Παρασκευή 8 Νοεμβρίου 2019

Όταν η Η“ιμπεριαλιστική” Ελλάδα ζήτησε βοήθεια από την Σοβιετική Ένωση το 1940, ο «μέγας» Στάλιν όμως… - Το αισχρό σύμφωνο Ρίμπεντροπ – Μολότοφ




Το αισχρό σύμφωνο Ρίμπεντροπ – Μολότοφ υπεγράφη στις 23 Αυγούστου 1939. Μέχρι σήμερα οι ένθερμοι οπαδοί της «μεγάλης σοβιετικής πατρίδας των λαών» υποστηρίζουν πως στόχος του «πατερούλη» Στάλιν ήταν το κέδρος χρόνου ώστε να μπορέσει η ΕΣΣΔ να αμυνθεί του χιτλερικού φασισμού.
Ότι ο Στάλιν ήθελε να κερδίσει χρόνο ισχύει. Αυτό όμως δεν τον εμπόδισε διόλου να βοηθά τον σύμμαχό του Χίτλερ παντοιοτρόπως, παραχωρώντας του πολύτιμο πετρέλαιο, σιτηρά και άλλες πρώτες ύλες απαραίτητες για τη γερμανική – φασιστική βέβαια, πολεμική προσπάθεια κατά των δυτικών «ιμπεριαλιστών».
Στην τελευταία κατηγορία των «κακών ιμπεριαλιστών» περιλαμβανόταν και η Ελλάδα, η οποία, ως γνωστόν, ήταν μια «πλουτοκρατική χώρα με αποικίες που έπινε το αίμα των Αφρικανών και των Ασιατών»…
Όταν, την 28η Οκτωβρίου 1940, η φασιστική Ιταλία του γελοίου Μουσολίνι επιτέθηκε στην «ιμπεριαλιστική» Ελλάδα, η Σοβιετία και ο «μέγας» Στάλιν που ακόμα εξυμνούν κάποιοι ανόητοι στην Ελλάδα, δεν αντέδρασε. Δεν είχε καν μια κουβέντα συμπάθειας να εκφέρει για έναν μικρό λαό που πολεμούσε για την ελευθερία του απέναντι σε μια πραγματικά φασιστική και ιμπεριαλιστική χώρα που όμως ήταν σύμμαχος…
Η μικρή Ελλάδα, αγωνιζόμενη κατά μιας μεγάλης ευρωπαϊκής δύναμης, ζήτησε βοήθεια από παντού. Οι στρατιωτικές της ανάγκες ήταν τόσο μεγάλες και επείγουσες που ο Μεταξάς χτύπησε κάθε διαθέσιμη πόρτα αναζητώντας οπλισμό και πυρομαχικά.
Μεταξύ αυτών, άγνωστο εν πολλοίς, χτύπησε και την πόρτα της κοπτόμενης για την ελευθερία των λαών Σοβιετικής Ένωσης του «πατερούλη» Στάλιν, αυτού ο «ήρωας» Μπελογιάννης εξυμνούσε αργότερα, αυτού που ακόμα και σήμερα θεωρούν μέγα ηγέτη ορισμένοι εν Ελλάδι.
Στα τέλη Δεκεμβρίου 1940 ο Έλληνας υφυπουργός Στρατιωτικών Νικόλαος Παπαδήμας, επισκέφτηκε τον Σοβιετικό πρέσβη στην Αθήνα και του επέδωσε επίσημο αίτημα της Ελλάδας για προμήθεια όπλων και πυρομαχικών. Είχε προηγηθεί ανάλογη κρούση νωρίτερα, αλλά η ΕΣΣΔ δεν είχε καν κάνει τον κόπο να απαντήσει.
Ο πρέσβης έλαβε το έγγραφο και υποσχέθηκε να απαντήσει αφού πρώτα συνεννοηθεί με την κυβέρνησή του. Απάντηση όμως δεν δόθηκε ποτέ… Η μικρή Ελλάδα, ένα σκουπίδι του ιμπεριαλισμού, δεν άξιζε τη βοήθεια της πατρίδας της «λαϊκής δημοκρατίας»… Η φασιστική Ιταλία όμως άξιζε τουλάχιστον την ανοχή της ΕΣΣΔ.
Η πολιτική είναι ψυχρή, ρεαλιστική σε βαθμό κακουργήματος. Το να αναζητά κανείς ρομαντισμό σε αυτή είναι σα να ψάχνει ψύλλο στα άχυρα. Ωστόσο τέτοια ανακολουθία λόγων και έργων δύσκολα μπορεί κανείς να βρει στην ιστορία.
Η μικρή Ελλάδα, αυτή η άθλια ιμπεριαλιστική δύναμη, που ήθελε να κατακτήσει την καλή φασιστική Ιταλία, έγραψε, παρόλα αυτά, χρυσές σελίδες δόξας και ΕΣΩΣΕ, κυριολεκτικά, το κεφάλι του Στάλιν, καθυστερώντας την γερμανική εναντίον της ΕΣΣΔ επίθεση… Έτσι για να μην ξεχνιόμαστε.


Απόφαση "Βόμβα" Δικαστηρίου: Αντισυνταγματικές οι περικοπές στις συντάξεις του 2012 και η κατάργηση των Δώρων! Χορηγεί αναδρομικά με τόκο 6% META την έκδοση των αποφάσεων του ΣτΕ!






