Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2018

Η χειραγώγηση μέσω των δημοσκοπήσεων




Παρά το ότι οι περισσότεροι ισχυρίζονται πως δεν τις πιστεύουν, όλοι σχεδόν τις αποδέχονται – ενώ στην ουσία οι εταιρίες προσπαθούν να διαμορφώσουν τα εκλογικά αποτελέσματα έτσι όπως τα προβλέπουν, προς όφελος των κομματικών εντολέων τους.
.
«Η Επιστήμη είναι το τελευταίο καταφύγιο του πολιτισμού μας. Aς μην την κάνουμε λοιπόν και αυτή ένα ευτελές όργανο των όποιων κοινωνικών, πολιτικών ή οικονομικών σκοπιμοτήτων μας» (Μ. Δανέζης).
.

Επικαιρότητα

Το τελευταίο χρονικό διάστημα, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε πάρα πολλές χώρες, όπως στις Η.Π.Α. πριν την εκλογή του προέδρου Trump ή στη Μ. Βρετανία πριν από το BREXIT, διαπιστώθηκε πως τα εκλογικά αποτελέσματα ήταν εντελώς διαφορετικά, από ότι προέβλεπαν οι δημοσκοπήσεις – με αποτέλεσμα να μειωθεί η αξιοπιστία τους, ειδικά σε αυτούς που έχουν τη δυνατότητα να κρίνουν. Η αιτία είναι η χρησιμοποίηση τους ως όπλο χειραγώγησης των μαζών από τις ελίτ – οι οποίες ουσιαστικά αγοράζουν τις εκλογές χωρίς κανέναν περιορισμό, ενώ οι μάζες έχουν την ψευδαίσθηση πως εκλέγουν τις κυβερνήσεις τους.
Στις παραπάνω περιπτώσεις απλά οι ελίτ είχαν χωριστεί σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα, οπότε η διχογνωμία δεν τους επέτρεψε να επηρεάσουν καταλυτικά τους εκλογείς – με αποτέλεσμα να γίνει φανερή η «αδυναμία» των δημοσκοπήσεων, σε έναν μεγάλο αριθμό ανθρώπων.  Κάτι ανάλογο συνέβη στην Ελλάδα το 2015, όπου η τότε κυβέρνηση στήριξε μία επιλογή, το «ΟΧΙ», παρά το ότι ήθελε να επικρατήσει το «ΝΑΙ» – γεγονός που σημαίνει πως υπήρξε ξανά διχογνωμία, με τις δημοσκοπήσεις να απέχουν σε μεγάλο βαθμό από την πραγματικότητα.
Εν τούτοις, πρόκειται για εξαιρέσεις και όχι για τον κανόνα – με την έννοια πως οι δημοσκοπήσεις συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται για τον επηρεασμό και τη χειραγώγηση του «όχλου», όπως αντιλαμβάνονται οι ελίτ τους Πολίτες. Εύλογα λοιπόν νοιώθει κανείς μεγάλη ντροπή για τους επιστήμονες που διεξάγουν τις δημοσκοπήσεις, προδίδοντας την ίδια τους την επιστήμη – το τελευταίο καταφύγιο του πολιτισμού μας, όπως αναφέρθηκε στην εισαγωγή του κειμένου.
Περαιτέρω, φαίνεται καθαρά πως τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων είναι στενά συνδεδεμένα με την παράταξη που τις «παραγγέλνει» – συνήθως μέσω κάποιων δικών της ΜΜΕ που την υπηρετούν, ασφαλώς με υλικά ανταλλάγματα (διαφημιστικές καταχωρήσεις κλπ.). Εν προκειμένω τα μικρά κόμματα είναι οι μεγάλοι χαμένοι, ειδικά τα καινούργια που δεν επιχορηγούνται καθόλου από το κράτος (ανάλυση) – αφού δεν έχουν τη δυνατότητα να πληρώνουν τις δημοσκοπήσεις, ούτε δικά τους ΜΜΕ.
Εάν βέβαια αποτελούν μέρος του συστήματος (ανάλυση), το οποίο τα προωθεί για να έχει καλυμμένα τα νώτα του ή για να εξισορροπεί τα εκλογικά αποτελέσματα (για παράδειγμα, στηρίζοντας ένα δεξιό μικρό κόμμα αφαιρεί κανείς ψήφους από την κυρίαρχη ΝΔ), τότε εμφανίζονται στις δημοσκοπήσεις και αυξάνουν τα ποσοστά τους – οπότε εύλογα προσελκύουν περισσότερα στελέχη και οπαδούς, με την προοπτική της εισόδου τους στη Βουλή.
Εάν όμως δεν είναι μέρος του συστήματος ή εάν περιθωριοποιηθούν, λόγω του ότι έκαναν κάποιο σοβαρό επικοινωνιακό λάθος, δεν πλήρωσαν τα «λύτρα» που απαιτεί ή έχασαν την εμπιστοσύνη του, τότε είναι καταδικασμένα – με πρώτη ενέργεια τη μείωση των ποσοστών που τους δίνονται και στη συνέχεια πλήρη εξαφάνιση τους από τις δημοσκοπήσεις, στην κατηγορία «λοιπά κόμματα». Αυτή είναι μία από τις αιτίες, για τις οποίες χαρακτηρίζονται βρώμικοι οι πολιτικοί και η Πολιτική – ενώ τα ΜΜΕ, όπως επίσης οι εταιρίες δημοσκόπησης (πάντοτε με εξαιρέσεις, αφού ποτέ δεν γενικεύουμε), είναι βασικοί συντελεστές του βρώμικου παιχνιδιού.
Εάν τώρα είναι κανείς ιδιαίτερα προσεκτικός, καταχωρώντας στο μυαλό του τις δημοσκοπήσεις σε συνδυασμό με το μέσον που τις παραγγέλνει, με το κόμμα που το στηρίζει και με τις οικονομικές ελίτ που στηρίζουν το κόμμα, συγκρίνοντας τες επί πλέον με παλαιότερες που έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά, καταλαβαίνει αμέσως τι συμβαίνει – όχι μόνο στατικά αλλά και δυναμικά, αφού οι «βρώμικες συμμαχίες» συχνά διαφοροποιούνται, εμφανίζοντας ως εκ τούτου αντικρουόμενες δημοσκοπήσεις.
Συνεχίζοντας, ειδικά όσον αφορά τη δολοφονία των μαθηματικών από τις δημοσκοπήσεις, θεωρούμε πως το κατωτέρω κείμενο ενός εξειδικευμένου καθηγητή, του κ. Δανέζη (πηγή), δίνει περισσότερες και καλύτερες απαντήσεις. Σύμφωνα με αυτό, μια από τις πιο γνωστές, αλλά και πιο αποτελεσματικές μεθόδους επηρεασμού της κοινής γνώμης, είναι η παρουσίαση δημοσκοπικών αποτελεσμάτων – αυτό ασχέτως της εγκυρότητάς τους.

