Το 3% των φορολογουμένων πληρώνει το 42% του φόρου εισοδήματος, σύμφωνα με τα στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (ανάλυση εισοδημάτων που δηλώθηκαν το 2015). Τα ποσοστά αυτά αντιστοιχούν σε 267.480 φορολογουμένους με εισόδημα άνω των 30.000 ευρώ, οι οποίοι δηλώνουν εισοδήματα ύψους 35 δισ. ευρώ.
πως προκύπτει από τα στοιχεία της ΓΓΔΕ, 1.176.043 φορολογούμενοι δεν κατέβαλαν κανέναν φόρο στο ελληνικό Δημόσιο, ενώ 1.304.634 δήλωσαν εισοδήματα έως 1.000 ευρώ.
Σχεδόν το 50% (3,98 εκατ.) των φορολογουμένων δηλώνει εισοδήματα έως 5.000 ευρώ, κάτι που αφενός δείχνει το μέγεθος της φτώχειας στην Ελλάδα, αφετέρου καταδεικνύει το μέγεθος της φοροδιαφυγής, το οποίο δεν αντιμετωπίζεται από τους φοροελεγκτικούς μηχανισμούς.
Επί της ουσίας, τα δύο σημεία στα οποία θα έπρεπε να εστιαστεί η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης είναι στη στήριξη των ασθενέστερων ομάδων του πληθυσμού μέσω της δημιουργίας θέσεων εργασίας και στον περιορισμό της φοροδιαφυγής.
Σχεδόν το 50% (3,98 εκατ.) των φορολογουμένων δηλώνει εισοδήματα έως 5.000 ευρώ, κάτι που αφενός δείχνει το μέγεθος της φτώχειας στην Ελλάδα, αφετέρου καταδεικνύει το μέγεθος της φοροδιαφυγής, το οποίο δεν αντιμετωπίζεται από τους φοροελεγκτικούς μηχανισμούς.
Επί της ουσίας, τα δύο σημεία στα οποία θα έπρεπε να εστιαστεί η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης είναι στη στήριξη των ασθενέστερων ομάδων του πληθυσμού μέσω της δημιουργίας θέσεων εργασίας και στον περιορισμό της φοροδιαφυγής.
Τα εισοδήματα των ελευθέρων επαγγελματιών ανέρχονται στα 4,824 δισ. ευρώ, των αγροτών στα 1,344 και στα 769,5 εκατ. ευρώ των ναυτικών.
Όπως αναφέρει ο ΣΕΒ στο εβδομαδιαίο δελτίο του, η ακραία αναδιανομή του εισοδήματος μέσω υπερφορολόγησης των συνεπών φορολογουμένων και των μισθωτών με τα σχετικά υψηλότερα εισοδήματα έχει πλέον φτάσει στα όριά της. Μήπως θα ήταν, συνεπώς, προτιμότερο, για να μην αμβλύνονται τα κίνητρα για εργασία και παραμονή στη χώρα όσων παράγουν και δημιουργούν το μεγαλύτερο μέρος των φορολογικών εσόδων, να στηρίξουμε τα χαμηλότερα εισοδήματα με την πάταξη της φοροδιαφυγής και τη δημιουργία θέσεων εργασίας μέσω χαμηλότερων φόρων και μέσω επενδύσεων και ανάπτυξης;
Το 2015 στην Ελλάδα 1,2 εκατ. φορολογούμενοι δήλωσαν μηδενικό εισόδημα και 4,6 εκατ. φορολογούμενοι δήλωσαν εισόδημα έως €10.000, καταβάλλοντας κατά κεφαλή φόρο €139, συνεισφέροντας το 7,5% των εσόδων του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων. Την ίδια ώρα 267 χιλιάδες φορολογούμενοι με ετήσιο δηλωμένο εισόδημα άνω των €30.000 κατέβαλαν ο καθένας, κατά μέσο όρο, €13.790 φόρο και αθροιστικά πλήρωσαν το 42% του συνόλου του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων και της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης που εισέπραξε το κράτος. Η κυβέρνηση ήδη εξετάζει το ενδεχόμενο να καθιερώσει ανώτατο φορολογικό συντελεστή 60%μαζί με την έκτακτη εισφορά.
Ένας τόσο υψηλός συντελεστής, μαζί με τις ασφαλιστικές εισφορές και τους φόρους περιουσίας θα ισοδυναμεί με δήμευση εισοδήματος. Τίθεται λοιπόν το ερώτημα. Αλήθεια, για πόσο καιρό θα επιβιώσουν όσοι φορολογούμενοι έχουν ακόμα υψηλά (!) εισοδήματα, για να καλύπτονται οι ανάγκες ενός κράτους και μιας κοινωνίας που φτωχοποιείται ραγδαία;
Και όταν και αυτοί χάσουν τα εισοδήματά τους ή ρίξουν μαύρη πέτρα πίσω τους, πώς θα πληρωθούν οι συντάξεις 2,7 εκατ. συνταξιούχων, οι μισθοί 700.000 εργαζόμενων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και η κοινωνική πρόνοια των αναξιοπαθούντων συμπολιτών μας; Μήπως μακροπρόθεσμα η μη δημευτική φορολόγηση είναι η πιο φιλολαϊκή πολιτική καθώς θα επιτρέψει την επιβίωση των φορολογούμενων που τελικά «πληρώνουν τον λογαριασμό»; Η ακραία αναδιανομή εισοδήματος είναι στην πράξη αναδιανομή μιζέριας διότι αποτρέπει τις επενδύσεις, την ανάπτυξη και τη δηλωμένη αξιοπρεπή εργασία.
πηγή:imerisia.gr