Ιδού η απόφαση 15650/31-10-2019
Δημοσιεύθηκε χτες η υπ’αριθ. 15650/2019 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, επί αγωγής κατά του ΕΦΚΑ. Με την αγωγή της η ενάγουσα, συνταξιούχος του ΕΤΑΑ-ΤΑΝ, ζητούσε να της καταβληθούν τα ποσά που αντιστοιχούν στις μνημονιακές περικοπές που έγιναν στη σύνταξή της, βάσει του άρθρου 6 του ν. 4051/2012 και του άρθρου πρώτου παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ.5 περ. 1 του ν. 4093/2012, κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2016 έως 31.12.2017.
Η έκδοση αυτής της απόφασης, όπως και της υπ’αριθ. 15023/2019 που είχαμε αναδείξει με την από 31-10-2019 ανακοίνωσή μας, είναι πολύ σημαντική αφού εκδόθηκε μετά τις υπ’αριθ. 1888-1891/2019 αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου Επικρατείας!
Η δεκτή για την ενάγουσα απόφαση υποχρεώνει τον ΕΦΚΑ να της καταβάλλει το ποσό των 3.358,80 ευρώ και μάλιστα νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής.
Ιδού η απόφαση 15650/31-10-2019
ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Τμήμα  20ο  Μονομελές
σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε  δημόσια στο ακροατήριό του την 15.6.2018, με δικαστή τον Ιωάννη Αποστολάκη, Πρωτοδίκη Δ.Δ., και γραμματέα τον ……….., δικαστικό υπάλληλο,
γ ι α  να δικάσει την αγωγή, με ημερομηνία κατάθεσης 2.1.2018,
τ η ς  ΙΠΑ, η οποία παραστάθηκε δια ………..
κ α τ ά  τ ο υ  Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης» (Ε.Φ.Κ.Α.), που εκπροσωπείται από το Διοικητή του και παραστάθηκε με δήλωση.
Κατά τη συζήτηση, η ενάγουσα ανέπτυξε τους ισχυρισμούς της και ζήτησε όσα αναφέρονται στα πρακτικά.
Η κρίση του Δικαστηρίου είναι η εξής:
1. Επειδή, με την κρινόμενη αγωγή, για την άσκηση της οποίας δεν απαιτείται καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου, ως εκ του αντικειμένου της και του ύψους του διεκδικούμενου με αυτή ποσού (άρθρο 274 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ.), ζητείται, παραδεκτώς, να υποχρεωθεί το εναγόμενο, με απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινώς εκτελεστή, να καταβάλει νομιμοτόκως στην ενάγουσα, συνταξιούχο του Τομέα Ασφάλισης Νομικών (Τ.Α.Ν.) του Ε.Φ.Κ.Α., (…..), ως αποζημίωση, κατ’ άρθρα 105 και 106 του Εισ.Ν.Α.Κ., το ποσό των 3.358,80 ευρώ. Το ποσό αυτό διεκδικείται από την ενάγουσα προς αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη από τις παράνομες, κατά τους ισχυρισμούς της, περικοπές που επιβλήθηκαν, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 6 του ν. 4051/2012 και του άρθρου πρώτου παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ.5 περ. 1 του ν. 4093/2012, στη σύνταξη γήρατος που έλαβε (αρχικώς από το Ε.Τ.Α.Α και, στη συνέχεια, από τον Ε.Φ.Κ.Α.) κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2016 έως 31.12.2017.
2. Επειδή, προς εφαρμογή του εγκριθέντος κατά το έτος 2012 δεύτερου «Μνημονίου Συνεννόησης» (ν. 4046/2012), ακολούθησαν το ίδιο αυτό έτος, δύο νομοθετήματα με αντικείμενο την περαιτέρω – μετά από διαδοχικές περικοπές – περιστολή κυρίων και επικουρικών συντάξεων: Ο ν. 4051/2012 (Α’ 40), με το άρθρο 6 του οποίου μειώθηκαν αναδρομικά κατά 12% οι κύριες συντάξεις που υπερβαίνουν τα 1.300 ευρώ και οι επικουρικές συντάξεις, με κλιμάκωση του ποσοστού μείωσης (10%, 15% και 20%) αναλόγως του ύψους αυτών και με κατοχύρωση κατώτατου ορίου 200 ευρώ, καθώς και ο ν. 4093/2012 (Α’ 222), με το άρθρο πρώτο του οποίου, αφενός μεν, μειώθηκαν εκ νέου, σε ποσοστό από 5% έως και 20%, οι από οποιαδήποτε πηγή και για οποιαδήποτε αιτία συντάξεις που υπερβαίνουν αθροιστικώς τα 1.000 ευρώ, αφετέρου δε καταργήθηκαν πλέον για όλους τους συνταξιούχους τα επιδόματα και δώρα Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας. Στις αιτιολογικές εκθέσεις των εν λόγω διατάξεων δεν μνημονεύονται καθόλου οι προηγηθείσες περικοπές, η δε λήψη των νέων μέτρων αιτιολογείται με γενική αναφορά στις «δημοσιονομικές ανάγκες της χώρας», στη «δυσμενή οικονομική κατάσταση συγκεκριμένων ασφαλιστικών φορέων» και στην ανάγκη «να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα όλων των φορέων κοινωνικής ασφάλισης…».
Στο δεύτερο αυτό Μνημόνιο προβλεπόταν σχετικώς ότι «για την πορεία δημοσιονομικής προσαρμογής του προγράμματος» και ενόψει «των συνεχών προβλημάτων της Ελλάδας με τη φορολογική συμμόρφωση» θα χρειαζόταν η λήψη «επιπρόσθετων μέτρων», ότι «το μεγαλύτερο μέρος της προσαρμογής θα επιτυγχανόταν μέσω περικοπών δαπανών που θα αποσκοπούσαν στη μόνιμη μείωση του μεγέθους του κράτους», ότι «πολλές από αυτές τις περικοπές θα έπρεπε να αφορούν τις κοινωνικές μεταβιβάσεις» και ότι «η μεγάλη εναπομείνασα δημοσιονομική προσαρμογή θα έπρεπε κατ’ ανάγκη να περιλαμβάνει περαιτέρω προσαρμογές των συντάξεων … με τρόπο που να προστατεύονται οι χαμηλοσυνταξιούχοι…» (ΣτΕ Ολομ. 2287/2015 σκ. 23).
3. Επειδή, οι διατάξεις αυτές ψηφίστηκαν όταν είχε πλέον παρέλθει διετία από τον πρώτο αιφνιδιασμό της οικονομικής κρίσης και αφού εν τω μεταξύ είχαν σχεδιασθεί και ληφθεί τα βασικά μέτρα για την αντιμετώπισή της. Επομένως, κατά την επιχειρηθείσα με τις διατάξεις αυτές νέα, για πολλοστή φορά, περικοπή συνταξιοδοτικών παροχών της ίδιας ομάδας θιγόμενων, ο νομοθέτης δεν δικαιολογούνταν πλέον να προχωρήσει στην ψήφιση των σχετικών ρυθμίσεων χωρίς ειδική έρευνα του αντικειμένου αυτών, αλλά όφειλε να προβεί σε εμπεριστατωμένη μελέτη, προκειμένου να διαπιστώσει και να αναδείξει τεκμηριωμένα ότι η λήψη των συγκεκριμένων μέτρων ήταν συμβατή με τις σχετικές συνταγματικές δεσμεύσεις, τις απορρέουσες, μεταξύ άλλων, από τον θεσμό της κοινωνικής ασφάλισης, τις αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας και την προστασία της αξίας του ανθρώπου.
Ειδικότερα, στο πλαίσιο της μελέτης αυτής, όφειλε, κατ’ αρχάς, ο νομοθέτης να προβεί σε συνολική εκτίμηση των παραγόντων που προκάλεσαν το πρόβλημα το οποίο επικαλείται ως προς τη βιωσιμότητα των ασφαλιστικών οργανισμών (και, μάλιστα, ενός εκάστου εξ αυτών, ενόψει της διοικητικής και οικονομικής του αυτοτέλειας), και, ενόψει των παραγόντων αυτών – όπως είναι η μείωση της αξίας, μέσω του PSI (ν. 4050/2012), των διαθεσίμων κεφαλαίων των εν λόγω οργανισμών, κυρίως δε, η παρατεινόμενη ύφεση και η συνακόλουθη αύξηση της ανεργίας, στις οποίες ουσιωδώς συμβάλλει η πτώση του βιοτικού επιπέδου μεγάλων κατηγοριών του πληθυσμού συνεπεία μέτρων αντίστοιχων με τα επίδικα (μειώσεις συντάξεων και μισθών) ή φορολογικών επιβαρύνσεων– να κρίνει για την προσφορότητα των επίδικων αυτών μέτρων.
Τούτο δε ενόψει και της διαπίστωσής του ότι τα αντίστοιχα μέτρα που είχε λάβει μέχρι τότε (μειώσεις συντάξεων και μισθών) δεν είχαν αποδώσει τα αναμενόμενα και ότι η οικονομική ύφεση είχε ενταθεί με ρυθμούς που είχαν ανατρέψει τις αρχικές προβλέψεις. Ακόμη δε κι αν τα επίδικα μέτρα κρίνονταν πρόσφορα, κατά τα ανωτέρω, ο νομοθέτης έπρεπε, περαιτέρω, να μελετήσει και να αποφανθεί αιτιολογημένα για την αναγκαιότητά τους, εξετάζοντας την ύπαρξη τυχόν εναλλακτικών επιλογών και συγκρίνοντας τα οφέλη και τα μειονεκτήματα της καθεμιάς για τους επιδιωκόμενους δημόσιους σκοπούς (δημοσιονομική προσαρμογή, βιωσιμότητα των ασφαλιστικών οργανισμών, διασφάλιση ικανοποιητικού, κατ’ άρθρο 22 παρ. 5 του Συντάγματος, επιπέδου ζωής των ασφαλισμένων).