Ξένη δημοσίευση

  • του Δρ. Δανέζη
Ο αγώνας προβολής προσώπων, κομμάτων ή παρατάξεων, στηρίζεται στην ανάλυση βαθύτερων κοινωνιολογικών φαινομένων – τα οποία θέλουν τους αναποφάσιστους πολίτες-καταναλωτές να συντάσσονται, σε ένα μεγάλο βαθμό, με τους πιθανότερους τελικούς νικητές. Η τάση αυτή θεωρείται λογική, από κάποιους, εφόσον, όπως όλοι γνωρίζουμε, κάποιοι πολίτες δεν επιλέγουν στις εκλογές με βάση ιδεολογικά η γενικότερα κριτήρια – αλλά λαμβάνοντας υπόψη το προσωπικό τους συμφέρον το οποίο τους επιβάλλει να συνταχθούν στο πλευρό του πιθανότερου νικητή που θα έχει την δυνατότητα να εξυπηρετήσει τις όποιες τυπικές ή άτυπες επιδιώξεις τους.
Άμεσο αποτέλεσμα αυτής της τάσης είναι, σε πολλές περιπτώσεις, το «μαγείρεμα» των δημοσκοπικών αποτελεσμάτων, υπέρ προσώπων ή σχηματισμών – έτσι ώστε, η έννοια δημοσκόπηση, στην συνείδηση πολλών πολιτών να αποτελεί συνώνυμο της έννοιας «εξαπάτηση».
Οι βασικές αρχές μιας Δημοσκόπησης
Προκειμένου να ξαναβρούν οι πολίτες την εμπιστοσύνη τους σε αυτό που λέγεται Μαθηματική Επιστήμη και κατ’ επέκταση στην έννοια της Μαθηματικά ορθής Δημοσκόπησης, θα προσπαθήσουμε, με απλά λόγια, να περιγράψουμε μερικά βασικά κριτήρια που θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους οι αναγνώστες τέτοιων δημοσκοπικών ερευνών, προκειμένου να κρίνουν την ορθότητά τους.
Το πρόβλημα του συνεπούς δείγματος
Αρχικό και τεράστιο πρόβλημα μιας Δημοσκόπησης είναι η συγκρότηση ενός συνεπούς λεγομένου δείγματος ερωτώμενων πολιτών. Αυτό σημαίνει ότι, το δείγμα των επιλεγέντων πολιτών που θα συμμετάσχουν στην δημοσκόπηση, θα πρέπει να περιγράφει επακριβώς, ποσοστιαία βέβαια, την δομή της κοινωνίας της δημοσκοπούμενης περιοχής (διάφορες ηλικίες, φύλο, διάφορα μορφωτικά επίπεδα, διάφορα επαγγέλματα, διάφορα οικονομικά επίπεδα, τοπικές διαφοροποιήσεις κλπ). Μια τέτοια πλήρης κατανομή του δείγματος δεν είναι εφικτή για δύο λόγους:.
(α) Λόγω πιθανής ανυπαρξίας αντίστοιχων αναλυτικών στοιχείων από την Στατιστική Υπηρεσία και
(β) Λόγω του τεράστιου αριθμού των πολιτών που θα έπρεπε να δημοσκοπηθούν –  γεγονός που αυξάνει κατά πολύ το κόστος της έρευνας ελαχιστοποιώντας τα περιθώρια κέρδους των εταιριών.
Τα πολλά σφάλματα που δημιουργούνται σε πολλές φάσεις της δημοσκόπησης, λόγω των προηγούμενων προβλημάτων είναι τεράστια και σπάνια αναφέρονται. Για παράδειγμα αναφέρουμε ότι ένα ανεκτό μέγεθος δείγματος για την Α’ Εκλογική Περιφέρεια Πειραιά είναι 1300 ερωτώμενοι. Το δείγμα αυτό βέβαια είναι ανεκτό αν οι ερωτώμενοι πουν την αλήθεια. Στην αντίθετη περίπτωση το σφάλμα πολλαπλασιάζεται. Ενδιαφέρον είναι να αναφερθεί ότι το σφάλμα μέτρησης για κάθε κόμμα είναι διαφορετικό.
Για να εξασφαλίσουμε, στο μέτρο του δυνατού, την αλήθεια των απαντήσεων των ερωτούμενων, καταφεύγουμε σε μεθόδους απόκρυψης της ταυτότητάς τους. Για το λόγο αυτό χρησιμοποιούμε την μέθοδο του ανώνυμου ερωτηματολογίου, και ακόμα καλύτερα, την μέθοδο της κάλπης, προκειμένου να εξασφαλίζεται η ανωνυμία των δημοσκοπούμενων πολιτών.
Αυτό σημαίνει ότι: «τα αποτελέσματα των τηλεφωνικών δημοσκοπήσεων δεν αντέχουν σε καμιά σοβαρή επιστημονική αξιολόγηση, λόγω των τεραστίων σφαλμάτων που εμπεριέχουν, και ως εκ τούτου οι λόγοι διενέργειας τους θα πρέπει να αναζητηθούν μόνο στα πεδία κάποιων σκοπιμοτήτων». Πιστεύει κανείς ότι αν ο ερωτώμενος γνωρίζει ότι είναι η ταυτότητά του γνωστή στον ερωτώντα, η απάντησή του σίγουρα θα είναι αληθής;
Βέβαια ένα είναι αληθές. Ότι δείγματα 1.000 και 2.000 ερωτώμενων, σε πανελλαδικό επίπεδο, «μόνο γέλια μπορούν να προκαλούν στους Μαθηματικούς κύκλους» ως προς την ορθότητα του τελικού αποτελέσματός – εφ’ όσον δεν υπάρχει καμιά δυνατότητα να τα σταθμίσουμε, έστω και ελάχιστα ικανοποιητικά.
Στην συνέχεια της δημοσκόπησης βέβαια υπεισέρχεται μια σειρά άλλων σφαλμάτων, λόγω των μεθόδων μαθηματικής επεξεργασίας. Τα σφάλματα αυτά είναι ασυγκρίτως μικρότερα από τα προηγούμενα που οφείλονται στην κακή κατανομή του δείγματος και τα μόνα, τα οποία σε κάποιες περιπτώσεις δίδονται στη δημοσιότητα. Αυτό επειδή είναι αρκετά μικρά και έτσι δεν αποκαλύπτουν με την «πρώτη ματιά» το εσφαλμένο του τελικού αποτελέσματος. Στην πραγματικότητα μια «έντιμη», σε μαθηματικό επίπεδο, δημοσκόπηση, πρέπει να αναφέρει στην ταυτότητά της το άθροισμα των προηγούμενων σφαλμάτων και όχι τον τυπικό μέσο όρο τους – πράγμα που ποτέ δεν γίνεται.
Το τι σημαίνει όμως «σφάλμα» ενός δημοσκοπικού αποτελέσματος μπορούμε να το κατανοήσουμε από το επόμενο παράδειγμα. Έστω ότι έχουμε δύο παρατάξεις με δημοσκοπούμενα ποσοστά 31% και 39% – με πιθανό έστω μέσο τελικό σφάλμα μέτρησης 9%. Αυτό σημαίνει πως ακόμα και αν όλα τα στοιχεία της έρευνας είναι ορθά, τα πιθανά εκλογικά ποσοστά της πρώτης παράταξης, σύμφωνα με την δημοσκόπηση, βρίσκονται μεταξύ 22% και 40% – της δεύτερης μεταξύ 30% και 48% (αφαιρούμε και προσθέτουμε το σφάλμα 9%).
Όπως βλέπουμε, λαμβάνοντας υπόψη μας τα δημιουργούμενα σφάλματα, σαν αποτέλεσμα μιας επιστημονικά ορθής δημοσκόπησης, έχουμε μια περιοχή ποσοστών μέσα στην οποία κυμαίνεται η δύναμη των παρατάξεων – όχι απόλυτα ποσοστά.
Με απόλυτα ποσοστά ο δεύτερος συνδυασμός με 39% μπορεί να πανηγυρίζει ότι προηγείται του πρώτου. Με αναγραφή όμως των ποσοστών σφάλματος, κανένας δεν μπορεί να αναγνωρίσει από την δημοσκόπηση πιο κόμμα προηγείται του άλλου, εφόσον η μαθηματική ανάλυση δίνει την δυνατότητα η πρώτη παράταξη, τελικά, να φέρει την ημέρα των εκλογών ποσοστά πολύ μεγαλύτερα της δεύτερης. Ένα τέτοιο φαινόμενο παρατηρήσαμε στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές.
Τα κουτοπόνηρα μαγειρέματα
Στο σημείο όμως αυτό, μερικοί προβαίνουν σε ένα συνηθισμένο κουτοπόνηρο «μαγείρεμα» των μαθηματικών αποτελεσμάτων. Σκέφτονται λοιπόν κάποιοι οι οποίοι θέλουν π.χ. να πουλήσουν «εκδούλευση» στη δεύτερη παράταξη: «αφού τα μαθηματικά δίνουν την ίδια πιθανότητα ο πρώτος συνδυασμός να πάρει ποσοστά μεταξύ 22% και 40% δεν είναι και τόσο κακό αντί της μέσης τιμής 31% να δώσω την ελάχιστη 22% αφού είναι το ίδιο πιθανή. Και αντίθετα, με την ίδια σκέψη, δεν είναι και έγκλημα να δώσω στους φίλους μου ποσοστά 48% αντί 39%»
Με τον τρόπο αυτό η διαφορά των 8 ποσοστιαίων μονάδων που χωρίζουν το πρώτο από το δεύτερο σχηματισμό γίνονται πλαστά 26 μονάδες – μία τεράστια απόκλιση.
Θα πει βέβαια κανείς γιατί να γίνει το «μαγείρεμα», αφού έτσι κι αλλιώς ο δεύτερος σχηματισμός προηγείται του πρώτου: Ο λόγος είναι απλός και αφορά τους αναποφάσιστους. Όπως ήδη αναφέραμε, οι πολιτικοί διαφημιστές πιστεύουν ότι, οι αναποφάσιστοι πολίτες-καταναλωτές, συντάσσονται τελικά, για λόγους συμφέροντος, σε ένα μεγάλο μέρος τους, με τον πιθανότερο τελικό νικητή. Για το λόγο αυτό οι διαφημιστές προσπαθούν να επιβάλουν έναν πλαστό αέρα νίκης και εκλογικού θριάμβου μέσω του «μαγειρέματος» των δημοσκοπικών αποτελεσμάτων.
Ένα δεύτερο ερώτημα είναι: «Το τελικό εκλογικό αποτέλεσμα δεν θα αποκαλύψει την απάτη;» Και στο σημείο αυτό υπάρχει η επιστημονικοφανής απάντηση προκειμένου να καλυφθεί το «μαγείρεμα». Λέγουν οι εμπλεκόμενοι:
«Μια δημοσκόπηση δεν αποτελεί παρά την ένδειξη μιας συγκεκριμένης τάσης της κοινωνίας την στιγμή της δειγματοληψίας». Αυτό είναι σωστό, όμως δεν συμπληρώνουν ότι δέκα ημέρες πριν την εκλογική αναμέτρηση, μια πραγματική διαφορά 30 ποσοστιαίων μονάδων μεταξύ δύο συνδυασμών δεν είναι δυνατόν να γίνει 10 μονάδες, αν δεν συμβούν δραματικά κοινωνικά γεγονότα στην περιοχή της εκλογικής αναμέτρησης.
Αυτό συμβαίνει διότι είναι γνωστό ότι, οι μεταβολές των τάσεων μιας δεδομένης κοινωνίας, εκτός των άλλων, είναι αποτέλεσμα μιας σειράς μακροσκοπικών κοινωνικών φαινομένων – τα οποία έχουν σχέση με μια συνεχή, αλλά πολύ αργή, αλλαγή της κοινωνικής συνείδησης της δημοσκοπούμενης κοινωνίας.
Το ερώτημα είναι βέβαια απλό. Ο διαφημιζόμενος κώδικας δεοντολογίας των εταιριών δημοσκόπησης επιβάλλει ή όχι την αναγραφή έστω του συνολικού μέσου σφάλματος των μετρήσεων το οποίο για δημοσκόπηση δύο και τριών χιλιάδων πολιτών έτσι κι αλλιώς είναι πολύ μεγάλο; Αν όχι, γιατί; Αν ναι γιατί δεν εγκαλούνται αυτοί που ασελγούν στον «σώμα» των Μαθηματικών, αλλά και της ενημέρωσης της κοινωνίας των πολιτών;
Επιτέλους ας επιτρέψουν στα Μαθηματικά να επιβιώσουν αξιοπρεπώς έξω από παιχνίδια σκοπιμότητας και εξουσίας. Η Επιστήμη είναι το τελευταίο καταφύγιο του πολιτισμού μας – ας μην την κάνουμε και αυτή ένα ευτελές όργανο των όποιων κοινωνικών, πολιτικών ή οικονομικών σκοπιμοτήτων μας.

