Τρίτη 20 Αυγούστου 2024

Πρωθυπουργός για την πυρκαγιά: - Έχουμε αποδείξει ως κυβέρνηση ότι σε αυτά τα οποία λέμε είμαστε πολύ συνεπείς


 Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης προήδρευσε σε ευρεία σύσκεψη με τους συναρμόδιους Υπουργούς και εκπροσώπους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης όπου παρουσιάστηκαν οι δράσεις για την αποκατάσταση των περιοχών που επλήγησαν από την πυρκαγιά της 11ης Αυγούστου στη βορειοανατολική Αττική και τα αποτελέσματα των αυτοψιών που έχουν διενεργηθεί.

Κατά τη διάρκεια της σύσκεψης, που πραγματοποιήθηκε στο Δημοτικό Κατάστημα Πεντέλης, ο Πρωθυπουργός έκανε την ακόλουθη δήλωση:

«Κυρίες και κύριοι, κύριε Περιφερειάρχα, κυρίες και κύριοι Δήμαρχοι, αγαπητοί συνάδελφοι στην κυβέρνηση και στη Βουλή, επιτρέψτε μου να επιχειρήσω να συνοψίσω αυτά τα οποία άκουσα και να καταλήξω και σε ορισμένες διαπιστώσεις που θέλω να πιστεύω ότι θα είναι συνολικά χρήσιμες.

Ξεκινώντας, θέλω να ευχαριστήσω για ακόμα μια φορά πάρα πολύ θερμά όλους όσοι βρέθηκαν στο πεδίο σε μία εξαιρετικά δύσκολη και μεγάλη πυρκαγιά: όλα τα στελέχη του κρατικού μηχανισμού, όλα τα στελέχη της Αυτοδιοίκησης, τους εθελοντές οι οποίοι κινητοποιήθηκαν σε πρωτοφανείς αριθμούς.

Πιστεύω ότι όλοι προσπάθησαν και έκαναν το καλύτερο δυνατό, πλην, όμως, δεν πρέπει να κρυβόμαστε πίσω από τις όποιες πρόσκαιρες εντυπώσεις. Είχαμε να αντιμετωπίσουμε μια δύσκολη φωτιά, τη μόνη μεγάλη φωτιά έως σήμερα -θέλω να ελπίζω- αυτού του καλοκαιριού, η οποία έκανε μια μεγάλη περιβαλλοντική ζημιά και προφανώς κατέστρεψε και πολλές περιουσίες. Το τι έγινε στη φωτιά είναι κάτι το οποίο θα συζητηθεί και θα μελετηθεί, όπως μελετάται κάθε φωτιά η οποία ξεφεύγει και η οποία δεν τίθεται κάτω από άμεσο έλεγχο.

Θέλω να τονίσω, όμως, ότι φέτος έχουμε αντιμετωπίσει σχεδόν 4.000 πυρκαγιές, πάρα πολλές από αυτές ήταν στην Αττική. Αυτή ήταν, δυστυχώς, η μόνη φωτιά η οποία ξέφυγε, παρά το γεγονός ότι και σε αυτή τη φωτιά υιοθετήθηκε το σωστό, όπως απεδείχθη σε πάρα πολλές άλλες φωτιές, δόγμα της πολύ γρήγορης πρώτης προσβολής. Για λόγους, όμως, οι οποίοι πρέπει να αναλυθούν, η φωτιά αυτή ξέφυγε, είχε πολύ ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, κινήθηκε με πολύ μεγάλη ταχύτητα και έκανε τη ζημιά την οποία όλοι σήμερα γνωρίζουμε.

Θα κρατήσω μόνο ως μία μικρή θετική υποσημείωση μέσα σε αυτή την πολύ αρνητική εικόνα την οποία όλοι σας είχατε την ευκαιρία να διαπιστώσετε, το γεγονός ότι το υψηλό δάσος το οποίο κάηκε σε αυτή τη φωτιά ήταν σχετικά περιορισμένο σε σχέση με άλλες φωτιές της Αττικής. Η καύση δεν ήταν τόσο έντονη, κάτι το οποίο θα διευκολύνει στη διαδικασία της φυσικής αναγέννησης.

Και η μορφολογία του εδάφους είναι τέτοια που σημαίνει ότι τα μέτρα συγκράτησης των εδαφών και οι αντιδιαβρωτικές παρεμβάσεις οι οποίες πρέπει να γίνουν δεν θα χρειαστεί να είναι τόσο εκτεταμένες -είμαι πολύ προσεκτικός στα λόγια μου- σε σχέση με άλλες φωτιές τις οποίες είχαμε αντιμετωπίσει στο παρελθόν στην Αττική.

Αυτά όσον αφορά τη φωτιά αυτή καθαυτή. Είμαστε όμως σήμερα εδώ πρώτον για να συζητήσουμε για το τι πρέπει να γίνει από εδώ και στο εξής ως προς τα ζητήματα της αποκατάστασης, της κάλυψης των ζημιών που αφορούν τις περιουσίες των συμπολιτών μας οι οποίοι επλήγησαν.

Θέλω να τονίσω ότι η Ελληνική Πολιτεία έχει πια στη διάθεσή της ένα πλαίσιο κρατικής αρωγής το οποίο είναι δοκιμασμένο και το οποίο η απαίτηση μας είναι να τρέξει πολύ γρήγορα. Νομίζω ότι μπορούμε να το κάνουμε γιατί έχουμε χειριστεί και άλλες περιπτώσεις φυσικών καταστροφών με πολλαπλάσιους δικαιούχους.

Και εδώ, κάθε περιουσία η οποία χάνεται είναι μια τραγωδία για τον ιδιοκτήτη και νομίζω ότι έχουμε την δυνατότητα, μέσα από το πλαίσιο το οποίο έχουμε δρομολογήσει, πολύ γρήγορα να βοηθήσουμε τους συμπολίτες μας οι οποίοι είδαν τις περιουσίες τους να καταστρέφονται να ξαναπατήσουν στα πόδια τους, είτε μιλάμε για κατοικίες είτε μιλάμε για επιχειρήσεις.

Θέλω να γνωρίζετε ότι το πρόγραμμα αυτό είναι ένα δοκιμασμένο πρόγραμμα, το οποίο στους αριθμούς που έχουμε να διαχειριστούμε μπορεί και πρέπει να τρέξει πολύ γρήγορα.

Ως προς τα ζητήματα, τώρα, της ευρύτερης αποκατάστασης των εδαφών και της αντιμετώπισης των πλημμυρικών φαινομένων, η Γενική Διεύθυνση Δασών -είδατε και την παρουσίαση του κυρίου Γκουντούφα- έχει πια μεγάλη εμπειρία στη γρήγορη χαρτογράφηση της επικινδυνότητας των περιοχών και στη δρομολόγηση των σχετικών έργων. Έχουμε καινούργια εργαλεία στη διάθεσή μας, όπως τους θεσμούς των αναδόχων τέτοιων παρεμβάσεων και αναδόχων αναδασώσεων.

Η βούλησή μας είναι να προχωρήσουμε τα έργα πολύ γρήγορα, ώστε οι βασικές παρεμβάσεις να γίνουν εντός τέτοιου χρονικού πλαισίου ώστε να περιορίσουμε, στο μέτρο που αυτό είναι εφικτό, τα όποια πιθανά πλημμυρικά φαινόμενα εκδηλωθούν ως αποτέλεσμα ακραίων φαινομένων που μπορεί να έρθουν τους επόμενους μήνες.

Άκουσα με πολύ μεγάλη προσοχή αυτά τα οποία είπαν οι Δήμαρχοι σχετικά με τα επίμαχα ρέματα τα οποία αφορούν τα Βριλήσσια και το Χαλάνδρι -νομίζω ότι χρήζουν μιας ειδικής συζήτησης και σε συνεννόηση με την Περιφέρεια-, αλλά και τα αντιπλημμυρικά έργα στα οποία αναφερθήκατε. Νομίζω ότι είναι έργα τα οποία σίγουρα πρέπει να προτεραιοποιηθούν, σε συνδυασμό προφανώς και με άλλα έργα τα οποία τρέχουν στην ευρύτερη Αττική.

Γνωρίζετε ότι το ζήτημα της αντιπλημμυρικής θωράκισης της Αττικής ήταν πάντα ένας γόρδιος δεσμός, με έναν μεγάλο κατακερματισμό αρμοδιοτήτων, αλλά εδώ νομίζω ότι τα δύο ρέματα στα οποία αναφερθήκατε, είναι ρέματα τα οποία πρέπει να προταχτούν. Τέτοιες παρεμβάσεις νομίζω ότι είναι αρκετά προφανείς σε ποια έκταση πρέπει να γίνουν -και μπορούν και πρέπει να γίνουν- και θα γίνουν σύντομα και με την όποια δική μας στήριξη.

Θέλω να πω δυο κουβέντες για τα ζητήματα τα οποία αφορούν συνολικά τη δουλειά την οποία έχουμε κάνει μέχρι σήμερα και αυτά τα οποία πρέπει να γίνουν από εδώ και στο εξής.

Πιστεύω ότι σε πολλά επίπεδα -και χαίρομαι γιατί είναι κάτι το οποίο αναγνωρίστηκε και από τους αρμόδιους- έχουμε κάνει βήματα προόδου, αλλά προφανώς ποτέ δεν μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι όταν οι ίδιες οι εξελίξεις μας ξεπερνούν. Οφείλουμε όμως να κάνουμε μία αντικειμενική αποτύπωση του τι πήγε καλά, ποιες είναι οι παρεμβάσεις οι οποίες δούλεψαν, τι δεν πήγε καλά και πού πρέπει να βελτιωθούμε.

Και νομίζω ότι είναι κοινός τόπος, τουλάχιστον αυτά τα οποία έχουμε ακούσει, ότι οι παρεμβάσεις πρόληψης είναι παρεμβάσεις οι οποίες έχουν πραγματικό αποτύπωμα, ειδικά όταν γίνονται στοχευμένα, ειδικά όταν γίνονται σε δάση τα οποία έχουν ιδιαίτερη οικολογική αξία και ειδικά όταν γίνονται σε περιοχές οι οποίες είναι κοντά στον αστικό ιστό.

Το ανέφερες και εσύ, Δήμαρχε, δεν είναι μόνο η περίπτωση του δικού σου δάσους. Οι παρεμβάσεις οι οποίες έγιναν μέσα από τα τρία προγράμματα Anti-nero δεν έχουν ξαναγίνει τις τελευταίες δεκαετίες, δεν ξέρω αν έχουν γίνει ποτέ στην ιστορία του ελληνικού κράτους σε αυτή την έκταση.

Είναι όμως επίσης δεδομένο ότι δεν μπορεί κανείς να περιμένει ότι θα καθαρίσει όλα τα δάση της χώρας ή και όλα τα δάση της Αττικής. Γι’ αυτό και το νέο σχήμα διαχείρισης δασών για το οποίο μίλησε ο Υπουργός, το πώς δηλαδή θα μπορέσουμε να δημιουργήσουμε μία οικονομία γύρω από τα δασικά οικοσυστήματα ώστε να υπάρχει και οικονομικό αντικείμενο μέσα από τη διαδικασία του καθαρισμού των δασών, έχει τόσο μεγάλη σημασία.

Όμως, κοιτάζοντας μπροστά, στέκομαι ιδιαίτερα στην απόλυτη προτεραιοποίηση εκείνων των δασικών οικοσυστημάτων που βρίσκονται πολύ κοντά σε οικιστικές περιοχές, τα δάση τα παλαιότερα -το ανέφερε ο Βασίλης Ξυπολυτάς-, τα οποία είναι και τα πιο επίφοβα πάντα στο να καούν.

Και η όλη δουλειά η οποία έχει γίνει μέχρι στιγμής και η οποία θα γίνεται σταδιακά, αφορά μία διαρκή προτεραιοποίηση των περιοχών εκείνων οι οποίες έχουν μεγαλύτερη επικινδυνότητα, έτσι ώστε να μπορούμε να προτεραιοποιούμε τις παρεμβάσεις οι οποίες γίνονται σε ζητήματα πρόληψης ακριβώς σε αυτές τις περιοχές. Αυτά όσον αφορά τον καθαρισμό των δασών.

Θέλω να κάνω μία ειδική μνεία στο ζήτημα του καθαρισμού των οικοπέδων. Δοκιμάσαμε κάτι το οποίο δεν είχε ξαναγίνει ποτέ στην ιστορία της χώρας. Πιστεύω ότι ήταν αναμφισβήτητα μια πολύ μεγάλη επιτυχία και μια συλλογική κατάκτηση. Γιατί λέω συλλογική κατάκτηση; Διότι νομίζω ότι πια έχει καταστεί κοινός τόπος -και αυτό είναι κάτι το οποίο θέλω να το χαιρετίσω διότι παρά τις στεναχώριες, την οργή, το θυμό που πάντα μπορεί να συνοδεύουν τη φυσική καταστροφή-, αντιλαμβανόμαστε ότι είμαστε όλοι μαζί πια σε αυτή την προσπάθεια και ο καθένας πρέπει να κάνει το δικό του έργο έτσι ώστε να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε μια κλιματική κρίση η οποία πια είναι μπροστά μας.

Τα στοιχεία τα οποία παρουσίασε ο Δημήτρης είναι απολύτως αποκαλυπτικά ως προς την προστασία την οποία παρέχουν τα καθαρισμένα οικόπεδα στις ατομικές περιουσίες αλλά και τη μεγάλη διευκόλυνση στις προσπάθειες κατάσβεσης, διότι πολύ απλά η φωτιά δεν θα βρει την καύσιμη ύλη να κινηθεί με την ίδια ταχύτητα με την οποία συνέβαινε στο παρελθόν.