Τέλος, εφόσον, πάντως, κατόπιν των ανωτέρω, ο νομοθέτης επέλεγε, όπως εν προκειμένω, να προβεί σε συγκεκριμένες περικοπές συντάξεων (επιλογή, κατ’ αρχήν, δικαστικώς ανέλεγκτη), όφειλε προηγουμένως να εξετάσει με τρόπο επιστημονικό και δικαστικά ελέγξιμο, αν οι επιπτώσεις των περικοπών τούτων στο βιοτικό επίπεδο των θιγόμενων, αθροιζόμενες με τις επιπτώσεις από τα ήδη ληφθέντα γενικά μέτρα αντιμετώπισης της κρίσης (όπως οι αλλεπάλληλες φορολογικές επιβαρύνσεις) και συνδυαζόμενες με τις ευρύτερες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες της διανυόμενης έκτακτης περιόδου (κόστος αγαθών και υπηρεσιών, περικοπές παροχών υγείας, ανεργία και επίδρασή της στο οικογενειακό εισόδημα, έκταση και περιεχόμενο δανειοληπτικών υποχρεώσεων), οδηγούν σε ανεπίτρεπτη μείωση του επιπέδου ζωής των συνταξιούχων κάτω του ορίου εκείνου που συνιστά τον συνταγματικό πυρήνα του κοινωνικο ασφαλιστικού τους δικαιώματος, τη χορήγηση, δηλαδή, στον συνταξιούχο παροχών τέτοιων που να του επιτρέπουν να διαβιώνει με αξιοπρέπεια, εξασφαλίζοντας τους όρους όχι μόνο της φυσικής του υπόστασης (διατροφή, ένδυση, στέγαση, βασικά οικιακά αγαθά, θέρμανση, υγιεινή και ιατρική περίθαλψη όλων των βαθμίδων), αλλά και της συμμετοχής του στην κοινωνική ζωή με τρόπο που δεν αφίσταται, πάντως, ουσιωδώς από τις αντίστοιχες συνθήκες του εργασιακού του βίου (πρβλ. απόφαση του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας της 9-2-2010, -1 BvL 1/09-, -1 BvL 3/09-, -1 BvL 4/09-, ιδίως Rn. 135). Από κανένα όμως στοιχείο δεν προκύπτει ότι ως προς τα ανωτέρω ζητήματα έλαβε χώρα τέτοια μελέτη.
Πέραν δε τούτου, δεν προκύπτει ούτε ότι ελήφθησαν υπόψη οι κρίσιμες, στην προκείμενη περίπτωση, συνταγματικές παράμετροι: οι αρχές της κοινωνικής αλληλεγγύης (άρθρο 25 παρ. 4 του Συντάγματος) και της ισότητας στα δημόσια βάρη (άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος), οι οποίες επιτάσσουν να κατανέμεται εξίσου το βάρος της δημοσιονομικής προσαρμογής μεταξύ όλων των πολιτών, καθώς και η αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος), συμφώνως προς την οποία το συγκεκριμένο μέτρο πρέπει να είναι πράγματι πρόσφορο και αναγκαίο για την αντιμετώπιση του προβλήματος (πρβλ. ΣτΕ Ολομ. 2192-2196/2014). Και τούτο διότι, όπως συνάγεται από τις οικείες προπαρασκευαστικές εργασίες, μόνο κριτήριο για τη θέσπιση των σχετικών μέτρων απετέλεσε η συμβολή τους στη μείωση των δημοσίων δαπανών και τη «δημοσιονομική προσαρμογή».
Ακόμη δε και η αναφορά στην «δυσμενή οικονομική κατάσταση» των ασφαλιστικών οργανισμών, ως βασικής αιτίας του προβλήματος, γίνεται αορίστως, είτε για όλους τους οργανισμούς συλλήβδην είτε για κάποιους μη κατονομαζόμενους, χωρίς να εκτιμάται συγκεκριμένα η κατάσταση καθενός από αυτούς (ενόψει της οικονομικής αυτοτέλειάς τους και των επιβαλλομένων, αναλόγως, διαφοροποιήσεων) και χωρίς να αναφέρεται αν και πώς συνέβαλε το κράτος, κατά τη συνταγματική του υποχρέωση, στη διασφάλιση της βιωσιμότητάς τους.
Άλλωστε, αντιθέτως προς όσα εκτίθενται παραπάνω ως προς τις υποχρεώσεις του κράτους για την κοινωνική ασφάλιση, οι επίμαχες νομοθετικές ρυθμίσεις διέπονται από την, υπό το «νέο ασφαλιστικό σύστημα», συνταγματικώς μη ανεκτή αντίληψη ότι το κράτος ρυθμίζει απλώς και οργανώνει την κοινωνική ασφάλιση, χωρίς και να υποχρεούται να συμμετέχει στη χρηματοδότηση των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης ή ότι η υποχρέωση αυτή μπορεί να αναπληρώνεται με παροχές προνοιακού χαρακτήρα, καθώς και ότι η διασφάλιση της βιωσιμότητας των εν λόγω οργανισμών απόκειται στους ίδιους τους ασφαλισμένους, συναρτώμενη, προεχόντως ή και αποκλειστικώς, με τη μαθηματική σχέση μεταξύ καταβαλλόμενων εισφορών και χορηγούμενων παροχών.
Κατόπιν τούτων, οι ανωτέρω διατάξεις των νόμων 4051 και 4093/2012 αντίκεινται στις προπαρατεθείσες συνταγματικές διατάξεις και είναι, ως εκ τούτου, ανίσχυρες και μη εφαρμοστέες˙ η αντίθεση δε των διατάξεων τούτων προς το Σύνταγμα αφορά στις περικοπές όχι μόνο των κύριων αλλά και των επικουρικών συντάξεων. Τούτο δε διότι ο υποχρεωτικός χαρακτήρας της επικουρικής κοινωνικής ασφάλισης, η οποία παρέχεται από το Ε.Τ.Ε.Α. και άλλους φορείς και η, συνεπεία τούτου, λειτουργία αυτών υπό μορφή νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου (ΑΕΔ 87/1997, ΣτΕ Ολομ. 5024/1987) δικαιολογούνται από τον δημόσιο σκοπό τον οποίο οι φορείς αυτοί υπηρετούν, κατά το άρθρο 22 παρ. 5 του Συντάγματος, συμβάλλοντας – μέσω της χορήγησης παροχών συμπληρωματικών σε σχέση με τις χορηγούμενες από τους φορείς υποχρεωτικής κύριας ασφάλισης – στη διασφάλιση υπέρ των συνταξιούχων ενός ικανοποιητικού επιπέδου διαβίωσης, κατά το δυνατόν εγγύς εκείνου το οποίο είχαν αυτοί κατά τη διάρκεια του εργασιακού τους βίου.
Ενόψει δε του εν λόγω δημόσιου σκοπού, το κράτος, ανεξαρτήτως αν μέχρι σήμερα δεν έχει προβλεφθεί τακτική κρατική χρηματοδότηση των φορέων της υποχρεωτικής επικουρικής κοινωνικής ασφάλισης, υποχρεούται, πάντως, κατά την ανωτέρω συνταγματική διάταξη, να συμμετέχει στη χρηματοδότηση και των φορέων τούτων, προς κάλυψη των ελλειμμάτων τους. Επιπλέον, υπό τα ανωτέρω δεδομένα, με τις ως άνω διατάξεις και την επέμβαση που επέρχεται μέσω αυτών στα δικαιώματα των ενδιαφερομένων, κλονίζεται η δίκαιη ισορροπία μεταξύ του γενικού συμφέροντος που τις υπαγόρευσε και των περιουσιακών δικαιωμάτων των θιγόμενων συνταξιούχων, καθώς παραβιάστηκε ο πυρήνας του συνταξιοδοτικού τους δικαιώματος και, ως εκ τούτου, με τις εν λόγω διατάξεις παραβιάζεται και το άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. (ΣτΕ Ολομ. 2287/2015 σκ. 24).
4. Επειδή, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα (Εισ.Ν.Α.Κ., π.δ. 456/1984, Α΄ 164), για την στοιχειοθέτηση ευθύνης του Δημοσίου προς αποζημίωση λόγω πράξης ή παράλειψης των οργάνων του κατά την άσκηση της ανατεθειμένης σε αυτά δημόσιας εξουσίας, απαιτείται, μεταξύ άλλων, η πράξη ή παράλειψη να είναι παράνομη. Εκ του ότι δε ο νομοθέτης είτε με νόμο είτε με διοικητική κανονιστική πράξη που εκδόθηκε κατ΄ εξουσιοδότηση νόμου, καθορίζει γενικότερα τους όρους του αδίκου, παρέπεται ότι δεν μπορεί να προκύψει, έστω και εάν προκαλείται ζημία σε τρίτο, ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση, κατ΄ εφαρμογήν του άρθρου 105 του Εισ.Ν.Α.Κ., από την εκ μέρους της πολιτείας νομοθέτηση με τα αρμόδια αυτής όργανα ή από την παράλειψη των οργάνων αυτών να νομοθετήσουν, εκτός εάν από την νομοθέτηση ή την παράλειψή της γεννάται αντίθεση προς κανόνες δικαίου υπέρτερης τυπικής ισχύος. Στην τελευταία αυτήν περίπτωση, όταν οι επιζήμιες συνέπειες δεν επέρχονται απευθείας από την επίμαχη διάταξη αλλά επέρχονται από την εφαρμογή του ως άνω κανόνα δικαίου, δηλαδή από την πράξη της Διοίκησης που τον εφαρμόζει στην ατομική περίπτωση, η ευθύνη έναντι του ζημιωθέντος προκύπτει όχι από τον κανόνα δικαίου αλλά από την τελευταία αυτήν πράξη (βλ. ΣτΕ Ολομ. 4741/2014, 479, 480, 481/2018), με συνέπεια την δημιουργία ευθύνης του ν.