πηγή:https://analyst.gr/2018/09/25/i-xiragogisi-meso-ton-dimoskopiseon/

Τέλος τα Capital controls στην ανάληψη μετρητών και στην κίνηση των κεφαλαίων εντός της χώρας







Στάλθηκε σήμερα  Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2018 για δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως η απόφαση του υπουργού Οικονομικών, σύμφωνα με την οποία τροποποιούνται οι περιορισμοί στην ανάληψη μετρητών και στη μεταφορά κεφαλαίων που θεσπίστηκαν με την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου της 18ης Ιουλίου 2015 (Α΄ 84), όπως ισχύει.

Με την απόφαση καταργούνται πλέον πλήρως οι δύο πυλώνες του οδικού χάρτη των capital controls και απελευθερώνονται έτσι οι περιορισμοί στην ανάληψη μετρητών και στην κίνηση των κεφαλαίων εντός της χώρας, παράλληλα γίνεται περαιτέρω σταδιακή άρση των περιορισμών του τρίτου πυλώνα που αφορά στην μεταφορά κεφαλαίων  στο εξωτερικό. Ειδικότερα  : 

·                Επιτρέπονται πλέον από 1η Οκτωβρίου χωρίς περιορισμό οι κάθε μορφής αναλήψεις μετρητών από τα ιδρύματα στην Ελλάδα. 
·                Επιτρέπονται από 1η Οκτωβρίου οι κάθε μορφής αναλήψεις μετρητών από τα ιδρύματα στο εξωτερικό έως του ποσού των 5.000 ευρώ.
·                Αυξάνεται με την δημοσίευση της απόφασης το ποσό μεταφοράς ευρώ ή ξένου νομίσματος στο εξωτερικό από 3.000 ευρώ σε 10.000 ευρώ. Συγκεκριμένα, επιτρέπεται η μεταφορά χαρτονομισμάτων σε ευρώ ή/ και σε ξένο νόμισμα ανά φυσικό πρόσωπο και ανά ταξίδι στο εξωτερικό. 
·                Διευκολύνονται με την δημοσίευση της απόφασης και θα διεκπεραιώνονται απευθείας  από το δίκτυο των υποκαταστημάτων  οι συναλλαγές νομικών προσώπων ή επιτηδευματιών προς το εξωτερικό στο πλαίσιο των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων, μέσω της αύξησης του ποσού που μπορούν να στείλουν στο εξωτερικό, από 40.000 ευρώ σε 100.000 ευρώ, για κάθε συναλλαγή ανά πελάτη και ανά ημέρα.
·                Επιτρέπεται η μεταφορά στο εξωτερικό χρηματικών ποσών που αποτελούν κέρδη και μερίσματα προερχόμενα από κεφάλαια εξωτερικού, που επενδύονται στην  Ελλάδα μετά τη δημοσίευση της απόφασης, έως ποσοστού 100% του επενδεδυμένου κεφαλαίου για κάθε ημερολογιακό έτος.

Η απόφαση αυτή αποτελεί ένα ακόμη βήμα στο πλαίσιο του Οδικού Χάρτη για τη σταδιακή χαλάρωση των περιορισμών στην ανάληψη μετρητών και στη μεταφορά κεφαλαίων, της 15ης Μαΐου 2017. Σημειώνεται ότι οι αρχές στοχεύουν στην πλήρη άρση των περιορισμών το συντομότερο δυνατόν, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα τη χρηματοπιστωτική και μακροοικονομική σταθερότητα.

ΑΝΥΕΘΑ: "Μέχρι το τέλος του έτους θα έχουν δοθεί τα αναδρομικά. Προφανώς θα πρέπει να στηριχθούν τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων περαιτέρω"





Συνέντευξη ΑΝΥΕΘΑ Παναγιώτη Ρήγα στην ΕΡΤ1

    Ο Αναπληρωτής Υπουργός Εθνικής Άμυνας Παναγιώτης Ρήγας σε συνέντευξη που παραχώρησε σήμερα Τετάρτη 26 Σεπτεμβρίου 2018, στην ΕΡΤ 1 και στον δημοσιογράφο Κώστα Αρβανίτη, μεταξύ άλλων ανέφερε:
    Για το προσφυγικό και για τον έλεγχο των κονδυλίων:
    Έχει ξεκινήσει μια συζήτηση για τον έλεγχο των κονδυλίων με αφορμή τις δηλώσεις του κ. Κωσταράκου, ο οποίος μίλησε για 1,6 δις ευρώ. Τα χρήματα αυτά είναι για μέχρι το 2021. Δόθηκαν απαντήσεις και από τον κ. Βίτσα, δηλαδή τι κονδύλια έχουν απορροφηθεί μέχρι σήμερα, μέσα από ποιες διαδικασίες και ποιοι έλεγχοι έχουν γίνει. Ως προς το σκέλος των κονδυλίων που διαχειρίστηκε το ΥΠΕΘΑ, υπάρχουν συγκεκριμένες συμβάσεις και είναι συγκεκριμένος ο τρόπος με τον οποίο υλοποιήθηκαν. Από την ώρα που ανέλαβα καταφέραμε σε ταχύτατο χρόνο, με τη συνεργασία της διαχειριστικής αρχής, να προχωρήσουν οι συμβάσεις που αφορούν το ΚΥΤ της Μόριας. Το ίδιο ισχύει και για τη σίτιση και τη διόρθωση γενικότερων προβλημάτων που υπάρχουν σε ορισμένα ΚΥΤ. Η εικόνα που έχουμε είναι ότι δεν υπάρχει κάτι που να αφορά το σύνολο της διαχείρισης. Το αν έχει γίνει κάποιο λάθος στην όποια διαδικασία, αυτό είναι άλλο πράγμα. Σε κάθε περίπτωση μιλάμε για διαδικασίες οι οποίες είναι πάρα πολύ αυστηρές. Υπάρχει έλεγχος ο οποίος γίνεται πάντα και συστηματικά, τόσο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού.
    Για τις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις:
    Επ’ ουδενί δεν θέλω να απαξιώσω τη συμβολή των ΜΚΟ, που πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους σε πολύ δύσκολες συνθήκες, όταν οι ροές ήταν πάρα πολύ έντονες. Ωστόσο, υπάρχουν και περιπτώσεις εκμετάλλευσης. Στο όνομα του ανθρωπισμού πολλές φορές παίζονται και παιχνίδια. Σχετικά με τα κονδύλια που διατίθενται από την ΕΕ, αυτό γίνεται μέσω της Ύπατης Αρμοστείας και από εκεί πηγαίνουν στις ΜΚΟ. Εμείς δηλαδή δεν διαχειριστήκαμε χρήματα τα οποία περιλαμβάνονται σε αυτά τα ποσά, όμως έχουμε τη δυνατότητα ελέγχων. Υπάρχουν περιπτώσεις δικών μας ελέγχων σε ΜΚΟ και οι υποθέσεις αυτές έχουν διαβιβαστεί στον εισαγγελέα.