Τα κάναμε όλα τέλεια στους καθαρισμούς; Προφανώς και όχι, το κάναμε για πρώτη φορά. Ήταν όμως μία μεγάλη επιτυχία πάνω στην οποία πρέπει να χτίσουμε. Θα είμαστε πιο έτοιμοι του χρόνου έτσι ώστε να διευκολύνουμε τους Δήμους με τις αποκομιδές των κλαδιών και των χόρτων τα οποία έχουμε καθαρίσει; Προφανώς και θα είμαστε.

Όμως αυτή είναι μία μεγάλη επιτυχία συλλογικής δράσης, την οποία πρέπει συνολικά να κεφαλαιοποιήσουμε εάν θέλουμε πραγματικά να προστατεύσουμε πρώτα και πάνω απ’ όλα τις δικές μας περιουσίες.

Δείτε το παράδειγμα της Διώνης. Ήταν πολύ εντυπωσιακό. Όπως φαινόταν και από τον δορυφόρο, εκεί που είχαμε πρακτικά καθαρισμένες περιοχές είχαμε ουσιαστικά ελάχιστες ζημιές, και ουσιαστικά σταμάτησε και η φωτιά εκεί.

Άρα, αυτή είναι μία πολιτική στην οποία θα επιμείνουμε. Σκεφτόμαστε ήδη αυτά τα οποία πρέπει να κάνουμε του χρόνου. Και είναι μία πολιτική στην οποία θα χρειαστούμε πολύ μεγαλύτερη στήριξη και από τις ίδιες τις τοπικές κοινωνίες.

Το ζήτημα εδώ, ξέρετε, δεν είναι ούτε το πρόστιμο ούτε η τιμωρία. Είναι η αυτονόητη υποχρέωση την οποία έχει ο καθένας να προστατεύσει την περιουσία του και ταυτόχρονα να συνδράμει σε μία συλλογική προσπάθεια.

Θέλω να πιστεύω ότι αυτό τουλάχιστον έχει γίνει πια κοινός τόπος όλων μας και πάνω σε αυτή την πολιτική θα μπορούμε να χτίσουμε έτσι ώστε του χρόνου να είμαστε καλύτεροι, του παραχρόνου να είμαστε ακόμα καλύτεροι.

Δεν θα μπω στα επιχειρησιακά ζητήματα τα οποία έχουν να κάνουν με την αντιμετώπιση των φωτιών γιατί έχουμε πολύ πιο αρμόδιο εδώ. Ούτως ή άλλως θα έχουμε και μία ευκαιρία στο τέλος της αντιπυρικής περιόδου να κάνουμε έναν συνολικό απολογισμό στη Βουλή για το τι πήγε καλά και τι δεν πήγε καλά.

Θα επαναλάβω, όμως, ότι η τεχνολογία μάς έχει βοηθήσει πολύ, το γνωρίζετε και εσείς. Δεν υπάρχει πια καμία σχέση ως προς την ταχύτητα με την οποία βλέπουμε τις φωτιές σε σχέση με αυτό το οποίο συνέβαινε στο παρελθόν. Και αυτό, ναι, θέλει έναν συνδυασμό drones, καμερών, αλλά δημιουργούμε ήδη μία τεχνολογική υποδομή η οποία μας επιτρέπει να μπορούμε να εντοπίζουμε πολύ γρήγορα τις φωτιές και να υιοθετούμε φυσικά το δόγμα της πρώτης προσβολής με πολύ πιο επιθετικό τρόπο από ό,τι το έχουμε κάνει.

Και προφανώς υπάρχουν πολλές ακόμα επενδύσεις τεχνολογικές οι οποίες θα γίνουν καθώς το πρόγραμμα ΑΙΓΙΣ θα υλοποιείται, έτσι ώστε να μπορέσουμε να αποκτήσουμε μια τεχνολογική υποδομή που να μας επιτρέπει να είμαστε όσο το δυνατόν μπροστά και όχι πίσω από το πρόβλημα.

Όπως πιστεύω ότι έχουμε κάνει σημαντικά βήματα και στα ζητήματα του συντονισμού και μεταξύ του Υπουργείου, της Πυροσβεστικής, των Δήμων, της Περιφέρειας, των Δασαρχείων. Δεν συνέβαιναν αυτά τα πράγματα στο παρελθόν. Νομίζω ότι κάποιοι είστε παλαιότεροι εμού, έχετε διαχειριστεί και άλλες φωτιές. Έχουμε κάνει βήματα προόδου σε αυτή την κατεύθυνση και νομίζω ότι αυτά είναι ζητήματα τα οποία πρέπει να κεφαλαιοποιήσουμε.

Να κλείσω λέγοντας ότι προσβλέπουμε σε πολλά από την καλύτερη οργάνωση και των Δήμων. Άκουσα με πολλή προσοχή αυτά τα οποία είπες, Βασίλη, για τον ρόλο του ΣΠΑΠ και νομίζω ότι μπορούμε να σκεφτούμε κάποιες χρηματοδοτικές δράσεις περαιτέρω ενίσχυσής του, ώστε σε συντονισμό πάντα με αυτά τα οποία κάνουμε σε κεντρικό επίπεδο, γιατί δεν θέλουμε εδώ να δημιουργούμε διπλές και τριπλές δομές, δηλαδή να γνωρίζουμε ποιος κάνει τι, ποιος είναι υπεύθυνος για τι και ποιος αναλαμβάνει να δρομολογήσει οποιαδήποτε επένδυση.

Έχουμε, όπως είπα, και τη δυνατότητα των ιδιωτικών χορηγιών, οι οποίες μας έχουν βοηθήσει να κινηθούμε πολύ γρήγορα και νομίζω ότι κάποια από τα ζητήματα τα οποία έθιξες, ειδικά για την ενίσχυση του ΣΠΑΠ, θα μπορούσαν να είναι αντικείμενο μίας τέτοιας πρωτοβουλίας, ώστε να μπορούμε σχετικά γρήγορα να υπάρχει μια ενίσχυση σε βασικές υποδομές, οι οποίες προφανώς και θα μας είναι παντελώς απαραίτητες.

Τέλος, να αναφερθώ σε κάτι που είπε ο Δήμαρχος Χαλανδρίου και το οποίο είναι νομίζω πολύ σημαντικό: τα ζητήματα της πολεοδόμησης, της τακτοποίησης των εκκρεμοτήτων από την εκτός σχεδίου δόμηση.

Θα υπάρχει όσο το δυνατόν μεγαλύτερη στήριξη από την κεντρική κυβέρνηση σε αυτή την κατεύθυνση. Είναι μια πολιτική την οποία προσπαθούμε να εφαρμόσουμε. Ξέρετε πόσο δύσκολη είναι, εσείς το ξέρετε πολύ καλύτερα από εμάς, που είστε στο πεδίο. Είναι όμως απολύτως απαραίτητο να ξεπερνάμε τις τοπικές αντιδράσεις και εκεί όπου μπορούμε να οργανώσουμε περιοχές οι οποίες χτίστηκαν σε άλλες εποχές, με άλλες προτεραιότητες και με άλλα χαρακτηριστικά, να μπορούμε να το κάνουμε. Θα έχετε στήριξη από εμάς σε αυτή την προσπάθεια.

Είναι σαφές ότι όπου υπάρχει οργάνωση του χώρου, τα πράγματα λειτουργούν πολύ καλύτερα και οι φωτιές κάνουν πολύ μικρότερη ζημιά σε σχέση με τις περιοχές εκείνες οι οποίες είναι ανοργάνωτες.

Τέλος, στα ειδικά ζητήματα τα οποία αφορούν τον Δήμο της Πεντέλης, να επιμείνω ιδιαίτερα στην ανάγκη να υπάρξουν οι άμεσες παρεμβάσεις οι οποίες θα αλλάξουν, νομίζω, και την ψυχολογία του κόσμου: απομάκρυνση των κομμένων δέντρων, οι πρώτες δενδροφυτεύσεις οι οποίες μπορούν να γίνουν με φυτά τα οποία θα μας υποδείξουν οι ειδικοί. Δύο σημειακές αναδασώσεις έχω κρατήσει εγώ ειδικά για τον Δήμο της Πεντέλης, τις οποίες νομίζω ότι μπορούμε να τρέξουμε. Η μία αφορά τον λόφο του Αστεροσκοπείου, τον οποίο επισκέφτηκα, και η άλλη αφορά τη Μονή Πεντέλης, είναι δύο εκτάσεις αυστηρά περιχαρακωμένες όπου μπορούμε σχετικά γρήγορα, νομίζω, να αποκαταστήσουμε το φυσικό περιβάλλον.

Και βέβαια και το κλειστό γυμναστήριο το οποίο κάηκε. Έχει ασχοληθεί προσωπικά ο Υπουργός Υποδομών, έχουμε ήδη τον δωρητή ο οποίος θα αναλάβει να το κατασκευάσει καλύτερο απ’ ό,τι ήταν, στο χρονικό διάστημα στο οποίο θα μας υποδείξουν οι αρμόδιοι. Πιστεύουμε ότι θα ολοκληρωθεί όχι εντός ενός – δύο μηνών, αλλά θα ολοκληρωθεί σύντομα εν πάση περιπτώσει, έτσι ώστε να μπορέσει να κλείσει και αυτή η πληγή.

Τέλος, μιας και αναφέρθηκες στο ζήτημα των ρεμάτων, νομίζω ο τρόπος με τον οποίον -και αυτό είναι ένα πολύ ειδικό θέμα-, ο τρόπος με τον οποίον οι φωτιές φτάνουν και μπαίνουν στα ρέματα και τι ζημιά μπορούν να κάνουν μέσα από τα ρέματα και πού μπορούν να φτάσουν οι φωτιές, διότι εδώ είδαμε περιπτώσεις όπου δεν υπήρχε φυσική συνέχεια μεταξύ της φωτιάς. Η φωτιά πήδηξε οικοδομικά τετράγωνα ολόκληρα. Σίγουρα τα ρέματα κάνουν μεγάλη ζημιά. Νομίζω ότι είναι ένα ζήτημα το οποίο θα πρέπει, Βασίλη, να το αντιμετωπίσουμε με ακόμα περισσότερο επιστημονικό υπόβαθρο για να καταλάβουμε ποια είναι η καλύτερη αντιμετώπιση φωτιών που μπορεί να φτάνουν σε τέτοιου είδους ρέματα και με αυτόν τον τρόπο να μπουν εντός του αστικού ιστού.

Θέλω και πάλι να σας ευχαριστήσω για την παρουσία σας. Νομίζω ότι έχουμε αποδείξει ως κυβέρνηση ότι σε αυτά τα οποία λέμε είμαστε πολύ συνεπείς. Πιστεύω ότι έχετε ούτως ή αλλιώς μια πολύ καλή συνεργασία με το καθ’ ύλην αρμόδιο Υπουργείο, αλλά και με όλα τα Υπουργεία. Και είμαστε εδώ, όπως είπα, για να επουλώσουμε τις πληγές, για να μαθαίνουμε από τα λάθη μας, αλλά και για να κεφαλαιοποιούμε -να το τονίσω αυτό-, να κεφαλαιοποιούμε τα σημαντικά βήματα προόδου τα οποία έχουν γίνει.

Καταλαβαίνω πάντα την ανάγκη για εύκολη κομματική αντιπαράθεση. Εξάλλου η πολιτική ζωή τα τελευταία χρόνια δεν έχει καταφέρει, δυστυχώς, να ξεφύγει από μία τοξικότητα και μία πόλωση που δεν νομίζω ότι ταιριάζει στα προβλήματα των πολιτών. Αλλά οι προκλήσεις είναι πάρα πολύ μεγάλες για να αναζητούμε απλά, μονίμως πρόσωπα και υπευθύνους.

Αυτό το οποίο επιβάλλεται είναι να μπορούμε να αξιοποιούμε όσο το δυνατόν καλύτερα την καλύτερη γνώση, την τεχνολογία, την τεχνογνωσία την οποία έχουμε στη διάθεσή μας για να αντιμετωπίζουμε φαινόμενα τα οποία, δυστυχώς, θα είναι εδώ και θα μας συνοδεύουν πια, διότι η κλιματική κρίση είναι μία πραγματικότητα και έχει πολλές εκφάνσεις. Δεν έχει ως εκφάνσεις μόνο τις φωτιές, δυστυχώς έχει και άλλες.

Οπότε σας ευχαριστώ πάρα πολύ για την παρουσία σας και καλή δύναμη».

Επίσκεψη του Πρωθυπουργού σε πυρόπληκτες περιοχές

Νωρίτερα, ο Πρωθυπουργός επισκέφθηκε το κλειστό γυμναστήριο του Γυμνασίου – Λυκείου Νέας Πεντέλης, όπου τον υποδέχτηκαν ο Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών Χρήστος Σταϊκούρας και η Δήμαρχος Πεντέλης Νατάσσα Κοσμοπούλου. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ενημερώθηκε για το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης των εργασιών στο γυμναστήριο, τις οποίες θα εκτελέσει ιδία δαπάνη η εταιρεία ΤΕΡΝΑ.

