Μια νέα βιομηχανία αιτήσεων και δικαστικών προσφυγών από εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχους προκαλεί η καθυστέρηση του υπουργείου Εργασίας στην έκδοση των προβλεπόμενων ενημερωτικών σημειωμάτων, στα οποία θα αποτυπώνεται ποιο είναι το νέο, μετά τον επανυπολογισμό, ποσό σύνταξης που λαμβάνουν από 1η Ιανουαρίου 2019, ποια είναι η προσωπική τους διαφορά και πώς προκύπτει το ποσό που καταβάλλεται.
Την ίδια στιγμή, μια νέα ομάδα συνταξιούχων που υπέβαλαν την αίτηση συνταξιοδότησης από τις 13 Μαΐου 2016 έως και το τέλος του 2018, και η σύνταξη υπολογίστηκε βάσει του νόμου Κατρούγκαλου, προσφεύγουν στα δικαστήρια διεκδικώντας αναδρομικά ποσά.
Στην πρώτη περίπτωση, η μη δημοσιοποίηση των στοιχείων προκαλεί σύγχυση και ανασφάλεια και καθιστά τους συνταξιούχους εύκολα θύματα διάφορων επιτήδειων, που έναντι αμοιβής οδηγούν τους συνταξιούχους σε μια νέα διαδικασία υποβολής μαζικών αιτήσεων στον ΕΦΚΑ, διεκδικώντας ενημέρωση. Η απάντηση δε, που λαμβάνουν από τις αρμόδιες υπηρεσίες του ταμείου είναι ότι δεν θα εκδοθούν ενημερωτικά με τα ποσά του επανυπολογισμού «μέχρι νεωτέρας»...
Άγνοια επικρατεί ακόμη και για τον τρόπο που προκύπτουν οι αυξήσεις στις συντάξεις των περίπου 620.000 συνταξιούχων που ο επανυπολογισμός έβγαλε ότι η σύνταξή τους από 1η Ιανουαρίου 2019 πρέπει να είναι υψηλότερη από αυτή που εισέπρατταν μέχρι το τέλος του 2018. Αυτοί λαμβάνουν την αύξηση που δικαιούνται σε 5 ετήσιες δόσεις, δηλαδή από το 2019 μέχρι και το 2023. Πολλοί είναι οι συνταξιούχοι που θεωρούν ότι ενώ δικαιούνταν αύξηση δεν έλαβαν ή έλαβαν μικρότερο ποσό, καθώς τους κόπηκε το οικογενειακό επίδομα κατά τη διαδικασία του επανυπολογισμού.
Συγκεκριμένα, όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, ο νόμος 4472/2017 όριζε ότι τα οικογενειακά επιδόματα στις συντάξεις που επανυπολογίζονται, παύουν να καταβάλλονται μετά τις 31/12/2018 στις παλιές συντάξεις. Η διάταξη αυτή καταργήθηκε με τη «διάσωση των συντάξεων». Εξακολουθεί, όμως, και ισχύει εγκύκλιος του υπουργείου Εργασίας (αντίστοιχη εγκύκλιος του ΕΦΚΑ δεν έχει εκδοθεί), που ορίζει ότι «στις περιπτώσεις που στον συνταξιούχο καταβάλλεται οικογενειακό επίδομα, οι φορείς κύριας ασφάλισης θα υπολογίζουν την προσωπική διαφορά λαμβάνοντας υπόψη την καταβολή του οικογενειακού επιδόματος».
Έτσι, εκτιμάται ότι είναι χιλιάδες οι συνταξιούχοι που λαμβάνουν μικρότερη αύξηση, λόγω της κατάργησης των οικογενειακών επιδομάτων μόνο για την ομάδα που λαμβάνει επιστροφή - αύξηση. Βέβαια, η πραγματική κατάσταση θα φανεί με την έκδοση των ενημερωτικών σημειωμάτων που ήδη έπρεπε να έχουν αναρτηθεί στη σχετική ιστοσελίδα του ΕΦΚΑ.
Όσο αυτά καθυστερούν, τόσο εντείνεται η αγωνία αλλά και η εκμετάλλευση.