    Για την εικόνα στη Μόρια και το προσφυγικό:
    Στο προσφυγικό σαν ΣΥΡΙΖΑ καταφέραμε να μην επικρατήσουν στην ελληνική κοινωνία οι απόψεις της Χρυσής Αυγής. Θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι είχαμε τη στήριξη της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας. Είναι μια απάντηση στην ακροδεξιά ατζέντα που μπαίνει στην Ευρώπη και η οποία υιοθετεί την επικίνδυνη αντίληψη της προώθησης των ακροδεξιών απόψεων για να μην ενισχυθούν τα κόμματα της  ακροδεξιάς.  
    Θεωρούμε ότι έχει σημασία να χτυπηθούν οι διακινητές, να εξευρωπαϊστούν οι διαδικασίες ασύλου και κυρίως να αντιμετωπιστούν οι γενεσιουργές αιτίες που προκαλούν τις μεταναστευτικές ροές, να σταματήσουν δηλαδή οι συγκρούσεις και οι πόλεμοι.
    Για τον πατριωτισμό και τις Ένοπλες Δυνάμεις:
    Ο πατριωτισμός έχει διαφορά από τον εθνικισμό και την εθνοκαπηλεία. Οι Ένοπλες Δυνάμεις έχουν μια πολύ συγκεκριμένη στόχευση και έχουμε συμβάλλει και εμείς σε αυτό  σαν πολιτικός φορέας. Το δόγμα τους είναι η διατήρηση της ειρήνης, με ταυτόχρονη ενίσχυση της αποτρεπτικής τους ικανότητας. Είναι προς τιμή του συνόλου του προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων, ότι σε δύσκολή οικονομική περίοδο διατήρησαν το αξιόμαχο και εξασφάλισαν τη σταθερότητα μη επιτρέποντας σε οποιονδήποτε να διανοηθεί να πλήξει τα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Παράλληλα παρουσιάζουν τεράστιο κοινωνικό έργο που γίνεται σε όλη την Ελλάδα.
    Μέχρι το τέλος του έτους θα έχουν δοθεί τα αναδρομικά. Προφανώς θα πρέπει να στηριχθούν τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων περαιτέρω, όπως και το σύνολο των Ελλήνων εργαζομένων, λαμβάνοντας υπόψη τις όποιες ιδιαιτερότητες υπάρχουν.