Στη συνέχεια ο Πρωθυπουργός μετέβη στην Ιερά Μονή Πεντέλης, όπου έγινε δεκτός από τον ηγούμενο. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ενημερώθηκε από τον Υπουργό Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας Βασίλη Κικίλια για τα ευρήματα όσον αφορά τον τρόπο εξάπλωσης της πυρκαγιάς. Είχε επίσης την ευκαιρία να συνομιλήσει με τα κλιμάκια του Πυροσβεστικού Σώματος και εθελοντές πυροσβέστες που βρίσκονταν στο σημείο, τους οποίους ευχαρίστησε για το έργο τους.

Αμέσως μετά, ο Πρωθυπουργός επισκέφθηκε τις εγκαταστάσεις του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, όπου τον υποδέχτηκαν ο Διευθυντής και Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου Μανώλης Πλειώνης, ο Αντιπρόεδρος Σπύρος Βασιλάκος και ο Διευθυντής Υποστήριξης Ερευνών Θανάσης Μαρούσης. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ενημερώθηκε για τα μέτρα πυροπροστασίας που είχε λάβει το Αστεροσκοπείο, προβαίνοντας σε τακτικό καθαρισμό του περιβάλλοντος χώρου και εγκαθιστώντας μηχανισμούς πυρόσβεσης.

Νομιμοποιούν το τουρκολιβυκό μνημόνιο! - Εκκωφαντική σιωπή από τον Γεραπετρίτη για το νέο περιστατικό υποτέλειας


 

Η ενδοτική κυβέρνηση Μητσοτάκη περιόρισε το ιταλικό σκάφος εντός των ελληνικών χωρικών υδάτων «δωρίζοντας» τμήμα της ελληνικής ΑΟΖ στην Άγκυρα

Με την «ουρά στα σκέλια» η Αθήνα ενεργεί πλέον σε απόλυτη ευθυγράμμιση με τις απαιτήσεις της Τουρκίας στο Αιγαίο, καθώς εφεξής δεν τολμά να κινηθεί εκτός των ορίων που της έθεσε η Αγκυρα.

  • Από τον Νίκο Σταυρουλάκι

Σε συνέχεια της κρίσης την οποία προκάλεσε η Τουρκία στα τέλη Ιουλίου, νοτιοανατολικά της Κάσου, όταν διέκοψε διά της απειλής των όπλων τις έρευνες του ιταλικού σκάφους «Ievoli Relume» που διενεργούσε έρευνες με ελληνική εντολή για την πόντιση καλωδίου ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου, η Αθήνα κινείται πλέον σύμφωνα με τις τουρκικές προσταγές.

Με NAVTEX, την οποία εξέδωσε ο Υδρογραφικός Σταθμός του Ηρακλείου Κρήτης το απόγευμα της Κυριακής, το ιταλικό σκάφος επανήλθε στην περιοχή της Κάσου, κινούμενο όμως αυστηρά εντός των ελληνικών χωρικών υδάτων και σε σημείο που δεν ενοχλεί την Τουρκία, και ειδικά το λεγόμενο «τουρκολιβυκό μνημόνιο», το οποίο υποτίθεται ότι η Αθήνα χαρακτηρίζει παράνομο. Με τον τρόπο αυτόν η Αθήνα δείχνει να υποτάσσεται πλήρως στις τουρκικές αιτιάσεις, ενώ με τη στάση της (παρά τους χαρακτηρισμούς «παράνομο» για το τουρκολιβυκό μνημόνιο) ουσιαστικά συμπεριφέρεται σαν να το αναγνωρίζει. Το ιταλικό σκάφος συνέχισε τις ερευνητικές εργασίες του, όμως αυτή τη φορά η NAVTEX που εξέδωσαν οι ελληνικές Αρχές απέφυγαν να συμπεριλάβουν περιοχές που θα μπορούσαν να προκαλέσουν νέα κρίση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Παρά την εμφανή εκδήλωση «νομιμοφροσύνης» της Αθήνας προς την Αγκυρα, η Τουρκία έστειλε «για καλό και για κακό» (!) στην περιοχή τη φρεγάτα «F-493 TCG Gelibolu» να επιτηρεί τις κινήσεις του ιταλικού πλοίου. Εννοείται ότι από ελληνικής πλευράς δεν εστάλη αυτή τη φορά ούτε σκάφος του Λιμενικού.

Νέο «χουνέρι»

Με το νέο «χουνέρι» στην ελληνική κυβέρνηση που έστησε στην Κάσο, η Αγκυρα στέλνει ξανά μήνυμα πως για ό,τι γίνεται στο Αιγαίο θα πρέπει να λαμβάνει γνώση και η ίδια. Το ιταλικό πλοίο διενεργούσε, όπως και στο προηγούμενο περιστατικό της κρίσης, έρευνες που σχετίζονται με τη μελλοντική πόντιση καλωδίου ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου, με τη χρηματοδότηση της Ε.Ε.

Η κυβέρνηση σιωπά εκ νέου, την ώρα που η ιστορία επαναλαμβάνεται με τα ίδια ακριβώς χαρακτηριστικά επί του πεδίου. Η Τουρκία, όπως αναμενόταν, δεν αφήνει «χώρο» στους σχεδιασμούς της Αθήνας, αδιαφορώντας εάν το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης ανάμεσα σε δύο χώρες της Ε.Ε. έχει εκπονηθεί και εκτελείται με την έγκριση των Βρυξελλών. Εν προκειμένω, απορίες εγείρει και το γεγονός ότι ούτε η ηγεσία της Ε.Ε. και η θεωρούμενη «φίλη» της Ελλάδας, πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, έχει αντιδράσει στις παράνομες τουρκικές ενέργειες – ούτε τώρα ούτε στην προηγούμενη κρίση της Κάσου. Το περιστατικό συνέβη στην περιοχή στην οποία προκλήθηκε ένταση τον Ιούλιο, ενώ, σύμφωνα με πληροφορίες, η Αθήνα φρόντισε κάθε πτυχή του νέου εγχειρήματος να μην οδηγεί τα πράγματα στα άκρα. Αλλωστε, η Αθήνα φαίνεται εκ των πραγμάτων πλέον ότι υπακούει πειθήνια στις τουρκικές επιθυμίες.

Να σημειωθεί ότι στην προηγούμενη κρίση στην Κάσο η Τουρκία είχε στείλει πέντε πλοία του πολεμικού της ναυτικού, με την Αθήνα να απαντά στέλνοντας τη φρεγάτα «Νικηφόρος Φωκάς», την κανονιοφόρο «Αήττητος» και ένα πλωτό ανοιχτής θαλάσσης του Λιμενικού. Με αφορμή το νέο περιστατικό, η τομεάρχης Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. Ρένα Δούρου τονίζει σε ανακοίνωσή της: «Θεωρεί άραγε το ΥΠΕΞ “υπόθεση ρουτίνας” τη νέα επίδειξη τουρκικής επιθετικότητας και αμφισβήτησης των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στο Αιγαίο; Αντιλαμβάνεται η κυβέρνηση ότι με την επιλογή της αφωνίας/απραξίας, με τη μη καταγγελία της επιθετικής και παράνομης στάσης της Τουρκίας, με τη μη διεθνοποίηση της κατάστασης αυτής για την επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία για τις κατάφωρες παραβιάσεις του Δικαίου της Θάλασσας και του Ευρωπαϊκού Δικαίου υπονομεύει τα συμφέροντα της χώρας;»


Εκκωφαντική σιωπή από τον Γεραπετρίτη για το νέο περιστατικό υποτέλειας

Η εκκωφαντική… αφωνία της ελληνικής κυβέρνησης και του υπουργού Εξωτερικών Γ. Γεραπετρίτη, ο οποίος έχει ειδικευτεί στο να κάνει τα χατίρια του Ερντογάν, για το νέο περιστατικό υποτέλειας που εκδηλώνει η Αθήνα στο Αιγαίο δημιουργεί πλέον ισχυρές ενδείξεις, αν όχι αποδείξεις, ότι η Αγκυρα έχει επιβάλει απολύτως τις θέσεις της στο ελληνικό αρχιπέλαγος. Η εξωτερική πολιτική του κατευνασμού και της υποχωρητικότητας που έχει επιλέξει το Μέγαρο Μαξίμου επιβεβαιώνονται και από τη νέα NAVTEX. Ακόμα μία φορά όμως η κυβέρνηση επιχειρεί και διά της παραπλάνησης να πουλήσει «φύκια για μεταξωτές κορδέλες» στο εσωτερικό της Ελλάδας.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις, η ελληνική πλευρά επιχειρεί να στηρίξει το αφήγημα ότι οι εργασίες για την πόντιση του καλωδίου ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου συνεχίζονται απρόσκοπτα, αφήγημα το οποίο άλλωστε προσπάθησε να «πουλήσει» και όταν τα μάζεψε άρον άρον στην προηγούμενη κρίση της Κάσου, ανακοινώνοντας ότι το ιταλικό ερευνητικό σκάφος ολοκλήρωσε τις εργασίες του και επέστρεψε στο λιμάνι του Ηρακλείου. Η κυβέρνηση δεν τόλμησε να σηκώσει το γάντι και να υπερασπιστεί την οριοθετημένη ελληνική ΑΟΖ, παρότι οι εργασίες του ιταλικού σκάφους πραγματοποιούνται στην καρδιά του Αιγαίου και σε θαλάσσια περιοχή που έχει οριοθετηθεί ΑΟΖ με την Αίγυπτο.

Αυτή τη φορά στο ιταλικό ερευνητικό σκάφος «Ievoli Relume» δόθηκε εντολή να κινηθεί αποκλειστικά εντός των ελληνικών χωρικών υδάτων, προκειμένου να μην «ερεθιστεί» η Αγκυρα, η οποία παρ’ όλα αυτά έστειλε φρεγάτα να παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τις εξελίξεις. Η κουτοπόνηρη στάση της Αθήνας δεν διασφαλίζει το παραμικρό ελληνικό κυριαρχικό δικαίωμα, ενώ υποτίθεται ότι το έργο έρευνας για τα κατάλληλα σημεία του βυθού από τα οποία πρόκειται να περάσει το ηλεκτρικό καλώδιο συνεχίζεται κανονικά. Αγνωστη παραμένει η συνέχεια, καθώς ουδείς δίνει διευκρινίσεις για το πότε και εάν το ιταλικό σκάφος θα συνεχίσει τις εργασίες του.

Η Τουρκία επικαλείται τη δήθεν προστασία της υφαλοκρηπίδας της, συνθήκη άσχετη με τις έρευνες του ιταλικού ερευνητικού πλοίου για λογαριασμό της Ελλάδας. Στην πραγματικότητα επιχειρεί σε κάθε ευκαιρία να εδραιώσει το δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας» που περιλαμβάνει και περιοχές ελληνικής κυριαρχίας, για τις οποίες για την ώρα η κυβέρνηση «κάνει την πάπια».




πηγήhttps://www.dimokratia.gr/politiki/581579/nomimopoioyn-to-toyrkolivyko-mnimonio/

Γράμμος/Βίτσι: Τα φοβικά σύνδρομα της Δεξιάς απέναντι στην Αριστερά. - Παραχαράζουν την ιστορία για να μην δυσαρεστηθούν οι υποστηρικτές του συμμοριτοπολέμου, που κατέστρεψαν την Ελλάδα!


Στο ποδόσφαιρο, ένα αυτογκόλ μπαίνει είτε γιατί ο παίκτης που το πετυχαίνει σε βάρος της ομάδας του τελεί υπό πίεση είτε γιατί δεν εκτίμησε σωστά την φάση. Έκανε ένα αβίαστο λάθος.

Στην περίπτωση της παρουσίας του κ. Στεφανή στον Γράμμο η κυβέρνηση έβαλε ένα αβίαστο αυτογκόλ.

Η παρουσία του στην εκδήλωση είναι γνωστή εδώ και μια εβδομάδα. Δεν γνωρίζω ποιος έλαβε αυτήν την απόφαση και ούτε μας ενδιαφέρει αν υπάρχει απόφαση. το γεγονός μετρά.

Η κυβέρνηση ουδέν έπραξε επί μια εβδομάδα. Άφηνε την είδηση να κάνει τον γύρο του διαδικτύου προκαλώντας αντιδράσεις από την μια ή την άλλη πλευρά.

Σοβαρό λάθος, αν όντως κυβέρνηση σκόπευε να μην συμμετάσχει στην εκδήλωση. Σήμερα έγινε γνωστό πως τελικά δεν θα παραστεί ο κ. Στεφανής.

Τι μεσολάβησε μέσα σε αυτήν την εβδομάδα; Όλα τα δεδομένα παρέμειναν τα ίδια.

 Ελληνο-τουρκική κρίση είχε ήδη ξεσπάσει. Δεν ήταν ένα γεγονός αιφνίδιο που να επέβαλε ένα κλίμα εθνικής ομοψυχίας, ακυρώνοντας έτσι την κυβερνητική συμμετοχή σε μια εκδήλωση που η Αριστερά αποκαλεί «γιορτή μίσους».

Έτσι δημιουργήθηκε σε ένα σημαντικό κομμάτι της βάσης της Νέας Δημοκρατίας η εντύπωση πως, επί τέλους, η παράταξη θα αποβάλλει τα φοβικά σύνδρομα απέναντι στην Αριστερά.

Σε αυτές τις περιπτώσεις, η ματαίωση μιας προσδοκίας επιφέρει τον θυμό και την οργή και εγγράφεται στο υποσυνείδητο, ώστε σε μια δεδομένη συγκυρία να εκφρασθεί. Να ανέβει στην επιφάνεια.

