του συστήματος «ΕΡΓΑΝΗ» τα οποία καταδεικνύουν αύξηση στις καταγεγραμμένες υπερωρίες, στους κλάδους που εφαρμόζεται το μέτρο. «Τα τελευταία στοιχεία που πήραμε από όλους τους κλάδους στους οποίους έχει ήδη ενταχθεί η κάρτα που είναι οι τράπεζες, τα μεγάλα σούπερ μάρκετ, οι εταιρίες σεκιούριτι, η βιομηχανία, το λιανεμπόριο είναι ότι έχουμε 815.000 παραπάνω υπερωρίες οι οποίες δηλώνονται τώρα μετά τη χρήση της κάρτας. Αυτές οι 815.000 κάπου ήταν πριν, προφανώς ένα κομμάτι έχει να κάνει με τη μεγέθυνση της οικονομίας αλλά δεν μπορεί να είναι όλο αυτό μεγέθυνση της οικονομίας».
Η υπουργός ανέδειξε μάλιστα τα οφέλη της Ψηφιακής Κάρτας Εργασίας.
«Πρώτον στηρίζει τον εργαζόμενο και φροντίζει ούτως ώστε να αμείβεται, τον θωρακίζει, τον προστατεύει για τον πραγματικό χρόνο εργασίας. Και ταυτόχρονα όμως προστατεύει και τις επιχειρήσεις και τον υγιή ανταγωνισμό».
Η υπουργός μίλησε και για την ανάγκη ενίσχυση της απασχόλησης. «Μια από τις μεγάλες προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας, είναι το γεγονός ότι μας λείπει ανθρώπινο δυναμικό. Ενώ έχει μειωθεί πολύ η ανεργία το νέο πρόβλημα που έχουμε είναι ότι πλέον, και όχι μόνο εμείς παντού στην Ευρώπη, ψάχνουμε εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό. Για να πετύχουμε ακριβώς την εξεύρεση αυτού του ανθρώπινου δυναμικού, να ενισχύσουμε την αγορά εργασίας κινούμαστε με πολλούς τρόπους. Ο ένας είναι πάμε και βλέπουμε που έχουμε περιθώρια βελτίωσης, που έχουμε δεξαμενές να το πω απλά. Γυναίκες, νέοι, συμπολίτες μας με αναπηρία, συμπολίτες μας πιο ηλικιωμένοι, να κάποιες δεξαμενές από τις οποίες μπορούμε να αντλήσουμε περισσότερο πολύτιμο ανθρώπινο δυναμικό. Δεύτερον, Ημέρες Καριέρας στη χώρα μας και στο εξωτερικό. Προχθές ήμασταν στο Περιστέρι. Περάσανε τις πύλες του εκθεσιακού κέντρου πάνω από 8000 συμπολίτες μας, 240 επιχειρήσεις προσφέρανε χιλιάδες θέσεις εργασίας. Τι κάνουμε εμείς; Τη γέφυρα μεταξύ των δύο. Βοηθούμε επιχειρήσεις και υποψηφίους για να βρει ο ένας τον άλλον». Η υπουργός αναφέρθηκε και στις προσπάθειες επαναπατρισμού συμπολιτών μας που έφυγαν στο εξωτερικό. «Πόσα λαμπρά μυαλά έχουμε κυρία Μαυραγάνη που φύγανε κυρίως τα χρόνια της κρίσης, πήγαμε στην Ολλανδία κατέκλυσαν την αίθουσα πάνω από 1100 συμπατριώτες μας. Πήγαμε στη Γερμανία. Πλέον δεν γυρνάς μόνο γιατί έχουμε μια υπέροχη χώρα αλλά γυρνάς και γιατί έχουμε καταπληκτικές, πάρα πολύ σημαντικές επαγγελματικές ευκαιρίες. Έχουμε από τους ταχύτερους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρώπη, άρα πλέον η χώρα μας δεν έχει να προσφέρει μόνο τον καταπληκτικό της φυσικό πλούτο, την πολύ ωραία ποιότητα ζωής, έχει να προσφέρει και πολύ σημαντικές επαγγελματικές ευκαιρίες.»