    Κόμματα στο χείλος της πτώχευσης και ο ισολογισμός του κυβερνώντος κόμματος




    Υπερχρεωμένα στις τράπεζες και πλήρως εξαρτώμενα από την κρατική επιχορήγηση παραμένουν ΠαΣοΚ και Νέα Δημοκρατία, που αδυνατούν να εξορθολογίσουν τα οικονομικά τους, με αποτέλεσμα η λειτουργία τους να ζημιώνει πολλά εκατομμύρια ευρώ ετησίως τους έλληνες πολίτες. Σε μια περίοδο κατά την οποία οι οργανώσεις των δύο κομμάτων εξουσίας υπολειτουργούν, το ΠαΣοΚ και η ΝΔ είναι υποθηκευμένα στις τράπεζες, χρωστώντας περισσότερα από 130 εκατ. ευρώ, ενώ έχουν λάβει ως προκαταβολή την κρατική επιχορήγηση, τουλάχιστον ως το 2016! Παράλληλα, για το 2010 τα κόμματα θα λάβουν, ανάλογα με τα ποσοστά τους στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές, 109.343.200 ευρώ. Παρά την απλόχερη κρατική επιχορήγηση τα δύο μεγάλα κόμματα βρίσκονται στα όρια της οικονομικής πτώχευσης, με οξυμμένα ελλείμματα, υπερβολικό δανεισμό και με χρέη προς τρίτους. «Η Δημοκρατία στοιχίζει ακριβά» έλεγε συχνά ο αείμνηστος Αθανάσιος Τσαλδάρης και επιβεβαιώνεται από τις αυξανόμενες ετήσιες κρατικές επιχορηγήσεις προς όλα τα κόμματα.
    Μια προσεκτική ματιά στους ισολογισμούς των κομμάτων τα τελευταία χρόνια δίνει σαφή εικόνα για την τραγική κατάσταση των οικονομικών τους, παρά τις ακριβές προεκλογικές εκστρατείες που διεξήγαγαν στις πρόσφατες εκλογές. «Τακόμματα έχουν γίνει οι μεγάλοι ασθενείς του συστήματος» είχε πει παλαιότερα ο πρόεδρος του ΣΕΒ κ. Δ. Δασκαλόπουλος και δεν είχε άδικο, αν κρίνει κανείς από την πορεία των οικονομικών στοιχείων των κομμάτων που είναι αρκετά ζημιογόνοι οργανισμοί.
    Σύμφωνα με τον Νόμο 3023 του 2000 απαγορεύονται οι χορηγίες εταιρειών στα κόμματα και μοναδική πηγή χρηματοδότησής τους, εκτός από την κρατική επιχορήγηση, αποτελούν οι εισφορές των μελών. Αυτή η πηγή χρηματοδότησης δεν δίνει πολλά περιθώρια στα κόμματα, αφού οι εισφορές των μελών είναι ελάχιστες και δεν αποτελούν «σανίδα σωτηρίας».
    Ουσιαστικά ΠαΣοΚ και ΝΔ ενεχυριάζουν την κρατική επιχορήγηση, την κύρια πηγή χρηματοδότησής τους, για να λάβουν δάνεια από τις τράπεζες. Μάλιστα τον περασμένο Απρίλιο, το κυβερνών κόμμα μέσω σύμβασης που υπέγραψε, είχε το δικαίωμα να ενεχυριάσει την κρατική επιχορήγηση που αναλογεί σε έσοδα περίπου τεσσάρων ετών. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι είχε το δικαίωμα να ενεχυριάσει την κρατική επιχορήγηση των περίπου 88 εκατ. ευρώ. Από την άλλη πλευρά, η αξιωματική αντιπολίτευση οφείλει στις τράπεζες τις κρατικές επιχορηγήσεις που αντιστοιχούν σε έσοδα τουλάχιστον τρεισήμισι ετών.
    Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, η αξιωματική αντιπολίτευση έχει την πρωτοκαθεδρία στον τραπεζικό δανεισμό, ενώ το κυβερνών κόμμα έχει επιχειρήσει τουλάχιστον το τελευταίο ενάμισι έτος να εξορθολογίσει σε μεγάλο βαθμό τα έξοδάτου και να μειώσει τα δάνειά του. Συγκεκριμένα η ΝΔ οφείλει στις τράπεζες άνω του 20% των εσόδων της, ενώ το ΠαΣοΚ οφείλει στα πιστωτικά ιδρύματα ποσό άνω του 12-12,5% των εσόδων της.
    Το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουντα δύο κόμματα εξουσίας είναι η δυσκολία στο να αποπληρώσουν τις δόσεις των δανείων τους, σε μια χρονική περίοδο κατά την οποία οι δαπάνες τους βαίνουν αυξανόμενες. Με βάση τους ισολογισμούς των κομμάτων που έχει στη διάθεσή του «Το Βήμα» προκύπτει ότι η εξάρτηση του ΠαΣοΚ και της ΝΔ από την κρατική χρηματοδότηση την τελευταία δεκαετία προσεγγίζει περίπου το 81% και το 75% αντίστοιχα. Το ποσοστό συμμετοχής της κρατικής χρηματοδότησης για το ΚΚΕ ανέρχεται κατά μέσον όρο σε 55% και του ΣΥΡΙΖΑ σε 81%. Το πιο εντυπωσιακό στοιχείο είναι η πενιχρή συνεισφορά της κομματικής βάσης στα συνολικά έσοδα των κομμάτων. Το μέσο ποσοστό την περίοδο 1999-2007 ανέρχεται σε 5,4% για το ΠαΣοΚ και σε 4,1% για το ΚΚΕ, ενώ σχεδόν μηδενική είναι η συνεισφορά των μελών της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ.
    Λόγω της χαμηλής συνεισφοράς των μελών τους τα κόμματα- ειδικά ΝΔ και ΠαΣοΚ- προσφεύγουν σε χορηγίες οι οποίες δεν καταγράφονται, επειδή υπάρχουν περιορισμοί. Βέβαια σε άλλες χώρες, όπως π.χ. στις ΗΠΑ, η οικονομική υποστήριξη προς τους πολιτικούς είναι θεσμοθετημένη. Σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία (νόμος για δαπάνες κομμάτων) απαγορεύεται έκαστος χρηματοδότης να προσφέρει σε κάθε κόμμα άνω του ποσού των 15.000 ευρώ ετησίως.
    Τα τελευταία χρόνια πολλές ήταν οι διακηρύξεις των εκάστοτε πρωθυπουργών για την ανάγκη διαφάνειας στη χρηματοδότηση των κομμάτων. Ωστόσο δεν έχει γίνει καμία ουσιαστική κίνηση για να υπάρξει διαφάνεια, με αποτέλεσμα να επικρατεί σύγχυση γύρω από την πραγματική οικονομική κατάσταση των κομμάτων που δεν δημοσιοποιούν πλήρως τα οικονομικά τους στοιχεία, όπως π.χ. οι επιχειρήσεις που είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο. Ουσιαστικά δεν συντάσσονται και δεν δημοσιοποιούνται ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, ενώ δεν τηρείται ούτε το διπλογραφικό σύστημα στο πλαίσιο της διπλογραφικής λογιστικής μεθόδου.
    Από την αρχή της Μεταπολίτευσης, τα κόμματα- ειδικά η ΝΔ και το ΠαΣοΚ- για να αντιμετωπίσουν τις πολύ μεγάλες εκλογικές δαπάνες τους, που αυξάνονται ραγδαία σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, είχαν εισροές όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά κορυφαία πολιτικά στελέχη των δύο κομμάτων. Ο βουλευτής Α΄ Αθήνας του ΠαΣοΚ κ. Κ. Σκανδαλίδης αποκάλυψε στη Βουλή το 2002 ως υπουργός Εσωτερικών, ότι τα κόμματα είχαν εισροές από ιδιωτική χρηματοδότηση με τη μορφή άδηλων πόρων που αντάλλασσαν νομότυπα με κουπόνια, μέσω των οικονομικών εξορμήσεων. Από την αρμόδια Επιτροπή Ελέγχου της Βουλής δεν έχει διαπιστωθεί ουδεμία παράβαση. Η εν λόγω Επιτροπή ελέγχει το γράμμα του νόμου, αλλά δεν μπορεί να εντοπίσει αν κάποιο κόμμα συγκεκαλυμμένα παραβιάζει τον νομό.
    Τα χρήματα της κρατικής χρηματοδότησης αποτελούν σταθερά έσοδα των κομμάτων, με τα οποία εξασφαλίζουν εγγυήσεις για να έχουν υπόσταση έναντι των τραπεζικών οργανισμών. Ουσιαστικά τα κόμματα, ως οιονεί νομικά πρόσωπα, αναγκάζονται να εκχωρούν τα έσοδα της κρατικής επιχορήγησης επομένων ετών.
    Για το 2008 τα κόμματα εισέπραξαν 62.489.723 ευρώ, ενώ ως τις 30 Σεπτεμβρίου 2009, λίγες ημέρες πριν από τις εθνικές εκλογές της 4ης Οκτωβρίου, είχαν εκταμιευθεί 140.231.372 ευρώ. Σύμφωνα με τους προϋπολογισμούς που ψηφίζονται κάθε χρόνο, το ποσό που δίδεται στα κόμματα αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο.
    Ενα από τα πιο εντυπωσιακά και άκρως ενδιαφέροντα στοιχεία είναι ότι το 10% (περίπου 2-2,2 εκατ. ευρώ) της συνολικής επιχορήγησης του ΠαΣοΚ και της ΝΔ κατευθύνεται στην εκπαίδευση των μελών τους! Ενδεικτικά αναφέρεται ότι από τους ισολογισμούς για το οικονομικό έτος 2008, η επιμορφωτική χρηματοδότηση ανήλθε σε 1.858.067 εκατ. ευρώ για το ΠαΣοΚ, σε 2.087.000 εκατ. ευρώ για τη ΝΔ και σε 424.000 ευρώ για το ΚΚΕ.
    Ειδικά στα δύο κόμματα εξουσίας – ΝΔ και ΠαΣοΚ- καταβάλλεται μεγάλη προσπάθεια να μειωθούν τα χρέη τους και να εξορθολογιστούν οι δαπάνες τους. Ο πρωθυπουργός κ. Γ.Παπανδρέου έχει δώσει εντολή στον διευθυντή του κόμματος κ. Ροβέρτο Σπυρόπουλο να μειωθούν οι δαπάνες του ΠαΣοΚ, το οποίο βρίσκεται πλέον ένα βήμα πριν από την έκδοση πιστωτικής κάρτας για τα μέλη του. Εντός των επομένων ημερών, η Ιπποκράτους σε πρώτη φάση θα αποστείλει σε περίπου 150.000 ψηφοφόρους που έχουν συμπληρώσει τη σχετική αίτηση την κάρτα μέλους του Κινήματος που θα ισχύει εφ΄ όρου ζωής. Με την κίνηση αυτή εκτιμούν ότι θα βάλουν τάξη στα οικονομικά τους αφού οι ψηφοφόροι που είναι μέλη θα κληθούν να πληρώσουν τις συνδρομές τους, αποφέροντας έσοδα περίπου 8.000.000 ευρώ. Επίσης το ΠαΣοΚ έχει καταθέσει πλάνο στην Αγροτική Τράπεζα βάσει του οποίου σε μία δεκαετία θα έχουν σχεδόν μηδενιστεί οι δανειακές ανάγκες του κόμματος.
    Από την άλλη πλευρά, ο νεοεκλεγείς πρόεδρος της ΝΔ κ. Αντ.Σαμαράς έχει στόχο να μειωθούν κατά πολύ οι δανειακές ανάγκες του κόμματος, να εξορθολογιστούν οι λειτουργικές δαπάνες παρά τη βελτίωση των τελευταίων μηνών από τον γενικό διευθυντή κ. Μενέλαο Δασκαλάκη. Π.χ., το 2008 τα έσοδα της ΝΔ έφθασαν τα 28 εκατ. ευρώ και οι εισφορές των μελών ανήλθαν μόλις σε 220.00 ευρώ. Ωστόσο στην πρόσφατη εσωκομματική εκλογική αναμέτρηση τα έσοδα από τις ανανεώσεις και τις εγγραφές νέων μελών προσέγγισαν το 1.600.000 ευρώ, ποσό που, όπως έχει επισημάνει και ο Γραμματέας του κόμματος κ. Ελ. Ζαγορίτης σε συνομιλητές του, ήταν σωτήριο διότι καλύφθηκε ένα πολύ μεγάλο τμήμα για την υλικοτεχνική υποδομή των εκλογών.
    https://www.tovima.gr/2009/12/20/politics/kommata-sto-xeilos-tis-ptwxeysis/

    ------------------------------------------------------------------------------------------------------------

    Ο Ισολογισμός του ΣΥΡΙΖΑ


    Η ιστορία των υπέρογκων κρατικών επιχορηγήσεων που θεσμοθετήθηκαν από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το 1984, καθώς επίσης οι διαφορές της κυβέρνησης με τη ΝΔ – η οποία μπορεί και πρέπει να εξυπηρετεί τον υπέρογκο τραπεζικό δανεισμό της, αρκεί να εκπονήσει ένα ορθολογικό σχέδιο.
    .