Επίσης, όλη την εβδομάδα, η κυβέρνηση γνώριζε τους κινδύνους που είχε η συμμετοχή της στην εκδήλωση. Τα τελευταία χρόνια οι εκπρόσωποι της Νέας Δημοκρατίας εμποδίστηκαν να καταθέσουν στεφάνι στο μνημείο του Γράμμου.

Συνεπώς, αν φοβόταν την πρόκληση δυσάρεστων καταστάσεων, ευθύς εξ αρχής, έπρεπε να ακυρώσει την συμμετοχή της στην εκδήλωση.

Στην αρχική πρόσκληση της Ένωσης Αποστράτων υπήρχε ο χαρακτηρισμός «κομμουνιστοσυμμορίτες». Ως γνωστόν ο νόμος 1863/18/9/1989 ορίζει με σαφήνεια πώς αποκαλούνται οι δύο στρατοί του Εμφυλίου πολέμου. Συνεπώς είναι πρωτοφανές μια κυβέρνηση να αγνοεί έναν νόμο που, καλώς ή κακώς, υπάρχει.

Σε επίσημα κείμενα του Ελληνικού Κράτους δεν μπορεί να υπάρχει ο συγκεκριμένος χαρακτηρισμός.

Η κυβέρνηση όλα αυτά τα γνώριζε κι όμως τα αγνόησε. Ακόμα χειρότερη είναι η κατάσταση αν δεν τα γνώριζε. Δηλαδή αν δεν γνώριζε τις αντιδράσεις, αν δεν γνώριζε το περιεχόμενο της πρόσκλησης, αν δεν γνώριζε τους κινδύνους που ελλοχεύουν σε μια τέτοια εκδήλωση.

Σήμερα, βάλλεται πανταχόθεν. Και κυρίως βάλλεται από έναν κόσμο που στηρίζει και ψηφίζει την Νέα Δημοκρατία. Αν, ευθύς εξ αρχής, η κυβέρνηση δήλωνε πως δεν θα παραστεί στον Γράμμο, θα ακουγόταν ίσως οι γνωστές γκρίνιες. Και μέχρις εκεί οι αντιδράσεις. Άλλωστε, επί πολλές δεκαετίες, σε αυτές τις τελετές δεν παρίστατο εκπρόσωπος της κυβέρνησης.

Η κυβερνητική αβελτηρία προκάλεσε, εκ του μη όντος, πρόβλημα στην κυβέρνηση. Η καθυστερημένη απόφαση για την μη συμμετοχή προκάλεσε υπόνοιες για πιέσεις που άσκησε το φλωρο-φιλελευθεράτο ή για την μόνιμη τάση της Νέας Δημοκρατίας να δίνει εξετάσεις στην Αριστερά.

Επιμύθιον: η κυβέρνηση ας αντιληφθεί πως ο κίνδυνος διαρροών δεν υπάρχει προς τα κεντροαριστερά της, αλλά προς τα δεξιά της. Ας μην επαναπαύεται στο γεγονός πώς δεν υπάρχει αξιόπιστο πρόσωπο να εκπροσωπήσει αυτόν τον χώρο. Θέλει προσοχή, τήρηση ισορροπιών και κυρίως όχι αβίαστα λάθη σαν αυτό του Γράμμου. 




πηγή:https://www.liberal.gr/apopsi/grammos-ena-autogkol-tis-kubernisis/320154



 

Γράμμος / Βίτσι 1949: O Εθνικός Στρατός συντρίβει την κομμουνιστική απειλή - H τελευταία μάχη



 

Η επιχείρηση των εθνικών δυνάμεων με την κωδική ονομασία ΠΥΡΣΟΣ διεξήχθη καθ’ όλο τον μήνα Αύγουστο σε τρεις διαδοχικές φάσεις με αποτέλεσμα την οριστική συντριβή των κομμουνιστών και το τέλος της αιματοβαμμένης σύγκρουσης η οποία τόσα δεινά είχε επιφέρει στην, ήδη καθημαγμένη από την κατοχή, χώρα.


Tον Αύγουστο του 1949 ο αυτοαποκαλούμενος Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας (ΔΣΕ) είχε περιέλθει σε δεινή θέση. Σε στρατιωτικό επίπεδο, μετά από απανωτές αποτυχίες είχε περιοριστεί στο λεγόμενο «Κράτος του Γράμμου» και έπασχε πολύ σοβαρά στον τομέα του ανεφοδιασμού και των εφεδρειών. Σε πολιτικό επίπεδο η επιλογή του ΚΚΕ, κατόπιν πίεσης της Μόσχας, να λάβει θέση υπέρ της Κομμουνιστικής Διεθνούς στη διαμάχη της πρώτης με τον Γιουγκοσλάβο ηγέτη Τίτο αποδείχθηκε καταστροφική.
Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ  ΔΥΟ ΑΝΤΙΠΑΛΩΝ

Στις 11 Ιουλίου 1949 το Βελιγράδι αποφάσισε το κλείσιμο των συνόρων του με τη χώρα μας. Αυτό πρακτικά απέκοπτε τον ΔΣΕ από τις βάσεις ανεφοδιασμού του και του στερούσε τα στρατόπεδα εκπαίδευσης που είχε ιδρύσει στο γιουγκοσλαβικό έδαφος. Εκτός όμως του θέματος που προέκυψε με το «αδελφό» γιουγκοσλαβικό κομμουνιστικό κόμμα, την ίδια εποχή, δηλαδή το καλοκαίρι του 1949, ο ΔΣΕ αντιμετώπιζε και άλλα σημαντικά προβλήματα.
Η επιμονή της κομμουνιστικής ηγεσίας να μετατρέψει τις ανταρτικές ομάδες σε τακτικό «λαϊκό» στρατό στέφθηκε από πλήρη αποτυχία. Οι μεγάλες μονάδες που προέκυψαν δεν είχαν το πλεονέκτημα της ευελιξίας, της ευκαμψίας και της ταχείας κίνησης (χαρακτηριστικά των αντάρτικων σχηματισμών). Επιπλέον η απόφαση για διατήρηση βάσεων (Βίτσι-Γράμμος) καθήλωσε τις μονάδες αυτές σε μια στατική άμυνα. Ως αποτέλεσμα ο ΔΣΕ αναλώθηκε σε μάχες εκ παρατάξεως με δυσαναπλήρωτες φθορές προσωπικού και υλικού. 
Το ζήτημα της αναπλήρωσης του προσωπικού ήταν ιδιαίτερα οξυμένο για τον ΔΣΕ. Στο γεγονός αυτό είχαν συντελέσει αποφασιστικά τόσο η τακτική των «σαρωμάτων» που εφάρμοζε ο Εθνικός Στρατός, όσο και η εγκατάλειψη της υπαίθρου από τους κατοίκους της. 
Ο ΕΣ με την προαναφερθείσα τακτική των διαδοχικών «σαρωμάτων» είχε καταφέρει αρχίζοντας από την Πελοπόννησο και κατευθυνόμενος προς τη Στερεά Ελλάδα-Θεσσαλία και στη συνέχεια Μακεδονία να εξαφανίσει ουσιαστικά κάθε παρουσία του ΔΣΕ σε αυτές τις περιοχές, αφήνοντας μόνο ολιγομελείς ομάδες καταπονημένων ανταρτών οι οποίες εξουδετερώνονταν πλήρως από τις μονάδες της Εθνοφυλακής, των ΜΑΥ (Μονάδες Ασφαλείας Υπαίθρου) και της Χωροφυλακής. Επίσης λόγω του πολέμου η ύπαιθρος είχε εγκαταλειφθεί από τον πληθυσμό, στερώντας με αυτό τον τρόπο τον ΔΣΕ από μια δυνητικά σημαντική πηγή στρατολόγησης. 
Επιπλέον εκατοντάδες αντάρτες λιποτακτούσαν η παραδίδονταν αυτοβούλως σε μονάδες του ΕΣ απογοητευμένοι από την εξέλιξη του πολέμου και προδομένοι από τις μεγαλόστομες διακηρύξεις της ηγεσίας τους περί «οριστικής συντριβής του μοναρχοφασισμού». Για να αντιμετωπίσει τη δυσμενή αυτή κατάσταση ο ΔΣΕ ενέτεινε την (ήδη ανακαινισθείσα από το 1946) βίαιη στρατολόγηση από περιοχές που ακόμα ο ίδιος έλεγχε, με τα όποια επακόλουθα μπορούσε να έχει μια τέτοια τακτική στο ηθικό και στο αξιόμαχο των τμημάτων, καθώς και η χρησιμοποίηση σε σημαντικό αριθμό γυναικών σε μάχιμα τμήματα για την κάλυψη των κενών.
 Ήδη από τον Νοέμβριο του 1948 ο επικεφαλής του ΔΣΕ Μάρκος Βαφειάδης ομολογούσε «…Από τα μέσα του 1947 η στρατολόγηση του ΔΣΕ είχε πάρει σχεδόν ολότελα βίαιο χαρακτήρα. Η εθελοντική κατάταξη δεν έφτανε ούτε το 10%.». Μοναδικός σύμμαχος του ΔΣΕ εκείνες τις δύσκολες ώρες ήταν οι ομάδες των σλαβόφωνων ανταρτών. Επρόκειτο για πρώην βουλγαρίζοντες και νυν αναβαπτισμένους «Μακεδόνες» αυτονομιστές. Η προσπάθεια κατατρομοκράτησης των ελληνικών πληθυσμών της δυτικής Μακεδονίας θύμιζε στους βετεράνους του Μακεδονικού Αγώνα ανάλογες ενέργειες των κομιτατζήδων.   
Σαν να μην έφθαναν όλα αυτά η διάσταση μεταξύ των «άκαπνων» στελεχών του ΚΚΕ, τα οποία αυτοαναγορεύονταν σε «πολέμαρχοι» και επέμεναν να εμπλέκονται στην εκπόνηση των σχεδίων επιχειρήσεων, και των ολιγάριθμων εμπειροπόλεμων επαγγελματιών στρατιωτικών του ΔΣΕ λάμβανε δραματικές διαστάσεις. Χαρακτηριστικό της μεγαλομανίας των στελεχών του ΚΚΕ ήταν η απονομή του βαθμού του στρατηγού σε τρείς αντιστράτηγους και 14 υποστράτηγους. Στρατηγοί χωρίς στρατό!  Επιπλέον οι ανάγκες τακτικού εφοδιασμού του ΔΣΕ είχαν εξελιχθεί σε αληθινό βρόγχο. Με «κλειστά» τα γιουγκοσλαβικά σύνορα, έλλειψη ουσιαστικού ελέγχου στην ύπαιθρο χώρα της υπόλοιπης Ελλάδας, έλλειψη δυνατότητας ελεύθερης επικοινωνίας με τα μεγάλα αστικά κέντρα και δυσχερή (ως απόλυτα ανέφικτη σε ορισμένες περιπτώσεις και περιοχές) συλλογή εφοδίων και την περίθαλψη των τραυματιών του ο ΔΣΕ παρουσίαζε σημαντικά προβλήματα διοικητικής μέριμνας, τα οποία μερικές φορές ήταν καθοριστικής σημασίας για την εξέλιξη των επιχειρήσεων.   