π.δ.δ., όργανο του οποίου εξέδωσε την πράξη αυτή, κατά τα άρθρα 105-106 του Εισ.Ν.Α.Κ. Η δε αποζημίωση προς αποκατάσταση της κατά τα ανωτέρω ζημίας περιλαμβάνει, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 298 του Αστικού Κώδικα, την πλήρη αποκατάσταση της θετικής και αποθετικής ζημίας του ζημιωθέντος. Συνεπώς, στην εν λόγω αποζημίωση περιλαμβάνεται τόσο η αποκατάσταση της ζημίας την οποία υπέστη η υπάρχουσα πριν την παράνομη πράξη ή παράλειψη των δημοσίων οργάνων περιουσία του ζημιωθέντος, όσο και η αποκατάσταση της ζημίας την οποία υπέστη αυτός με τη στέρηση, εξαιτίας της παράνομης πράξης ή παράλειψης, παροχών τις οποίες μετά πιθανότητας, κατά την συνήθη πορεία των πραγμάτων ή τις ειδικές περιστάσεις, θα αποκόμιζε εάν δεν είχε μεσολαβήσει η παράνομη αυτή πράξη ή παράλειψη (ΣτΕ 528/2014, 1283, 1284/2016, 1369/2018 επταμ. κ.ά.).
5. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα ακόλουθα: Με τις ………. πράξεις του Διευθυντή Παροχών του Ταμείου Νομικών η ενάγουσα δικαιώθηκε, αντίστοιχα, σύνταξης, από δικό της δικαίωμα, βάσει συνολικού συντάξιμου χρόνου 36 ετών, 4 μηνών και 27 ημερών, και λόγω θανάτου του συζύγου της, ……….., συνολικού (μικτού) ποσού 512,37 ευρώ μηνιαίως, καταβλητέας από 29.12.2017. Επί του ως άνω ποσού σύνταξης επιβλήθηκαν, κατά το ένδικο χρονικό διάστημα από 1.1.2016 έως 31.12.2017, όπως προκύπτει από τα προσκομισθέντα από την ενάγουσα οικεία ενημερωτικά σημειώματα συντάξεών της, καθώς και από την έκθεση απόψεων του εναγόμενου, περικοπές, αφενός ποσού 46,84 ευρώ ανά μήνα (πλην του Ιανουαρίου του έτους 2017, που ανήλθε σε 48,34 ευρώ), κατ’ εφαρμογή του ν. 4051/2012, και αφετέρου ποσού 93,11 ευρώ ανά μήνα (πλην του Ιανουαρίου του έτους 2017, που ανήλθε σε 92,80 ευρώ), κατ’ εφαρμογή του ν. 4093/2012, ήτοι συνολικού ποσού 139,95 (46,84 + 93,11) ευρώ ανά μήνα.
Ήδη, με την κρινόμενη αγωγή, όπως αναπτύσσεται με το υπόμνημα και την προσθήκη-αντίκρουση, η ενάγουσα ζητεί να υποχρεωθεί το εναγόμενο, με απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινώς εκτελεστή, να της καταβάλει, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, το ποσό των 3.358,80 ευρώ (€139,95 Χ 24 μήνες), το οποίο αντιστοιχεί στις περικοπές της κύριας σύνταξης που έλαβε για το χρονικό διάστημα από 1.1.2016 έως 31.11.2017, διότι, κατά τους ισχυρισμούς της, μη νομίμως διενεργήθηκαν οι ανωτέρω περικοπές στη σύνταξή της με βάση τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 4051/2012 και του άρθρου πρώτου παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ.5 περ. 1 του ν. 4093/2012, οι οποίες αντίκεινται στις διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 5, 25 παρ. 1 και 4 του Συντάγματος, καθώς και στις διατάξεις της Ε.Σ.Δ.Α. (άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου).
6. Επειδή, ο εναγόμενος Ε.Φ.Κ.Α., με την ………. έκθεση απόψεων και το υπόμνημά του, προβάλλει, μεταξύ άλλων, ότι το μικτό ποσό της σύνταξης της ενάγουσας ανέρχεται σε 512,37 ευρώ το μήνα και οι ένδικες περικοπές, που ανήλθαν, για το κρίσιμο χρονικό διάστημα, στο συνολικό ποσό των 3.359,99 (562,08 + 563,58 + 1.117,32 + 1.117,01) ευρώ, επιβλήθηκαν βάσει διατάξεων νόμων, που εξακολουθούν να ισχύουν. Προσθέτει, δε, ότι μετά την έκδοση των 2287-8/2015 αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας, έχει αποσταλεί ερώτημα προς το εποπτεύον Υπουργείο για το χειρισμό των σχετικών αιτήσεων, που έχουν υποβληθεί για παύση κρατήσεων και επιστροφή ποσών, ωστόσο, όπως ισχυρίζεται, οι αποφάσεις αυτές ισχύουν μόνο μεταξύ των προσώπων που ήταν διάδικοι και δεν δεσμεύουν τη Διοίκηση κατά την κρίση της επί άλλων υποθέσεων.
7. Επειδή, με τα ανωτέρω δεδομένα, το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην τρίτη σκέψη της παρούσας, οι μειώσεις που επήλθαν στην κύρια σύνταξη της ενάγουσας, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 6 του ν. 4051/2012 και του άρθρου πρώτου παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ.5 περ. 1 του ν. 4093/2012, είναι αντίθετες στο Σύνταγμα και στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α., κρίνει ότι μη νομίμως περικόπηκε, κατά τα αντίστοιχα ποσά, η κύρια σύνταξη που αυτή έλαβε από το Ε.Τ.Α.Α. και, ακολούθως, από τον Ε.Φ.Κ.Α., κατά τα βασίμως προβαλλόμενα.
Συνεπώς, λόγω της παράνομης αυτής μείωσης, δημιουργείται ευθύνη του εναγόμενου ν.π.δ.δ. προς αποζημίωση της ανωτέρω, σύμφωνα με τα άρθρα 105-106 του Εισ.Ν.ΑΚ. και, ειδικότερα, να καταβάλει σε αυτήν το συνολικό ποσό των 3.359,99 ευρώ  [(€139,95 Χ 23 = €3.218,85) + €141,14], ήτοι ποσό 139,95 ευρώ ανά μήνα, για τα χρονικά διαστήματα από 1.1.2016 έως 31.12.2016 και από 1.2.2017 έως 31.12.2017 και ποσό 141,14 ευρώ για τον Ιανουάριο του 2017 (βλ. σχετ. τα προαναφερόμενα ενημερωτικά σημειώματα συντάξεων). Δεδομένου, όμως, ότι το Δικαστήριο δεν μπορεί να επιδικάσει ποσό μεγαλύτερο του αιτουμένου (άρθρο 80 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ.), το ποσό αποζημίωσης που πρέπει να καταβάλει το εναγόμενο,  νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής την 2.1.2018 (όπως προκύπτει από την …….. έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών ΑΓ), είναι το τελευταίο (αιτούμενο), ήτοι αυτό των 3.358,80 ευρώ, το οποίο, άλλωστε, και δεν αμφισβητείται.
Τέλος, το αίτημα της αγωγής να κηρυχθεί η παρούσα απόφαση προσωρινώς εκτελεστή πρέπει να απορριφθεί, καθόσον η ενάγουσα δεν επικαλείται ούτε αποδεικνύει, κατ’ άρθρο 80 παρ. 3 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ. – ν. 2717/1999, Α’ 97), ότι συντρέχουν στο πρόσωπό της εξαιρετικοί λόγοι που να δικαιολογούν την προσωρινή εκτέλεση αυτής ή ότι η μη άμεση εκτέλεσή της θα της επιφέρει ανεπανόρθωτη βλάβη.
8. Επειδή, κατ’ ακολουθία, πρέπει η αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή και το εναγόμενο ν.π.δ.δ. να υποχρεωθεί να καταβάλλει στην ενάγουσα το ποσό των 3.358,80 ευρώ, νομιμοτόκως από 2.1.2018 μέχρι την εξόφληση. Τέλος, πρέπει τα δικαστικά έξοδα να συμψηφισθούν μεταξύ των διαδίκων, λόγω της εν μέρει νίκης και εν μέρει ήττας αυτών (άρθρο 275 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ.).
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Δέχεται εν μέρει την αγωγή.
Υποχρεώνει τον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (Ε.Φ.Κ.Α.) να καταβάλλει στην ενάγουσα το ποσό των τριών χιλιάδων τριακοσίων πενήντα οκτώ ευρώ και ογδόντα λεπτών του ευρώ (€3.358,80), νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής (2.1.2018) μέχρι την εξόφληση.
Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.
Η απόφαση δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, κατά την έκτακτη δημόσια συνεδρίαση της 31.10.2019.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                       Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ















Μας "αλλάξανε τα φώτα" , με τις υπέρογκες αυξήσεις, σε μισθούς και συντάξεις με τη νέα φορολογική κλίμακα






Tου Σπύρου Δημητρέλη 
Μεγάλους και μικρότερους κερδισμένους έχει η νέα φορολογική κλίμακα που περιλαμβάνεται στο φορολογικό νομοσχέδιο που δόθηκε χθες σε δημόσια διαβούλευση και θα τεθεί σε ισχύ από τα εισοδήματα του 2020. Από τη νέα φορολογική κλίμακα προκύπτουν από το νέο έτος ελαφρύνσεις για τους περισσότερους μισθωτούς και συνταξιούχους (πλην των μισθωτών με ένα παιδί και  εισόδημα άνω των 20.000 ευρώ) ενώ κερδισμένοι είναι όλοι οι ελεύθεροι επαγγελματίες που θα δουν όμως τις μειώσεις του φόρου εισοδήματος (ακόμη και άνω των 1.700 ευρώ) με το εκκαθαριστικό του 2021.
Η νέα κλίμακα έχει ως εξής:

Εισόδημα  Συντελεστής

Έως 10.000  

9% (από 22% που ισχύει σήμερα)
10.001-20.000  22%
20.001-30.00028% (από 29%
30.001-40.000  36% (από 37%)
40.001+44% (από 45%)