    Ανάλυση

    Εισαγωγικά, ασφαλώς δεν είμαστε εναντίον της κρατικής επιχορήγησης των κομμάτων, αρκεί να διατηρείται σε λογικά επίπεδα, καθώς επίσης να είναι διαφανής ο τρόπος χρησιμοποίησης της από τις πολιτικές παρατάξεις – αφού διαφορετικά δεν θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ανεξάρτητα. Εν τούτοις, προκαλούν συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού, ιδίως όσον αφορά τα μικρά κόμματα και ειδικά αυτά που είναι εκτός βουλής, είτε καινούργια, είτε παλαιότερα – ενώ, επειδή διαμοιράζεται με βάση τα εκλογικά αποτελέσματα, τα ισχυρά κόμματα επωφελούνται πολύ περισσότερο. Επομένως το θέμα να έπρεπε να διερευνηθεί καλύτερα, έτσι ώστε να είναι μικρότερες οι «παρενέργειες» – αν και το σύστημα, έτσι όπως είναι δομημένο, δεν πρόκειται να το επιτρέψει (ανάλυση).
    Όπως και να είναι όμως δεν δικαιολογείται η διαφθορά και η διαπλοκή των κομμάτων, όταν τόσο τα ίδια, όσο και οι βουλευτές τους, αμείβονται πλουσιοπάροχα – έχοντας προνόμια που δεν συναντώνται πουθενά αλλού. Εκτός αυτού, η ενασχόληση με την πολιτική δεν πρέπει να οφείλεται σε βιοποριστικούς λόγους – κάτι που δυστυχώς συμβαίνει, με αποτέλεσμα να αναφερόμαστε σε επαγγελματίες πολιτικούς και σε κόμματα-επιχειρήσεις, οι επικεφαλείς των οποίων κάποιες φορές παρακρατούν για τον εαυτό τους ένα σημαντικό μέρος των ποσών των επιχορηγήσεων. Πόσο μάλλον όταν συνήθως απασχολούνται εθελοντές στα κόμματα, χωρίς υποχρέωση μισθοδοσίας ή ασφαλιστικών εισφορών – ενώ ο λογιστικός έλεγχος των οικονομικών τους είναι αρκετά ελλιπής.
    Συνεχίζοντας, η κρατική επιχορήγηση των κομμάτων θεσμοθετήθηκε το 1984 από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και τον τότε υπουργό οικονομικών της – με την αιτιολογία της ανεξαρτητοποίησης τους από τους «οικονομικούς παράγοντες» που τα χρηματοδοτούσαν, έτσι ώστε να στηρίζουν τα συμφέροντα ολόκληρης της κοινωνίας και όχι μόνο των ελίτ-χρηματοδοτών τους. Έκτοτε όμως, τα ποσά που ελάμβαναν αυξάνονταν διαρκώς. Για παράδειγμα, το συνολικό ποσόν της τακτικής επιχορήγησης του 2010 είχε εκτοξευθεί στα 109.343.200 € ή πάνω από 9.100.000 € το μήνα, (από 85.135.050 € το 2009), το οποίο θα μοιραζόταν ανάλογα με τα ποσοστά τους στις βουλευτικές εκλογές του 2009 – γεγονός που σημαίνει πως τη μερίδα του λέοντος θα έπαιρναν το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ (πηγή), εάν δεν είχε οδηγηθεί η Ελλάδα στο ΔΝΤ.
    Λόγω της χρεοκοπίας της χώρας, τα ποσά της ετήσιας τακτικής επιχορήγησης μαζί με την επιμορφωτική μειώθηκαν στα 48.800.000 € το 2010 (πηγή, ΦΕΚ), , στα 40.513.968 € το 2011, στα 37.430.000 € το 2012 και στα 21.827.000 € το 2013 – ενώ για το 2018 εγκρίθηκαν «μόλις» 13.500.000 € ή 1.125.000 € το μήνα. Το μοίρασμα της επιχορήγησης το 2013 φαίνεται στο γράφημα που ακολουθεί – ενώ εκτός από την τακτική και επιμορφωτική επιχορήγηση, τα κόμματα λαμβάνουν επί πλέον (α) μία εκλογική χρηματοδότηση όταν διεξάγονται εκλογές που είναι περίπου ίση με το 50% της ετήσιας κρατικής επιχορήγησης τους (για παράδειγμα, εάν η ετήσια τακτική επιχορήγηση είναι 5.000.000 € τότε η εκλογική ανέρχεται στα 2.500.000 €), καθώς επίσης (β) μία χρηματοδότηση για τις Ευρωεκλογές, περίπου στο ίδιο ύψος.










    Πώς είναι δυνατόν λοιπόν να εισέλθουν νέα κόμματα στην ελληνική Βουλή, όταν πρέπει να αντιμετωπίσουν αυτόν τον πακτωλό χρημάτων που μεταφράζονται σε διαφημίσεις, σε προεκλογικές ομιλίες, σε εκλογικά κέντρα κοκ., ενώ την ίδια ώρα τα ΜΜΕ τους παρέχουν το συντριπτικό μέρος του τηλεοπτικού, ραδιοφωνικού και έντυπου χώρου τους; Πώς να χρηματοδοτήσουν τις δικές τους προεκλογικές εκστρατείες, με τους περιορισμένους πόρους που συνήθως διαθέτουν, όταν είναι έντιμα και δεν στηρίζονται από το σύστημα;
    Περαιτέρω, με βάση τον Ισολογισμό του 2017 του ΣΥΡΙΖΑ (γράφημα), υπενθυμίζοντας πως έχουμε ήδη αναφερθεί στον εξαιρετικά προβληματικό Ισολογισμό της ΝΔ για το ίδιο έτος (πηγή), η τακτική ετήσια επιχορήγηση που έλαβε ήταν 5.679.808,18 € (από 3.352.098,61 € το 2016) ή 473.317 € το μήνα  – ενώ η επιμορφωτική 1.070.330,66 € (από 736.050 € το 2016) ή 89.194 € το μήνα. Συνολικά λοιπόν περί τα 6.750.000 € ετήσια ή 562.511 € το μήνα – ενώ οι εισφορές των μελών του ήταν μόλις 23.391 €, των βουλευτών-ευρωβουλευτών του 2.488.490,59 € και οι λοιπές 65.280 €.






    Ως εκ τούτου είχε στη διάθεση του το 2017 το ποσόν των 9.327.300,43 € ή 777.275 € το μήνα (από 6.751.288,39 € το 2016), δαπανώντας τα 6.316.042 € – οπότε η χρήση ήταν κερδοφόρα, με κέρδη 3.011.258 €. Δεν γνωρίζουμε πάντως τι ακριβώς σημαίνει η θέση «συμμετοχές» στον Ισολογισμό του ΣΥΡΙΖΑ, ύψους 13.741.549,94 €, στις οποίες διενεργούνται αποσβέσεις – αφού δεν πρόκειται για μία απλή επιχείρηση που συμμετέχει μετοχικά σε άλλες.


    Εν τούτοις, οφείλει και ο ΣΥΡΙΖΑ στις τράπεζες το ποσόν των 6.277.623,87 €, το οποίο όμως έχει μειωθεί σε σχέση με το 2016 – οπότε το εξυπηρετεί. Για τόκους και έξοδα τραπεζών πληρώνει μόλις 573.594,21 € ετήσια (9%), όταν η ΝΔ 27.611.092 € – λόγω του υπέρογκου δανεισμού της, ο οποίος στα λογιστικά της βιβλία καθορίζεται στα 250.634.064 €! Στο γράφημα που ακολουθεί συγκρίνονται τα δύο κόμματα μεταξύ τους, όσον αφορά το 2017 – έτσι ώστε να φανούν οι μεγάλες διαφορές τους.







