Σήμερα θα ήθελα να γράψω για την ανείπωτη τραγωδία στα Τέμπη. Χωρίς ξύλινα λόγια, χωρίς να επαναλαμβάνω τα τετριμμένα. Να κάνω μια προσπάθεια να βάλω σε σειρά τις σκέψεις μου και σε λόγια τα συναισθήματα μου.
Και ξεκινώ με τα αυτονόητα. Ως πρωθυπουργός, οφείλω σε όλους, αλλά πάνω από όλα στους συγγενείς των θυμάτων, μια μεγάλη ΣΥΓΓΝΩΜΗ. Τόσο προσωπική, όσο και στο όνομα όλων όσοι κυβέρνησαν τη χώρα εδώ και χρόνια. Γιατί, πράγματι, στην Ελλάδα του 2023, δεν γίνεται δυο τρένα να κινούνται αντίθετα στην ίδια γραμμή και να μην το έχει αντιληφθεί κανείς.
Δεν μπορούμε, δεν θέλουμε και δεν πρέπει να κρυφτούμε πίσω από το ανθρώπινο σφάλμα. Αν το έργο της Τηλεδιοίκησης είχε ολοκληρωθεί, αυτό το δυστύχημα θα ήταν πρακτικά αδύνατο να είχε συμβεί. Το γεγονός ότι το Ψηφιακό Σύστημα Ελέγχου θα λειτουργεί πλήρως μέσα στους επόμενους μήνες δεν είναι δικαιολογία. Το αντίθετο. Κάνει τον πόνο μου ακόμα μεγαλύτερο που δεν προφτάσαμε να το ολοκληρώσουμε πριν συμβεί το κακό.
Η Δικαιοσύνη θα ερευνήσει ταχύτατα τη τραγωδία και θα αποδώσει ευθύνες. Ενώ τις επόμενες μέρες ο αρμόδιος υπουργός θα ανακοινώσει παρεμβάσεις άμεσης βελτίωσης της ασφάλειας των σιδηροδρόμων μέχρι να ολοκληρωθεί το Ηλεκτρονικό Σύστημα Διοίκησης. Τώρα, έχουμε χρέος να σταθούμε δίπλα στις οικογένειες των θυμάτων, αναγνωρίζοντας με θάρρος τα σφάλματα του κράτους.
Όμως, ούτε αυτά φτάνουν. Θα ζητήσω αμέσως από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και από φίλες χώρες τη συνδρομή τους σε τεχνογνωσία, ώστε να αποκτήσουμε, επιτέλους, σύγχρονα τρένα. Και θα αγωνιστώ για να έχουμε πρόσθετη κοινοτική χρηματοδότηση προκειμένου να συντηρηθεί και να αναβαθμιστεί γρήγορα το υφιστάμενο δίκτυο.
Τέλος, θα προτείνω σε όλα τα κόμματα να δεσμευτούμε από τώρα ότι, στην επόμενη Βουλή, θα συσταθεί Ειδική Επιτροπή που θα διερευνήσει την πονεμένη ιστορία των ελληνικών σιδηροδρόμων όλη την τελευταία εικοσαετία. Όσα δεν έγιναν τόσα χρόνια πρέπει να τα κάνουμε τώρα και γρήγορα.
Γνωρίζουμε όλοι ότι οι σιδηρόδρομοι της πατρίδας είναι βαθιά προβληματικοί. Είναι ίσως η ακραία έκφραση μιας Ελλάδας που δεν μας ταιριάζει και θέλουμε να την αφήσουμε πίσω.
Ξέρω ότι πολλοί σήμερα θα θυμούνται τη φράση ενός προκατόχου μου ότι «αυτή είναι η Ελλάδα». Όμως όχι, δεν είναι μόνον αυτή. Υπάρχει και μια άλλη Ελλάδα, εκεί έξω, που μας δίνει ελπίδα, πίστη και δύναμη.
Την είδαμε όλοι και μετά το τραγικό δυστύχημα. Στους πυροσβέστες, στους διασώστες και στο ΕΚΑΒ που βρέθηκαν εκεί από την πρώτη στιγμή. Στους γιατρούς και υγειονομικούς που οργάνωσαν αμέσως την περίθαλψη των τραυματιών. Στον Στρατό. Αλλά και στους ειδικούς της Αστυνομίας που διεκπεραίωσαν ταχύτατα την οδυνηρή αποστολή της ταυτοποίησης των σορών. Ώστε να επιστραφούν στις οικογένειές τους για να πενθήσουν.
Το πρόσωπο της καλύτερης Ελλάδας είδαμε, επίσης, στους επιβάτες που ρίσκαραν τη ζωή τους για να σώσουν τους συνεπιβάτες τους. Στις Ελληνίδες και τους Έλληνες που έσπευσαν ενωμένοι να δώσουν αίμα. Αλλά και στα νέα παιδιά που διαδήλωσαν βουβά και ειρηνικά, κρατώντας ένα κερί και με σύνθημα «φταίει η κακιά η (χ)ώρα». Ένα σύνθημα που η αλήθεια του μας πονά όλους.
Προσωπικά είμαι στην πολιτική για να αλλάξω αυτή την «κακιά την χώρα», αυτήν την παλαιά Ελλάδα που μας πληγώνει. Γι’ αυτό προσπαθώ, κάθε μέρα. Άλλοτε τα καταφέρνω και άλλοτε όχι. Ξέρω καλά, ωστόσο, πόσο καλύτερη μπορούμε να κάνουμε την πατρίδα μας αν σαρώσουμε τα απομεινάρια του παρελθόντος που μας κρατάνε πίσω. Και για αυτήν την Ελλάδα που μας αξίζει θα συνεχίσω να αγωνίζομαι.
Εδώ σταματώ. Σήμερα, Κυριακή της Ορθοδοξίας, ανάβουμε όλοι ένα κερί στη μνήμη αυτών που έφυγαν τόσο άδικα και τόσο πρόωρα.