Αναφέρει τους επιτακτικούς λόγους που ενισχύθηκε σε μία κρίσιμη στιγμή για την εθνική ασφάλεια η δύναμη της Πολεμικής Αεροπορίας. Ταυτόχρονα επισημαίνει πόσο συμφέρουσα ήταν η σύμβαση για το ελληνικό δημόσιο η οποία υπογράφτηκε ως διακρατική συμφωνία ώστε να μην υπάρξουν οι γνωστοί μεσάζοντες με ότι συνεπάγεται αυτό.
Το 2004, με την ανάληψη των καθηκόντων της, η τότε ηγεσία του Υπουργείου Άμυνας, παρέλαβε την ΠΑ με τα 2ης γενιάς αεροσκάφη καθηλωμένα και απαξιωμένα (αρκετά F-4 και το 1/3 των Mirage 2000 καθηλωμένα στην ΕΑΒ, τα Α-7 απαξιωμένα ενόψει αποσύρσεως) και τα αεροσκάφη 3ης γενιάς (F-16 Block 30-50 και 52+) με σημαντικές ελλείψεις ανταλλακτικών, χωρίς εγκαταστάσεις, επαρκές προσωπικό και χωρίς σύστημα αυτοπροστασίας (τα 52+). Πέραν αυτών, παρουσιάστηκε τότε το πρόβλημα και του συστήματος αυτοπροστασίας των νέων και των εκσυγχρονισμένων Mirage 2000-5, εγκλωβίζοντας επί πλέον αεροσκάφη στην ΕΑΒ, σε κατάσταση ανεπανόρθωτης αποσυναρμολόγησης.
Η δυσμενής για την άμυνα και ασφάλεια της χώρας αυτή κατάσταση, είχε συνεγείρει την ηγεσία της Πολεμικής Αεροπορίας και με τις αποφάσεις τους, δύο διαφορετικά σε σύνθεση Ανώτατα Αεροπορικά Συμβούλια, σε διάστημα λιγότερο από 18 μήνες (Αύγουστος 2003 και Δεκέμβριος 2004), εισηγήθηκαν την άμεση απόκτηση αεροσκαφών, με παραγγελία εντός του 2005 και παράδοση το 2009, προς αναπλήρωση παρελθόντων και μελλοντικών απωλειών και προς αντικατάσταση των αεροσκαφών 2ης γενιάς που πρόκειται να αποσυρθούν, ως μοναδικό τρόπο διατήρησης της αμυντικής ισορροπίας για την προάσπιση του Ελληνικού εναερίου χώρου. Σύμφωνα με τη μελέτη της Πολεμικής Αεροπορίας , η οικονομοτεχνικά βέλτιστη λύση ήταν η απόκτηση 40 αεροσκαφών ομοιότυπων με τα υπάρχοντα σύγχρονα αεροσκάφη της Πολεμικής Αεροπορίας έως το 2010 και 60 επι πλον αεροσκαφη νέας τεχνολογίας στη συνέχεια. Από δε τα ομοιότυπα με τα υπάρχοντα σύγχρονα αεροσκάφη της ΠΑ, προέκυψε ότι τον βέλτιστο δεικτη κοστους-αποτελεσματικοτητας παρουσίαζε το αεροσκάφος F-16 Blk 52+, βαθμολογούμενο με μεγάλη διαφορά από τα υπόλοιπα.
Προ αυτών των άμεσων και επιτακτικών επιχειρησιακών απαιτήσεων της Πολεμικής Αεροπορίας , το ΚΥΣΕΑ αποφάσισε την αγορά 30 αεροσκαφών (+10 με προαίρεση, που τελικά δεν ασκήθηκε για οικονομικούς λόγους), αντισταθμίζοντας τάχιστα τη καθήλωση/απαξίωση των παλαιών μαχητικών αεροσκαφών, με το πλέον σύγχρονο μαχητικό 4ης γενιάς, το F-16 Block 52+ Advanced, εξασφαλίζοντας με μηδενικό κόστος την ενσωμάτωση όλων των βελτιώσεων και τροποποιήσεων που είχαν πραγματοποιηθεί στο F-16 από το 1999 και μετά, τόσο σε συστήματα, όσο και στις δυνατότητες εκτέλεσης νέων τύπων αποστολών και μεταφοράς νέων όπλων. Είναι χαρακτηριστικό το ότι οι γείτονες μας θορυβήθηκαν από αυτή την αγορά, προχωρώντας στην απόκτηση επίσης 30 αεροσκαφών παρόμοιας διαμόρφωσης.
Το κόστος των 30 αυτών αεροσκαφών, ήταν πολύ χαμηλότερο συγκρινόμενο με οιοδήποτε άλλο σύγχρονο αεροσκάφος 4ης γενιάς, γεγονός που με την οικονομική κρίση που μαστίζει την χώρα μας σημερα, αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία. Τα δε ανταλλακτικά, τα όπλα και τα συστήματα στόχευσης και πλοήγησης που παραγγέλθηκαν γι αυτά, κάλυψαν ελλείψεις και των αεροσκαφών F16 της προηγούμενης προβληματικής και μη πλήρως ολοκληρωμένης αγοράς του 1999.