Από την άλλη πλευρά η κατάσταση ήταν ευοίωνη. Τον Ιανουάριο του 1949 ο Θεμιστοκλής Σοφούλης ανέλαβε την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης, αποτελούμενης από μέλη από όλες τις μη αριστερές πολιτικές δυνάμεις της χώρας. Πρώτη ενέργεια της κυβέρνησης ήταν η επιλογή του στρατηγού Αλέξανδρου Παπάγου για τη θέση του αρχιστρατήγου του ΕΣ, με ευρύτατες δικαιοδοσίες. 
Ο Παπάγος είχε το δικαίωμα να αποφασίζει για τη διεύθυνση και τον σχεδιασμό των επιχειρήσεων, για τη σύνθεση και τη συγκρότηση των μονάδων, για τις τοποθετήσεις και τις προαγωγές των αξιωματικών, ενώ θα μπορούσε να ανακαλεί στην ενέργεια όποιον απόστρατο αξιωματικό επιθυμούσε. 
Υπό τις διαταγές του τέθηκαν, εκτός από τον ΕΣ, το Βασιλικό Ναυτικό, η Ελληνική Βασιλική Αεροπορία και η Βασιλική Χωροφυλακή. Παράλληλα αποφασίστηκε η διάλυση του Συμβουλίου Εθνικής Αμύνης στο οποίο συμμετείχαν, με δικαίωμα ψήφου, αρχικά οι Βρετανοί και στη συνέχεια οι Αμερικανοί. Έτσι φθάσαμε στον απόλυτο συγκεντρωτισμό του ενός, ο οποίος σε στρατιωτικά θέματα δεν έδινε λογαριασμό ούτε στην κυβέρνηση, ούτε στους Αμερικανούς οι οποίοι περιορίστηκαν στον συμβουλευτικό τους ρόλο. 
Ο Παπάγος επέβαλλε αυστηρότατη πειθαρχία στο στράτευμα και ιδιαίτερα στους διοικητές των μεγάλων σχηματισμών. Παράλληλα εμφύσησε ένα νέο επιθετικό πνεύμα και εφάρμοσε ευρέως την αρχή της συγκέντρωσης των δυνάμεων. Οι επιχειρήσεις που διεξάγονταν ήταν πλέον συγκεντρωτικές, με μάζα ελιγμού η οποία αποσκοπούσε και επιζητούσε είτε την αποφασιστική εμπλοκή με τον αντίπαλο, είτε την πλήρη εκκαθάριση κάθε περιοχής. 
Επιπλέον ο ΕΣ είχε αρχίσει να παραλαμβάνει άφθονο σύγχρονο πολεμικό υλικό, καθώς και κάθε είδους εφόδια, και το ένοπλο προσωπικό είχε αρχίσει να εκπαιδεύεται εντατικά στη χρήση τους. Ακόμα η ευρεία στρατολογία που είχε εφαρμοστεί πέτυχε κατά την κρίσιμη χρονική στιγμή της τελικής προσπάθειας οι ΕΔ, να έχουν περίπου 300.000 άνδρες υπό τα όπλα. 
Πέρα όμως από τους αριθμούς οι στρατιώτες του ΕΣ διακρίνονταν για την ποιότητά τους. Σήμερα η αριστερή ρητορεία έχει δημιουργήσει ένα τέτοιο πλέγμα μύθου γύρω από αυτό το θέμα ώστε να πιστεύει κανείς ότι οι άνδρες του ΕΣ στρατολογούντο σχεδόν βίαια, οδηγούντο στη μάχη υπό την απειλή των όπλων αγροίκων υπαξιωματικών και φανατισμένων αξιωματικών, λιποτακτούσαν με την πρώτη ευκαιρία και όταν βρίσκονταν απέναντι από τους «συντρόφους» αστοχούσαν επίτηδες. Τώρα πως ένας τέτοιος στρατός νίκησε είναι απορίας άξιον! 
Οι άνδρες του ΕΣ ήταν άριστα εκπαιδευμένοι, με υψηλότατο ηθικό και πλήρη επίγνωση της αποστολής τους. Στην πλειοψηφία τους προέρχονταν από αγροτικές περιοχές. Αυτό αφενός μεν τους καθιστούσε σκληροτράχηλους, αφετέρου διψασμένους για εκδίκηση καθώς οι περιοχές των περισσοτέρων είχαν αποτελέσει στόχων επιδρομών αντάρτικών ομάδων. 
Οι υπαξιωματικοί και οι αξιωματικοί διακρίνονταν τόσο για την άρτια εκπαίδευση όσο και για την πολύτιμη εμπειρία τους καθώς οι περισσότεροι απ’ αυτούς ήταν βετεράνοι των πολεμικών επιχειρήσεων της περιόδου 1940-1948. Όλοι αυτοί οι παράγοντες συνέβαλαν τα μέγιστα στη νίκη των εθνικών δυνάμεων στα κακοτράχαλα βουνά του Γράμμου και του Βιτσίου. 
Μετά τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του ΕΣ σε Πελοπόννησο, Στερεά Ελλάδα, Θεσσαλία και σε άλλες περιοχές της χώρας, ήταν φανερό πως τα πράγματα όδευαν προς την τελική σύγκρουση. Ο ΕΣ είχε καταφέρει να απαγκιστρώσει ισχυρές δυνάμεις από τον υπόλοιπο ελλαδικό χώρο και να τις στρέψει προς τον Γράμμο και το Βίτσι, όπου βρίσκονταν συγκεντρωμένος ο κύριος όγκος των ανταρτικών δυνάμεων. 
Στην τελική σύγκρουση ο ΕΣ μπορούσε να υπολογίζει σε οκτώ μεραρχίες (Ι, ΙΙ, VIII, IX, X, XI, XV, III Καταδρομών), 14 ελαφρά συντάγματα πεζικού, 150 πεδινά και ορειβατικά πυροβόλα, 200 άρματα μάχης και ελαφρά τεθωρακισμένα οχήματα και περισσότερα από 100 μαχητικά και ελαφρά βομβαρδιστικά αεροσκάφη. Σύνολο δύναμης 150.000 άνδρες. Απέναντι σε αυτή τη μεγάλη δύναμη του αντιπάλου ο ΔΣΕ είχε να αντιπαρατάξει 9.000 περίπου μαχητές στο Βίτσι και 6.500 περίπου μαχητές στον Γράμμο. Επίσης διέθετε 45 ορειβατικά πυροβόλα, 15 αντιαεροπορικά και άγνωστο αριθμό αντιαρματικών.
Η ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ
Οι ορεινοί όγκοι του Γράμμου και του Βιτσίου σχηματίζουν ένα νοητό τετράπλευρο το οποίο έχει ως βάση τα αλβανικά σύνορα, ενώ προς τα ανατολικά «συνορεύει» με τα όρη Χάσια, προς τα νότια με τον ποταμό Αλιάκμονα και προς τα δυτικά με το όρος Σμόλικας. Το μήκος της κάθε πλευράς του νοητού τετραγώνου είναι-σε ευθεία γραμμή-περίπου 120 χιλιόμετρα, με εξαίρεση την προς Αλβανία πλευρά, που φθάνει σε μήκος τα 40 χιλιόμετρα. 
Η περιοχή αυτή αποτελεί την «καρδιά» της Πίνδου, με πολλές υψηλές κορυφές 1500-2500 μέτρων. Πυκνά δάση κάλυπταν την περιοχή και προσέφεραν αποτελεσματικότατη κάλυψη στους αμυνόμενους. Μοναδικοί οδικοί άξονες ήταν αυτοί που συνδέουν την Καστοριά, τη Νεάπολη, τα Γρεβενά, το Μέτσοβο και τα Ιωάννινα, με παρακαμπτηρίους που οδηγούσαν στην Κόνιτσα, στον Πεντάλοφο και στο Νεστόριο. Βορείως του Γράμμου και στην περιοχή μεταξύ των λιμνών των Πρεσπών, της λίμνης της Καστοριάς και της Φλώρινας δεσπόζει ο ορεινός όγκος του Βαρνούντα, από τον οποίο εκτείνονται δύο οροσειρές: αυτή του Γκόρμπες-Ορλοβο, που αποτελεί τη συνδετήρια με τον Γράμμο και αυτή του Βίτσι-Μαρίκι-Σινιάτσικο. Το σύνολο της ορεινής αυτής περιοχής ονομάζεται Βίτσι. Από το 1947 ο Γράμμος και το Βίτσι κατέχονταν από τους αντάρτες οι οποίοι είχαν οχυρώσει με ένα δαιδαλώδες δίκτυο πολυβολείων, συρματοπλεγμάτων, καταφύγιων ναρκοπεδίων και κάθε είδους αμυντική κατασκευή η οποία μεγιστοποιούσε στο έπακρο τις φυσικές δυσκολίες του χώρου. Η περιοχή ονομάζονταν «Ελεύθερη Ελλάδα», προφανώς σε αντιδιαστολή με την υπόλοιπη Ελλάδα την οποία θεωρούσαν υπό κατοχή. Η συνολική έκταση της περιοχής έφθανε τα 1.500 τετραγωνικά χιλιόμετρα ενώ ο πληθυσμός της-πολίτες και αντάρτες-έφθανε τις 45.000-50.000 άτομα. Εκεί βρίσκονταν οι έδρες της «κυβέρνησης» των ανταρτών, του Γενικού Αρχηγείου του ΔΣΕ, καθώς και του ΚΚΕ.
ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΠΥΡΣΟΣ
Το σχέδιο των επιχειρήσεων του ΕΣ είχε την κωδική ονομασία «Πυρσός». Προβλεπόταν να διεξαχθεί σε τρεις φάσεις.  «Πυρσός Α΄» (2-8 Αυγούστου): Στη φάση αυτή προβλέπονταν παραπλανητικές επιθέσεις στον Γράμμο, με σκοπό να δημιουργηθεί η αίσθηση στον ΔΣΕ ότι εκεί θα εκδηλωνόταν η κύρια επίθεση του αντιπάλου και να καθηλωθούν οι δυνάμεις του. «Πυρσός Β΄»(10-16 Αυγούστου): Η φάση αυτή του σχεδίου προέβλεπε ότι η κύρια ενέργεια του ΕΣ, μετά την εφαρμογή του «Πυρσός Α΄», θα εξελισσόταν στην περιοχή του Βίτσι με σκοπό την κατάληψή της και την εξόντωση των ανταρτών. «Πυρσός Γ΄» (24-30 Αυγούστου): Η φάση αυτή προέβλεπε αποφασιστική ενέργεια στην περιοχή του Γράμμου, με σκοπό την κατάληψή της και την εξολόθρευση των ανταρτικών δυνάμεων, καθώς και απόφραξη των αλβανικών συνόρων, για να μην υπάρχει καμία διέξοδος στις δυνάμεις του ΔΣΕ. Για την αντιμετώπιση της εκστρατείας του ΕΣ το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ καθόρισε το σχέδιο δράσης των δυνάμεων του ΔΣΕ. 
Σε γενικές γραμμές οι αντάρτες θα αντέτασσαν ενεργητική άμυνα η οποία θα συνίστατο στην άμεση εκτόξευση αντεπιθέσεων για ανακατάληψη απολεσθέντος στρατηγικού σημείου. Δράση στα μετόπισθεν του εχθρού και αποκοπή των συγκοινωνιών του ώστε το τελευταίος να καθηλώσει αρκετές δυνάμεις και να μην τις διοχετεύσει στην κύρια επίθεση του. Σε περίπτωση που ένα στρατηγικό σημείο πιεζόταν πολύ οι αντάρτες θα εκτόξευαν αντεπιθέσεις σε διαφορετικά σημεία ώστε να ανακουφίσουν τους αμυνόμενους συμπολεμιστές τους. Σε μια ευνοϊκή στιγμή των επιχειρήσεων το Γενικό Αρχηγείο των ανταρτών μπορούσε να αποφασίσει μαζικό συγκεντρωτικό χτύπημα για ανατροπή του εχθρού. Το σχέδιο αντιμετώπισης της επίθεσης ήταν άρτιο πλην όμως ο ΔΣΕ στερείτο των απαραίτητων εφεδρειών για τη διενέργεια αντεπιθέσεων.
ΓΡΑΜΜΟΣ,ΒΙΤΣΙ,ΕΘΝΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ
Η ΕΝΑΡΞΗ ΤΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ

Την νύχτα της 2ας προς 3η Αυγούστου ο αντιστράτηγος Θρασύβουλος Τσακαλώτος, έχοντας στη διάθεση του δύο μεραρχίες, μια ανεξάρτητη ταξιαρχία, τρία ελαφρά συντάγματα πεζικού, δύο ίλες αναγνωρίσεως και έναν ουλαμό αρμάτων έδωσε την διαταγή για την εφαρμογή της επιχείρησης «Πυρσός Α΄». Ο «Πυρσός Α΄»  (2-8 Αυγούστου) ήταν, όπως προαναφέρθηκε, μια παραπλανητική επίθεση για να δοθεί η εντύπωση ότι η κύρια προσπάθεια ήταν κατά των ανταρτικών δυνάμεων στον Γράμμο, οι οποίες ενδεχομένως θα ενισχύονταν από άλλες που θα άφηναν τις θέσεις τους στο Βίτσι σπεύδοντας προς βοήθειά τους. Έχοντας απέναντι τους δύο ανταρτικές μεραρχίες ελαττωμένης σύνθεσης, οι δυνάμεις του ΕΣ, υποστηριζόμενες από δύο συντάγματα πεδινού πυροβολικού και από την Αεροπορία, όχι μόνο πέτυχαν τον αντικειμενικό τους σκοπό, αλλά κατέλαβαν και στρατηγικής σημασίας υψώματα τα οποία θα αποτελούσαν βάσεις εξόρμησης για τις κατοπινές επιχειρήσεις στον Γράμμο. 
Στις 10 Αυγούστου τέθηκε σε εφαρμογή η επιχείρηση «Πυρσός Β΄» στο Βίτσι, μια ισχυρά οχυρωμένη από τους αντάρτες περιοχή. Στις 0.6.30 της 10ης Αυγούστου, η 22η Ταξιαρχία εξαπέλυσε την πρώτη έφοδο. Ύστερα από πεντάωρη σκληρή αναμέτρηση κατέλαβε τα οχυρά σημεία ύψωμα 1585 και Πολενάτα. Από τον διάδρομο που άνοιξαν οι ηρωικώς μαχόμενοι άνδρες της ταξιαρχίας, διείσδυσε η ΧΙ Μεραρχία με την Ε΄ Μοίρα Καταδρομών και το πρωί της επόμενης ημέρας οι εθνικές δυνάμεις κατείχαν την οχυρή θέση Τσούκα σε μικρή απόσταση από το ύψωμα Λέσιτς, πίσω ακριβώς από τους αντάρτες. Την ίδια νύχτα καταδρομείς επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά στην τοποθεσία που κατείχαν οι αντάρτες. Την επόμενη ημέρα οι καταδρομείς κατέλαβαν το στρατηγικής σημασίας ύψωμα Μπάρο, προσβάλλοντας ταυτόχρονα το ύψωμα Λέσιτς από τον Νότο. Την ίδια στιγμή εναντίον του Λέσιτς εφορμούσε ακάθεκτη άλλη μοίρα Καταδρομών ξεκινώντας από την περιοχή Κουλκουθούρια. 
Η μάχη συνεχίστηκε με αμείωτη ένταση μέχρι την 16η Αυγούστου. Οι αντάρτες μάχονταν απεγνωσμένα, αλλά η αντίστασή τους κάμφθηκε μπροστά στην επιμονή των επιτιθέμενων. Έτσι το Βίτσι έπεσε στα χέρια των εθνικών δυνάμεων μαζί με το μέγιστο μέρος του βαρέως πολεμικού υλικού των ανταρτών και τις εγκαταστάσεις της κυβέρνησής τους. Το αποτέλεσμα της σύγκρουσης επέφερε την κατάρρευση στις δυνάμεις του ΔΣΕ. Ισχυροί σχηματισμοί του ΕΣ διέσπασαν τις γραμμές άμυνας των ανταρτών και διείσδυσαν σε βάθος καταλαμβάνοντας το ύψωμα Λέσιτς. Οι δυνάμεις του ΔΣΕ απωθήθηκαν βορειοδυτικά και αναζήτησαν καταφύγιο στη χερσόνησο Πηξός, μεταξύ Μεγάλης και Μικρής Πρέσπας. Εκεί όμως δέχθηκαν σαρωτικές αεροπορικές επιθέσεις. Έτσι αναγκάστηκαν να ελιχθούν προς τον Γράμμο μέσω αλβανικού εδάφους.
Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΜΑΧΗ
Μετά το πέρας των δύο πρώτων φάσεων της επιχείρησης «Πυρσός» όλα ήταν έτοιμα για τη διεξαγωγή της τρίτης και τελευταίας φάσης, με την οποία πιστευόταν ότι θα δινόταν το τελειωτικό χτύπημα κατά του ΔΣΕ. Το σχέδιο επιχειρήσεων του ΓΕΣ προέβλεπε ότι σε πρώτο χρόνο έπρεπε να καταληφθεί ο βόρειος Γράμμος, με παράλληλη παρενόχληση του ΔΣΕ στον νότιο Γράμμο, ενώ θα απαγορευόταν η διαφυγή των ανταρτών νοτίως του Σαραντάπορου προς την περιοχή της νότιας Πίνδου. Σε δεύτερο χρόνο οι δυνάμεις του ΕΣ θα εξασφάλιζαν την κατοχή του βόρειου Γράμμου, μέχρις ότου ολοκληρωθεί η εκκαθάριση της νότιας περιοχής του ορεινού όγκου. Σε τρίτο χρόνο ο ΕΣ έπρεπε να εξασφαλίσει το σύνολο του Γράμμου, να αποκαταστήσει την ακεραιότητα του εθνικού εδάφους και να προβεί στη συστηματική εκκαθάριση του δασωμένου και δυσπρόσιτου ορεινού όγκου του Γράμμου από υπολείμματα ανταρτικών δυνάμεων. 
Η ηγεσία του ΓΕΣ πίστευε-σωστά όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια-ότι με αυτό το σχέδιο θα διασπάτο η διάταξη των ανταρτικών δυνάμεων στο κέντρο, με αποτέλεσμα οι τελευταίες να εξαναγκαστούν να εμπλακούν σε μάχες φθοράς και να συγκεντρώσουν εκεί το σύνολο των εφεδρειών τους, γεγονός που θα επέτρεπε την αποτελεσματικότερη δράση του φίλιου πυροβολικού. Από πλευράς ΔΣΕ, έτσι όπως είχε εξελιχθεί η κατάσταση «νίκη» θα ήταν η απόκρουση των δυνάμεων του ΕΣ και η πρόκληση μεγάλων απωλειών σε αυτόν, ώστε στο τέλος να αναγκαστεί η ηγεσία του-ακριβώς λόγω των μεγάλων απωλειών-να διατάξει τη διακοπή των επιχειρήσεων.
 Μια τέτοια εξέλιξη θα επέτρεπε στον ΔΣΕ και κατ’ επέκταση στο ΚΚΕ να διατηρήσει τις θέσεις του στην περιοχή, ευελπιστώντας για κάτι καλύτερο στο μέλλον, που δεν θα ήταν άλλο από τη διεθνή αναγνώριση της ανεξαρτησίας της περιοχής από τη Σοβιετική Ένωση και τις υπόλοιπες κομμουνιστικές χώρες. Το πόσο ουτοπική ήταν η επίτευξη αυτών των στόχων είναι πασιφανές. Οι προοπτικές για τον καταπονημένο ΔΣΕ διαγράφονταν ζοφερές. Τούτο δεν απέτρεψε τον Ζαχαριάδη από το ακόλουθο διάγγελμα: «Ο εχθρός συγκεντρώνεται στον Γράμμο για μια αποφασιστική αναμέτρηση. Στον Γράμμο έχουμε όλες τις δυνατότητες να καταφέρουμε το θανάσιμο πλήγμα στον εχθρό. Έχουμε αρκετές δυνάμεις και μέσα. Πιο πλεονεκτικό έδαφος. Στον Γράμμο απέτυχε πάλι ο μοναρχοφασισμός.
 Στον Γράμμο φέτος του καταφέραμε σοβαρό πλήγμα…Στον Γράμμο από τις 2 μέχρι τις 8 Αυγούστου έσπασε τα μούτρα του. Έχουμε και την πείρα του Βίτσι και το σοβαρό μάτωμα που προκαλέσαμε στον εχθρό στο Βίτσι… Εδώ μπορούμε και πρέπει να θάψουμε τον μοναρχοφασισμό». Από τις 24 έως τις 30 Αυγούστου η επιχείρηση «Πυρσός Γ΄» «έβαλε φωτιά» στον Γράμμο. Μετά τις κατάλληλες προωθήσεις των μεραρχιών του ΕΣ στις 0.5.30 τις 25ης Αυγούστου εξαπολύθηκε η κύρια επίθεση υπό τα βλέμματα του βασιλιά Παύλου και του επικεφαλής της Αμερικανικής Αποστολής στη χώρα μας στρατηγού Τζέημς Βαν Φλητ. Προς το μεσημέρι και ενώ οι επίσημοι γευμάτιζαν πρόχειρα στο παρατηρητήριο της Αμμούδας, έφθασε η πληροφορία ότι η Ι Μεραρχία είχε καταλάβει το στρατηγικής σημασίας ύψωμα Τσάρνο. Τότε ο Τσακαλώτος τσούγκρισε ένα ποτήρι κρασί με τον επιτελάρχη του υποστράτηγο Κετσέα φωνάζοντας: «Ζήτω το Εθνος!». Αμέσως μετά στράφηκε προς τον βασιλιά Παύλο και του είπε: «Μεγαλειότατε η μάχη εκρίθη. Ουσιαστικώς ο Γράμμος έπεσε». Στην πραγματικότητα η κατάσταση εξελίχθηκε διαφορετικά, αφού οι δυνάμεις του ΕΣ αντιμετώπισαν πολύ σοβαρές δυσκολίες από τη μορφολογία του εδάφους, την πληθώρα των ναρκοπεδίων, την καλά οργανωμένη αμυντική οχύρωση και την αποφασιστική άμυνα που αντέταξε ο ΔΣΕ. Όμως η επιμονή των ανδρών του ΕΣ και η αριθμητική τους υπεροχή δεν έδινε καμία πιθανότητα στους αντάρτες για αναχαίτιση. 
Στα πλαίσια αυτά οι επιτιθέμενοι ξεπέρασαν τις δυσκολίες και με τολμηρές ενέργειες πέτυχαν τους στόχους τους. Κρίσιμη ημέρα της μάχης υπήρξε αναμφίβολα η 27η Αυγούστου. Τότε η ΙΧ Μεραρχία ολοκλήρωσε με επιτυχία τον υπερκερωτικό ελιγμό που επιχείρησε, καταλαμβάνοντας τη διάβαση Πόρτα Οσμάν (η οποία μέχρι τότε αποτελούσε την πιο σημαντική δίοδο των ανταρτών με την Αλβανία) και εμποδίζοντας με τον τρόπο αυτό κάθε προσπάθεια διαφυγής τους προς τη γειτονική χώρα-μέχρι τότε απέμενε υπό τον έλεγχο του ΔΣΕ μόνο η δευτερεύουσας σημασίας διάβαση του αυχένα της Μπάρας. Η ηγεσία των ανταρτών αντιλήφθηκε τον μεγάλο κίνδυνο που αντιμετώπιζε, δηλαδή αυτόν της παγίδευσης του συνόλου των δυνάμεων της. Αμέσως συνεδρίασε το Πολιτικό Γραφείο της ΚΕ του ΚΚΕ και αποφάσισε την διαφυγή του ΔΣΕ- μέσω Μπάρας-στην Αλβανία, κάτι που τελικά πραγματοποιήθηκε (όχι για το σύνολο των δυνάμεων) κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή. Το βράδυ της 27ης Αυγούστου τμήματα της ΙΧ Μεραρχίας άναψαν τεράστιες φωτιές κατά μήκος των ελληνοαλβανικών συνόρων για να σημάνουν τη νίκη του ΕΣ και την ουσιαστική έξοδο της πολύπαθης χώρας από την τρίχρονη δοκιμασία. 
Η επίσημη λήξη των εχθροπραξιών σημειώθηκε στις 16 Οκτωβρίου 1949 όταν ο Μήτσος Παρτσαλίδης πρόεδρος της «Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης» μιλώντας σε εκπομπή του ραδιοφωνικού σταθμού «Ελεύθερη Ελλάδα» που έδρευε στη Σόφια ανακοίνωνε ότι «Ο ΔΣΕ δεν κατέθεσε τα όπλα, μα μονάχα τα έθεσε παρά πόδα. Υποχώρησε μπροστά στην τεράστια υπεροχή του μοναρχοφασισμού. Μα ο ΔΣΕ δεν συντρίφθηκε. Παραμένει ισχυρός και με ακέραιες τις δυνάμεις του. Γελιώνται θανάσιμα όσοι φαντάζονται ότι δεν υπάρχει πια ΔΣΕ. Σταμάτησε την αιματοχυσία για να σώσει την Ελλάδα από την ολοκληρωτική εκμηδένιση». Αυτό το οποίο δεν αναρωτήθηκε ο Παρτσαλίδης ήταν από πού προήλθε η «τεράστια υπεροχή του μοναρχοφασισμού». 
Είναι σαφές ότι οι αναίτιες επιθέσεις του ΕΛΑΣ σε όλες τις μη Εαμικές αντιστασιακές οργανώσεις ήδη από το 1943, η αιματοχυσία στην Πελοπόννησο το φθινόπωρο του 1944 και στην Αθήνα τον τραγικό Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου, το δράμα των χιλιάδων συλληφθέντων ανά την επικράτεια από τους αντάρτες, η συστράτευση με τους «Σλαβομακεδόνες»,  οι επιδρομές του ΔΣΕ σε χωριά και οι επιθέσεις στις πόλεις, την περίοδο 1946-49, οι οποίες συνοδεύονταν από ποικίλα έκτροπα, καθώς και το τραγικό παιδομάζωμα είχαν προκαλέσει μια άνευ προηγουμένου συσπείρωση όλων των μη κομμουνιστικών δυνάμεων της χώρας. Δυνάμεων που μέχρι πριν από λίγα χρόνια στην κυριολεξία αλληλοσπαράζονταν (βασιλικοί-βενιζελικοί). 
Τελικά το ΚΚΕ πέτυχε το ακατόρθωτο. Να τοποθετήσει στο ίδιο χαράκωμα απέναντι του από τον ακραιφνή βασιλικό μέχρι τον τροτσκιστή. Απορίες προκαλεί επίσης η τελευταία πρόταση του Παρτσαλίδη « Σταμάτησε την αιματοχυσία για να σώσει την Ελλάδα από την ολοκληρωτική εκμηδένιση». Μάλλον λησμόνησε ότι γύρω στο 30% των μαχητών του ΔΣΕ («Σλαβομακεδόνες») μάχονταν για την απόσπαση της Μακεδονίας από τον εθνικό κορμό, υπό τις ευλογίες της ηγεσίας του ΚΚΕ βεβαίως!
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ-ΚΡΙΣΕΙΣ
Η επιτυχής για τον ΕΣ διεξαγωγή της επιχείρησης «Πυρσός Γ΄» σήμανε το ουσιαστικό τέλος των αντιανταρτικών επιχειρήσεων. Στην κατάληξη αυτή συνέβαλαν αποφασιστικά οι παρακάτω παράγοντες:  Η ικανή και στιβαρή ηγεσία του ΕΣ, η οποία εκπόνησε και εφάρμοσε, χωρίς επεμβάσεις από πολιτικά πρόσωπα, το σχέδιο επιχειρήσεων. Το πολύ υψηλό ηθικό των στρατιωτών του ΕΣ, οι οποίοι είχαν συνειδητοποιήσει ότι ο εχθρός ήταν εγκλωβισμένος και η πολυπόθητη νίκη ήταν πλέον πολύ κοντά. Η άριστη εκπαίδευση, η αριθμητική υπεροχή (αν και αυτή πολλές φορές δεν έπαιζε κανένα ρόλο εξαιτίας των εξαιρετικά δυσπρόσιτων και άριστα οργανωμένων αμυντικών θέσεων των ανταρτών) και ο πλήρης εφοδιασμός με κάθε είδους υλικό των δυνάμεων του ΕΣ. 
Ο αιφνιδιασμός των δυνάμεων του ΔΣΕ, κυρίως με τη διενέργεια του υπερκερωτικού ελιγμού κατά μήκος των ελληνοαλβανικών συνόρων από την ΙΧ Μεραρχία. Τα σοβαρά εσωτερικά πολιτικά και στρατιωτικά προβλήματα που ελλόχευαν στους κόλπους του ΔΣΕ και του ΚΚΕ (προσπάθεια μετατροπής του αντάρτικου στρατού σε τακτικό. Απομάκρυνση του Μάρκου Βαφειάδη από τη στρατιωτική ηγεσία του ΔΣΕ. Ανάληψη της στρατιωτικής ηγεσίας από τον «άκαπνο» Νίκο Ζαχαριάδη. Κλείσιμο γιουγκοσλαβικών συνόρων. Διάσταση μεταξύ πολιτικών επιτρόπων του ΚΚΕ και μονίμων αξιωματικών του ΔΣΕ. 
Σήμερα 70 ακριβώς χρόνια μετά την λήξη της επιχείρησης «Πυρσός» οι εναπομείναντες βετεράνοι του ΕΣ νοιώθουν ηττημένοι και προδομένοι. Σταδιακά η πολιτεία, πιεζόμενη από την αριστερή ρητορεία, τους λησμόνησε και τους αποκαθήλωσε από τη θέση που είχαν κερδίσει με το αίμα τους, δίπλα σε εκείνη των ηρώων του 1940 (πολλοί άλλωστε ήταν οι ίδιοι άνθρωποι). Έφτασε μάλιστα στο σημείο να τους δαιμονοποιήσει και να χαρακτηρίσει τα μνημόσυνα προς τιμήν των πεσόντων συμπολεμιστών τους ως «γιορτές μίσους». Φυσικά δεν τόλμησε να χαρακτηρίσει έτσι τις εκδηλώσεις που λαμβάνουν χώρα από τους βετεράνους του ΔΣΕ, υπό την αιγίδα του ΚΚΕ.    Και όμως χάρη στους αξιωματικούς και τους οπλίτες του ΕΣ αυτή η πολιτεία χρωστά την ύπαρξή της. Χάρη στη θυσία αυτών των ανθρώπων κάποιοι χρωστούν όχι μόνο την πολιτική αλλά και την βιολογική τους ύπαρξη. Χάρη στο αίμα αυτών των ανθρώπων κάποιοι και κάποιες σήμερα πίνουν αμέριμνα τον καφέ τους και σχολιάζουν, με βαθυστόχαστο φιλοσοφικό ύφος, τα «κακώς κείμενα», νοσταλγώντας τον χαμένο «σοσιαλιστικό παράδεισο» και σχεδιάζοντας την «επανάσταση» από τον καναπέ. 
Λησμονούν ότι αν οι «φασίστες» έχαναν τον πόλεμο πολλοί απ’ αυτούς θα αναζητούσαν το μεροκάματο στις πόλεις της Δυτικής Ευρώπης και πολλές απ’ αυτές θα γέμιζαν τους οίκους ανοχής και τα μπαρ των αντίστοιχων πόλεων. Κάποιοι πιο τολμηροί (η καλύτερα πιο θρασείς) εκμεταλλεύονται την κρατική ανεπάρκεια και «πολεμούν καθημερινά τον φασισμό στους δρόμους» καταστρέφοντας και λεηλατώντας. Αγνοούν ότι αν ο ΔΣΕ επικρατούσε στον «παράδεισο» που θα οικοδομούσε οι διαδηλώσεις, (πόσο μάλλον οι λεηλασίες και οι καταστροφές) δεν θα είχαν θέση, γιατί πολύ απλά θα απαγορεύονταν! 
Σήμερα ο πρωθυπουργός της χώρας εγκαινιάζει χώρους μνήμης για τους «αγωνιστές της δημοκρατίας». Λησμονεί όμως ότι αν αυτοί οι «αγωνιστές» επικρατούσαν πιθανώς σήμερα η ιδιαίτερη του πατρίδα να μην ήταν ελληνική. Όσον αφορά τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης αυτός δεν λησμονεί, απλά αγνοεί! Αγνοεί τα λόγια του παππού του ο οποίος απηύθυνε χαιρετισμό «εις τας Ενόπλους Δυνάμεις, αι οποίαι με τον ηρωισμόν και την αυτοθυσίαν των, ακόμη μιαν φοράν εξασφαλίζουν την ανεξαρτησίαν και την αιωνιότητα της Ελλάδος. Και το Εθνος ολόκληρον υποκλίνεται ευλαβώς ενώπιον της Ιεράς Μνήμης των αθανάτων Νεκρών μας, του Γράμμου και του Βίτσι. Εις την συνείδησιν των επερχομένων Ελληνικών γενεών αιώνια θα είναι η μνήμη των». Ο Γέρος της Δημοκρατίας διαψεύσθηκε.
 Η συντριπτική πλειοψηφία των επερχόμενων γενεών λησμόνησε τους μαχητές του Γράμμου και η «δημοκρατία» μας τους περιθωριοποίησε. Όμως οι νεαροί άνδρες του ΕΣ δεν πολέμησαν για τη δημοκρατία, όπως ίσως ψελλίζουν εκπρόσωποι της ροζ κεντροδεξιάς. Πολέμησαν για να σώσουν το σπίτι τους από την λεηλασία, την οικογένειά τους από τον αφανισμό, το χωράφι τους από την καταστροφή. Πολέμησαν γιατί τα ακατανόητα γι’ αυτούς κηρύγματα του «σοσιαλισμού» και της «διεθνιστικής επανάστασης» απειλούσαν οικείες τους φιγούρες: τον ιερέα, τον δάσκαλο και τον πρόεδρο του χωριού. Ο πρώτος τους βάπτισε, τους πάντρεψε και έκλεισε τα μάτια των γερόντων γονιών τους, ο δεύτερος τους έμαθε τα πρώτα γράμματα, ο τρίτος προσπαθούσε να λύσει τα μεγάλα προβλήματα του καθημερινού τους βίου. Πως ήταν δυνατόν αυτοί να ήταν «αντιδραστικοί, αντεπαναστάτες και εχθροί του λαού»; Πολέμησαν γιατί έτσι αντιδρούν οι ελεύθεροι άνθρωποι ενάντια σε κάθε απειλή. Πολέμησαν γιατί έτσι έπραξαν οι παππούδες και οι πατέρες τους στον βάλτο των Γιαννιτσών, στις όχθες του Σαραντάπορου, στις πλαγιές του Μπιζάνιου, στα χαρακώματα του Εσκί Σεχήρ, στις κορυφές της Τρεμπεσίνας, στις χαράδρες της Κλεισούρας, στην έρημο του Ελ Αλαμέιν και στα σοκάκια του Ρίμινι. Πολέμησαν γιατί πολύ απλά έτσι είχαν μάθει να κάνουν.
Το άρθρο του Νίκου Γιαννόπουλου δημοσιεύθηκε στο τεύχος 19 του Patria τον Σεπτέμβριου του 2009