Στα δικαστήρια και οι «νέοι» συνταξιούχοι
Την ίδια στιγμή, νέο μέτωπο ανοίγει και από τους νέους συνταξιούχους, που διεκδικούν υψηλότερες συντάξεις. Πρόκειται για όσους αποχώρησαν από τις 13 Μαΐου 2016 έως 31 Δεκεμβρίου 2018 και έχουν δικαίωμα προσωπικής διαφοράς. Οι ειδικοί εκτιμούν πως πρόκειται για περισσότερους από 100.000 νέους συνταξιούχους, των οποίων η σύνταξη είναι σημαντικά μειωμένη, πάνω από 20%, σε σχέση με αυτή που θα έπαιρναν εάν υπέβαλαν την αίτηση συνταξιοδότησης κάποιους μήνες ή ακόμη και κάποιες ημέρες νωρίτερα, πριν δηλαδή από την ψήφιση του επίμαχου νόμου Κατρούγκαλου. Αυτοί, δικαιώθηκαν, βάσει του νόμου, ένα τμήμα της λεγόμενης «προσωπικής διαφοράς», στο πλαίσιο της τριετούς μεταβατικής περιόδου που προβλέφθηκε.
Συγκεκριμένα, ο νόμος του 2016 προέβλεψε ότι για τις αιτήσεις που θα κατατεθούν το 2016, εάν το ποσό της απονεμόμενης σύνταξης με το νόμο Κατρούγκαλου υπολείπεται σε ποσοστό άνω του 20% του ποσού της σύνταξης που θα απονεμόταν κατά το προϊσχύσαν καθεστώς, ο συνταξιούχος θα πάρει το μισό, δηλαδή το 50% ως προσωπική διαφορά. Δηλαδή, για παράδειγμα, αν κάποιος ασφαλισμένος ΟΑΕΕ θα ελάμβανε με τις παλιές διατάξεις 1.300 ευρώ και με τις διατάξεις του 2016 έλαβε 1.000 ευρώ (διαφορά 23%), τότε θα πρέπει να λάβει τα 150 ευρώ ως «προσωπική διαφορά» και η σύνταξή του θα διαμορφωθεί στα 1.150 ευρώ.
Όσοι συνταξιοδοτήθηκαν το 2017 και ανήκουν σε αυτές τις κατηγορίες δικαιούνται το 1/3 της διαφοράς (δηλαδή το 33,3%), ενώ όσοι έφυγαν το 2018, το 1/4, δηλαδή το 25%. Από το 2019 και εφεξής, δεν υπάρχει προσωπική διαφορά για τους νέους συνταξιούχους.
Σύμφωνα με νομικούς, ήδη, μερικές χιλιάδες συνταξιούχων έχουν καταθέσει αγωγές κατά της συνταξιοδοτικής απόφασης, κάνοντας λόγο για άνιση μεταχείριση μεταξύ ασφαλισμένων που συνταξιοδοτήθηκαν ακόμη και με μία μέρα διαφορά. Παράλληλα, βέβαια, διεκδικούν υψηλότερο ποσό σύνταξης, επισημαίνοντας ότι η σύγκριση της νέας σύνταξης του ν. 4387/2016 έπρεπε να γίνει με αυτήν που θα προέκυπτε, χωρίς όμως να συμπεριληφθούν οι περικοπές των νόμων 4051 και 4093 του 2012, καθώς έχουν κριθεί αντισυνταγματικές από το ΣτΕ, με την απόφαση του Ιουνίου του 2015. Δηλαδή το παλαιό ποσό, που χρησιμοποιήθηκε ως μέτρο σύγκρισης, θα έπρεπε σύμφωνα με τους συνταξιούχους αλλά και τους δικηγόρους που έχουν αναλάβει τις υποθέσεις τους να είναι αυξημένο, χωρίς να υπολογίζονται τα «ψαλίδια» του 2012.
Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα, η προσωπική τους διαφορά και κατά συνέπεια η τελική τους σύνταξη να είναι μεγαλύτερη ενώ κάποιοι που σήμερα δεν δικαιούνται προσωπική διαφορά, θα έπρεπε να λαμβάνουν...