Σάββατο 22 Ιουλίου 2023

Ελληνοτουρκικά: - Ποιος φοβάται τη Χάγη;


 

 Εάν η Άγκυρα δεχθεί την προσφυγή στην Χάγη, θα έχει γίνει ένα μεγάλο βήμα εξομάλυνσης και ειρηνικής συνύπαρξης με βάση το διεθνές δίκαιο. Είναι κάτι που η Ελλάδα πάντοτε επιθυμεί και δεν έχει κανένα λόγο να φοβάται. Όσοι ανησυχούν προκαταβολικά για μια πιθανή προσφυγή στην Χάγη είτε δεν επιθυμούν πραγματικά σχέσεις καλής γειτονίας με την Τουρκία, είτε είναι πολύ… αισιόδοξοι

Γιώργος Κουβαράς

Η συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν στο Βίλνιους και οι δηλώσεις του Έλληνα πρωθυπουργού για «τολμηρή ατζέντα» που μπορεί να οδηγήσει στη Χάγη για την επίλυση της μοναδικής διαφοράς που αναγνωρίζει η χώρα μας με την Τουρκία, δηλαδή τη διευθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, προκάλεσε αρκετές αντιδράσεις. Ιδιαίτερα η αναφορά του Μητσοτάκη σε πιθανές «υποχωρήσεις» έφερε στο προσκήνιο τις γνωστές επιφυλάξεις ή ακόμη και την καχυποψία με την οποία αντιμετωπίζει ένα μεγάλο μέρος της πολιτικής τάξης και της κοινής γνώμης κάθε προσπάθεια προσέγγισης και συνεννόησης με την Άγκυρα. 

Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια ο Ερντογάν έκανε ό,τι μπορούσε για να δικαιώσει όλους όσοι πίστευαν ότι με την Τουρκία δεν μπορείς να κάνεις διάλογο. Μέσα από το δόγμα της «Γαλάζιας πατρίδας» αμφισβήτησε ανοιχτά την ελληνική κυριαρχία στο Αιγαίο και πέρασε από τις προκλήσεις στις ευθείες απειλές. Όλο αυτό το διάστημα η Ελλάδα υπερασπίστηκε τα συμφέροντα της με βάση το διεθνές δίκαιο, χωρίς καμία υποχώρηση από τις εθνικές κόκκινες γραμμές. Το έπραξε μάλιστα αυτό καταφέρνοντας να θέσει την Τουρκία προ των ευθυνών της και να την εκθέσει τόσο στην ΕΕ όσο και στις ΗΠΑ. Η ιστορική ομιλία του Μητσοτάκη στο Κογκρέσο περίπου πριν από ένα χρόνο ήταν η πιο χαρακτηριστική στιγμή της διεθνοποίησης της τουρκικής επιθετικότητας. 

Ολη αυτή η προσπάθεια από πλευράς της Αθήνας δεν έγινε για να αποδείξουμε στη διεθνή κοινότητα ότι δικαιούμαστε να είμαστε εχθροί με την Άγκυρα. Έγινε για τον ακριβώς αντίθετο λόγο και με τον ακριβώς αντίθετο στόχο: για να δείξουμε στους συμμάχους μας ότι εμείς επιθυμούμε να είμαστε καλοί γείτονες και φίλοι, σεβόμενοι το διεθνείς δίκαιο και τις συνθήκες, τις οποίες όμως η Τουρκία αρνείται να σεβαστεί. Η Ελλάδα, μάλιστα, αξιοποίησε και τον πόλεμο στην Ουκρανία για να στείλει το μήνυμα ότι κάθε αναθεωρητισμός – ρωσικός, τουρκικός ή οποιοσδήποτε άλλος – πρέπει να είναι καταδικαστέος.

 Η ελληνική στάση αποδείχτηκε σωστή και αποτελεσματική, ιδιαίτερα μάλιστα γιατί συνδυάστηκε με την αλλοπρόσαλλη στάση του Ερντογάν στον πόλεμο και την προσπάθεια του να τηρήσει ίσες αποστάσεις από Κίεβο και Μόσχα, προκαλώντας την ενόχληση της Δύσης. 

Εκόντας αναβαθμίσει τη θέση της σε διπλωματικό επίπεδο και έχοντας συνάψει αμυντικές συμφωνίες που ενισχύουν την αποτρεπτική ισχύ των Ενόπλων Δυνάμεων, η Ελλάδα περίμενε ένα παράθυρο ευκαιρίας για να επιχειρήσει το επόμενο βήμα που ασφαλώς δεν είναι η σύγκρουση, αλλά η προσέγγιση με την Άγκυρα. Το παράθυρο άνοιξε μετά τους καταστροφικούς σεισμούς στην Τουρκία, που ήρθαν να θυμίσουν με τον πιο τραγικό τρόπο ότι οι δυο λαοί δεν έχουν τίποτα να χωρίσουν και είναι προς το συμφέρον και των δυο να ζήσουν χωρίς εντάσεις και απειλές. 

Η αναγκαστική στροφή του Ερντογάν προς τη Δύση, μετά την επανεκλογή του, ήταν η δεύτερη ευκαιρία. Από την ώρα που ο Ερντογάν επιστρέφει στην προσπάθεια να διεκδικήσει την ενταξιακή προοπτική της χώρας του στην ΕΕ, είναι υποχρεωμένος να αλλάξει στάση έναντι της Αθήνας. Από το «Μητσοτάκης γιόκ» και το «αν δεν μας θέλουν μια οι Ευρωπαίοι, εμείς δεν τους θέλουμε εκατό» που έλεγε ο Τούρκος πρόεδρος, τώρα θέλει διάλογο με την Ελλάδα και ευρωπαϊκή προοπτική. Και βέβαια, λέει «ναι» στην ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, υπό την προϋπόθεση ότι θα του δοθούν τα F-16, τα οποία όμως ξέρει καλά ότι θα τα πάρει μόνο εάν συναινέσει το Κογκρέσο, που δεν πρόκειται να πει το «ναι» αν δεν είναι ευχαριστημένη η Αθήνα… 

Μέσα σε αυτό το σκηνικό ο Μητσοτάκης μιλάει για «τολμηρή ατζέντα» και είναι αποφασισμένος να αποδείξει ότι η Ελλάδα το εννοεί. Για να πάμε στη Χάγη για υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ θα πρέπει να υπογραφεί συνυποσχετικό με την Τουρκία, που θα αναγνωρίζει ότι μόνο αυτό το θέμα συνιστά ελληνο-τουρκική διαφορά, άρα τίποτα από όλα τα υπόλοιπα που συνιστούν το αφήγημα της «Γαλάζιας πατρίδας». Εάν η Άγκυρα δεχθεί την προσφυγή στην Χάγη, θα έχει γίνει ένα μεγάλο βήμα εξομάλυνσης και ειρηνικής συνύπαρξης με βάση το διεθνές δίκαιο. Είναι κάτι που η Ελλάδα πάντοτε επιθυμεί και δεν έχει κανένα λόγο να φοβάται. Όσοι ανησυχούν προκαταβολικά για μια πιθανή προσφυγή στην Χάγη είτε δεν επιθυμούν πραγματικά σχέσεις καλής γειτονίας με την Τουρκία, είτε είναι πολύ… αισιόδοξοι, πιστεύοντας ότι η Άγκυρα θα συναινέσει σε μια ειρηνική διευθέτηση, που σημαίνει την παραίτησή της από όλες τις παράλογες διεκδικήσεις της στο Αιγαίο. 


Πηγή: Protagon.gr