     Συνεχίζοντας, σύμφωνα με τον Νόμο 3023 του 2000 απαγορεύονται οι χορηγίες εταιρειών στα κόμματα – οπότε μοναδική πηγή χρηματοδότησής τους, εκτός από τις κρατικές επιχορηγήσεις, αποτελούν οι εισφορές των μελών. Εν προκειμένω η ΝΔ έχει κατά πολύ μεγαλύτερες εισφορές από το ΣΥΡΙΖΑ – δηλαδή 2.011.954,80 € έναντι μόλις 65.280 € του τελευταίου. Αντίθετα, πολύ μικρότερες εισφορές ευρωβουλευτών και βουλευτών, κατά 1.861.901 €.
    Εάν τώρα θα ήθελε πράγματι να εξυπηρετήσει τον τραπεζικό της δανεισμό, αφενός μεν θα έπρεπε να μειώσει ακόμη περισσότερο τα έξοδα της, αφετέρου να απαιτήσει μεγαλύτερες εισφορές από τους βουλευτές και ευρωβουλευτές της – πολύ υψηλότερες από ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος εισπράττει ήδη 1.861.901 € ετησίως παραπάνω (ειδικά από τους ευρωβουλευτές που αμείβονται πλουσιοπάροχα – πηγή). Εκτός αυτού θα έπρεπε να συνδράμουν όλοι όσοι δημιούργησαν αυτό το χρέος, κυρίως οι πρωθυπουργοί και οι υπουργοί των προηγουμένων κυβερνήσεων της – ενώ είναι κατά τη γνώμη μας κυνική η θέση του ευρωβουλευτή της, σύμφωνα με τον οποίο η ΝΔ θα επιδιώξει να έχει μεγαλύτερα ποσοστά στις επόμενες εκλογές, για να αυξήσει την κρατική της επιχορήγηση, με στόχο την εξυπηρέτηση του δανεισμού της!
    Από την άλλη πλευρά θα πρέπει να διαπραγματευθεί με τις τράπεζες, όσον αφορά τη μείωση του επιτοκίου δανεισμού της στο ελάχιστο – αφού είναι ασφαλώς υπερβολικό το επιτόκιο, με το οποίο φαίνεται από τον Ισολογισμό της ότι χρεώνεται (11%). Σε κάθε περίπτωση θα έπρεπε να εκπονήσει ένα σχέδιο ρεαλιστικής εξυπηρέτησης του δανεισμού της – αφού δεν είναι δυνατόν να θέλει να σώσει τη χώρα, όταν δεν μπορεί να διασώσει τον εαυτό της, ενώ θα μπορούσε να είναι έρμαιο ενδεχόμενων εκβιασμών εκ μέρους των τραπεζών, των δανειστών, των υποστηρικτών της κοκ.
    Οφείλει επίσης να είναι καθαρή απέναντι στους Πολίτες, όσον αφορά τις προθέσεις της – όπου δεν είναι δυνατόν να συνδέει τις φορολογικές μεταρρυθμίσεις που προτείνει με το ποσοστό που θα υπερβαίνει το πρωτογενές πλεόνασμα του 3,5% (πηγή), αφού η ίδια πολύ σωστά δηλώνει πως το 3,5% στραγγαλίζει την οικονομία, ενώ καθιστά εντελώς αδύνατη την ανάπτυξη της χώρας (κατά την άποψη μας εντός της πολιτικής των μνημονίων η ανάπτυξη, χωρίς την οποία δεν λύνεται κανένα πρόβλημα των Ελλήνων, είναι όνειρο θερινής νύχτας). Την ίδια «κουτοπόνηρη οδό» ακολουθεί και στο θέμα των Σκοπίων – όπου ουσιαστικά επιλέγει να αφήσει το ΣΥΡΙΖΑ «να βγάλει το φίδι από την τρύπα» και μετά να σεβαστεί τα συμπεφωνημένα, αποδεχόμενη τη συνέχεια του κράτους, όπως έχει ήδη δηλώσει.
    Επίλογος
    Ολοκληρώνοντας το άλλο χρεοκοπημένο κόμμα, το ΠΑΣΟΚ, είναι αδύνατον ποτέ να εξυπηρετήσει τα χρέη του – ενώ τα στελέχη του έχουν μοιρασθεί στο ΣΥΡΙΖΑ (κυρίως), στο ΚΙΝΑΛ κοκ. Επομένως πρέπει να βρεθεί κάποια λύση «εκκαθάρισης» του, όπως συμβαίνει με τις χρεοκοπημένες επιχειρήσεις – ενώ πιστεύουμε γενικότερα πως η πρώτη προτεραιότητα της επανεκκίνησης μίας οικονομίας, είναι το «ξεκαθάρισμα» όλων των «λογιστικών λογαριασμών» της.
    Με απλά λόγια, οι κόκκινες οφειλές των Πολιτών, καθώς επίσης των επιχειρήσεων που είναι αδύνατον ποτέ να εξυπηρετηθούν απέναντι στο δημόσιο, στις τράπεζες, στους ασφαλιστικούς και λοιπούς οργανισμούς, πρέπει να μεταφερθούν σε μία κρατική «κακή» τράπεζα (Bad bank) – έτσι ώστε να καθαρίσουν εντελώς οι ισολογισμοί όλων των παραπάνω, οπότε να δει κανείς σε ποια πραγματικά θέση βρίσκονται. Όσον αφορά αυτήν την «κακή τράπεζα», οφείλει στη συνέχεια να προβεί μεθοδικά στο ξεκαθάρισμα των προβληματικών χρεών – ενώ είναι ανόητο να λέμε, για παράδειγμα, πως τα χρέη των Πολιτών απέναντι στο δημόσιο είναι 100 δις €, όταν γνωρίζουμε πως τα 80 δις € είναι ήδη χαμένα.
    Βασίλης Βιλιάρδος
    Οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακά στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου – viliardos@analyst.gr – Facebook – Twitter

    πηγή:https://analyst.gr/2018/09/26/o-isologismos-tou-siriza/



    Τετάρτη 26 Σεπτεμβρίου 2018

    Η χρηματοδότηση του πελατειακού κράτους








    Η ιστορία των υπέρογκων κρατικών επιχορηγήσεων που θεσμοθετήθηκαν από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το 1984, καθώς επίσης οι διαφορές της κυβέρνησης με τη ΝΔ – η οποία μπορεί και πρέπει να εξυπηρετεί τον υπέρογκο τραπεζικό δανεισμό της, αρκεί να εκπονήσει ένα ορθολογικό σχέδιο.
    .

    Ανάλυση

    Εισαγωγικά, ασφαλώς δεν είμαστε εναντίον της κρατικής επιχορήγησης των κομμάτων, αρκεί να διατηρείται σε λογικά επίπεδα, καθώς επίσης να είναι διαφανής ο τρόπος χρησιμοποίησης της από τις πολιτικές παρατάξεις – αφού διαφορετικά δεν θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ανεξάρτητα. Εν τούτοις, προκαλούν συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού, ιδίως όσον αφορά τα μικρά κόμματα και ειδικά αυτά που είναι εκτός βουλής, είτε καινούργια, είτε παλαιότερα – ενώ, επειδή διαμοιράζεται με βάση τα εκλογικά αποτελέσματα, τα ισχυρά κόμματα επωφελούνται πολύ περισσότερο. Επομένως το θέμα να έπρεπε να διερευνηθεί καλύτερα, έτσι ώστε να είναι μικρότερες οι «παρενέργειες» – αν και το σύστημα, έτσι όπως είναι δομημένο, δεν πρόκειται να το επιτρέψει (ανάλυση).
    Όπως και να είναι όμως δεν δικαιολογείται η διαφθορά και η διαπλοκή των κομμάτων, όταν τόσο τα ίδια, όσο και οι βουλευτές τους, αμείβονται πλουσιοπάροχα – έχοντας προνόμια που δεν συναντώνται πουθενά αλλού. Εκτός αυτού, η ενασχόληση με την πολιτική δεν πρέπει να οφείλεται σε βιοποριστικούς λόγους – κάτι που δυστυχώς συμβαίνει, με αποτέλεσμα να αναφερόμαστε σε επαγγελματίες πολιτικούς και σε κόμματα-επιχειρήσεις, οι επικεφαλείς των οποίων κάποιες φορές παρακρατούν για τον εαυτό τους ένα σημαντικό μέρος των ποσών των επιχορηγήσεων. Πόσο μάλλον όταν συνήθως απασχολούνται εθελοντές στα κόμματα, χωρίς υποχρέωση μισθοδοσίας ή ασφαλιστικών εισφορών – ενώ ο λογιστικός έλεγχος των οικονομικών τους είναι αρκετά ελλιπής.
    Συνεχίζοντας, η κρατική επιχορήγηση των κομμάτων θεσμοθετήθηκε το 1984 από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και τον τότε υπουργό οικονομικών της – με την αιτιολογία της ανεξαρτητοποίησης τους από τους «οικονομικούς παράγοντες» που τα χρηματοδοτούσαν, έτσι ώστε να στηρίζουν τα συμφέροντα ολόκληρης της κοινωνίας και όχι μόνο των ελίτ-χρηματοδοτών τους. Έκτοτε όμως, τα ποσά που ελάμβαναν αυξάνονταν διαρκώς. Για παράδειγμα, το συνολικό ποσόν της τακτικής επιχορήγησης του 2010 είχε εκτοξευθεί στα 109.343.200 € ή πάνω από 9.100.000 € το μήνα, (από 85.135.050 € το 2009), το οποίο θα μοιραζόταν ανάλογα με τα ποσοστά τους στις βουλευτικές εκλογές του 2009 – γεγονός που σημαίνει πως τη μερίδα του λέοντος θα έπαιρναν το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ (πηγή), εάν δεν είχε οδηγηθεί η Ελλάδα στο ΔΝΤ.
    Λόγω της χρεοκοπίας της χώρας, τα ποσά της ετήσιας τακτικής επιχορήγησης μαζί με την επιμορφωτική μειώθηκαν στα 48.800.000 € το 2010 (πηγή, ΦΕΚ), , στα 40.513.968 € το 2011, στα 37.430.000 € το 2012 και στα 21.827.000 € το 2013 – ενώ για το 2018 εγκρίθηκαν «μόλις» 13.500.000 € ή 1.125.000 € το μήνα. Το μοίρασμα της επιχορήγησης το 2013 φαίνεται στο γράφημα που ακολουθεί – ενώ εκτός από την τακτική και επιμορφωτική επιχορήγηση, τα κόμματα λαμβάνουν επί πλέον (α) μία εκλογική χρηματοδότηση όταν διεξάγονται εκλογές που είναι περίπου ίση με το 50% της ετήσιας κρατικής επιχορήγησης τους (για παράδειγμα, εάν η ετήσια τακτική επιχορήγηση είναι 5.000.000 € τότε η εκλογική ανέρχεται στα 2.500.000 €), καθώς επίσης (β) μία χρηματοδότηση για τις Ευρωεκλογές, περίπου στο ίδιο ύψος.