Τα 30 αεροσκάφη παρεδόθησαν εντός του συμβατικού προϋπολογισμού και χρονοδιαγράμματος με απολυτή συνέπεια, με όλα τα σύγχρονα συστήματα - και ιδίως το σύστημα αυτοπροστασίας – ενσωματωμένα, πλήρως επιχειρησιακά, άμεσα χρησιμοποιήσιμα και απετέλεσαν εξ αρχής την αιχμή του δόρατος της Ελληνικής Αεράμυνας, ως το τέλειο επιχειρησιακό εργαλείο στα χέρια των – διεθνώς αναγνωρισμένων για τις υψηλότατες επιδόσεις τους, αλλά ελάχιστα αμειβομένων – έμπειρων πιλότων μας.
Στα ίδια πλαίσια της διαφάνειας και της αποτελεσματικότητας και αντίθετα με τη μέχρι τότε επικρατούσα σκοπίμως τακτική, η σύμβαση των Αντισταθμιστικών Ωφελημάτων (ΑΩ) υπεγράφη, ως απαραίτητη προϋπόθεση, ταυτόχρονα με την κύρια σύμβαση. Μέσω των ΑΩ που υλοποιήθηκαν πλήρως, μεταξύ των άλλων,
- πραγματοποιήθηκε έγκαιρα, πριν από την άφιξη των νέων αεροσκαφών, ο πλήρης εκσυγχρονισμός των παμπάλαιων υποδομών και εγκαταστάσεων του Αράξου, με εντυπωσιακά αποτελέσματα
- έγιναν πολύ σημαντικές επενδύσεις στην εγχώρια κρατική και ιδιωτική αμυντική βιομηχανία. Η συμπαραγωγή σημαντικών δομικών τμημάτων του αεροσκάφους από την ΕΑΒ για όλη τη παγκόσμια παράγωγη της κατασκευάστριας εταιρείας (σημαντικά δομικά τμήματα των νέων Τουρκικών F16 έχουν κατασκευαστεί στην ΕΑΒ), όπως και η μεταφορά τεχνογνωσίας και η κατασκευή νέων εγκαταστάσεων, την κατέστησαν ικανή να κερδίσει και το μεγάλο συμβόλαιο αναβάθμισης των 90 αεροσκαφών F-16 της Αμερικανικής Αεροπορίας, που σταθμεύουν στην Ευρώπη. Το 60% του τζίρου της ΕΑΒ σήμερα, προέρχεται από τη συνεργασία με την κατασκευάστρια εταιρία των F16 (και των C130), Lockheed Martin.
- εγκαταστάθηκε σύγχρονος ιατρικός εξοπλισμός σε στρατιωτικά νοσοκομεία, εξασφαλίζοντας πληρέστερη και αποτελεσματικότερη ιατρική φροντίδα στα στελέχη των Ενόπλων μας Δυνάμεων.
Επισημαίνεται ιδιαίτερα, ότι προκειμένου να διασφαλισθεί απόλυτα η διαφάνεια, αποφασίσθηκε η σύναψη διακρατικής συμφωνίας με την Αμερικανική Κυβέρνηση, η οποια μεσω της «Foreign Corrupt Practices Act», απαγορεύει ρητά την οποιαδήποτε πληρωμή μεσαζόντων-αντιπροσώπων, με ποινή τον αποκλεισμό των παραβατών από τις προμήθειες του Αμερικάνικου Δημοσίου. Στη γραμμή αυτή, η Lockheed Martin (της οποίας το 85% των πωλήσεων της, ύψους περίπου 45 δις δολ ετησίως, αφορούν συμβάσεις με το Αμερικάνικο δημόσιο),έχει θεσπίσει αυστηρότατο κώδικα επιχειρηματικής δεοντολογίας – “Business Code of Ethics”- ενώ για τα προγράμματα αντισταθμιστικά ωφελήματα (ΑΩ) επιλέγει τους ανάδοχους με διαγωνιστικές διαδικασίες.
Με τις προϋποθέσεις αυτές και συμφωνία με το θεσμικό πλαίσιο του ΥΕΘΑ, μετά από επίμονες διαπραγματεύσεις, όπου εξοικονομήθηκαν 350 εκατ. δολ. και επί πλέον άλλα 120 εκατ. δολ. από την έγκαιρη ολοκλήρωση των διαδικασιών εντός του Δεκεμβρίου 2005, το Ελληνικό Δημόσιο, δια του Γενικού Γραμματέα Οικονομικού Σχεδιασμού και Αμυντικών Επενδύσεων του ΥΕΘΑ, υπέγραψε Σύμβαση με την Αμερικανική Κυβέρνηση, για την προμήθεια 30 μαχητικών αεροσκαφών τύπου F16 Block 52 + Adv ,με τους κινητηρες τους και το συστημα αυτοπροστασιας ASPIS II ενσωματωμένα. Είναι η πρώτη φορά που υπογράφεται μια πλήρως ολοκληρωμένη σύμβαση, χωρίς τους συνήθεις σκόπιμους και καθόλου αθώους κατακερματισμούς στην αγορά των επι μέρους συστημάτων, όπως απαράδεκτα και προκλητικά συνέβη στη προηγούμενη σύμβαση του 1999, αποτελώντας την συμφερότερη, οικονομικά, επιχειρησιακά και από πλευράς βιομηχανικών επιστροφών σύμβαση μαχητικών αεροσκαφών που υπεγράφη ποτέ , με την υλοποίηση απολογιστικά όλων των στόχων και των απαιτήσεων, που είχε αρχικά θέσει η Πολεμική μας Αεροπορία.