Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2024

Πρωθυπουργός: - Η υποχρέωσή μου είναι να προστατεύσω τα Ελληνικά σύνορα


 Από τις τοποθετήσεις του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη σε συζήτηση με τον Pascal Bruckner, σε εκδήλωση που διοργάνωσε το iefimerida.gr:

Πιστεύω πλέον αποτελεί κοινό τόπο στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ότι πρέπει να προστατεύσουμε τα εξωτερικά μας σύνορα, ότι τα σύνορα έχουν πραγματικά σημασία. Θεωρώ ότι έχετε δίκιο σε αυτό, ότι δεν ζούμε σε έναν κόσμο χωρίς σύνορα και ότι τα σύνορα είναι αυτό που ουσιαστικά μας προσδιορίζει και αυτό που μας επιτρέπει, στο τέλος της ημέρας, να συνυπάρχουμε.

  • Η υποχρέωσή μου ως Πρωθυπουργού της Ελλάδας είναι να προστατεύσω τα ελληνικά σύνορα, τα οποία τυχαίνει να είναι και ευρωπαϊκά σύνορα, και να κάνω ό,τι μπορώ για να διασφαλίσω ότι δεν θα έχουμε παράτυπες εισόδους στην Ελλάδα. Αυτό ακριβώς κάνω. Δεν απολογούμαι γι’ αυτό.
  • Όμως είναι πλέον κατανοητό ότι δεν μπορούμε να διαχειριστούμε το μεταναστευτικό πρόβλημα αν δεν περιορίσουμε τουλάχιστον τον αριθμό των ανθρώπων που έρχονται, αν δεν καταστήσουμε πιο δύσκολη την έλευση στην Ευρώπη, διότι ποτέ δεν θα είναι αδύνατο να έρθουν στην Ευρώπη. Δεν μπορείς ποτέ να δημιουργήσεις εντελώς ένα «ευρωπαϊκό φρούριο». Μπορείς όμως να στείλεις ένα μήνυμα σε αυτούς τους απελπισμένους ανθρώπους: μην ξοδεύετε τα χρήματά σας, μην τα δίνετε στους διακινητές, γιατί στο τέλος της ημέρας, τις μεθόδους με τις οποίες λειτουργούν οι διακινητές προσπαθούμε να τσακίσουμε.
  • Πρέπει να συνεργαστούμε με τις χώρες διέλευσης. Για παράδειγμα, στην περίπτωσή μας, πρέπει να συνεργαστούμε με την Τουρκία. Προσπαθούμε να κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε. Η συνεργασία μας έχει βελτιωθεί, αλλά έχουμε ακόμη δρόμο να διανύσουμε όσον αφορά στη διαχείριση της μετανάστευσης.
  • Την ίδια στιγμή, ενώ συμβαίνει αυτό, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με μια μεγάλη δημογραφική πρόκληση. Θέλουμε να προωθήσουμε πολιτικές φιλικές προς την οικογένεια. Πρέπει να αυξήσουμε τη συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό, διότι ακόμη και στην Ελλάδα, μια χώρα που εξακολουθεί να έχει υψηλότερη ανεργία από την Ευρώπη, αντιμετωπίζουμε ελλείψεις εργατικού δυναμικού.
  • Υπάρχουν διάφοροι τρόποι αντιμετώπισης αυτού του προβλήματος. Για παράδειγμα, μια πολιτική που έχει αποδειχθεί εξαιρετικά επιτυχής είναι ότι επιτρέπουμε πλέον στους συνταξιούχους να εργάζονται χωρίς περικοπή της σύνταξής τους, κάτι που συνέβαινε πριν. Αντιληφθήκαμε ότι πολλοί εξακολουθούν να θέλουν να εργάζονται και στην πραγματικότητα καλύπτουν θέσεις εργασίας τις οποίες άλλοι δεν είναι πρόθυμοι να αναλάβουν. Πρέπει να αυξήσουμε τη συμμετοχή των γυναικών στο εργατικό δυναμικό. Πρέπει να αυξήσουμε τη συμμετοχή των ατόμων με αναπηρία στο εργατικό δυναμικό. Ταυτόχρονα, υπάρχουν δουλειές για τις οποίες θα δυσκολευτούμε να βρούμε Έλληνες εργαζόμενους, για παράδειγμα, αγροτικές δουλειές, δουλειές στις κατασκευές.
  • Η απάντηση σε αυτό είναι ότι πρέπει να κάνουμε διμερείς συμφωνίες με χώρες για να προσφέρουμε τη μακροπρόθεσμη προοπτική εργασίας στην Ελλάδα, αλλά πρέπει να το κάνουμε με τρόπο οργανωμένο και ελεγχόμενο. Πρέπει εμείς να καθορίσουμε ποιος μπορεί να έρθει στην Ελλάδα ή ποιος μπορεί να έρθει στην Ευρώπη. Αυτό δεν πρέπει να καθορίζεται από τους διακινητές, γιατί αυτό ακριβώς συμβαίνει. Βεβαίως, τα ζητήματα της ένταξης είναι σημαντικά.
  • Οι πολιτικές ένταξης είναι δύσκολεςΥπήρξαν επιτυχημένα παραδείγματα και υπήρξαν ξεκάθαρα αποτυχημένα παραδείγματα -και είμαι σίγουρος ότι μπορείτε να μιλήσετε γι’ αυτό με δεδομένη την εμπειρία της Γαλλίας.
    • Επιτρέψτε μου να σας δώσω ένα παράδειγμα για το οποίο δεν μιλάμε πολύ, αλλά πρόκειται για μία μεγάλη επιτυχία στην Ελλάδα. Η ιστορία των Αλβανών που μετακόμισαν στην Ελλάδα τη δεκαετία του ’90. Αυτοί οι άνθρωποι ήρθαν στην Ελλάδα. Μερικοί από αυτούς ήταν στην πραγματικότητα Έλληνες που ζούσαν στην Αλβανία. Άλλοι ήταν Αλβανοί που ήρθαν σε αναζήτηση εργασίας. Κατέληξαν να μείνουν στην Ελλάδα. Τα παιδιά τους γεννήθηκαν στην Ελλάδα. Τα παιδιά τους πηγαίνουν σε ελληνικό σχολείο και είναι Έλληνες. Συνέβαλαν στην ανάπτυξη της οικονομίας. Ασφαλώς πάντα υπάρχουν εξαιρέσεις αλλά βασικά αφομοιώθηκαν καλά στην ελληνική κοινωνία.
    • Ωστόσο, υπάρχουν ασφαλώς και άλλες περιπτώσεις όπου πρέπει να αναγνωρίσουμε επί της αρχής ότι άνθρωποι που είναι πολιτισμικά εντελώς διαφορετικοί από εμάς, ακόμα και αν προσπαθήσουμε πολύ σκληρά, θα δυσκολευτούμε να τους εντάξουμε σε μια κοινωνία που, στην περίπτωση της Ελλάδας, είναι ακόμα σχετικά ομοιογενής.
  • Επομένως, η σύντομη απάντηση, σε μια πρόταση, είναι ότι χρειαζόμαστε έναν μεγάλο «φράχτη», αλλά χρειαζόμαστε επίσης μια αρκετά μεγάλη «πόρτα» για να επιτρέψουμε στους ανθρώπους που πραγματικά θέλουμε να έρθουν στην Ευρώπη να το κάνουν. Και πρέπει να ισορροπήσουμε μεταξύ των δύο, αυτό τουλάχιστον προσπαθεί να κάνει η Ελλάδα.