Αύγουστος 1916: - Πως γεννήθηκε το "Κράτος της Θεσσαλονίκης!!"






Στην κορύφωση του «εθνικού διχασμού» ιδρύθηκε ένα βραχύβιο «κράτος» στη Θεσσαλονίκη, το οποίο έζησε εννέα μήνες
Στο χρονικό αυτό διάστημα υπήρχαν δύο κυβερνήσεις: η «νόμιμη» στην Αθήνα, υπό διάφορους πρωθυπουργούς, αλλά ουσιαστικά υπό τον βασιλιά Κωνσταντίνο, και η «προσωρινή» στη Θεσσαλονίκη, υπό τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Το «Κράτος της Θεσσαλονίκης» ξεκίνησε με ένα πραξικόπημα που εκκολάφθηκε τη νύχτα της 16ης προς 17η Αυγούστου και εκδηλώθηκε την επόμενη μέρα.

Ελληνικά εδάφη υπό ξένο έλεγχο για να τηρηθεί η ουδετερότητα

Τον Σεπτέμβριο του 1915 -και ενώ εξελισσόταν ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος- αποβιβάστηκαν στη Θεσσαλονίκη γαλλικά και βρετανικά στρατεύματα. Τον Μάιο του 1916 γερμανικός και βουλγαρικός στρατός κατέλαβε επίκαιρα σημεία στην Ανατολική Μακεδονία. Η κατάληψη αυτών των εδαφών έγινε με τη συναίνεση των ελληνικών κυβερνήσεων, προκειμένου η Ελλάδα να τηρήσει ουδετερότητα έναντι των εμπολέμων.
Στις 21 Μαΐου 1916, ο διοικητής της Γαλλικής Στρατιάς της Ανατολής, στρατηγός Σαράιγ, κήρυξε στη Θεσσαλονίκη στρατιωτικό νόμο. Επισήμως, η πόλη παρέμενε υπό ελληνική κυριαρχία. Την πραγματική εξουσία ασκούσαν οι στρατηγοί της Αντάντ, που διέθεταν στα περίχωρα της πόλης πάνω από 400.000 στρατιώτες. Στις 8 Ιουνίου 1916, επικαλούμενες την ιδιότητά τους ως «προστάτιδων δυνάμεων», η Γαλλία και η Αγγλία απαίτησαν την αποστράτευση του Ελληνικού Στρατού, την παραίτηση της φιλοβασιλικής κυβέρνησης, την απομάκρυνση στρατιωτικών, τη διάλυση της Βουλής και τη διενέργεια εκλογών. Την επομένη σχηματίσθηκε μια άχρωμη κυβέρνηση υπό τον Αλέξανδρο Ζαΐμη, που είχε υπηρεσιακό χαρακτήρα.

Οι Βούλγαροι καταλαμβάνουν την Ανατολική Μακεδονία

Ακολούθησε (4-10 Αυγούστου) η κατάληψη της Ανατολικής Μακεδονίας από τους Βούλγαρους, γεγονός που προκάλεσε έντονες αντιδράσεις σε όλη την Ελλάδα. Στις 14 Αυγούστου πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα μεγάλη συγκέντρωση εκείνων που υποστήριζαν την έξοδο στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ και την επομένη πραγματοποιήθηκε ανάλογο συλλαλητήριο στη Θεσσαλονίκη. Οι ομιλητές ζήτησαν από τον βασιλιά να κηρύξει πόλεμο κατά των Βουλγάρων, όπως και παραίτηση της κυβέρνησης Ζαΐμη και εκλογές.
Οι υποστηρικτές της εξόδου στον πόλεμο
Στη Θεσσαλονίκη κινούνταν τέσσερις διαφορετικές ομάδες που υποστήριζαν τον πόλεμο, με διαφορετική τακτική η καθεμία. Κατ' αρχάς ήταν η τοπική οργάνωση του Κόμματος Φιλελευθέρων (Βενιζελικού), με πρόεδρο τον Δημήτριο Δίγκα. Είχε προπαγανδίσει την έξοδο στον πόλεμο, αλλά εξαρτούσε τις περαιτέρω κινήσεις της από τις αποφάσεις του Βενιζέλου. Τη δεύτερη ομάδα αποτελούσαν τοπικοί πολιτευτές που είχαν αναπτύξει επαφές με τους Γάλλους και δρούσαν ως ενδιάμεσοι μεταξύ του Βενιζέλου και του στρατηγού Σαράιγ (Ζάννας, Αργυρόπουλος). Η τρίτη ομάδα ήταν ανώτεροι στρατιωτικοί (Ζυμβρακάκης, Μαζαράκης), που είχαν προσανατολιστεί στην ιδέα ενός πραξικοπήματος, χωρίς όμως να διαθέτουν τα μέσα για να το πραγματοποιήσουν. («Ο πρώτος δεν διοικούσε στρατιωτικήν μονάδα. Ο δεύτερος, αποπειραθείς να παρασύρη την μονάδα του, απέτυχε»). Ο ρόλος τους στο πραξικόπημα της Θεσσαλονίκης άρχισε μετά την εκδήλωσή του. Η τέταρτη ομάδα ήταν η Χωροφυλακή, που έκανε το πραξικόπημα.
Όπως όλα τα πραξικοπήματα, έτσι και αυτό που έγινε στη Θεσσαλονίκη εξελίχθηκε με πολύπλοκο τρόπο. Η ομάδα Δίγκα πληροφορήθηκε τις φήμες για πιθανό πραξικόπημα και ο ίδιος πήγε στην Αθήνα για να συνεννοηθεί απευθείας με τον Βενιζέλο. Όμως η ομάδα Ζάννα - Αργυρόπουλου είχε προηγηθεί σε αυτό. Ο Αργυρόπουλος είχε συναντηθεί κρυφά στις 11 ή 12 Αυγούστου με τον Βενιζέλο, ο οποίος του είπε ότι «η επανάστασις ήτο αναπόφευκτος», αλλά θεωρούσε ότι «διά να ξεκινήση έπρεπε να επαναστατήσουν μονάδες στρατού». Η πληροφορία αυτή για τη στάση του Βενιζέλου επιβεβαιώνεται και από άλλες πηγές. Ο αρχηγός των Φιλελευθέρων ήθελε να τον υποστηρίζει τουλάχιστον ένας στρατηγός-διοικητής μονάδας προκειμένου να προχωρήσει σε «Επανάσταση», αλλά δεν μπορούσε να τον βρει.

Η φήμη περί «σερβικών απαιτήσεων»

Στις 15 Αυγούστου, ο Ζάννας (της δεύτερης ομάδας) πληροφορήθηκε από Γάλλο συνταγματάρχη ότι «οι Σέρβοι ζητούσαν από τον Σαράιγ να τους παραδώσει την πολιτική διοίκηση της Θεσσαλονίκης». Η είδηση αυτή δεν έχει μέχρι σήμερα επαληθευτεί, αλλά τη μέρα εκείνη έγινε πιστευτή, αφού μάλιστα ενίσχυε τη θέση όσων επιθυμούσαν να επισπευσθεί το πραξικόπημα.
Στις 16 Αυγούστου, η ομάδα Ζάννα-Αργυρόπουλου είχε επαφές με αξιωματικούς της χωροφυλακής για να προωθήσει το εξής σχέδιο: Να αναλάβει την εξουσία μία «Επιτροπή Εθνικής Αμύνης» για να οργανώσει εθελοντικό στρατιωτικό σώμα, το οποίο θα πολεμούσε σε πλευρό της Αντάντ, ανεξάρτητα από την επίσημη θέση της Ελλάδας. Την ίδια μέρα έδωσε την ευλογία του ο Σαράιγ, στον οποίον είχε μεταδοθεί η πληροφορία του Αργυρόπουλου για τους δισταγμούς του Βενιζέλου. Κίνητρο του Σαράιγ ήταν να απαλλαγεί από την ελληνική μεραρχία που στάθμευε στη Θεσσαλονίκη.