'Εκπτωση φόρου 

Η έκπτωση φόρου για μισθωτούς-συνταξιούχους που οδηγεί σε αφορολόγητο όριο διαμορφώνεται ως εξής:
- Άγαμος: 777 ευρώ που συνεπάγεται αφορολόγητο όριο 8.636 ευρώ.
- Έγγαμος με 1 παιδί: 810 ευρώ για να προκύπτει αφορολόγητο 9.000 ευρώ.
- Έγγαμος με 2 παιδιά: 900 ευρώ για να προκύψει αφορολόγητο όριο 10.000 ευρώ.
- Έγγαμος με 3 παιδιά: 1.120 ευρώ που οδηγεί σε αφορολόγητο 11.000 ευρώ.
- Έγγαμος με 4 παιδιά: 1.340 ευρώ που οδηγεί σε αφορολόγητο όριο 12.000 ευρώ.
- Για κάθε επιπλέον τέκνο η έκπτωση φόρου προσαυξάνεται κατά 220 ευρώ
Τα ποσά της έκπτωσης φόρου θα δίνονται στο σύνολό τους για εισόδημα από μισθούς ή συντάξεις έως 12.000 ευρώ. Για εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ οι εκπτώσεις φόρου θα περιορίζονται κατά 20 ευρώ ανά 1.000 ευρώ επιπλέον εισοδήματος.

Φορολογικό βάρος

Οι αλλαγές στο φορολογικό βάρος μισθωτών, συνταξιούχων και ελευθέρων επαγγελματιών στους πίνακες που ακολουθούν 
Μισθωτοί - συνταξιούχοι 




ΚΛΙΚ στην εικόνα για μεγέθυνση 





ΕΠΕΙΓΟΝ; Καταθέτουμε ΑΜΕΣΑ την Ένσταση/Αίτηση Θεραπείας στον ΕΦΚΑ - Ποιες είναι οι σοβαρές συνέπειες για όσους δεν την υποβάλουν - Λήγει η προθεσμία - Υπόδειγμα αίτησης









Χιλιάδες είναι οι αιτήσεις/ ενστάσεις,  θεραπείας που έχουν υποβληθεί μέχρι σήμερα στον ΕΦΚΑ, κατά μηνιαίου ενημερωτικού σημειώματος πληρωμής κύριας σύνταξης. 

Πιέζει ασφυκτικά ο χρόνος, για όσους θέλουν να υποβάλλουν αίτημα/ένσταση θεραπείας στον ΕΦΚΑ  και αυτό γιατί:
    α. Εάν μέσα σε 60 ημέρες, από την κοινοποίηση του μηνιαίου ενημερωτικού σημειώματος Ιανουαρίου 2019, δεν υποβάλουμε το αίτημα/ένσταση, θεωρούμε ότι ο επανυπολογισμός της νέας σύνταξής μας, είναι απολύτως  σωστός και δεν διεκδικούμε τίποτε. Η προθεσμία υποβολής λήγει στα τέλη Νοεμβρίου.
    β. Εάν ο  ΕΦΚΑ δεν απαντήσει εντός διμήνου, αυτό σημαίνει πως απέρριψε, σιωπηρώς ως μη βάσιμο, το αίτημα/ένσταση θεραπείας.
    γ. Μετά την απόρριψη του αιτήματος/ενστάσεως θεραπείας, εάν επιθυμούμε, να συνεχίσουμε με δικαστικό αγώνα την αναπροσαρμογή της σύνταξής μας, θα πρέπει εντός διμήνου να υποβάλλουμε ομαδική αγωγή, (για λιγότερα έξοδα).



Σπεύσατε μέχρι 30 Νοεμβρίου, το αργότερο, για να μην βρεθείτε  προ δυσάρεστων εκπλήξεων




Η Αίτηση έχει συνταχθεί από τη ΕΝΥΠΕΚΚ






Α Ι Τ Η Σ Η



ΟΝΟΜΑ

……………………………..

ΕΠΩΝΥΜΟ

………………………………

ΠΑΤΡΩΝΥΜΟ

……………………………..

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ

……………………………..

ΑΦΜ ………………………..

ΑΜΚΑ……………………….

ΠΡΩΗΝ ΦΟΡΕΑΣ (Δημό-σιο, ΟΑΕΕ, ΙΚΑ, ΝΑΤ κ.ά.)

……………………………..

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΣΥΝΤΑΞΗΣ
(γήρατος/χηρείας κ.ά.)

……………………………..

ΘΕΜΑ: ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΝΕΑΣ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ (ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΗΣ)


…………………………. 2019

(τόπος, ημερομηνία)








Π Ρ Ο Σ
ΤΟΝ «ΕΝΙΑΙΟ ΦΟΡΕΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ»
(Ε.Φ.Κ.Α.)

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ:
Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων


1.Είμαι συνταξιούχος του ΕΦΚΑ (πρώην ……….) και τον Δεκέμβριο του 2018 έλαβα ενιαίο ποσό σύνταξης ύψους …………. ευρώ (μεικτά) και ……….... ευρώ (καθαρά).
Την 1-10-2019 στην ηλεκτρονική σελίδα του ΕΦΚΑ αναρτήσατε Μηνιαίο Ενημερωτικό Σημείωμα Πληρωμής μου, για τον μήνα Ιανουάριο 2019 βάσει των άρθρων 14 και 33 του ν. 4387/2016, στο οποίο εμφαίνεται το ενιαίο, μέχρι 31-12-2018, ποσό της σύνταξής μου χωριζόμενο παράνομα σε τρία διακριτά μέρη, ήτοι:
την εθνική σύνταξη (……............... ευρώ),
την ανταποδοτική σύνταξη (……………… ευρώ)
και την προσωπική διαφορά (……………….. ευρώ ).