    Πώς είναι δυνατόν λοιπόν να εισέλθουν νέα κόμματα στην ελληνική Βουλή, όταν πρέπει να αντιμετωπίσουν αυτόν τον πακτωλό χρημάτων που μεταφράζονται σε διαφημίσεις, σε προεκλογικές ομιλίες, σε εκλογικά κέντρα κοκ., ενώ την ίδια ώρα τα ΜΜΕ τους παρέχουν το συντριπτικό μέρος του τηλεοπτικού, ραδιοφωνικού και έντυπου χώρου τους; Πώς να χρηματοδοτήσουν τις δικές τους προεκλογικές εκστρατείες, με τους περιορισμένους πόρους που συνήθως διαθέτουν, όταν είναι έντιμα και δεν στηρίζονται από το σύστημα;
    Περαιτέρω, με βάση τον Ισολογισμό του 2017 του ΣΥΡΙΖΑ (γράφημα), υπενθυμίζοντας πως έχουμε ήδη αναφερθεί στον εξαιρετικά προβληματικό Ισολογισμό της ΝΔ για το ίδιο έτος (πηγή), η τακτική ετήσια επιχορήγηση που έλαβε ήταν 5.679.808,18 € (από 3.352.098,61 € το 2016) ή 473.317 € το μήνα  – ενώ η επιμορφωτική 1.070.330,66 € (από 736.050 € το 2016) ή 89.194 € το μήνα. Συνολικά λοιπόν περί τα 6.750.000 € ετήσια ή 562.511 € το μήνα – ενώ οι εισφορές των μελών του ήταν μόλις 23.391 €, των βουλευτών-ευρωβουλευτών του 2.488.490,59 € και οι λοιπές 65.280 €.






    Ως εκ τούτου είχε στη διάθεση του το 2017 το ποσόν των 9.327.300,43 € ή 777.275 € το μήνα (από 6.751.288,39 € το 2016), δαπανώντας τα 6.316.042 € – οπότε η χρήση ήταν κερδοφόρα, με κέρδη 3.011.258 €. Δεν γνωρίζουμε πάντως τι ακριβώς σημαίνει η θέση «συμμετοχές» στον Ισολογισμό του ΣΥΡΙΖΑ, ύψους 13.741.549,94 €, στις οποίες διενεργούνται αποσβέσεις – αφού δεν πρόκειται για μία απλή επιχείρηση που συμμετέχει μετοχικά σε άλλες.


    Εν τούτοις, οφείλει και ο ΣΥΡΙΖΑ στις τράπεζες το ποσόν των 6.277.623,87 €, το οποίο όμως έχει μειωθεί σε σχέση με το 2016 – οπότε το εξυπηρετεί. Για τόκους και έξοδα τραπεζών πληρώνει μόλις 573.594,21 € ετήσια (9%), όταν η ΝΔ 27.611.092 € – λόγω του υπέρογκου δανεισμού της, ο οποίος στα λογιστικά της βιβλία καθορίζεται στα 250.634.064 €! Στο γράφημα που ακολουθεί συγκρίνονται τα δύο κόμματα μεταξύ τους, όσον αφορά το 2017 – έτσι ώστε να φανούν οι μεγάλες διαφορές τους.







     Συνεχίζοντας, σύμφωνα με τον Νόμο 3023 του 2000 απαγορεύονται οι χορηγίες εταιρειών στα κόμματα – οπότε μοναδική πηγή χρηματοδότησής τους, εκτός από τις κρατικές επιχορηγήσεις, αποτελούν οι εισφορές των μελών. Εν προκειμένω η ΝΔ έχει κατά πολύ μεγαλύτερες εισφορές από το ΣΥΡΙΖΑ – δηλαδή 2.011.954,80 € έναντι μόλις 65.280 € του τελευταίου. Αντίθετα, πολύ μικρότερες εισφορές ευρωβουλευτών και βουλευτών, κατά 1.861.901 €.
    Εάν τώρα θα ήθελε πράγματι να εξυπηρετήσει τον τραπεζικό της δανεισμό, αφενός μεν θα έπρεπε να μειώσει ακόμη περισσότερο τα έξοδα της, αφετέρου να απαιτήσει μεγαλύτερες εισφορές από τους βουλευτές και ευρωβουλευτές της – πολύ υψηλότερες από ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος εισπράττει ήδη 1.861.901 € ετησίως παραπάνω (ειδικά από τους ευρωβουλευτές που αμείβονται πλουσιοπάροχα – πηγή). Εκτός αυτού θα έπρεπε να συνδράμουν όλοι όσοι δημιούργησαν αυτό το χρέος, κυρίως οι πρωθυπουργοί και οι υπουργοί των προηγουμένων κυβερνήσεων της – ενώ είναι κατά τη γνώμη μας κυνική η θέση του ευρωβουλευτή της, σύμφωνα με τον οποίο η ΝΔ θα επιδιώξει να έχει μεγαλύτερα ποσοστά στις επόμενες εκλογές, για να αυξήσει την κρατική της επιχορήγηση, με στόχο την εξυπηρέτηση του δανεισμού της!
    Από την άλλη πλευρά θα πρέπει να διαπραγματευθεί με τις τράπεζες, όσον αφορά τη μείωση του επιτοκίου δανεισμού της στο ελάχιστο – αφού είναι ασφαλώς υπερβολικό το επιτόκιο, με το οποίο φαίνεται από τον Ισολογισμό της ότι χρεώνεται (11%). Σε κάθε περίπτωση θα έπρεπε να εκπονήσει ένα σχέδιο ρεαλιστικής εξυπηρέτησης του δανεισμού της – αφού δεν είναι δυνατόν να θέλει να σώσει τη χώρα, όταν δεν μπορεί να διασώσει τον εαυτό της, ενώ θα μπορούσε να είναι έρμαιο ενδεχόμενων εκβιασμών εκ μέρους των τραπεζών, των δανειστών, των υποστηρικτών της κοκ.
    Οφείλει επίσης να είναι καθαρή απέναντι στους Πολίτες, όσον αφορά τις προθέσεις της – όπου δεν είναι δυνατόν να συνδέει τις φορολογικές μεταρρυθμίσεις που προτείνει με το ποσοστό που θα υπερβαίνει το πρωτογενές πλεόνασμα του 3,5% (πηγή), αφού η ίδια πολύ σωστά δηλώνει πως το 3,5% στραγγαλίζει την οικονομία, ενώ καθιστά εντελώς αδύνατη την ανάπτυξη της χώρας (κατά την άποψη μας εντός της πολιτικής των μνημονίων η ανάπτυξη, χωρίς την οποία δεν λύνεται κανένα πρόβλημα των Ελλήνων, είναι όνειρο θερινής νύχτας). Την ίδια «κουτοπόνηρη οδό» ακολουθεί και στο θέμα των Σκοπίων – όπου ουσιαστικά επιλέγει να αφήσει το ΣΥΡΙΖΑ «να βγάλει το φίδι από την τρύπα» και μετά να σεβαστεί τα συμπεφωνημένα, αποδεχόμενη τη συνέχεια του κράτους, όπως έχει ήδη δηλώσει.
    Επίλογος
    Ολοκληρώνοντας το άλλο χρεοκοπημένο κόμμα, το ΠΑΣΟΚ, είναι αδύνατον ποτέ να εξυπηρετήσει τα χρέη του – ενώ τα στελέχη του έχουν μοιρασθεί στο ΣΥΡΙΖΑ (κυρίως), στο ΚΙΝΑΛ κοκ. Επομένως πρέπει να βρεθεί κάποια λύση «εκκαθάρισης» του, όπως συμβαίνει με τις χρεοκοπημένες επιχειρήσεις – ενώ πιστεύουμε γενικότερα πως η πρώτη προτεραιότητα της επανεκκίνησης μίας οικονομίας, είναι το «ξεκαθάρισμα» όλων των «λογιστικών λογαριασμών» της.
    Με απλά λόγια, οι κόκκινες οφειλές των Πολιτών, καθώς επίσης των επιχειρήσεων που είναι αδύνατον ποτέ να εξυπηρετηθούν απέναντι στο δημόσιο, στις τράπεζες, στους ασφαλιστικούς και λοιπούς οργανισμούς, πρέπει να μεταφερθούν σε μία κρατική «κακή» τράπεζα (Bad bank) – έτσι ώστε να καθαρίσουν εντελώς οι ισολογισμοί όλων των παραπάνω, οπότε να δει κανείς σε ποια πραγματικά θέση βρίσκονται. Όσον αφορά αυτήν την «κακή τράπεζα», οφείλει στη συνέχεια να προβεί μεθοδικά στο ξεκαθάρισμα των προβληματικών χρεών – ενώ είναι ανόητο να λέμε, για παράδειγμα, πως τα χρέη των Πολιτών απέναντι στο δημόσιο είναι 100 δις €, όταν γνωρίζουμε πως τα 80 δις € είναι ήδη χαμένα.
    Βασίλης Βιλιάρδος
    Οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακά στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου – viliardos@analyst.gr – Facebook – Twitter

    πηγή:https://analyst.gr/2018/09/26/o-isologismos-tou-siriza/