Αμφισβητούμενη πατρότητα

Το βράδυ της 16ης προς 17η Αυγούστου οι Κρητικοί χωροφύλακες (δηλαδή οι χωροφύλακες της Κρητικής Πολιτείας που μετά την ενσωμάτωσή της στην Ελλάδα είχαν ενταχθεί στην Ελληνική Χωροφυλακή, διατηρώντας τις στολές και τους σχηματισμούς τους), αποφάσισαν το πραξικόπημα. Η δική τους παράδοση αναφέρει: «Η Κρητική Χωροφυλακή ουδένα δεσμόν είχε με τους κινουμένους παρασκηνιακώς Θεσσαλονικείς και ουδεμίαν εξάρτησιν υπηρεσιακήν υπό τον Ζυμβρακάκην και Μαζαράκην. Μόνον εις τον Βενιζέλον απέβλεπεν μετ’ εμπιστοσύνης. Ο Βενιζέλος δεν παρείχεν την έγκρισίν του. Παρά ταύτα, η Κρητική Χωροφυλακή επανεστάτησε κατά του καθεστώτος των Αθηνών και με την συνεργασίαν ελαχίστων αξιωματικών του στρατεύματος δράσασα, επέτυχε την μεταβολήν της πολιτικής καταστάσεως εν Θεσσαλονίκη» (Πολύβιος Τσάκωνας). Αντίθετα, ο Περικλής Αργυρόπουλος υποστήριξε εκ των υστέρων ότι ήταν εκείνος που έπεισε τους Κρητικούς να κάνουν το πολύ επικίνδυνο βήμα.

Ένα παράγγελμα που δεν εκτελέστηκε

Παρά τον κίνδυνό του, το βήμα θύμιζε οπερέτα. Το πρωί της 17ης Αυγούστου, οι χωροφύλακες παρατάχθηκαν, ο υπαξιωματικός διέταξε «προσοχή» και έδωσε αναφορά στον αξιωματικό (ανθυπομοίραχο Μίνω Τσάκωνας). Ο Τσάκωνας διέταξε «Ανάπαυσις», αλλά οι χωροφύλακες παρέμειναν σε στάση προσοχής. Τότε ο Τσάκωνας έβγαλε από τη θήκη το σπαθί και έδωσε παράγγελμα για βάδην. Οι χωροφύλακες τον ακολούθησαν. Στρατωνίζονταν σε ένα κτίριο στην οδό Εθνικής Αμύνης απ' όπου βάδισαν σε παράταξη μέχρι το στρατώνα της Ελληνικής Χωροφυλακής, στον ίδιο δρόμο. Τους περίμεναν μυημένοι οι υπόλοιποι χωροφύλακες, υπό τον ταγματάρχη Πανουσόπουλο, και όλοι μαζί βάδισαν προς το Διοικητήριο, επί της οδού Αγίου Δημητρίου. Εκεί βρήκαν την «Επιτροπή Εθνικής Άμυνας», αποτελούμενη από λίγους αξιωματικούς του στρατού και πολιτευτές των Φιλελευθέρων, καθώς και ένοπλους πολίτες.

 

Συνέβη σαν Σήμερα το 1968 - "Η Άνοιξη της Πράγας" - Εισβολή Μπρέζνιεφ στην Τσεχοσλοβακία με στρατό 500.000 ανδρών - Τα "αγγελούδια του υπαρκτού σοσιαλισμού"



 


Στις 20 Αυγούστου 1968 στρατιωτικές δυνάμεις του Συμφώνου της Βαρσοβίας εισέβαλαν στην Τσεχοσλοβακία για να καταστείλουν τη λεγόμενη «Άνοιξη της Πράγας», το φιλόδοξο πρόγραμμα φιλελευθεροποίησης και εκδημοκρατισμού του κομουνιστικού καθεστώτος της χώρας, που έφερε την υπογραφή του γενικού γραμματέα του Κ.Κ. Τσεχοσλοβακίας, Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ.

Ο Ντούμπτσεκ ανήλθε στην ηγεσία του κόμματος στις 5 Ιανουαρίου 1968, διαδεχόμενος τον σκληροπυρηνικό Αντονίν Νόβοτνι. Στις 5 Απριλίου παρουσίασε ένα πρόγραμμα δράσης με πολιτικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις, που τις συνόψισε με τη φράση «Σοσιαλισμός με ανθρώπινο πρόσωπο» και οι οποίες εγκρίθηκαν από την Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος.

Η απήχησή τους στην κοινή γνώμη της χώρας ήταν χωρίς προηγούμενο και ασφαλώς απρόβλεπτη. Μαζί με την επαναφορά της ελευθερίας του Τύπου, υπήρξε μία αναβίωση του ενδιαφέροντος για εναλλακτικές μορφές πολιτικής οργάνωσης, στο πλαίσιο του κομουνιστικού συστήματος της χώρας. Αντίθετα, η Σοβιετική Ένωση υπό την ηγεσία του Λεονίντ Μπρέζνιεφ και οι «δορυφόροι» της στο Σύμφωνο της Βαρσοβίας θεώρησαν το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα Ντούμπτσεκ «αντεπαναστατικό» κι έψαχναν τρόπους να το ακυρώσουν

Στις 15 Ιουλίου τα μέλη του Συμφώνου της Βαρσοβίας απέστειλαν στον Ντούμπτσεκ επιστολή, στην οποία του επισήμαναν ότι η χώρα του βρισκόταν στα πρόθυρα της αντεπανάστασης και θεωρούσαν καθήκον τους να την προστατεύσουν («Δόγμα Μπρέζνιεφ»). Ο Ντούμπτσεκ κατάλαβε ότι μία στρατιωτική επέμβαση στη χώρα του από τις «αδελφές» χώρες ήταν προ των πυλών, αλλά πίστευε ότι με τον διάλογο μπορούσε να την αποτρέψει.

Το βράδυ, όμως, της 20ης Αυγούστου 1968, στρατεύματα του Συμφώνου της Βαρσοβίας, από τη Σοβιετική Ένωση, την Ανατολική Γερμανία, την Πολωνία, την Ουγγαρία και τη Βουλγαρία (γύρω στις 500.000), εισέβαλαν στην Τσεχοσλοβακία και την κατέλαβαν. Οι Τσεχοσλοβάκοι αιφνιδιάστηκαν και παραδόθηκαν χωρίς αντίσταση. Μόνο όταν οι εισβολείς επιχείρησαν να καταλάβουν το σταθμό ραδιοτηλεόρασης στην Πράγα συνάντησαν ζωηρή αντίσταση, που τελικά έκαμψαν, αφήνοντας πίσω τους 30 νεκρούς και 300 τραυματίες. Ο πληθυσμός συνέχισε να αντιδρά στην εισβολή με παθητική αντίσταση και αυτοσχέδιες ενέργειες, όπως την αφαίρεση των οδικών πινακίδων, ώστε οι εισβολείς να χάνουν το δρόμο τους.


Οι σοβιετικές αρχές συνέλαβαν τον Ντούμπτσεκ και αρκετούς άλλους ηγέτες και τους μετέφεραν στη Μόσχα. Απέτυχαν, όμως, να βρουν άλλη ηγεσία για το κόμμα και το κράτος που να είναι αποδεκτή από τον λαό. Στις 22 Αυγούστου έγινε το προγραμματισμένο 14ο Συνέδριο του Κ.Κ. Τσεχοσλοβακίας, το οποίο επανέλαβε την υποστήριξή του προς τον Ντούμπτσεκ και το μεταρρυθμιστικό του πρόγραμμα.

Στις 23 Αυγούστου μετέβη στη Μόσχα ο πρόεδρος της χώρας, Λούντβικ Σβόμποντα, για να διαπραγματευθεί μία λύση. Οι διαπραγματεύσεις ολοκληρώθηκαν στις 26 Αυγούστου και ο Σβόμποντα επέστρεψε στην Πράγα έχοντας μαζί του τον Ντούμπτσεκ και τους άλλους κομμουνιστές ηγέτες, για να ανακοινώσει στους Τσέχους και στους Σλοβάκους το τίμημα που θα έπρεπε να πληρώσουν για τον σοσιαλισμό τους με το ανθρώπινο πρόσωπο: τα σοβιετικά στρατεύματα θα παρέμεναν στη χώρα και οι ηγέτες της Τσεχοσλοβακίας είχαν συμφωνήσει να αποσύρουν μεγάλο μέρος του μεταρρυθμιστικού τους προγράμματος.

Η παρουσία των σοβιετικών στρατευμάτων βοήθησε τους σκληροπυρηνικούς να νικήσουν τελικά τον Ντούμπτσεκ και τους μεταρρυθμιστές. Πρώτ’ από όλα κηρύχθηκε άκυρο το 14ο συνέδριο του κόμματος, κατ’ απαίτηση του Πρωτοκόλλου της Μόσχας που συμφωνήθηκε στις 26 Αυγούστου. Με αυτόν τον τρόπο, διατηρήθηκαν στην εξουσία οι σκληροπυρηνικοί, οι οποίοι τελικά νίκησαν, χρησιμοποιώντας τις πιέσεις των Σοβιετικών και τις διαφωνίες ανάμεσα στους μεταρρυθμιστές.


Στις 16 Ιανουαρίου 1969 ο φοιτητής Γιαν Πάλατς αυτοπυρπολήθηκε στην κεντρική πλατεία της Πράγας, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για το καθεστώς ανελευθερίας, που άρχισε να επικρατεί και πάλι στη χώρα. Τουλάχιστον επτά νέοι ακολούθησαν το παράδειγμά του, αλλά η θυσία τους έμεινε σχεδόν άγνωστη, καθώς η λογοκρισία λειτούργησε πιο αποτελεσματικά σε σχέση με τον Πάλατς, που έγινε το σύμβολο της αντίστασης των Τσεχοσλοβάκων κατά των Σοβιετικών. Στις 17 Απριλίου 1969 ο Ντούμπτσεκ απηλλάγη από τα καθήκοντά του και νέος ηγέτης του κόμματος ανέλαβε ο παλαιολιθικός Γκούσταβ Χούζακ. Το κομμουνιστικό καθεστώς άντεξε ακόμη είκοσι χρόνια στην Τσεχοσλοβακία, οπότε κατέρρευσε με τη λεγόμενη «Βελούδινη Επάνασταση» του 1989.

Σοσιαλισμός ΝΑΙ, κατοχή ΟΧΙ, η αφίσα που κυκλοφόρησε στην Πράγα μετά την εισβολή των δυνάμεων, του Συμφώνου της Βαρσοβίας


Η Σοβιετική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία καταδικάστηκε από τη Δύση, αλλά μόνο σε λεκτικό επίπεδο. Οι ΗΠΑ ήταν απασχολημένες με τον πόλεμο στο Βιετνάμ και θεώρησαν την εισβολή ως εσωτερική υπόθεση του αντίπαλου στρατοπέδου. Οι ηγέτες της Ρουμανίας και της Γιουγκοσλαβίας, Νικολάε Τσαουσέσκου και Τίτο, που βρίσκονταν σε διάσταση με τη Μόσχα, τάχθηκαν στο πλευρό του Ντούμπτσεκ, ενώ ο Αλβανός ηγέτης Εμβέρ Χότζα, για διαφορετικούς λόγους, κατήγγειλε τη σοβιετική εισβολή και απέσυρε τη χώρα από το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, σπρώχνοντάς την στην αγκαλιά της Κίνας.

Μεγάλος ήταν ο αντίκτυπος που προκλήθηκε στα Κομμουνιστικά Κόμματα της Δύσης. Τα Κ.Κ. Ιταλίας και Γαλλίας καταδίκασαν την επέμβαση και δρομολόγησαν πολιτικές που οδήγησαν τα επόμενα χρόνια στον λεγόμενο «Ευρωκομουνισμό» και την οριστική απεξάρτησή τους από την ιδεολογική επιλογή της Μόσχας. 

Στην Ελλάδα, το ΚΚΕ, που βρισκόταν στην παρανομία από το 1947, βρισκόταν υπό διάσπαση ήδη από τον Φεβρουάριο του 1968 και υπό την επήρεια της «Άνοιξης της Πράγας». Είχε χωριστεί σε ΚΚΕ (εξωτερικού το έλεγαν κάποιοι) και σε ΚΚΕ (εσωτερικού), που αποτέλεσε τον προπάτορα του ΣΥΡΙΖΑ.

Συνειδησιακά και ιδεολογικά προβλήματα δημιουργήθηκαν σε χιλιάδες κομμουνιστές σ’ όλο τον κόσμο, που είχαν βιώσει και την εμπειρία της σοβιετικής επέμβασης στην Ουγγαρία το 1956. Ο λεγόμενος «υπαρκτός σοσιαλισμός» δυσφημίστηκε ανεπανόρθωτα και άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για την εξαφάνισή του από το προσκήνιο της ιστορίας.


Πηγή: https://www.sansimera.gr/articles/968?utm_source=newsletter&utm_medium=email&utm_campaign=sinevi_san_simera&utm_term=2023-08-20

© SanSimera.gr