2.Ωστόσο, το Ενημερωτικό Σημείωμα της Σύνταξής μου για τον Ιανουάριο 2019, που αποτελεί μια ενημερωτικού τύπου καταγραφή από μέρους σας, εκδόθηκε κατά παράβαση:
α)των υπ’αριθ. 1890 και 1891/2019 αποφάσεων της Ολομέλειας του ΣτΕ, που έκριναν αντισυνταγματικά τα ποσοστά αναπλήρωσης των άρθρων 14, 33 και 96 του ν. 4387/2016, βάσει των οποίων έγινε ο επανυπολογισμός τής σύνταξής μου.
Οι ανωτέρω δικαστικές αποφάσεις ακύρωσαν στο σύνολό τους τις υπ’αριθ. 25909/470/7-6-2016 ΥΑ και 26083/ 887/7-6-2016 ΚΥΑ, που καθόριζαν τα ποσοστά αναπλή-ρωσης για τον επανυπολογισμό των επικουρικών και των κύριων συντάξεων, αντίστοιχα.
β)του υπ’αριθ. 261704/31031/24-6-2019 Πορίσματος-Έκθεσης του Συνηγόρου του Πολίτη.

3.Επιπροσθέτως, στο γενικό έγγραφο με τίτλο «Ενημερωτικό Σημείωμα Πληρωμής Σύνταξης» που αναρτήσατε, ενώ αναφέρετε όλους τους νόμους (3863/2010, 3865/2010, 4024/2011, 4051/2012 και 4093/2012),βάσει των οποίων υπέστην αλλεπάλληλες και διαδοχικές περικοπές στη σύνταξή μου, ουδέν απολύτως αναφέρετε για:



α)τις υπ’αριθ. 2287-2290/2015 αμετάκλητες αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου Επικρατείας, που έκριναν αντισυνταγματικές τις περισσότερες από τις περικοπές αυτές (ν. 4051/2012 και 4093/2012), αλλά και την κατάργηση των τριών Δώρων-Επιδομάτων κατ’έτος,
β)τις υπ’αριθ. 1890 και 1891/2019 αποφάσεις της Ολομέλειας του ΣτΕ, που ακύρωσαν τις τις υπ’αριθ. 25909/470/7-6-2016 ΥΑ και 26083/887/7-6-2016 ΚΥΑ (με τις οποίες καθορίζονταν τα ποσοστά αναπλήρωσης για τον επανυπολογισμό των επικουρικών και των κύριων συντάξεων, αντίστοιχα) και έκριναν αντισυνταγματικά τα ποσοστά αναπλήρωσης που παρά τον Νόμο εφαρμόσατε για τον επανυπολογισμό της δικής μου σύνταξης.
Ως εκ τούτου, η ακύρωση των ανωτέρω υπουργικών αποφάσεων καθιστά λανθασμένο τον επανυπολογισμό εκ μέρους σας της σύνταξής μου και συνεπώς ΚΑΙ την υπολογισμένη από εσάς προκύψασα προσωπική μου διαφορά ύψους …………. ευρώ.
γ)τις υπ’αριθ. 244/2017 και 32/2018 αποφάσεις της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που έκριναν αντισυνταγματική την Ειδική Εισφορά Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ), την οποία παρανόμως συνεχίζετε να παρακρατείτε, όπως προκύπτει από το Ενημερωτικό Σημείωμα που αναρτήσατε.

4. Με την παρούσα, σας δηλώνω ότι ουδόλως αποδέχομαι ή συναινώ με την έκδοση-ανάρτηση του Ενημερωτικού αυτού Σημειώματος για τους λόγους που αναφέρω ανωτέρω. Ούτε ασφαλώς αποδέχομαι ή συναινώ με το περιεχόμενό της και τα καταγραφόμενα ποσά, αφού  θεωρώ παράνομο ΚΑΙ αντισυνταγματικό ΚΑΙ εσφαλμένο τόσο το ίδιο το Ενημερωτικό Σημείωμα όσο και τον επανυπολογισμό της σύνταξής μου, αφού έγινε βάσει ποσοστών αναπλήρωσης που τελικώς κρίθηκαν αντισυνταγματικά, με συνέπεια να είναι λανθασμένο το ποσό της προσωπικής μου διαφοράς.
Ως σύγχρονος νεοσυσταθείς φορέας ο ΕΦΚΑ, ο πυλώνας πλέον του Ασφαλιστικού μας Συστήματος (ειδικά μετά την πρόσφατη έκδοση της υπ’αριθ. 1880/2019 απόφασης της Ολομέλειας του ΣτΕ που τον έκρινε συνταγματικό), έχων όλα τα ηλεκτρονικά μέσα και στελεχωμένος με καταρτισμένο διοικητικό προσωπικό και άριστους νομικούς συμβούλους στις Νομικές σας Υπηρεσίες, λειτουργώντας σε ένα σύγχρονο, ευρωπαϊκό, κοινοβουλευτικό κράτος, που σέβεται τους θεσμούς και το Σύνταγμα, ΟΦΕΙΛΑΤΕ να εφαρμόσετε τις ανωτέρω δικαστικές αποφάσεις των Ανωτάτων Δικαστηρίων στην περίπτωσή μου, καθώς και σε όλους τους συνταξιούχους της χώρας.

5. Από τις συνταγματικές κατοχυρωμένες αρχές α)του κοινωνικού κράτους, β)του κράτους δικαίου, γ)της προστατευμένης εμπιστοσύνης του πολίτη στη Διοίκηση και δ)της χρηστής διοίκησης, απορρέει το δικαίωμα ενημέρωσης των ασφαλισμένων και η αντίστοιχη υποχρέωση των Ασφαλιστικών Οργανισμών να εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον και να καθιστούν προσιτά στους ασφαλισμένους τα δεδομένα της ασφαλιστικής τους κατάστασης.
Συνεπώς, κάθε συνταξιούχος θα πρέπει να γνωρίζει με ποιον ακριβώς τρόπο έγινε ο επανυπολογισμός τής δικής του σύνταξης (κύριας και επικουρικής), σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 14, 33 και 96 του ν. 4387/2016 και λαμβάνοντας υπόψη τις υπ’αριθ. 1890 και 1891/2019 αποφάσεις της Ολομέλειας του ΣτΕ που έκριναν στο σύνολό τους τα ποσοστά αναπλήρωσης (βάσει των οποίων υπολογίσατε τις κύριες και επικουρικές συντάξεις) ως παράνομα και αντισυνταγματικά.
Ο επανυπολογισμός, όπως και ο αρχικός υπολογισμός, διενεργείται κατά δέσμια αρμοδιότητα από τον Ασφαλιστικό Οργανισμό και αποτελεί ατομική διοικητική πράξη, τροποποιητική-διαπλαστική τής αρχικής απόφασης συνταξιοδότησης και συνεπώς φέρει όλα τα χαρακτηριστικά αυτής (τεκμήριο νομιμότητας, εκτελεστότητα, συγκεκριμένο τύπο, πλήρη και επαρκή αιτιολογία κ.λπ), στοιχεία που εκλείπουν από το «Ενημερωτικό Σημείωμα Πληρωμής» που αναρτήσατε.
Για να μπορεί, δε, να γίνει έλεγχος από τον εκάστοτε συνταξιούχο ή τους κληρονόμους του, πρέπει η νέα συνταξιοδοτική απόφαση -που εκδίδεται από το αντίστοιχο Υποκατάστημα πληρωμών συντάξεων ή από το Τμήμα Συντάξεων που εξέδωσε την αρχική απόφαση συνταξιοδότησης-, να περιέχει όλα τα στοιχεία εκείνα που είναι απαραίτητα για τον επανυπολογισμό, δηλαδή:
1)Συντάξιμες αποδοχές,
2)Χρόνο ασφάλισης,
3)Ποσοστά αναπλήρωσης,
4)Μείωση λόγω ηλικίας ή μείωση λόγω ποσοστού αναπηρίας,
5)Ποσό εθνικής και ανταποδοτικής σύνταξης,
6)Ημερομηνία έκδοσης και αριθμό απόφασης,
7)Όργανο που εκδίδει την ατομική διοικητική πράξη,
8)Προθεσμία και όργανο, ενώπιον του οποίου προσβάλλεται η απόφαση,
9)Λοιπές προσαυξήσεις και επιδόματα αναλυτικά και
10)Προσωπική διαφορά.
Όλα τα ανωτέρω είναι τα απολύτως απαραίτητα στοιχεία προκειμένου να αποκατασταθεί το αίσθημα δικαίου των συνταξιούχων που τόσο βάναυσα επλήγησαν την τελευταία δεκαετία από τις συνταξιοκτόνες πολιτικές των Μνημονίων. Μετά, δε, την έκδοση τής σχετικής νέας πράξης, θα μπορούσαν να ακολουθήσουν τα αντίστοιχα ενημερωτικά σημειώματα.

