Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου 2021

Το ηθικό πλεονέκτημα έγινε ηθικολογικό - Το κόμμα των καλύτερων λύσεων, για την κοινωνία και το κόμμα των παιδεραστών και διεστραμμένων!


 

 
Αγνοώντας κάθε αρχή από την παράδοση της ανανεωτικής Αριστεράς, ο ΣΥΡΙΖΑ επανέρχεται με ένα καταγγελτικό νεοπουριτανισμό, κάνοντας πολιτική κουτσομπόλας της γειτονιάς. Και με την ευκολία που οι δεξιοί παλιά θεωρούσαν συνοδοιπόρους όποιους μιλούσαν σε κομμουνιστές τώρα οι ίδιοι υποψιάζονται για παιδόφιλο όποιον μιλούσε στον Λιγνάδη


Ανδρέας Πετρουλάκης


Ο ΣΥΡΙΖΑ μετά την Μνημονιακή του διακυβέρνηση και κυρίως μετά την αλληλο-αφομοίωσή του με τους ΑΝΕΛ αποχυμώθηκε ιδεολογικά. Και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι μετά τις εκλογικές του ήττες δεν κατόρθωσε να επαναδιατυπώσει ένα πειστικό πολιτικό αφήγημα. Η απλή αταβιστική μηχανική της διαρκούς οργισμένης αντίθεσης σε ό,τι λέει και κάνει η κυβέρνηση και το μόνιμο άλλοθι της λογοκρισίας του από τη λίστα Πέτσα δεν αποτελεί πολιτική αλλά άρνηση πολιτικής, και γνωρίζουν και οι ίδιοι ότι αυτό δεν θα τους πάει μακριά. Και έτσι βλέπουμε για πρώτη φορά ένα αριστερό κόμμα να αναζητά ύστατο πολιτικό καταφύγιο σε δύο περιοχές πολιτικής υποκουλτούρας που ανήκαν πάντα στην ύλη της Δεξιάς. Τον υπερπατριωτισμό και την ηθικολογία. 

Στα Ελληνοτουρκικά δεν ξέρει κανείς αν η στα όρια του εθνικισμού στάση τους αποτελεί εκδίκηση για τη στα όρια της πατριδοκαπηλείας στάση της Νέας Δημοκρατίας στο Μακεδονικό ή αν έχουν απλώς εγκολπώσει την ΑΝΕΛική παρακαταθήκη της εθνικής μισαλλοδοξίας. 

Πάντως  ποτέ στο παρελθόν δεν είχαμε ακούσει από την Αριστερά της συνεννόησης, της καταλλαγής και του πασιφισμού τόσες τουρκοφαγικές φωνές και τόσες κατηγορίες εθνικής μειοδοσίας. Η αριστερά ποτέ δεν αμφισβητούσε τον πατριωτισμό των αντιπάλων της· τις κατηγορίες της εθνικής προδοσίας τις άκουγε πάντα εκείνη και η ίδια απεχθανόταν τα πατριδόμετρα. Όμως η φτώχεια παραγωγής πολιτικής  σε οδηγεί να αρδεύσεις από τα  χαμηλά ένστικτα της κοινωνίας. 

Ή και τα ακόμα χαμηλότερα. Το ηθικό πλεονέκτημα έγινε στις μέρες μας ηθικολογικό και τώρα η έγνοια τους είναι, όχι να αποδείξουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το κόμμα των καλύτερων λύσεων για την κοινωνία αλλά ότι η Νέα Δημοκρατία είναι το κόμμα των παιδεραστών και διεστραμμένων. 


Αγνοώντας κάθε αρχή που πηγάζει από την παράδοση της ανανεωτικής Αριστεράς που αποστρέφεται τη συλλογική ευθύνη και την κοινωνική ενοχοποίηση, επανέρχεται με ένα καταγγελτικό νεοπουριτανισμό που προέρχεται από τα πιο συντηρητικά, μικροαστικά κύτταρα της κοινωνίας μας κάνοντας πολιτική της κουτσομπόλας της γειτονιάς. Και με την ευκολία που οι δεξιοί παλιά θεωρούσαν συνοδοιπόρους όποιους μιλούσαν σε κομμουνιστές τώρα οι ίδιοι υποψιάζονται για παιδόφιλο όποιον μιλούσε στον Λιγνάδη. 

Ο Αλέξης Τσίπρας δεν είναι υπόλογος που τοποθέτησε τον Γιώργο Κιμούλη στην Επιτροπή Συνταγματικής Αναθεώρησης επειδή κλωτσούσε ανθρώπους, αλλά επειδή ήταν άσχετος με το αντικείμενο. Επίσης δεν είναι υπόλογος που έκανε υφυπουργό Κοινωνικών Ασφαλίσεων τον Παύλο Χαϊκάλη γιατί έκανε πρόστυχα τηλεφωνήματα, αλλά επειδή προφανώς δεν είχε τα προσόντα για τη θέση. 

Ο Δημήτρης Λιγνάδης, κατά γενική ομολογία, πληρούσε τις καλλιτεχνικές προϋποθέσεις για να καταλάβει το πόστο του Διευθυντή του Εθνικού και καμιά φωνή δεν ακούστηκε στην αντίθετη κατεύθυνση. Είναι βάσιμο το επιχείρημα ότι θα ήταν προτιμότερο να είχε επιλεγεί μετά από προκήρυξη της θέσης και κρίση αλλά μια τέτοια διαδικασία επίσης  δεν σε διασφαλίζει για  την ηθική ακεραιότητα ενός υποψηφίου με λευκό ποινικό μητρώο αφού, ευτυχώς, όταν πρόκειται να καταλάβουμε μια δημόσια θέση δεν μας ψάχνει την ιδιωτική μας ζωή η ΕΥΠ. Ελπίζω δηλαδή. 

Κατά τα λοιπά, στον δημόσιο χώρο είμαστε όλοι καταδικασμένοι να συναλλασσόμαστε με το φωτεινό κομμάτι του άλλου. Είμαστε υποχρεωμένοι να δεχόμαστε την επίσημη ταυτότητά του και να μην κάνουμε υποθέσεις για την ιδιωτική του ζωή. Αυτό έχει και παρενέργειες τύπου Λιγνάδη ασφαλώς, αλλά είναι ο μόνος τρόπος να συνυπάρχουμε χωρίς να κάνουμε κυνήγι μαγισσών. 


Αυτονόητη είναι ασφαλώς  η υποχρέωσή μας να καταγγέλλουμε τις παραβατικές συμπεριφορές όπου τις διαπιστώνουμε και αυτό δεν ξέρω αν αφορά κυρίως συναδέλφους του τέως διευθυντή, αδιάφορο δεξιούς ή αριστερούς. Επίσης δεν  είναι δουλειά μας ούτε να αθωώνουμε ούτε να καταδικάζουμε πολίτες, αυτό είναι δουλειά της Δικαιοσύνης και κανενός υπουργού. Αλλά πάει πολύ να υπάρχει τέτοια κακοπιστία και ασέβεια μεταξύ των πολιτικών ώστε να κατηγορείται ο Πρωθυπουργός και η υπουργός με όρους κουτσομπολιού ότι γνώριζε το ποιόν του ανθρώπου. Αυτό αφορά τον Αλέξη Τσίπρα προσωπικά και την αδυναμία του να αρθεί στο μεγαλείο ενός ηγέτη της αστικής μας δημοκρατίας που απαιτεί σεβασμό των πολιτικών αντιπάλων σε ανθρώπινο επίπεδο.



 Πηγή: Protagon.gr