6.Επειδή το Ενημερωτικό Σημείωμα Πληρωμής τής σύνταξής μου είναι ένα γενικό έγγραφο και όχι νέα συνταξιοδοτική απόφαση (τροποποιητική), όπως ρητά απαιτεί ο νόμος, οι σχετικές υπουργικές αποφάσεις και εγκύκλιοι αλλά και το 261704/31031/24-6-2019 Πόρισμα-Έκθεση της Ανεξάρτητης Αρχής του Συνηγόρου του Πολίτη, που ανέφερα παραπάνω.

Επειδή ο επανυπολογισμός της σύνταξής μου και η εξαγωγή του ύψους τής προσωπικής διαφοράς έγινε επί λανθασμένων συνταξίμων αποδοχών μου, αφού –όλως παρανόμως- αγνοήσατε και παραβλέψατε ότι οι περισσότερες περικοπές στη σύνταξή μου, η κατάργηση των ετησίων Δώρων-Επιδομάτων και η παρακράτηση της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων έχουν κριθεί αντισυνταγματικές με τις υπ’αριθ. 2287-2290/2015 αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου Επικρατείας και με τις υπ’αριθ. 244/2017 και 32/2018 αποφάσεις της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εν συνεχεία μάλιστα παραλείψατε να προβείτε σε νέο ορθό υπολογισμό των συνταξίμων αποδοχών μου.

Επειδή ο επανυπολογισμός της σύνταξής μου και συνεπώς τής προκύπτουσας από αυτήν προσωπικής μου διαφοράς έγινε με τα ποσοστά αναπλήρωσης των άρθρων 14, 33 και 96 του ν. 4387/16, τα οποία όμως κρίθηκαν παράνομα και αντισυνταγμαικά, ως ανωτέρω, καθόσον οι 25909/470/7-6-2016 ΥΑ και 26083/887/7-6-2016 ΚΥΑ που τα προσδιόρισαν, κρίθηκαν στο σύνολό τους και εξ υπαρχής άκυρες και αντισυνταγματικές από το Συμβούλιο Επικρατείας.

Επειδή, επιπροσθέτως, στο νέο ποσό της σύνταξής μου εξακολουθείτε παρανόμως να μου παρακρατείτε την Εισφορά Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ), ενώ έχει κριθεί αντισυνταγματική.

Επειδή το γενικό έγγραφο που αναρτήσατε πάσχει ΚΑΙ ως προς τύπο ΚΑΙ ως προς το περιεχόμενό του αφού απουσιάζουν σημαντικά και απαραίτητα στοιχεία που έπρεπε να ληφθούν υπόψη για τον επανυπολογισμό-αναπροσαρμογή τής σύνταξής μου προκειμένου να καταλήξετε στο ορθό ύψος τής προσωπικής διαφοράς.

Επειδή με την παράνομη ενέργειά σας να προβείτε στην έκδοση και ανάρτηση του Ενημερωτικού Σημειώματος για λογαριασμό μου (το οποίο δεν αποτελεί διοικητική πράξη κατά τον τύπο και το περιεχόμενο), μου στερείτε τη δυνατότητα νόμιμης διατύπωσης αντιρρήσεων που προβλέπεται από τα άρθρα 24-27 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999) για την άσκηση ελέγχου νομιμότητας ή και σκοπιμότητας διοικητικών πράξεων που έχουν εκδοθεί και με αφορούν.

Επειδή ήδη εκδόθηκαν οι υπ’αριθ. 1890 και 1891/2019 αποφάσεις της Ολομέλειας του ΣτΕ, οι οποίες ακύρωσαν τις υπ’αριθ. 25909/470/7-6-2016 ΥΑ και 26083/887/7-6-2016 ΚΥΑ (που προσδιόρισαν τα ποσοστά αναπλήρωσης των επικουρικών και κύριων συντάξεων αντιστοίχως), βάσει των οποίων έγινε ο επανυπολογισμός της σύνταξής μου (κύριας και επικουρικής), γεγονός που τον καθιστά άκυρο και παράνομο.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
και με τη ρητή επιφύλαξη παντός νομίμου δικαιώματος μου

Α Ι Τ Ο Υ Μ Α Ι

-Να ακυρώσετε το «Μηνιαίο Ενημερωτικό Σημείωμα Πληρωμής Σύνταξης» μηνός Ιανουαρίου 2019 που με αφορά, για τους λόγους που αναφέρω ανωτέρω και κυρίως επειδή ΔΕΝ αποτελεί νέα συνταξιοδοτική απόφαση, ΔΕΝ συνιστά ατομική διοικητική πράξη κατά τις απαιτήσεις του νόμου και ΔΕΝ ελήφθησαν υπόψη τα αναγκαία στοιχεία για τον ορθό επανυπολογισμό-αναπροσαρμογή τής σύνταξής μου, γεγονός που μου στερεί το δικαίωμα άσκησης των νομίμων δικαιωμάτων μου ενώπιον Αρχών και Δικαστηρίων.

-Να εκδώσετε και να μου κοινοποιήσετε Νέα Συνταξιοδοτική Απόφαση (τροποποιητική), που να περιέχει όλα τα κατά τον τύπο, την ουσία και το περιεχόμενο νόμιμα χαρακτηριστικά και να ευθυγραμμίζεται με τις ανωτέρω αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις και το Πόρισμα του Συνηγόρου του Πολίτη.


Ο αιτών/Η αιτούσα

Ι